Πολλά έχουν γραφτεί για τα λάθη που έχει κάνει η παρούσα κυβέρνηση, από μικρά ατοπήματα έως αισχρές πράξεις, πάντα με βασικό χαρακτηριστικό το θράσος και την ασέβεια. Δεν χρειάζεται να επαναλάβω συγκεκριμένα κάποιο, ούτε να κάνω λίστα. Είναι καταγεγραμμένα όλα και όποιος θέλει μπορεί να ανατρέξει στις διάφορες υποσχέσεις και καταγγελίες που έκανε ως αντιπολίτευση και να δει μόνος του πόσο τις τήρησε.
Υπάρχει όμως ένα αξιοσημείωτο κομμάτι της κληρονομιάς που θα αφήσει ο ΣΥΡΙΖΑ. Ενας αρκετά σημαντικός αντίκτυπος αυτής της κυβερνητικής περιόδου. Πλέον για τον καταπονημένο και ταλαιπωρημένο ελληνικό λαό, η κοινή άποψη είναι ότι «όλοι ίδιοι είναι», ότι δηλαδή η ενασχόληση με τη πολιτική σκηνή και η σημασία του ποιος κατέχει ποιο πολιτικό αξίωμα είναι αδιάφορα.
Τι σημαίνει αυτό; Πολύ απλά ότι έχει γίνει μια άδικη ισοβάθμηση των πολιτικών δυνάμεων. Αμέσως ακολουθούν δυο πολύ σημαντικά ζητήματα. Πρώτον το γεγονός ότι δεν έχουν τις ίδιες ευθύνες όλοι.
Παρότι θα με βρείτε σύμφωνο με το γενικό σχόλιο του Θ.Πάγκαλου ότι «μαζί τα φάγαμε» (φράση με την οποία ήθελε να πει ότι το παρακράτος ξεφεύγει από τον χώρο της βουλής[1]. Aπλά σκεφτείτε την περίπτωση που κάποιος δεν παίρνει απόδειξη από το περίπτερο για μια αγορά!
), δεν είναι λογικό ακόλουθο ότι όλοι έχουν το ίδιο μερίδιο ευθύνης. Άλλες ικανότητες για εκμετάλλευση έχει ένας με πολιτική/τοπική/κοινωνική δύναμη και άλλες έχει ένας απλός πολίτης. Και οι δυο περιπτώσεις μπορούν να κάνουν ζημιά, η διαφορά όμως είναι στο μέγεθος. Αλλά όταν είναι ώρα να κρίνουμε κάτι ως δίκαιο ή άδικο, σε αυτή την περίπτωση έχουμε να κάνουμε με μια γραμμή στην άμμο. Δεν έχει σημασία σε πρώτη φάση πόσο την ξεπέρασες τη γραμμή. Αυτό έρχεται μετά.
Είτε μας αρέσει είτε όχι ο ΣΥΡΙΖΑ εκπροσώπησε, έστω και με «αυτοβάπτιση», ένα μεγάλο κομμάτι των συμπολιτών μας και τις ελπίδες του για ένα καλύτερο αύριο. Αυτό όμως δεν ήταν κάτι καινούριο στη μοντέρνα ιστορία της χώρας μας. Η διχοτόμηση της κοινωνίας και η αντιπαράθεση των οπαδών των διαφόρων κομμάτων πάντα παρατηρούνταν, αλλά πιστεύω πως κάποιος μπορεί να πει χωρίς ενδοιασμό ότι το ποτήρι ξεχείλισε με τη στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ[2]. Αυτό σημαίνει ότι αν υπήρχε μια ευκαιρία να αλλάξει η κατάσταση και να εξαφανιστεί η λογική του οπαδού και του φιλάθλου από την πολιτική σφαίρα, μετά την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, η πιθανότητα αυτή της αναγκαίας αλλαγής μίκρυνε τόσο πολύ που είναι πλέον αμφίβολο αν θα γίνει ποτέ (εξαιρώντας βέβαια κάποιο φαινόμενο «μαύρου κύκνου»).
