Ρόμπερτ Πάτινσον: Ενας ηθοποιός που δεν παίρνει τον εαυτό του στα σοβαρά
Ρόμπερτ Πάτινσον: Ενας ηθοποιός που δεν παίρνει τον εαυτό του στα σοβαρά
Το «Mickey 17», η τελευταία ταινία του σκηνοθέτη των οσκαρικών «Παράσιτων» Μπονγκ Τζουν-Χο, που παίζεται αυτές τις μέρες στους αθηναϊκούς κινηματογράφους, από τη στιγμή της πρεμιέρας της στη Μπερλινάλε τον Φεβρουάριο, και παρά το γεγονός ότι δεν φαίνεται να σημειώνει επιτυχία στο διεθνές box office, εντυπωσίασε κοινό και κριτικούς χάρη στην ερμηνεία του Ρόμπερτ Πάτινσον.
Sci-fi μαύρη κωμωδία βασισμένη στο μυθιστόρημα του Εντουαρντ Αστον «Μίκυ 7», με ένα αξιόλογο καστ ηθοποιών, μεταξύ των οποίων οι Ναόμι Ακι, Τόνι Κολέτ, Στίβεν Γέουν και Μαρκ Ράφαλο, η ταινία μας πηγαίνει μια βόλτα στο Διάστημα, από όπου ο πλανήτης Γη φαίνεται δυστοπικός, γονατισμένος από τη οικονομική κρίση και αφανισμένος από την οικολογική καταστροφή. Και ο Ρόμπερτ Πάτινσον υποδύεται τον Μίκι Μπαρνς, ένα «αναλώσιμο» ανθρώπινο αντίγραφο σε μια διαστημική αποικία, ο οποίος κλωνοποιείται κάθε φορά που πεθαίνει για ερευνητικούς σκοπούς.
Σε αυτόν, ακριβώς, τον βρετανό ηθοποιό έχει δώσει ιδιαίτερη προσοχή και στηρίζει τις ελπίδες του το στούντιο Warner Bros, γράφει ο Αλεξάντερ Λάρμαν στην Telegraph, επισημαίνοντας ότι ο Πάτινσον κατέχει μια παράξενη, σχεδόν μοναδική θέση στον σύγχρονο κινηματογράφο: είναι ένας κλασικά εμφανίσιμος A-lister, ο οποίος επιλέγει κινηματογραφικούς χαρακτήρες ασυνήθιστους και εσωστρεφείς. Και το κατάφερε αυτό αφότου έγινε διάσημος παίζοντας σε μερικές από τις πιο γελοίες ταινίες των τελευταίων 20 ετών.
Για να είμαστε δίκαιοι απέναντι στον Πάτινσον, προσθέτει ο Λάρμαν, οι ταινίες της σειράς «Λυκόφως» («Twilight»), που βασίζονται στα απίστευτα δημοφιλή μυθιστορήματα φαντασίας της Στέφανι Μάιερ, δεν είχαν ποτέ σκοπό να γίνουν υψηλή τέχνη. Ωστόσο, το 2008, όταν η πρώτη ταινία «Λυκόφως» βγήκε στους κινηματογράφους, ο πρωταγωνιστής της δεν ήταν άγνωστος.
Ο επόμενος Τζουντ Λο
Λίγα χρόνια πριν είχε υποδυθεί τον εντυπωσιακό Σέντρικ Ντίγκορι στον φανταστικό κόσμο του Χάρι Πότερ, στην τέταρτη ταινία της σειράς με τίτλο «Ο Χάρι Πότερ και το κύπελλο της φωτιάς» (2005). Είχε αρχίσει να αναφέρεται ως ο επόμενος Τζουντ Λο, και το πιο τρομακτικό από όλα, «ένας αυριανός σταρ». Ωστόσο, έχουν υπάρξει αμέτρητοι εμφανίσιμοι ηθοποιοί που είχαν μια μεγάλη αλλά σύντομη επιτυχία, έκαναν μια λάθος στροφή στην καριέρα τους και ξεχάστηκαν, όταν εμφανίστηκε το επόμενο καυτό πρόσωπο, γράφει ο Λάρμαν στην Telegraph επισημαίνοντας ότι η κινηματογραφική βιομηχανία δεν συγχωρεί.
