Το τέλος της υποχρεωτικής παρουσίας (presenteeism). Μια φορά στο παλιό γραφείο μου στη Χρήστου Λαδά βγήκα να πάρω ένα λαχταριστό σάντουιτς από τη γειτονική «Στοά». Επιστρέφοντας, συνάντησα ασθμαίνοντα στον δρόμο έναν κλητήρα της εταιρείας, ο οποίος με ενημέρωσε ότι ένας προϊστάμενος με αναζητούσε κατεπειγόντως. Οπως σύντομα διαπίστωσα, το «κατεπείγον» ήταν κάτι παντελώς καθημερινό, απλώς «έπρεπε να είμαι εκεί».
Χρειάστηκε κοτζάμ πανδημία για να μπει η ταφόπλακα στον ψυχαναγκασμό της τυπικής παρουσίας στην εργασία και να γίνει πραγματικότητα το flexible όραμα των millennials. Οχι ότι έχουν όλα ξεπεραστεί. Πρόσφατη έρευνα δείχνει ότι πολλοί εργοδότες εξακολουθούν να πιστεύουν ότι ο φυσικά παρών είναι και πιο αφοσιωμένος στη δουλειά. Στην Ελλάδα, ακόμα και μεσούντος του lockdown, πολλοί υποχρεώνονται να πάνε «στη ζούλα» στο γραφείο, ενώ η νοοτροπία «είναι στο σπίτι του, άρα τις μισές ώρες κωλοβαράει» θα χρειαστεί πολύ καιρό να απαλειφθεί. Κάτι ήξεραν οι παλιοί που πριν την «κάνουν» από το γραφείο άφηναν ένα σακάκι στην καρέκλα.
Η χαρά της υποχρεωτικής απουσίας (absenteeism). Η απενοχοποίηση της απουσίας από τη δουλειά για λόγους υγείας ήταν μία αληθινή κατάκτηση της Covid-19. Πότε πια δεν θα χρειαστεί να υποστείς τον γλιτσερά «ευσυνείδητο» συνάδελφο που έρχεται στα γραφείο με πυρετό, επειδή «μα πώς θα βγει η δουλειά, άμα εγώ λείπω;».
Ο επιθανάτιος ρόγχος του weekend. Είχε ήδη πεθάνει για πολλά επαγγέλματα (π.χ. αν μιλούσες, προ πανδημίας, με έναν μεσίτη ή έναν δικηγόρο του real estate που «δούλευε» με κινέζους πελάτες, θα σου έλεγε για τα υστερικά SMS που κατέφθαναν το σαββατόβραδο). Mε τον κορονοϊό, απλώς το Σαββατοκύριακο ενσωματώθηκε αθόρυβα και για όλους πλέον (όσοι δουλεύουν από το σπίτι) στον εργασιακό χυλό της υπόλοιπης εβδομάδας. Στην Ελλάδα, μεγάλοι πληγέντες οι εκπαιδευτικοί. «Είμαι στα πρόθυρα της κατάρρευσης» μου έλεγε προσφάτως δασκάλα σε ιδιωτικό δημοτικό σχολείο των Αθηνών. «Πόσες Zoom συσκέψεις να αντέξεις μέσα σε ένα Σάββατο;».
Ο εργαζόμενος γονέας βγήκε από την ντουλάπα. Τέρμα πλέον στα ενοχικά ψιθυριστά τηλεφωνήματα μέσα στο γραφείο (όταν το παιδί έχει βρογχίτιδα και δεν υπάρχει κανείς να το κρατήσει), στα χτυποκάρδια όταν ανακοινώνεται η έκτακτη βραδινή σύσκεψη (και τα δίδυμα είναι μόνα τους στο σπίτι), στις ογκώδεις σακούλες του σουπερμάρκετ που κουβαλάς δήθεν αδιάφορος, επιστρέφοντας από το «διάλειμμα» κ.ο.κ.