Το κυβερνών σχήμα μάλιστα διάλεξε να ποτίσει τον δημόσιο διάλογο (αν μπορεί κανείς να πει στα σοβαρά ότι ήταν διάλογος) με κατηγορίες και φράσεις όπως «ή τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν» δίνοντας έτσι έμφαση σε μια νοοτροπία διχασμού και στρατοπέδων όπου οι μεν αντιμάχονται τους δε ενώ η πραγματική ουσία της πολιτικής είναι η κοινωνική προσφορά σε όλους.
Ας δεχτούμε όμως προς το παρόν ότι η εποχή που ακούστηκαν αυτές και άλλες εκφράσεις ήταν τόσο σημαντική και χαρακτηριστική της αγανάκτησης του κόσμου που ήταν αρμόζουσα. Η ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ άφησε ένα στίγμα και έθεσε μια βάση κριτηρίων γι’ αυτούς που τη χρησιμοποίησαν. Τα πράγματα είναι απλά, ο ελληνικός λαός έχει ταλαιπωρηθεί πάρα πολύ τα τελευταία χρόνια και το αίσθημα της αδικίας είναι εξαπλωμένο και λογικό επακόλουθο των δεινών. Δεν μπορεί κανείς να το αρνηθεί αυτό όπως και το γεγονός ότι δίνεται μια επιπρόσθετη ευθύνη σε όποια προσπάθεια παραπλάνησης ενός ήδη ευαίσθητου λαού.
Για να το πω με άλλα λόγια και να εξηγήσω καλύτερα τη φράση του Πάγκαλου. Στην Ελλάδα υπάρχει μια περίεργη νοοτροπία ότι αν για παράδειγμα ένας καπνιστής πει δημόσια ότι το τσιγάρο κάνει κακό στην υγεία, η γνώμη του είναι αδιάφορη και ανυπόστατη γιατί κάνει ακριβώς αυτό που κατακρίνει. Μπορεί όμως κανείς να αρνηθεί την αλήθεια των λέξεων του; Μπορεί κανείς να πει ότι το τσιγάρο κάνει καλό; Προφανώς και όχι. Ο καπνιστής έχει δίκιο. Όταν όμως κάποιος σου λέει ότι το τσιγάρο κάνει κακό και ότι θα το κόψει αλλά τελικά αυτό που κάνει είναι να αυξήσει το ένα πακέτο την ημέρα σε δυο, τότε έχεις να κάνεις με κάποιον που η ρητορική του είναι κατακριτέα, μόνο και μόνο επειδή ο ίδιος έθεσε τα κριτήρια για να τον κρίνουμε εμείς. Αυτό ακριβώς έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ.
Το ερώτημα είναι λοιπόν πώς θα αντιδράσει το ακροατήριο σε μια τέτοια παράσταση; Πόσο μάλλον αν λάβουμε υπ’όψιν το γεγονός ότι το εν λόγω κοινό έχει κουραστεί, αδιαφορεί για τη μεγάλη εικόνα όταν τα προβλήματά του είναι αμεσότερα της γενικής κοινωνικής παθογένειας, έχει ήδη νιώσει θύμα της αντίστοιχης ρητορικής.
Το κυβερνών σχήμα έθεσε τα κριτήρια για τον εαυτό του τόσο ψηλά που όπως ήταν λογικό και ανέφεραν πολλοί αναλυτές πριν τις εκλογές, απέτυχε να εκπληρώσει λόγω ενός συνδυασμού ανικανότητας και ιδεοληψίας. Εκεί που η ελπίδα προσωποποιήθηκε γύρισε και πλήγωσε βαριά αυτούς που πίστεψαν σε αυτήν.
Η ευθύνη γι΄αυτό βρίσκεται στους λαοπλάνους. Δυστυχώς όμως αδυνατούν να το αναγνωρίσουν. Έχουν μάλιστα το θράσος να θεωρούν ότι οι πράξεις τους παραμένουν ανώτερες ηθικά των προκατόχων τους (όχι μόνο της προηγούμενης κυβέρνησης, αλλά όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων) και συνεχίζοντας αυτή την τοξική ρητορική.