Ολοι ήξεραν ότι η επιλογή του Πάτινσον για τον ρόλο του μελαγχολικού βρικόλακα Εντουαρντ Κάλεν ανάμεσα σε τρεις χιλιάδες υποψήφιους θα οδηγούσε πιθανότατα σε φήμη και περιουσία. Ωστόσο, γρήγορα έγινε σαφές ότι ήταν πολύ παράξενος ηθοποιός για να νιώσει απόλυτα άνετα παίζοντας τον καρδιοκατακτητή στην οθόνη.
Οταν κλήθηκε να προωθήσει τις ταινίες, ο Πάτινσον –ο οποίος, σύμφωνα με φήμες, είχε σχέση με την συμπρωταγωνίστριά του, Κρίστεν Στιούαρτ– έδειχνε να μην αισθάνεται άνετα με τον ρόλο του Κάλεν. Αποκάλεσε τον χαρακτήρα του «παράξενο» και «περίεργο», επιπλέον, δε, τον παρομοίασε με δολοφόνο με τσεκούρι, προκαλώντας φρίκη στο στούντιο. Η στάση του οδήγησε σε μια επίσκεψη από το μάνατζμεντ και τον ατζέντη του, οι οποίοι, όπως θυμάται ο Πάτινσον, του είπαν: «Λοιπόν, ό,τι κι αν κάνεις τώρα, μετά το μεσημεριανό γεύμα κάνε ακριβώς το αντίθετο, αλλιώς θα απολυθείς μέχρι το τέλος της ημέρας». Και ο ηθοποιός συμμορφώθηκε δεόντως.
Οσο για την πρώτη ταινία «Λυκόφως», ο Πάτινσον εξομολογήθηκε αργότερα στο Empire ότι «όσο περισσότερο διάβαζα το σενάριο, τόσο περισσότερο μισούσα αυτόν τον τύπο, οπότε τον έπαιξα ως μανιοκαταθλιπτικό που μισεί τον εαυτό του. Επιπλέον, είναι ένας παρθένος 108 ετών, οπότε προφανώς έχει κάποιο πρόβλημα εκεί».
Κατά την προώθηση της «Νέας Σελήνης», της δεύτερης ταινίας του έπους του «Λυκόφωτος» –σε σκηνοθεσία του Κρις Γουέιτζο οποίος είχε αντικατέστησε την Κάθριν Χάρντγουικ– ο Πάτινσον, την υποτίμησε, επίσης, λέγοντας «Σχεδόν με οποιονδήποτε, τα καλά παιδιά φαίνεται να έρχονται πάντα τελευταία. Πάντα έχεις περίεργους τύπους, όπως ο Εντουαρντ, που φαίνεται να προσελκύουν τις γυναίκες για κάποιο λόγο».
Οι ταινίες ήταν εξαιρετικά δημοφιλείς, αποφέροντας πάνω από 3 δισ. δολάρια παγκοσμίως, και ο Πάτινσον έκανε κάποιες προσπάθειες να αξιοποιήσει την αναγνωρισιμότητα που του χάρισαν, παίζοντας σε συμβατικά έργα, όπως τα αισθηματικά δράματα «Να με θυμάσαι» (2010) και «Νερό για Ελέφαντες» (2011). Ωστόσο, έδειχνε να νιώθει εντελώς άβολα σε τέτοιους mainstream ρόλους.