Χάρη στην Covid-19 είναι σχεδόν χαριτωμένο ένα νήπιο να εκσφενδονίζει ασυναρτησίες στη video conference· ακόμα και ο λιγότερο child friendly εργοδότης είναι υποχρεωμένος, δημόσια τουλάχιστον, να σου το αναγνωρίζει ως «asset». Αλλωστε και ο ίδιος καλείται πλέον συχνά να βρει χρόνο για babysitting. «Γνωρίζω ένα ζευγάρι μεγαλοστελεχών σε διαφορετικές πολυεθνικές, οι οποίοι, καθότι δεν μπορούν να φέρουν νταντά, λόγω Covid, μπλοκάρουν για τις συσκέψεις, ο ένας τη μισή μέρα και ο άλλος την άλλη!» μου αναφέρει στέλεχος συμβουλευτικής εταιρείας. «Εννοείται βέβαια ότι οι πιο κάτω στην ιεραρχία δεν έχουν την ίδια δυνατότητα!».
Η συναισθηματική αποσύνδεση από το γραφείο. «Δεν μπορώ να φανταστώ ότι κάποια στιγμή θα χρειαστεί να γυρίσω στη δουλειά» μου έλεγε προ ημερών ένας ιδιωτικός υπάλληλος. Το επιβεβαιώνει και πρόσφατη έρευνα της McKinsey, σύμφωνα με την οποία ένα 80% των εργαζομένων δήλωσαν ευχαριστημένοι με την οίκοθεν εργασία.
Αναμφίβολα, η πανδημία ανέκοψε την υπερβολική συναισθηματική επένδυση στο γραφείο. Οπως, άλλωστε, και την αυταπάτη ότι οι συνάδελφοί σου είναι ένα είδος δεύτερης οικογένειας. Για να είμαστε ειλικρινείς, τους μισούς δεν θα ήθελες ούτε να τους βλέπεις (και ας έχεις πολλάκις προβεί σε προσωπικές εξομολογήσεις στην κουζίνα του γραφείου λόγω κόπωσης, ανίας ή υπερβολικής παραμονής μέσα σε ένα «άρρωστο» κτίριο με λάμπες φθορίου και air condition που έχει να καθαριστεί από τις δημοτικές εκλογές του 2002).
To meeting με την παντόφλα. Οι λίγοι που εργάζονταν από το σπίτι προ πανδημίας γνώριζαν τις αναπόφευκτες εκπτώσεις στο επαγγελματικό dress code. Με τον εγκλεισμό, η κάποτε απευκταία φάση παντόφλα-τρύπια φόρμα-υπερφυσικά γένια ή (υπόπτου καθαριότητας) μαλλιά πιασμένα με κλάμερ, έπαψε πλέον να λοιδορείται και μετονομάστηκε στο σαφώς πιο κομψό «workleisure». Δεν νιώθεις πλέον ότι κατακρημνίζεται το επαγγελματικό σου κύρος, ίσα ίσα καμαρώνεις ότι απαλλάχθηκες επιτέλους από μία ακόμη αγγαρεία της «φυσικής» εργασίας.
Ακόμα και οι πλέον φιλάρεσκοι εργαζόμενοι έχουν ενδώσει στα νέα ντεκοντρακτέ ενδυματολογικά ήθη. «Μου φαίνεται αδιανόητο ότι κάποτε βαφόμουν για να πάω στο γραφείο» μου έλεγε προ ημερών μια φίλη δημοσιογράφος. «Ούτε φακούς επαφής φοράω πια, μια χαρά είμαι με τα γυαλιά μου». Μόνο όσοι συμμετέχουν σε βιντεοσυνεδριάσεις, υποχρεούνται σε μία κάποια μικρή αναβάθμιση της εικόνας τους. Εστω κατά το ήμισυ.
Το comeback του σταθερού τηλεφώνου. Πριν από τον Μάρτιο του 2020, αν χτυπούσε το σταθερό τηλέφωνο, μπορούσες να είσαι σίγουρος ότι είναι είτε η υπέργηρη μητέρα σου, που έπαιρνε να ρωτήσει πού εξαφανίστηκες, ή κάποιο spam (εταιρείες κινητής τηλεφωνίας, εισπράκτορες τραπεζών, φαρσέρ που αφηγούνταν δυστοπικές ιστορίες για να αφαιμάξουν οικονομικά ηλικιωμένους ) κ.τ.λ. Σήμερα, μετά τον «Zoomαγεδώνα», όπως τον αποκαλεί η Εμα Τζέικομπς στους Financial Times, έχεις πλέον ανάγκη να ακούσεις μια οικεία φωνή (ακόμα και του συναδέλφου που δεν άντεχες ούτε στη μίνι αναμονή για το φωτοτυπικό). Θα σε πάρει αρχικά στο κινητό, αλλά αν η συνδιάλεξη κρατήσει ώρα, το «Πάρε με στο σταθερό» είναι η φυσική εξέλιξη.
