Εχω γνωστό που ο δεκαπεντάχρονος γιος του έπεσε θύμα επίθεσης από συνομήλικους του. Βραδάκι, ώρα οκτώ, μέσα σε μια πλατεία των νοτίων προαστίων όπου υπήρχε αρκετός κόσμος, ο μικρός περικυκλώθηκε ξαφνικά από ένα τσούρμο νεαρών, επίσης παιδιών, λίγο μεγαλύτερων από αυτόν. Τον ρώτησαν τι ομάδα είναι κι όταν αυτός (φρονίμως ποιών) απάντησε ότι δεν ασχολείται με το ποδόσφαιρο, του άρπαξαν το κινητό από το χέρι και του ζήτησαν να τους πει τον κωδικό για να το ελέγξουν. Ηθελαν –λέει– να διαπιστώσουν αν είχε μηνύματα ή βίντεο της αντίπαλης ομάδας. Αυτά τα ποδοσφαιρικά ήταν προσχηματικά, στην πραγματικότητα ήθελαν να του κλέψουν το iPhone ανοικτό, κλειδωμένο δεν αξίζει τίποτα.
Με το πρώτο «όχι» του μικρού και επειδή ο κόσμος γύρω γύρω άρχιζε να τους κοιτάζει, τον άρχισαν στις κλωτσιές και στις μπουνιές. Του έσκισαν το χείλος, τον κλώτσησαν στο στομάχι και στα πλευρά όπως ήταν πεσμένος, του πήραν το κινητό και ένα δεκάευρο που είχε στην τσέπη και εξαφανίστηκαν αλαλάζοντας. Κανένας από τους γύρω δεν κουνήθηκε, πλησίασαν το παιδί για να το βοηθήσουν μόνο όταν η συμμορία είχε εξαφανιστεί. Ο φίλος μου βρήκε τον γιο του αιμόφυρτο σε ένα παγκάκι, με τον φαρμακοποιό της πλατείας να προσπαθεί να σταματήσει το αίμα. Το περιπολικό, που έφτασε μετά τον πατέρα, τους ζήτησε να περάσουν την επομένη από το τμήμα να κάνουν μήνυση.
Στην αστυνομία, ο μικρός είπε ότι τον χτύπησαν άγνωστοι. Είπε ψέματα και οι αστυνομικοί το ήξεραν. Τον ρώτησαν μάλιστα με ονόματα, «ήταν ο τάδε;» ή «ο δείνα;». Αντιμετώπισαν πλήρη άρνηση. Το παιδί φοβόταν πως αν κατονόμαζε εκείνους που αναγνώρισε, θα το έδερναν ξανά μόλις εμφανιζόταν στην πλατεία. Ο πατέρας του ήταν μεν έξαλλος με το συμβάν, αλλά έδινε και εν μέρει δίκιο στον γιο του. Αν είχε φάει δυο κλωτσιές παραπάνω, μπορεί να τον σκότωναν. Ενας αστυνομικός της Ασφάλειας τον έπιασε παράμερα και του έδωσε τις ακόλουθες συμβουλές:
Πρώτον, όχι ακριβό κινητό. Μαζεύει τις συμμορίες ανηλίκων όπως το μέλι τις μύγες.
Δεύτερον, όχι μεγάλο χαρτζιλίκι, οι πιτσιρικάδες ξέρουν ποιο παιδί κρατά πολλά (για τα μέτρα τους) λεφτά.
Τρίτον, να μην πηγαίνει σε αυτή την πλατεία για καφέ, αλλά στη διπλανή, όπου συνήθως σταθμεύουν Ζητάδες με τις μηχανές τους.
Τέταρτον, να βγαίνει με μεγάλες παρέες και όχι ένα παιδί μόνο του ή δύο. Το πλήθος δεν αποκλείει την επίθεση, αλλά λειτουργεί αποτρεπτικά.
Πέμπτον, οι επιθέσεις μέσα στην πλατεία και με κόσμο είναι σπάνιες, συνήθως γίνονται όταν τα παιδιά γυρίζουν στο σπίτι, σε κάποιο πιο έρημο δρόμο. Οπότε, στην επιστροφή πρέπει να τον παίρνει αυτοκίνητο.
Εκτον και πιο σοκαριστικό. Οταν ο αστυνομικός τον ρώτησε σε ποιο σχολείο πηγαίνει και πήρε την απάντηση για κάποιο λύκειο της γειτονιάς, κούνησε το κεφάλι του και είπε στον πατέρα συμβουλευτικά. «Αν έχεις λεφτά, στείλε τον σε κάποιο ιδιωτικό. Είναι πιο ασφαλές».
Κατά τα λοιπά, διάβασα ότι προχθές, στο 65ο Γυμνάσιο Αθηνών, συνελήφθη καθηγήτρια επειδή έκανε παρατήρηση (κατά τους γονείς χειροδίκησε) σε μαθητή ο οποίος πήγε με το μποξεράκι του στο σχολείο…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News