Εξερευνώντας υποκριτικά σκοτεινές περιοχές
Ωστόσο, όποιος είχε κάνει τον κόπο να προσέξει την ερμηνεία του στην ταινία «Ισχυρή έλξη» («Little Ashes», 2008) στην οποία υποδυόταν τον Σαλβαδόρ Νταλί σε νεαρή ηλικία –κυκλοφόρησε έναν μήνα πριν από το «Λυκόφως»– θα έβλεπε ότι επρόκειτο για έναν ηθοποιό που ήθελε να πάρει ρίσκα και να εξερευνήσει πιο σκοτεινές, πιο παράξενες περιοχές από το να υποδύεται γκρινιάρηδες βρικόλακες, πράγμα που ο κόσμος θα συνειδητοποιούσε με την εμφάνιση του Πάτινσον στο «Cosmopolis» (2012) του Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ.
Η ταινία -διασκευή του μυθιστορήματος του Ντον ΝτεΛίλο- απέφερε ελάχιστες εισπράξεις σε σχέση με τις ταινίες του «Λυκόφωτος», αλλά ο Πάτινσον απέσπασε εγκωμιαστικές κριτικές όπως για καμία άλλη ερμηνεία του μέχρι σήμερα. Υποδυόμενος έναν νεαρό δισεκατομμυριούχο που διασχίζει τη Νέα Υόρκη με μια λιμουζίνα, ο Πάτινσον αποδείχθηκε απόλυτα συμβατός με τις ευαισθησίες τόσο του Κρόνεμπεργκ όσο και του ΝτεΛίλο. «Στο επίκεντρο της ταινίας βρίσκεται η συγκλονιστική ερμηνεία του Ρόμπερτ Πάτισνον ως Πάκερ. Ο Πάτινσον τον υποδύεται σαν ανθρώπινη καλντέρα: πετρωμένος στην επιφάνεια, με ηφαιστειακούς θαλάμους νευρικής ενέργειας και απέχθειας για τον εαυτό του να αναδεύονται βαθιά από κάτω», έγραψε χαρακτηριστικά ο Ρόμπι Κόλιν στην Telegraph.
Ο βρετανός ηθοποιός, δε, δήλωσε στον Guardian: «Είναι τόσο διαφορετική από άλλες ταινίες, και αυτός είναι ένας από τους λόγους που ήθελα να την κάνω. Διαβάζεις το σενάριο και σκέφτεσαι: “Θα γίνει πραγματικά; Διαδραματίζεται μέσα σε ένα αυτοκίνητο, γίνεται τόσος λόγος για πειραματική οικονομία, και θα κυκλοφορήσει ευρέως;” Αλλά νομίζω ότι αυτό είναι σημαντικό, θα έκανα πολλά για να ξαναπαιχτούν τέτοιες ταινίες στο σινεμά».
Η ταινία βγήκε λίγους μήνες πριν από τη «Χαραυγή, μέρος 2», το τελευταίο σίκουελ του «Λυκόφωτος» και μετά από αυτό, ο Πάτινσον άφησε πίσω του το mainstream για κάποια χρόνια. Ηταν ένας σοβαρός ηθοποιός, που ήθελε να δουλέψει με κατάλληλους δημιουργούς και για να το κάνει θα χρησιμοποιούσε τη φήμη που απέκτησε με οδυνηρό τρόπο παίζοντας τον βρικόλακα.
Δεν ήταν όλες οι ταινίες του επιτυχημένες, επισημαίνει ο Λάρμαν στην Telegraph. Για κάθε θρίαμβο, όπως η «Χαμένη πόλη του Ζ» (2017), στην οποία απέρριψε τον πρωταγωνιστικό ρόλο για τον εντυπωσιακός δεύτερο ρόλο ενός ατημέλητου γενειοφόρου στρατιώτη, ή τη «Γέννηση ενός Ηγέτη» (2015), το ντεμπούτο του Μπρέιντι Κόρμπετ που σκηνοθέτησε το φετινό «The Brutalist», υπήρχε η αποτυχημένη «Βασίλισσα της Ερήμου» (2015) του Βέρνερ Χέτσογκ, στην οποία ο Πάτινσον έπαιξε τον Τ.Ε. Λόρενς (της Αραβίας) ή η αποτυχημένη βιογραφική ταινία του Αντον Κόρμπιν, «Life» (2015), για τον Τζέιμς Ντιν.
