«Ο Μεγάλος Γκάτσμπι» έγινε 100 ετών και είναι πάντα υπέροχος
«Ο Μεγάλος Γκάτσμπι» έγινε 100 ετών και είναι πάντα υπέροχος
Την άνοιξη του 1925, δηλαδή ακριβώς πριν από έναν αιώνα, δημοσιεύτηκε στις ΗΠΑ το εμβληματικό μυθιστόρημα του Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ ο «Μεγάλος Γκάτσμπι» ή «Υπέροχος Γκάτσμπι» (όπως έχει μεταφραστεί στα ελληνικά, σε διάφορες εκδόσεις), ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας του 20ου αιώνα, το οποίο εξακολουθεί να συναρπάζει. Διδάσκεται και αναλύεται σε σχολεία και πανεπιστήμια, έχει γίνει μιούζικαλ, θεατρικό έργο και όπερα, ενώ επίσης έχει μεταφερθεί δύο φορές στον κινηματογράφο.
Το 1974, στον «Υπέροχο Γκάτσμπι», σε σενάριο του Φράνσις Φορντ Κόπολα και σκηνοθεσία του Τζακ Κλέιτον, και πρωταγωνιστή τον «απόλυτο» Τζέι Γκάτσμπι – Ρόμπερτ Ρέντφορντ, το φινάλε του American Dream αποδεικνύεται εφιαλτικό. Και το 2012, ο Μπαζ Λούρμαν, με πρωταγωνιστή τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο, θα δώσει τη δική του εκδοχή για τα Roaring ’20s και τη νέα τάξη των νεόπλουτων, των χαλαρών ηθών, της τζαζ και των ανεξέλεγκτων πάρτι της «τρελής» δεκαετίας του 1920 στη Νέα Υόρκη, την οποία σκιαγραφεί ο Σκοτ Φιτζέραλντ στο μυθιστόρημά του.
Ο Τζέι Γκάτσμπι ενσαρκώνει στην εντέλεια το Αμερικάνικο Ονειρο, την πεποίθηση ότι κάθε άτομο ανεξαρτήτως προέλευσης μπορεί να πετύχει, οικονομικά τουλάχιστον, στις ΗΠΑ. Από το καλοκαίρι του 1919 μέχρι το καλοκαίρι του 1922, εκμεταλλευόμενος την ποτοαπαγόρευση, ο Γκάτσμπι γίνεται πάμπλουτος, διαγράφει το παρελθόν του Τζέιμς Γκατζ -όπως είναι το γερμανικό του επίθετο, ισχυρίζεται ότι σπούδασε στην Οξφόρδη, αγοράζει μια πολυτελή έπαυλη 12 υπνοδωματίων στο Λονγκ Αϊλαντ, έχει μπάτλερ, υπηρέτες και μια Ρολς-Ρόις, δεν φοράει ποτέ το ίδιο πουκάμισο δύο φορές, διοργανώνει θρυλικά πάρτι.
Τα παρελθόν του είναι σκοτεινό. Οι φήμες λένε ότι είναι συγγενής του Κάιζερ Βίλχελμ και κατάσκοπος για λογαριασμό της Γερμανίας κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ακόμη ότι σκότωσε κάποτε έναν άνθρωπο. Περνάει, δε, το ένα τέταρτο του μυθιστορήματος μέχρις ότου σε ένα από τα πάρτι του ο Τζέι Γκάτσμπι συναντάει τον αφηγητή του μυθιστορήματος, επίδοξο συγγραφέα Νικ Κάραγουεϊ, και ο θρύλος περνάει επιτέλους αυτοπροσώπως στη δράση.
Ο Γκάτσμπι είναι τόσο φήμη όσο και χαρακτήρας, ένα φάντασμα στο δικό του δράμα και ένας από τους κύριους λόγους για τους οποίους έχει επιβιώσει εδώ και 100 χρόνια, σημειώνει ο Economist. Και παρατηρεί ότι το μυθιστόρημα του Σκοτ Φιτζέραλντ, κάτω από την αστραφτερή του επιφάνεια ή μάλλον εξαιτίας της, θέτει διαχρονικά ερωτήματα χωρίς, ωστόσο, να δίνει λύσεις και απαντήσεις. Στις μέρες μας, εξάλλου, αυτά τα ερωτήματα είναι τόσο επίκαιρα όσο και όταν δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το βιβλίο το 1925. Αφορούν στη μνήμη, το χρήμα και, πάνω απ’ όλα, στις ίδιες τις ΗΠΑ. Η υπόσχεση και η διαφθορά, η αφθονία και η απειλή είναι πτυχές της ίδιας ιστορίας, τονίζει ο Economist.
