533
Στιγμιότυπο από την ταινία «BiOS + πολιτεία» (1987), σε σκηνοθεσία Νίκου Περάκη | .

«BiOS + πολιτεία», Memorial

Θεόδωρος Τσολούδης 2 Δεκεμβρίου 2016, 13:03
Στιγμιότυπο από την ταινία «BiOS + πολιτεία» (1987), σε σκηνοθεσία Νίκου Περάκη
|.

«BiOS + πολιτεία», Memorial

Θεόδωρος Τσολούδης 2 Δεκεμβρίου 2016, 13:03

Δεν είναι εύκολο να ξεπερνάς τον εαυτό σου πάντοτε. Κάποιες φορές, όμως, συμβαίνει στ’ αλήθεια και πραγματικά άξιζε τον κόπο που το δοκίμασες. Ο λόγος για την, ίσως, πιο ολοκληρωμένη απόπειρα επιτυχούς σάτυρας στην ιστορία του Ελληνικού Κινηματογράφου. Η εν λόγω ταινία («BiOS + πολιτεία», 1987) η συνέχεια της Λούφας και Παραλλαγής (1984), κλείνοντας σε λίγο καιρό 30 χρόνια ζωής, παραμένει τόσο «φρέσκια» και επίκαιρη ακόμη και στο σήμερα, παρουσιάζοντας με έναν άκρως κωμικοτραγικό αλλά συνάμα προφητικό τρόπο την εξέλιξη της ελληνικής κοινωνίας από τη μεταπολίτευση και μετά (ειδικότερα εάν αναλογιστούμε ότι γυρίστηκε την περίοδο της παντοδυναμίας των «πρασινοφρουρών» και του άκρατου λαϊκισμού).

Ο Νίκος Περάκης –ίσως στην καλύτερη στιγμή της καριέρας του‒ ως εξαιρετικός ανατόμος της νεοελληνικής φρενίτιδας, αποκαλύπτει σε όλο της το εύρος τη σύγχρονη κοινωνική και ιδεολογική κρίση ενώ παράλληλα ρίχνει μια σοβαρή σατυρική ματιά σε κάθε πτυχή αυτού του, υπό παράλυση και αποδιοργάνωση, κρατικού μηχανισμού. Μια τέλεια εξισορρόπηση μεταξύ σοβαρού και αστείου, όπου τα πάντα περνάνε από την πυρά της σάτιρας και σε όλη τη διάρκεια της ταινίας εξαπολύονται βέλη προς κάθε κατεύθυνση. Προς τα κόμματα και τους πολιτικούς, προς τη λειτουργία των δημόσιων οργανισμών, της αστυνομίας, της τηλεόρασης, προς τους «λαμπερούς επιχειρηματίες», την πνευματική και καλλιτεχνική αφωνία, τους κομματικούς υπαλλήλους, με κορύφωση την προσπάθεια του συστήματος για τη μαζική και ολική αποβλάκωση του λαού και των πολιτών.

Μία ανατρεπτική κωμωδία καταστάσεων με άρτια δομή και ανάπτυξη, αριστοτεχνικού σεναρίου, εύστοχης κριτικής σε πρόσωπα και καταστάσεις της κοινωνικό-πολιτικής επικαιρότητας όπως και του νεοελληνικού παραλόγου, μια τρομερά πικρή, μελαγχολική αλλά συγχρόνως αληθινή ταινία με εξαιρετικές ατάκες που εκτοξεύονται πολύ εύστοχα και δυναμικά από το πραγματικά σπουδαίο cast ηθοποιών σε πρώτους και δεύτερους πρωταγωνιστικούς ρόλους.

Ο φαινομενικός ή και πραγματικά αληθινός κόσμος του Περάκη ξεδιπλώνεται τόσο γλαφυρά και παραστατικά και με απόλυτη σαφήνεια παρουσιάζει ανάγλυφα τη φυσική και ταξική εξέλιξη των ηρώων της «Λούφας», μέσα στις κοινωνικές συνθήκες που επικράτησαν στην Ελλάδα από την αρχή της μεταπολίτευσης και την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας (όσοι έχουν δει και τις δύο ταινίες θα καταλάβουν τι εννοώ).

Μοναδικός σκοπός και στόχος της ταινίας είναι η μετάδοση και παρουσίαση των έντιμων θέσεων του πρωταγωνιστή. Ο «αγανακτισμένος» πολίτης θέλει να ακουστεί πάση θυσία. Πιστεύει ακράδαντα ότι μπορεί να χτυπήσει τη σήψη, τη διαφθορά και τον λαϊκισμό, με τελική κατάληξη να ξυπνήσει συνειδήσεις και ελπίδα. Το θέμα όμως είναι, εάν τελικά υπάρχει κάποιος που θέλει να τον ακούσει (βλέπετε κάποιες ομοιότητες με το σήμερα;).

Ο προφητικός Περάκης περιέγραψε με κάθε δυνατή λεπτομέρεια το status quo του κοινωνικού αλαλούμ της σύγχρονης Ελλάδος και πιθανόν προσπάθησε να μας προειδοποιήσει για το επικείμενο δυστοπικό μέλλον που διαγράφεται και βιώνουμε ως παρόν, μια ολόκληρη χώρα, εδώ και λίγα χρόνια.

Μόνο και μόνο γι’ αυτόν το λόγο σας συνιστώ ανεπιφύλακτα να δείτε και να απολαύσετε την ταινία αυτή, που, κατά την προσωπική μου άποψη, εμπεριέχει ίσως την πιο ολοκληρωμένη επιτομή της νεότερης ελληνικής ιστορίας μέσα σε μόλις 105 κινηματογραφικά λεπτά.

Ανοίξτε τα μάτια, τα αυτιά και το μυαλό σας και προσπαθήστε να μεταφράσετε τα μηνύματα που προσπαθεί να περάσει ο σκηνοθέτης, δίνοντας τη μέγιστη προσοχή στην τελευταία σκηνή του φιλμ, όπου ο Γιώργος Κιμούλης απαγγέλει τον Εθνικό Ύμνο. Το βλέμμα του, όπως επίσης και τα βλέμματα των υπολοίπων «ηρώων» της ταινίας που τον κοιτάζουν άφωνοι και άλαλοι, είναι όλα τα λεφτά.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...