Τριάντα πέντε χρόνια συμπληρώθηκαν από την έλευση του «ΠΑΣΟΚ της Αλλαγής» στη διακυβέρνηση της χώρας (18 Οκτωβρίου 1981). Δεν είχα κάτι να πω ή να γράψω. Άλλωστε η ιστορία κρίνει και κρίνει σωστά, ίσως η μόνη που το κάνει ορθά και με γνώμονα τα πεπραγμένα. Θα σταθώ κατά κάποιο τρόπο στην επομένη της νίκης. Την 19η Οκτωβρίου 1981 και στις φυλλάδες της πανηγυρικής ημέρας. Και όχι σε όλες. Μονάχα στη δοξασμένη αλλά ελαφρώς (;) «κίτρινη» ΑΥΡΙΑΝΗ.
Γεννήθηκα κάποια χρόνια αργότερα απ’ τη νίκη του ΠΑΣΟΚ το 1981, συγκεκριμένα στη βαρυχειμωνιά του 1987. Πρόλαβα όμως να δω, να ακούσω και κυρίως να κρυφακούσω πολλά (το μικρόβιο της δημοσιογραφίας άλλωστε). Τη δεκαετία του ’80 πολλοί τη χαρακτήρισαν ως δεκαετία του εκσυγχρονισμού. Εγώ θα τολμήσω να πω της φτηνής πολυτέλειας, της οφθαλμαπάτης και κυρίως της πίστας ελέω μπουζουκιών.
Εκείνα τα χρόνια λοιπόν, με την κυκλοφορία του Τύπου να έχει πάρει την ανηφόρα και να καταγράφει ιλιγγιώδεις πωλήσεις, η οικογένειά μου έτυχε να διατηρεί ψιλικατζίδικο, εκεί στα ορεινά της Βόρειας Εύβοιας. Οι φυλλάδες έφευγαν σε χρόνο ρεκόρ, κυρίως οι στηρίζουσες τη νεόκοπη κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, όπως η ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ και ΤΑ ΝΕΑ, μα τη δεσπόζουσα θέση κατείχε η «Παπανδρεϊκή» ΑΥΡΙΑΝΗ, εφημερίδα που ξεπερνούσε ακόμα και τις 200.000 πωλήσεις ημερησίως.
Πηγαίνοντας λοιπόν για τις δουλειές τους, οι αρκετοί άνθρωποι που περνούσαν απ’ το μαγαζί, έπαιρναν στη μασχάλη την καθημερινή τους εφημερίδα. Έλα που λόγω επαρχίας τα φύλλα ήταν μετρημένα και η αγορά της πολυπόθητης φυλλάδας εξελισσόταν σε κανονική μάχη; Και εκεί ξεκινούσε η παραφροσύνη.
Διαλεκτοί άνθρωποι της «αλλαγής» είχαν τη λέξη «φασίστας» να κρέμεται στα χείλη, και ήταν έτοιμοι να την ξεστομίσουν στον ψιλικατζή (πατέρα μου) «που δεν φέρνει στοίβες με ΑΥΡΙΑΝΗ». Τα κατηγορώ είχαν μορφή λαϊκού δικαστηρίου στα καφενεία για τη μικροεπιχείρηση που φακελώθηκε λόγω έλλειψης πειθαρχίας στα δρώμενα, σαν μια δεύτερη χούντα βρε παιδί μου, απλά σε πιο soft μορφή.
Τα χρόνια πέρασαν, το ψιλικατζίδικο ακολούθησε τα θέλω της εποχής και δεν γλίτωσε το λουκέτο, αλλά οι άνθρωποι έμειναν. Έμεινε ο βλοσυρός κύριος που από «πρασινοφρουρός» δημόσιος υπάλληλος της σιγουριάς έγινε ΣΥΡΙΖΟφρουρός της πενιχρής σύνταξής του, αναθεματίζοντας τη χωρίς φρένο σπάταλη τότε κατάσταση, παρά την επίσης τέως πλουσιοπάροχη ζωή του. Έμειναν οι διάφοροι σοσιαλιστές του καφενέ, που στην πρώτη ευκαιρία την κοπάνησαν για να βρουν στέγη εκεί που τόσα χρόνια έφτυναν με μίσος (ΝΔ). Έμεινε ο πατέρας μου να μου διηγείται τα κωμικά της εποχής και τα παράλογα του τότε. Έμεινε η απογοήτευση όλων των Ελλήνων για τα κάλπικα χρόνια της ευημερίας που μας τάισαν. Ακόμα και το ΠΑΣΟΚ έμεινε, ναι από το τότε 48% στη μετά βίας είσοδο στη Βουλή.
Τι δεν έμεινε; Μα φυσικά η αγαπημένη φυλλάδα που για χάρη της ποδοπατήθηκαν άνθρωποι, σπρώχτηκαν κύριοι της γραβάτας και μάγκες της οικοδομής για την ηδονή της αγοράς μιας τέτοιας. Ναι, η εφημερίδα, η έλλειψη της οποίας σε χαρακτήριζε φασίστα. Η ίδια εφημερίδα στην πορεία των χρόνων στήριξε λίγο απ’ όλα: Δεξιά, Κέντρο, Αριστερά ή Σαμαρά, Βενιζέλο, Τσίπρα…
*Ο Αλέξανδρος Αναγνώστου είναι αθλητικός συντάκτης.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News