Μάλλον το φανταζόταν εντελώς διαφορετικά. Αλλωστε, πόσες φορές τον ακούσαμε τα τελευταία χρόνια να υπόσχεται πως όταν η Τουρκία θα εορτάζει τα 100 χρόνια από την ίδρυση της Δημοκρατίας θα ήταν αυτός που θα παρέδιδε στους συμπατριώτες του μια ισχυρότερη και, κυρίως, μεγαλύτερη χώρα; Που θα επέκτεινε το τουρκικό έδαφος έως τα «σύνορα της καρδιάς του».
Ηταν ο ίδιος ο Ταγίπ Ερντογάν που συστηματικά, από το 2019 έως και τους φονικούς σεισμούς του Φεβρουαρίου 2023, αμφισβητούσε ευθέως την ελληνική κυριαρχία, προαναγγέλλοντας την αποτίναξη των «δεσμών της Συνθήκης της Λωζάνης». Ηταν ο τούρκος πρόεδρος αυτός που ηγήθηκε της αναθεωρητικής εκστρατείας, τόσο επί του πεδίου όσο και στη διπλωματία – στόχος της οποίας ήταν η αλλαγή του status quo στο Αιγαίο. Και που προώθησε την υπογραφή του τουρκολιβυκού μνημονίου, δια του οποίου η Τουρκία καθίσταται χώρα-ηγεμόνας στην Ανατολική Μεσόγειο. Αγνοώντας όχι μόνο κάθε έννοια του Διεθνούς Δικαίου, αλλά και όλες τις δυνάμεις της ευρύτερης περιοχής, ανεξαρτήτως μεγέθους.
Από τότε έως σήμερα μεσολάβησαν πολλά, με αποτέλεσμα όλα τα παραπάνω να μοιάζουν τουλάχιστον ανεπίκαιρα. Παρότι ο αναθεωρητισμός παραμένει στρατηγικό δόγμα της Τουρκίας, τώρα τίθεται εκ των πραγμάτων στο περιθώριο. Τουλάχιστον προς ώρας. Αυτά, όμως, που δεν αλλάζουν είναι τα μεγαλεπήβολα σχέδια του Ερντογάν. Απώτερος στόχος του οποίου δεν είναι απλώς να μοιάσει στον Κεμάλ. Είναι να αμφισβητήσει την κληρονομιά της Λωζάννης και δη τους γεωγραφικούς περιορισμούς του εθνικού κράτους. Και τελικά να ξεπεράσει τον ιδρυτή της Δημοκρατίας του 1923.
Και εκεί που η επίθεση προς Δυσμάς έλαβε αναγκαστικό τέλος, έσκασε ο πόλεμος μεταξύ του Ισραήλ και της Χαμάς. Ο Ερντογάν δεν έχασε την ευκαιρία. Από την πρώτη στιγμή διάλεξε τον ρόλο που θέλει εδώ και χρόνια να διαδραματίσει. Αυτόν του ηγέτη των απανταχού μουσουλμάνων. Σε μια σαφή προβολή του νεο-οθωμανικού οράματός του, ο τούρκος πρόεδρος δεν αντιπαρατίθεται απλώς με τις βασικές αρχές του Δυτικού πολιτισμού. Αναδεικνύει τις πραγματικές προθέσεις του για το μέλλον της Τουρκίας. Ως μιας ηγετικής δύναμης του μουσουλμανικού κόσμου, που είναι πάντα έτοιμη να προστατεύσει τις ζωές και τα συμφέροντα των απανταχού κατατρεγμένων ομοδόξων της. Οπως ακριβώς έκανε η Οθωμανική Αυτοκρατορία έως ότου τη διαλύσουν οι «κακοί ξένοι» στις Σέβρες και στη Λωζάνη.
«Η Χαμάς είναι απελευθερωτική και όχι τρομοκρατική οργάνωση». «Η Δύση παρέχει άνευ όρων στήριξη στο Ισραήλ, επειδή αυτοί που πεθαίνουν είναι μουσουλμάνοι». Αυτά είναι μόνο λίγα από τα παντελώς εξωπραγματικά που έχει εκστομίσει τις τελευταίες ημέρες ο Ερντογάν. Το ζήτημα, όμως, είναι ότι οι θέσεις αυτές, διόλου προσχηματικές ή καιροσκοπικές, βρίσκουν πλειοψηφικό αντίκρισμα στο ακροατήριο του ΑΚΡ.
Ο πόλεμος στη Λωρίδα της Γάζας ενεργοποιεί τα ταυτοτικά και δη τα αντιδυτικά χαρακτηριστικά μεγάλης μερίδας της τουρκικής κοινωνίας, αυτής δηλαδή που συντάσσεται συλλήβδην με τον πρόεδρό της. Αυτής που ο Ερντογάν έφερε στην επιφάνεια όταν ανέβηκε στην εξουσία το μακρινό 2002. Αυτής που απομακρύνεται όλο και περισσότερο από τα κοσμικά πρότυπα και ασπάζεται τις παραδοσιακές αξίες μιας εν πολλοίς προνεωτερικής αντίληψης.
Η Τουρκία του Ερντογάν πραγματοποιεί εδώ και χρόνια μια συντηρητική και κυρίως ισλαμιστική στροφή, η οποία απλώς επιταχύνεται με αφορμή τον πόλεμο στη Μέση Ανατολή. Η κρίση μεταξύ Ισραηλινών – Παλαιστινίων θα μακροημερεύσει, ενδεχομένως και να επεκταθεί. Και η Τουρκία θα είναι εκεί καθημερινά, να μας υπενθυμίζει ποια είναι και τι θέλει στο περιφερειακό και το διεθνές στερέωμα. Μπορεί οι ισχυροί της Δύσης να είναι σε έναν βαθμό αναγκασμένοι να εθελοτυφλούν –προφανώς λόγω της γεωγραφικής θέσης της Τουρκίας στο πλέον κομβικό σταυροδρόμι της Υφηλίου–, αλλά καλώς ή κακώς, αυτή είναι πλέον η πραγματικότητα: 100 χρόνια μετά την ίδρυσή της, η Τουρκία παύει να θυμίζει μια σύγχρονη αστική δημοκρατία και βυθίζεται όλο και περισσότερο στον νεο-οθωμανικό αναχρονισμό της.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News