Ενας ελεύθερος επαγγελματίας με έδρα στην Αθήνα. Δεν εργάζεται, αλλά κρατάει ανοικτά τα βιβλία του για ασφαλιστικούς λόγους. Ας πούμε ότι βιοπορίζεται από άλλα, οικογενειακά, έσοδα. Μέχρι σήμερα πλήρωνε τέλος επιτηδεύματος 1.000 ευρώ. Με το νέο καθεστώς θα πληρώσει φόρο εισοδήματος 1.100 ευρώ και τέλος επιτηδεύματος μειωμένο κατά 50%. Η ετήσια επιβάρυνση που θα υποστεί είναι αυξημένη κατά 600 ευρώ.
Αυτό είναι, πράγματι, άδικο. Και δείχνει την αναποτελεσματικότητα του φορολογικού συστήματος που δεν μπορεί να πιάσει με την τσιμπίδα τους πραγματικούς φοροφυγάδες. Αναγκαστικά, λοιπόν, τους βάζει όλους στο ίδιο κόσκινο. Ομως αν ο επαγγελματίας του παραδείγματος είναι ένας, οι πραγματικοί φοροφυγάδες μπορεί να είναι τρεις, τέσσερις ή και πέντε. Κανένας δεν μπορεί να τους μετρήσει. Είναι ένας στόχος που η φορολογική διοίκηση αδυνατεί να πετύχει εδώ και δεκαετίες. Και έτσι χρησιμοποιείται ο μέσος όρος του κλαδικού εισοδήματος για να προσδιοριστεί η δυνητική υστέρηση στα φορολογικά έσοδα.
Οι κουρείς, για παράδειγμα, δηλώνουν κατά μέσο όρο ακαθάριστα ετήσια έσοδα 11.178 ευρώ, κέρδη 2.803 ευρώ και πληρώνουν φόρο 376 ευρώ. Εδώ η Εφορία θα ήταν εύκολο να βρει ποιοι από αυτούς διατηρούν κατάστημα και ποιοι κρατούν ανοικτά βιβλία χωρίς να εργάζονται. Ομως, παράλληλα, είναι λογικό να διαπιστώσουμε ότι ο μέσος κουρέας στην Ελλάδα εργάζεται από χόμπι. Αλλά και πάλι θα υπάρξει αδικία γιατί ένας κουρέας στην Αθήνα θα βρεθεί να πληρώνει τα ίδια με τον μπαρμπέρη στο χωριό.
Υπάρχουν και άλλες επιμέρους αδικίες. Ας πούμε ο ελεύθερος επαγγελματίας που τώρα ξεκινάει τη διαδρομή του, παίρνει βοήθεια από την οικογένεια του και τα εισοδήματα του είναι πολύ χαμηλά. Αυτός θα θεωρηθεί εξ ορισμού φοροφυγάς.
Μπορεί, λοιπόν, η συνολική στατιστική να μας δείχνει ένα πάρτι φοροδιαφυγής, όμως υπάρχουν πολλές επιμέρους περιπτώσεις κατά τις οποίες οι αριθμοί, πράγματι, συμφωνούν με την αλήθεια. Ε, οι αδικημένοι αυτής της ρύθμισης θα προσέλθουν εκεί που τους περιμένουν εδώ και χρόνια οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι. Διότι, εν τέλει, το φορολογικό μας σύστημα βασίζεται στην αδικία. Οπως οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι κουβαλούν δυσανάλογα βαρύ φορολογικό φόρτο, έτσι και οι ελεύθεροι επαγγελματίες που είναι ανενεργοί ή έχουν κεσάτια, θα υποστούν την αδικία.
Αν εξετάσουμε το θέμα σε ηθική βάση, θα συμφωνήσουμε ότι αν ακόμα και ένας πληρώσει μεγαλύτερο φόρο από αυτόν που στα αλήθεια του αναλογεί, τότε το σύστημα είναι άδικο. Συμφωνούμε. Το ερώτημα είναι αν υπάρχει τρόπος να αποφευχθεί αυτό με ελέγχους που θα δίνουν άμεσα και αξιόπιστα αποτελέσματα. Μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο αυτή τη στιγμή; Οχι. Για την ακρίβεια δεν πρόκειται να γίνει ποτέ γιατί είναι θέμα φορολογικής συνείδησης. Εχουμε, κατά αναλογία, διπλάσιους ελεύθερους επαγγελματίες από την υπόλοιπη Ευρώπη, αλλά τα μισά φορολογικά έσοδα. Συνεπώς, δεδομένων των συνθηκών, τι είναι προτιμότερο; Να μην πληρώσει κανείς ή να πληρώσουν όλοι από κάτι λίγα, ανάμεσα τους και κάποιοι λίγοι που θα προσέλθουν ως αμνοί στη σφαγή; Νομίζω ότι δεν είναι εύκολο να ηθικολογήσεις πάνω σε αυτό το θέμα. Εξαρτάται πάντα από ποια πλευρά το παρατηρείς.
Κοιτάζοντας τη γενική εικόνα από μακριά, χωρίς ζουμ σε μεμονωμένες περιπτώσεις, βλέπεις ότι τα κέρδη των ελεύθερων επαγγελματιών είναι μόλις 4,2 δισ. ευρώ επί τζίρου 49 δισ. ευρώ. Και, μιλώντας πάντα με βάση τη γενική εικόνα, τα μέτρα της κυβέρνησης δεν συνιστούν «επιδρομή» και «αφαίμαξη», όπως ισχυρίστηκε η αντιπολίτευση. Αντιθέτως, είναι χιλιάδες εκείνοι που θα χαμογελάσουν, που δεν τους λένε και κάτι τα έξι κατοστάρικα παραπάνω τον χρόνο. Ψίχουλα τους παίρνει και το ξέρουν.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News