Η κυβέρνηση αναγκάστηκε κάτω από αφόρητες πιέσεις να υπογράψει συμφωνία προαπαιτούμενων για ένα τρίτο μνημόνιο με εξοντωτικά μέτρα για την οικονομία και την κοινωνία. Φυσικά, η υπογραφή της συμφωνίας αντίκειται στις προεκλογικές δεσμεύσεις, ειδικότερα, του ΣΥΡΙΖΑ. Πάντως, βρίσκεται στο πλαίσιο της δέσμευσης να παραμείνει η χώρα στην Ευρωζώνη, αφού δεν υπήρχε ρητά το προαπαιτούμενο αν αυτό πρέπει να γίνει «πάση θυσία». Ως εκ τούτου, μέσα στην Ευρωζώνη, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας κλήθηκε να διαπραγματευτεί την έξοδο της χώρας από το καθεστώς των μνημονίων. Σκληρή και συνάμα εξαντλητική προσπάθεια με ασύμμετρες διαπραγματευτικές αφετηρίες, που ναι μεν απέτυχε ως προς την κατάργηση των υφεσιακών μέτρων, αλλά που έθεσε στο τραπέζι το πρόβλημα του χρέους, των πρωτογενών πλεονασμάτων και την οικονομική μεγέθυνση. Παράλληλα, ανέδειξε τα διαρθρωτικά προβλήματα της Ευρωζώνης και τις αδυναμίες και παραλείψεις της Ευρώπης γενικότερα.
Η αποτυχία κατάργησης των μνημονίων οφείλεται στο ότι από την ίδρυσή του ο ΣΥΡΙΖΑ έθεσε, όπως τελικά αποδείχτηκε, έναν ανέφικτο στόχο, που ήταν η κατάργηση των μνημονίων εντός της Ευρωζώνης, όταν, μάλιστα, δεν διέθετε εναλλακτικό, λεπτομερές και κοστολογημένο αξιόπιστο σχέδιο για έξοδο από αυτή. Σχέδιο, το οποίο θα το έβαζε στο τραπέζι κατά τις διαπραγματεύσεις την κατάλληλη ώρα. Σχετικές σπασμωδικές κινήσεις, που ενδεχομένως να έγιναν στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης, δεν είναι βέβαιο ότι εξασφάλιζαν βαρύτητα και αξιοπιστία, αλλά, κυρίως, δεν διέθεταν το βάθος χρόνου για να εφαρμοστούν, όταν οι τράπεζες ήταν κλειστές και η ρευστότητα ανύπαρκτη. Το πρόβλημα, λοιπόν, ήταν από την αρχή και δεν δημιουργήθηκε τώρα. Ωστόσο, ο πόλεμος δεν έχει κριθεί.
Τώρα, καλούμαστε να δράσουμε μέσα στην Ευρωζώνη και στο πλαίσιο των χρηματοπιστωτικών δεδομένων της. Τι υπάρχει μπροστά μας;
Πρώτο. Μια σκληρή, υφεσιακή, αντιαναπτυξιακή συμφωνία που, όμως, διαφέρει από τις προηγούμενες στο ότι γίνεται ισχυρός λόγος για διευθέτηση του χρέους και ύπαρξη χρηματοδότησης για ανάπτυξη μέσω πακέτων και δανείων και σχηματισμό μικρών πρωτογενών πλεονασμάτων.
Δεύτερο. Μία κυβέρνηση που δεν την πιστεύει και που καλείται αναγκαστικά να την εφαρμόσει, προκειμένου η χώρα να αποφύγει την οικονομική καταστροφή, αφού δεν διέθετε εναλλακτικό σχέδιο, έστω και για ρήξη της τελευταίας στιγμής. Καταστροφή, που θα την πλήρωναν στο πολλαπλάσιο οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι, οι μικρομεσαίοι κ.λπ..
Τρίτο: Το ερώτημα αν η κυβέρνηση πρέπει να παραιτηθεί. Και τούτο, επειδή κρίνει ότι δεν υποστηρίζεται από ένα σχετικά μεγάλο αριθμό βουλευτών και στελεχών της Αριστερής Πλατφόρμας, οπότε τίθεται θέμα αξιοπιστίας και εφαρμογής πολιτικής, με αποτέλεσμα να δημιουργείται πολιτικό ρήγμα και, κυρίως, ρήγμα στρατηγικής.
Με τα τρέχοντα δεδομένα, δεν υπάρχουν προθέσεις για να αποφευχθεί η ρήξη στον ΣΥΡΙΖΑ. Το ρήγμα έχει δημιουργηθεί αφού υπάρχουν δύο διαφορετικές στρατηγικές μέσα στο κυβερνών κόμμα. Η μία που λέει δράση εντός της Ευρωζώνης και η άλλη, αλλαγή του νομίσματος και επιστροφή στη δραχμή. Το χάσμα δεν μπορεί να γεφυρωθεί. Εκτός και αν η Αριστερή Πλατφόρμα συμβιβαστεί με μία ελάχιστη επιδίωξη που αφορά στην εκπόνηση σχεδίου με διάφορες «προγραμματισμένες καίριες και αποφασιστικές μεθοδεύσεις και ενέργειες» εντός των περιθωρίων της συμφωνίας. Ενέργειες με στόχο την άσκηση «συντεταγμένων πιέσεων» προς τους δανειστές, την εξεύρεση ισοδυνάμων μέτρων, τη σύγκρουση με συμφέροντα, την εκμετάλλευση δυνατοτήτων της συμφωνίας και την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας ώστε να περιοριστούν οι απώλειες και, κατά το δυνατόν, οι επιπτώσεις της ύφεσης. Είναι ο μόνος τρόπος για να διατηρηθεί για το καλό της χώρας αφενός η ενότητα της κυβέρνησης, αφετέρου η τραυματισμένη ενότητα του ΣΥΡΙΖΑ.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News