Οι αναγνώστες διαμορφώνουν τη δική τους εκδοχή του ήρωα του Φιτζέραλντ, όπως κάνει ο Κάραγουεϊ στην αφήγησή του. Ο Γκάτσμπι είναι ένας ρομαντικός ιδεαλιστής, που τον εξευγενίζει ο παλιός και διαρκής έρωτάς του για την εξαδέλφη του Κάραγουεϊ, Ντέζι Μπιουκάναν, με την οπία προσπαθεί να επανασυνδεθεί. Σύμφωνα, όμως, με τον σύζυγο της Ντέζι, τον ερωτύλο γαλαζοαίματο Τομ Μπιουκάναν, είναι ένας χυδαίος τύπος με ροζ κοστούμι και «κοινός απατεώνας». Η και τα δύο. Ωστόσο, στην οθόνη, ο Γκάτσμπι ξεθωριάζει. Και τις δύο φορές, η κινηματογραφική μεταφορά του είναι μάλλον υπερβολικά σαρκική και κυριολεκτική ως προς τη λαγνεία, τους γκάνγκστερ και, κυρίως, ως προς τον ίδιο τον Γκάτσμπι. Το μυθιστόρημα, όμως, είναι κάτι το εξαιρετικά φίνο. Είναι σύντομο και δεν συμβαίνουν πολλά σε αυτό. Ενας αινιγματικός άνδρας φλερτάρει με μια παλιά αγαπημένη του και δολοφονείται. Ενας άλλος τύπος έχει μια κακόγουστη σχέση. Γύρω τους περιστρέφονται πλούσιοι άνθρωποι, που απολαμβάνουν την ανία τους.
Οπως γράφει η Μέγκαν Γκάρμπερ στο περιοδικό The Atlantic το βιβλίο, που κυκλοφόρησε στις 10 Απριλίου 1925, απέτυχε αρχικά, προκαλώντας μεγάλη απογοήτευση στον Φιτζέρλαντ, ο οποίος ήλπιζε ότι θα γινόταν εμπορική επιτυχία. Οι αρχικά κακές πωλήσεις του «Μεγάλου Γκάτσμπι» οφείλονταν εν μέρει σε κακές κριτικές. Αν και προκάλεσε τον θαυμασμό κάποιων κριτικών – για τον Εντουιν Κλαρκ των New York Times ήταν «ένα περίεργο βιβλίο, μια μυστικιστική λαμπερή ιστορία του σήμερα» και για τη Λίλιαν Σ. Φορντ των Los Angeles Times «αποκάλυψη ζωής» και «έργο τέχνης»- κάποιοι άλλοι μαγεύτηκαν πολύ λιγότερο από το έργο του Σκοτ-Φιτζέρλαντ. Ο Χ.Λ. Μένκεν, για παράδειγμα, το απέρριψε χλευαστικά γράφοντας στη Chicago Tribune ότι «έχει τη φόρμα εξιδανικευμένου ανέκδοτου και όχι πολύ πιθανού».
Ωστόσο, από τη δεκαετία του 1940 και μετά –δηλαδή μετά τον πρόωρο θάνατο του συγγραφέα τον Δεκέμβριο του 1940–, ο «Μεγάλος Γκάτσμπι» άρχισε να σαρώνει. Η περίτεχνη, υψηλών προδιαγραφών γλώσσα του μυθιστορήματος αποκρυσταλλώνει βαθιά, δυσεπίλυτα θέματα. Ενα από αυτά είναι το «τραγικό τανγκό του χρόνου», γράφει ο Economist. Ο Γκάτσμπι θέλει να ξεχάσει την ταπεινή του καταγωγή και ταυτόχρονα θέλει απελπισμένα να ξαναζήσει την πιο ευτυχισμένη στιγμή του. «Δεν μπορείς να επαναλάβεις το παρελθόν;» φωνάζει. «Φυσικά και μπορείς!». Στις ημέρες μας, πάλι, κάποιοι βλέπουν τη δυτική ιστορία ως κηλίδα, ενώ άλλοι λαχταρούν να ανακτήσουν τις χαμένες χρυσές εποχές: η εκδοχή της απόρριψης και της νοσταλγίας του Γκάτσμπι σε υπερβολικό βαθμό.
