Πριν 1,5 χρόνο αποφάσισα να υποβάλω το βιογραφικό μου στο Μητρώο Στελεχών της ΝΔ, ενός νέου θεσμού που θέσπισε ο πρόεδρος Κυριάκος Μητσοτάκης προκειμένου να συμπεριλάβει στις τάξεις της παράταξης νέα στελέχη. Μέσω μιας ανταγωνιστικής και αξιόπιστης διαδικασίας αξιολόγησης, επιλέχθηκα στα 15 πρώτα στελέχη που τα ονόματά μας δόθηκαν στη δημοσιότητα. Ο ενθουσιασμός μεγάλος. Μεγάλη βέβαια και η ευθύνη, καθώς το να σε επιλέγει το κόμμα που έχει συνδέσει το όνομα και την ιστορία του με την αποκατάσταση της Δημοκρατίας και την είσοδο της χώρας στην ΕΟΚ δεν είναι λίγο πράγμα.
Την Τετάρτη όμως άρχισαν να μπαίνουν στο μυαλό μου δεύτερες σκέψεις. Αιτία στάθηκε μια ερώτηση της συζύγου μου. Παρακολουθώντας μαζί τη συζήτηση στη Βουλή για την υπόθεση Novartis και ιδίως ύστερα από την τοποθέτηση Πικραμμένου γύρισε και με ρώτησε: «είσαι σίγουρος για αυτό που έχεις επιλέξει;». «Ναι είμαι σίγουρος», απάντησα. «Έχεις σκεφτεί τις πιθανές συνέπειες που μπορεί να έχει η επιλογή σου σε εμένα και στο παιδί;». Προσπάθησα κάτι να ψελλίσω ώστε να αιτιολογήσω την επιλογή μου, αλλά ήταν εμφανές ότι η αποφασιστικότητα είχε δώσει τη θέση της στις δεύτερες σκέψεις.
Εκείνο το βράδυ δεν κοιμήθηκα. Όχι τόσο γιατί αγωνιούσα έως ότου ολοκληρωθεί η κοινοβουλευτική παρωδία, όσο γιατί ήθελα να ξεκαθαρίσω μέσα μου για το αν τελικά αξίζει τον κόπο να ασχοληθώ με την πολιτική.
Προσωπικά μεγάλωσα σε συντηρητική οικογένεια, όπου η πολιτική αποτελούσε σχεδόν πάντα καθημερινό γνώρισμα. Αντιθέτως, η γυναίκα μου έχει αριστερές καταβολές, ενώ μέχρι και το καλοκαίρι του δημοψηφίσματος του 2015 δήλωνε «απολιτίκ». Για εμένα, η ενασχόληση με την πολιτική αποτελεί παιδικό όνειρο. Για εκείνην, είναι ένας άγνωστος και απόμακρος κόσμος. Έχω λοιπόν το δικαίωμα να εμπλέξω αυτήν και το παιδί μας σε αυτή τη δοκιμασία;
Προσπαθούσα να βάλω τις σκέψεις μου σε τάξη, όταν ξαφνικά κοιτάζοντας στον απέναντι τοίχο το μάτι μου έπεσε πάνω σε ένα πάπυρο που μου είχαν δώσει το 2003 ως αναμνηστικό για την αποφοίτηση από το Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης. Ο πάπυρος περιλαμβάνει απόσπασμα από την απολογία του Σάκη Καράγιωργα στο Έκτακτο Στρατοδικείο τον Απρίλιο του 1970:
«Κύριοι στρατοδίκαι, είχα ένα προσωπικόν χρέος απέναντι του ελληνικού λαού και της πατρίδος. Αυτός ο λαός έκανεν πολλάς θυσίας και δαπάνας χάριν εμού. Με εσπούδασεν εις τα ελληνικά πανεπιστήμια, με έστειλεν με υποτροφίαν δι’ ανωτέρας σπουδάς εις το εξωτερικόν, με έκανεν καθηγητήν ανωτάτης σχολής και ανώτατον κρατικόν λειτουργόν. Δι’ όλας αυτάς τας θυσίας τι ζητεί ως αντάλλαγμα από εμέ ο ελληνικός λαός και η πατρίς; Τι ζητεί από όλους τους πνευματικούς ανθρώπους; Δύο μόνον πράγματα. Να προσφέρουν τας επιστημονικάς των υπηρεσίας και να είναι οι θεματοφύλακες των ηθικών και πνευματικών αξιών του ελληνικού λαού. Είχα υποχρέωσιν, επομένως, κύριοι στρατοδίκαι, να εξοφλήσω αυτό το μεγάλο χρέος μου, ακόμη και εάν παρίστατο ανάγκη να δώσω και την ζωήν μου».
Τα λόγια του Καράγιωργα ήσαν καθοριστικά για να λάβω τις οριστικές μου αποφάσεις. Η ενασχόληση με την πολιτική, ιδίως σήμερα που η λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος και του κράτους δικαίου αμφισβητούνται, δεν αποτελεί επιλογή, αλλά καθήκον. Καθήκον του κάθε πολίτη που πιστεύει στη φιλελεύθερη δημοκρατία και θέλει να ζει σε μια χώρα που συμμετέχει ισότιμα στην ΕΕ. Όσο εμείς ολιγωρούμε, τόσο δίνουμε χώρο στους Πολάκηδες να αλωνίζουν. Η πολιτική είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να την αφήσουμε στα χέρια των νοσταλγών αυταρχικών καθεστώτων!
* Ο Γιάννης Μανώλης είναι Διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News