Τέρμα η κρεβατομουρμούρα για το γραφείο. Στη διάρκεια της πανδημίας, υπάρχουν μεγάλες πιθανότητες ο/η σύντροφός σου να αντιληφθεί αισίως τι στο διάολο έκανες τόσο καιρό στο γραφείο, ποιες ήταν ακριβώς οι αρμοδιότητές σου, γιατί έλειπες τόσες ώρες, γιατί πάντα ήθελες να διαολοστείλεις τον τάδε κ.ο.κ. Αν είσαι τυχερός, το ίδιο θα συμβεί και με τα παιδιά σου. «Πριν από την πανδημία, ήμουν απλώς μια μαμά» μου λέει μια πληροφορηκάριος.
Ο μύθος της παραγωγικότητας. Ενα από τα πλέον ακανθώδη ντιμπέιτ γύρω από αυτό το παγκόσμιο πείραμα της τηλεργασίας βρίσκεται ακόμα στο τραπέζι. Σύμφωνα με έρευνα οικονομολόγων του Χάρβαρντ και του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης (Ιούλιος 2020) η μέση εργασιακή μέρα στη διάρκεια του lockdown έχει επιμηκυνθεί κατά 48 λεπτά, ενώ είναι πολύ πιο συχνό ο εργαζόμενος να στείλει επαγγελματικά email πέραν του εργασιακού ωραρίου. Eξαρτάται, βέβαια, τι δουλειά κάνεις. Ενδεικτικά, μια ελληνίδα ηθοποιός μού εξομολογείτο τις προάλλες τις όχι και τόσο παραγωγικές πρόβες που κάνει online (για μια παράσταση που δεν ξέρει αν και πότε θα ανέβει).
Σημειωτέον ότι στην παραγωγικότητα μετρούν και άλλα. Σύμφωνα με τον Εconomist («Τhe Future the Of the Office»): «Στη διάρκεια του lockdown οι εργαζόμενοι μπορεί να επέδειξαν μεγαλύτερο ζήλο από φόβο μήπως απολυθούν. Τα στοιχεία στις ΗΠΑ καταδεικνύουν ότι πάνω από τους μισούς φοβούνται ότι θα χάσουν τη δουλειά τους της εξαιτίας της πανδημίας». Μην ξεχνάμε ότι το σπίτι το επιτείνει αυτό. «Τώρα που δεν έχω καν γραφείο στην εταιρεία, είναι σαν μην υπάρχω» μου έλεγε έτερη εργαζόμενη σε δικηγορικό γραφείο.
Η προσωπική ζωή στη φόρα. Η πανδημία έριξε αισίως το διάφανο τείχος ανάμεσα στη δουλειά και την προσωπική ζωή. Δεν είναι πια δύο αλληλοσυγκρουόμενα παράλληλα σύμπαντα, αλλά μία ενιαία παχύρρευστη μάζα που επικολλάται σε κάθε ρανίδα του χώρου και του χρόνου σου. Οι απόπειρες οριοθέτησης είναι σχεδόν αστείες (π.χ. αλλάζεις δωμάτιο με μια κούπα καφέ), συχνά δε τα δύο σύμπαντα επικαλύπτονται επικινδύνως. Κάτι τέτοιο, υποθέτω, πρέπει να συνέβη στην περίπτωση του 60χρονου αρθογράφου του «New Yorker» Τζέφρι Τούμπιν, που απελύθη ύστερα από 27 ολόκληρα χρόνια, όταν εθεάθη να αυνανίζεται στο πλαίσιο μιας online «προσομοίωσης» της προσεχούς (τότε) εκλογικής διαδικασίας. Είχε προφανώς αφήσει την κάμερα ανοιχτή. Και μια κάμερα μέσα στο σπίτι δεν φωτίζει ποτέ μόνο τη «σκηνοθετημένη» βιβλιοθήκη πίσω σου.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News