Ακολουθεί το ζήτημα του χρήματος και το σχετικό πλην όμως ξεχωριστό ζήτημα της κοινωνικής τάξης στην Αμερική. Ο Τομ Μπιουκάναν είναι ένας υπερόπτης, απατεώνας και νταής, που ξεστομίζει αηδίες περί λευκής υπεροχής και ψεύτικες ηθικολογίες. Ωστόσο, η ανατροφή και η καταγωγή του τού προσδίδουν μια κοινωνική θέση και μια θεατρινίστικη ευκολία, που ο Γκάτσμπι δεν μπορεί να εξαγοράσει παρόλο τον θρασύ πλούτο του. Ο Γκάτσμπι είναι πρωταθλητής ανάμεσα σε αουτσάιντερ, οι οποίοι βλέπουν σαν μέσα από τζάμι τι παίζει αλλά είναι απομονωμένοι, εκτός συστήματος. Και φοβάται ότι το σύστημα είναι εναντίον του και ότι η τόλμη και η επιμονή μπορούν να τον οδηγήσουν μόνο μέχρι ένα σημείο.
Στον «Μεγάλο Γκάτσμπι», ο συνδυασμός χρήματος και διασυνδέσεων ισοδυναμεί με ασυλία. Οι άνθρωποι καθορίζονται από το πόσο προσεκτικοί ή απρόσεκτοι είναι –και έχουν την πολυτέλεια να είναι– σχετικά με το ποτό, την οδήγηση, τον γάμο, τους εραστές και τα εγκλήματα. Οπως οι σύγχρονοι απερίσκεπτοι πλουτοκράτες, ο Τομ και η Ντέζι είναι απαλλαγμένοι από τις συνέπειες της «τεράστιας απροσεξίας» τους, ενώ άλλοι πρέπει να είναι προσεκτικοί για να μην συντριβούν.
Το μυθιστόρημα του Φ. Σκοτ Φιτζέρλαντ περιγράφει στην ουσία μια ιστορία σεξ και χρήματος, με άλλα λόγια την ιστορία της Νέας Υόρκης. Αλλά όπως υπαινίσσεται στο τέλος, κάνοντας μια αναφορά στους Ολλανδούς ναύτες τη στιγμή που είδαν μπροστά στα μάτια τους τον «νέο κόσμο», είναι κάτι περισσότερο από αυτό. Πρόκειται για μια ιστορία της Αμερικής, για ένα μεγάλο μυθιστόρημα για τη διαπλοκή της δόξας και του σπαραγμού της χώρας. Η βία διαπερνά με τυμπανοκρουσίες την πρόζα, στον πνιγμό, την αυτοκτονία και άλλες μορφές δυσάρεστου τέλους, στις οποίες θα υποκύψουν αργότερα μερικοί από τους καλεσμένους στα πάρτι του Γκάτσμπι, όπως αναφέρει περιστασιακά ο Νικ Κάραγουεϊ.
Τα αιθέρια χαρακτηριστικά του βιβλίου, τα κυματιστά φορέματα και η διαρκής αφοσίωση, συγκρούονται με τα γήινα, βάναυσα και σκληρά στοιχεία του (το χέρι ενός άντρα που σπάει τη μύτη μιας γυναίκας, ο προφυλακτήρας ενός αυτοκινήτου, ένα όπλο) και σε εκείνα τα σουαρέ, που «τα κορίτσια πηγαινοέρχονταν σαν έντομα ανάμεσα στους ψιθύρους, τη σαμπάνια και τα αστέρια». Αλλού, πάλι ο συγγραφέας κάνει ζουμ σε μια αηδιαστική μάζα αφρού ξυρίσματος στο ζυγωματικό ενός μεθυσμένου και σε ένα στήθος που έχει σκιστεί σε ένα ναυάγιο.
Ο Φιτζέραλντ πετυχαίνει μια μαγική ισορροπία ανάμεσα στα αντίθετα, ανάμεσα στο ιδανικό και το τραυματικά αληθινό, στο σαγηνευτικό και το άθλιο, στην ελπίδα και τον κυνισμό, στην ομορφιά και την προδοσία και, τελικά, στο όνειρο και τις απογοητεύσεις της ίδιας της χώρας του. «Είναι ψέμα ένα όνειρο αν δεν γίνει πραγματικότητα;» αναρωτιέται σε έναν από τους καλύτερους στίχους του ο μεγάλος βάρδος της Αμερικής Μπρους Σπρίνγκστιν. Αλλά αυτό, ακριβώς είναι το μυστήριο στην καρδιά του «Μεγάλου Γκάτσμπι» και, έναν αιώνα μετά, αυτό το «παλιό σπορ» απαιτεί την προσοχή μας όσο ποτέ άλλοτε.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
Γράψτε σχόλιο στο: «Ο Μεγάλος Γκάτσμπι» έγινε 100 ετών και είναι πάντα υπέροχος
Παρακαλούμε, εισάγετε σχόλια μόνο σχετικά με το θέμα. Σχόλια με υβριστικό περιεχόμενο ή με περιεχόμενο που έρχεται σε αντίθεση με τις οδηγίες και τους όρους χρήσης του protagon.gr δεν θα δημοσιεύονται.Το email σας δεν θα εμφανίζεται.