Φοβάμαι ότι με τόσο δηλητήριο που έχει χυθεί το χώμα δεν είναι πλέον γόνιμο. Και το χειρότερο; Φαίνεται πως ακόμα και άτομα των «σοβαρών» πολιτικών σχημάτων αδυνατούν να αντισταθούν στο παιχνίδι του ΣΥΡΙΖΑ και προσπαθούν να τον νικήσουν παίζοντας το παιχνίδι του. Τάζοντας υποσχέσεις και αλλαγές όταν οι υποσχέσεις και οι αλλαγές είναι που κατέληξαν τοξικές έννοιες.
Αυτό ακριβώς είναι το μεγάλο αμάρτημα του ΣΥΡΙΖΑ. Κατάφερε να αφαιρέσει την ουσία και τη σημασία από λέξεις και έννοιες που χρειάζεται η χώρα μας, συνεχίζοντας το έργο των παλαιότερων δημαγωγών όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου, με αποτέλεσμα να παραμένει ο λαός υπνωτισμένος σε μια φούσκα εκτός πραγματικότητας. Εάν αυτό το έκανε ακούσια τότε είναι ένα ανεύθυνο συνονθύλευμα που αγνοεί τη βαρύτητα των λέξεών του προς τον λαό. Αν το έκανε εκούσια έχουμε να κάνουμε με λωποδύτες.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η κατηγορία που ρίχνω στον ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι κάτι καινούριο. Δεν είναι κάτι πρωτοποριακό στην ελληνική πολιτική σκηνή η δημαγωγία και η πλάνη. Ο λόγος όμως που τον ξεχωρίζω σε αυτό το άρθρο είναι επειδή τώρα αυτός κυβερνά και επειδή θεωρώ ότι κατάφερε να εκμεταλλευτεί μια κατάσταση ιδιαίτερης σημασίας στην ιστορία της χώρας βάζοντας τον ίδιο πάνω από τη χώρα. Είναι τα ίδια που έλεγα για τον Αντώνη Σαμαρά τότε με τα Ζάππεια. Είναι ένοχος για μια ανάλογη πλάνη.
Θα χρειαστεί λοιπόν πολλή δουλειά για να ξαναστηθεί το τοπίο που θα επιτρέψει μια συζήτηση και διαφωνία σε πολιτισμένο επίπεδο ώστε να έχουμε και πρακτικό αποτέλεσμα αλλά και ουσιαστική πρόοδο. Ως τότε ας μάθουμε από το παρόν. Πολύ φοβάμαι όμως ότι το αίσθημα ευθύνης στον μέσο ψηφοφόρο, δηλαδή του να ψηφίσει νηφάλια (πόσο μάλλον να ψηφίσει) έχει χαθεί.
[1] Aπλά σκεφτείτε την περίπτωση που κάποιος δεν παίρνει απόδειξη από το περίπτερο για μια αγορά!
[2] Οφείλω να αναγνωρίσω ότι δεν υπάρχει κάποιο στοιχείο ότι η παρούσα κατάσταση ήταν μέρος ενός σχεδίου από τη μεριά του ΣΥΡΙΖΑ. Τέτοιο σχέδιο μπορεί να μην υπήρξε σε κάποιον υπολογιστή ή έγγραφο, αλλά είναι εμφανές για όσους παρακολουθούσαν τα δρώμενα ότι υπήρχε μια γενική τακτική. Η βαρύτητα των λέξεών μου όμως παραμένει ακέραιη διότι ως ένα κόμμα που επιδίωκε την εξουσία, ως ένας πολιτικός φορέας, και τέλος ως κυβέρνηση, δεν έχει καμιά δικαιολογία ή ελαφρυντικό για το γεγονός ότι δεν έκανε ποτέ τίποτα για να διακόψει αυτή τη καταστροφική πορεία προς τον απόλυτο διχασμό.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News