Η αναπάντεχη επιτυχία του Ντόναλντ Τραμπ να εκλεγεί ως ο 45ος Πρόεδρος των ΗΠΑ δημιουργεί νέα δεδομένα στην αμερικανική κοινωνία, αλλά και στο πολιτικό σκηνικό. Αν μη τι άλλο, σηματοδοτεί μια σημαντική αλλαγή στην αντίληψη της αμερικανικής κοινής γνώμης για την πολιτική και τους πολιτικούς.
Οι μεγάλοι ηττημένοι από την επικράτηση του Τραμπ είναι οι επαγγελματίες πολιτικοί, η Χίλαρι Κλίντον, το status quo της αμερικανικής πολιτικής, ο Μπαράκ Ομπάμα και ο Τύπος, έντυπος και ηλεκτρονικός, που τόσο μανιωδώς τον πολέμησε.
Ο Τραμπ δόμησε την καμπάνια του πάνω στον αυθορμητισμό του, την ακραία και αγοραία ρητορική χωρίς καμία προσπάθεια απόκρυψης της πραγματικής του εικόνας και βελτίωσης των όποιων αδυνάτων σημείων ή μειονεκτημάτων του. Επισκέφθηκε τις φάρμες στις ξεχασμένες από τα lobby της Ουάσιγκτον μεσοδυτικές πολιτείες φορώντας το ατσαλάκωτο κοστούμι του, αλλά μιλώντας τη γλώσσα των απλών ανθρώπων και όχι την ξύλινη γλώσσα των επαγγελματιών πολιτικών του Καπιτωλίου. Αμφισβήτησε όσο κανείς άλλος μέχρι σήμερα το αμερικανικό πολιτικό κατεστημένο στρεφόμενος κατά του ίδιου του κόμματός του! Η ανεξάρτητη και μαχητική αυτή στάση τον ανέδειξε ως την εναλλακτική λύση στους απογοητευμένους ψηφοφόρους της μεσαίας αστικής τάξης που μάλιστα βρίσκονται μακριά από τα κέντρα εξουσίας και αισθάνονται ότι δεν συμμετέχουν ούτε στη διανομή του πλούτου ούτε στο αμερικανικό όνειρο.
Όσον αφορά τη Χίλαρι Κλίντον, υποτίμησε τον αντίπαλο και δεν εκμεταλλεύθηκε τα εύρωστα οικονομικά της καμπάνιας της ‒συγκέντρωσε πόσον που υπερβαίνει το 1 δις δολάρια‒εστιάζοντας στην αρνητική διαφήμιση. Ενδεχομένως να πίστευε ότι υλοποιώντας μια καλή διαφημιστική εκστρατεία και με όπλο την τριαντάχρονη εμπειρία της στην πολιτική θα είχε εξασφαλίσει το εισιτήριο για τον Λευκό Οίκο, κάτι που όμως δεν ήταν αρκετό. Και όντως δεν ήταν αρκετό καθότι η Χίλαρι δεν αφουγκράστηκε τον θυμό των ψηφοφόρων για τους πολιτικούς και δεν προσάρμοσε το μήνυμα της, αφήνοντας την πόρτα ανοικτή για την επάνοδο του αντιπάλου στον αγώνα και την ευκαιρία για τη νίκη του στις καθυστερήσεις.
Ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ έδωσε μάχες με τους δημοκρατικούς, με τους ρεπουμπλικάνους, τις γυναίκες, το ομοφυλοφιλικό κίνημα, τους ισπανόφωνους μετανάστες, τους μουσουλμάνους καθώς και το πολιτικώς ορθό (politically correct) και τις κέρδισε όλες. Κερδίζοντας την προεδρία κατόρθωσε να επιτύχει τον έλεγχο και των δυο νομοθετικών σωμάτων, ώστε να προχωρήσει ακάθεκτος και ανεμπόδιστος στο έργο του. Εκ παραλλήλου, θα έχει την ευκαιρία να ορίσει νέα μέλη ‒της απόλυτου επιλογής του‒ συμπληρώνοντας την εννεαμελή σύνθεση του Ανώτατου Δικαστηρίου. Οι επιλογές αυτές θα είναι πιθανότατα υπερσυντηρητικές και ενδέχεται να επηρεάσουν τις αξίες και την πορεία της αμερικανικής κοινωνίας για πολλές δεκαετίες.
Τέλος ο απερχόμενος πρόεδρος εισέπραξε μεγάλος μέρος της ήττας, έχοντας αναλάβει σημαντικές πρωτοβουλίες υποστήριξης της Χίλαρι Κλίντον και χρησιμοποιώντας το ειδικό του βάρος, παρά τις συμβουλές που δέχθηκε περί του αντιθέτου. Η προφανής δικαιολογία για τη στήριξη της Χίλαρι είναι η στήριξη του δημοκρατικού κόμματος ή και η εξόφληση του γραμματίου προς την πρώην υπουργό εξωτερικών που δεν στάθηκε εμπόδιο στην επανεκλογή του το 2012. Όμως, πολλοί υποστηρίζουν ότι απλά ήθελε να εγγράψει τη σύζυγο του Μισέλ στον κατάλογο υποψηφίων για τις προεδρικές εκλογές του 2020 με στόχο την πρώτη γυναίκα και μάλιστα αφροαμερικανή στον Λευκό Οίκο και όχι ως Πρώτη Κυρία!
Ο Τύπος, έντυπος και ηλεκτρονικός, υπέστη δεινή ήττα όχι μόνο γιατί απέτυχε να καταγράψει την πραγματικότητα αλλά διότι πήρε θέση απέναντι στον ρεπουμπλικάνο υποψήφιο ξεπερνώντας τα όρια για ουδετερότητα απέναντι σε όλους τους υποψήφιους. Ο δισεκατομμυριούχος επιχειρηματίας κέρδισε λοιπόν και τον Τύπο αφού ο Τύπος επέλεξε να βρίσκεται απέναντι του.
Συμπερασματικά, ο Ντόναλντ Τραμπ ανέτρεψε όλα τα προγνωστικά, πέρασε το μήνυμά του σε ένα μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων και τώρα υπόσχεται να γίνει πρόεδρος όλων των Αμερικανών καθώς και την υλοποίηση της υπόσχεσης για δυνατότερη Αμερική ‒ Make America Great again. Τα επόμενα τέσσερα χρόνια θα δείξουν κατά πόσον η αλήθεια του και η ανάγνωσή της είναι αποδεκτή και βιώσιμη στις ΗΠΑ αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο.
*Ο Παναγιώτης Κόντης είναι επισκέπτης καθηγητής στο D’Amore-McKim School of Business, του Northeastern University στη Βοστώνη.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News