Ωστόσο, ο Πάτινσον ήταν σταθερά εξαιρετικός σε κάθε ρόλο που ανέλαβε. Απαλλαγμένος από την ανάγκη να γυρίζει mainstream ταινίες που βασίζονται στην καλή του εμφάνιση και τη γοητεία του, παραδειγματίστηκε από τον Τζουντ Λο και αγκάλιασε τις ευρύτερες και πιο συναρπαστικές ευκαιρίες που του πρόσφερε μια καριέρα ηθοποιού χαρακτήρων (καρατερίστας).
Καμία από αυτές τις ταινίες δεν έβγαλε λεφτά, αλλά πολλές από αυτές, συμπεριλαμβανομένου του μπεκετικού θρίλερ «Ο Φάρος» (2019) του Ρόμπερτ Εγκερς, στο οποίο πρωταγωνίστησε πλάι στον Γουίλεμ Νταφόε, ήταν καλτ ταινίες που αγαπήθηκαν αμέσως. Και ο Πάτινσον έμοιαζε να έχει κάνει το ακατόρθωτο, γυρίζοντας την πλάτη του στο προφανές για χάρη της εσωτερικότητας. Και τότε του τηλεφώνησε ο Κρίστοφερ Νόλαν. Το θρίλερ «Τένετ» (2020) ήταν η πρώτη πραγματικά mainstream ταινία του Πάτινσον μετά την «Χαραυγή μέρος 2».
Ο ρόλος του Νιλ, του γοητευτικού βρετανού πράκτορα, που θύμιζε αόριστα ήρωα του Γκράχαμ Γκριν, του έδωσε την ευκαιρία να κλέψει την παράσταση και να υπενθυμίσει στο κοινό -και στα στούντιο- πόσο ευέλικτος και ταλαντούχος ηθοποιός είναι ο Πάτινσον. Πιστός, δε, στη στιλ του, έδωσε ξεκαρδιστικές συνεντεύξεις Τύπου, ισχυριζόμενος ότι δεν είχε ιδέα για το τι ήταν η ταινία.
Θα είναι ο Αντίνοος;
Ο Νόλαν δεν προσβλήθηκε από την ειλικρίνεια του Πάτινσον. Ισα-ίσα του έδωσε έναν από τους πρωταγωνιστικούς ρόλους στην πολυαναμενόμενη νέας ταινίας του, «Οδύσσεια». Δεν είναι γνωστό ποιον χαρακτήρα υποδύεται ο Πάτινσον, αλλά ο Λάρμαν στοιχηματίζει στην Telegraph ότι θα υποδυθεί τον Αντίνοο, τον πιο επίμονο από τους μνηστήρες της Πηνελόπης και επομένως τον de facto ανταγωνιστή. Και όπως τονίζει ο βρετανός κριτικός κινηματογράφου, είναι ένας ρόλος στον οποίο θα μπορούσε να διαπρέψει.
Ωστόσο, πολύ πριν από την «Οδύσσεια», ο Πάτινσον είχε επιστρέψει στο συμβατικό, μεγάλου προϋπολογισμού σινεμά με τον ρόλο του Μπρους Γουέιν, στον «Batman» (2022) του Ματ Ριβς, τον οποίο επανερμήνευσε τολμηρά ως ένα παιδί emo με επιρροές από τον Κερτ Κομπέιν, με παραλυτικό κοινωνικό άγχος και τάση να διαπράττει βίαιες πράξεις. Πολύ μακριά από τις πιο συμβατικές ερμηνείες του Κρίστιαν Μπέιλ και του Μπεν Αφλεκ, ο Πάτινσον είχε την ευκαιρία να παίξει άλλον έναν ενδιαφέροντα ρόλο και να τον εντάξει στη συλλογή των απροσάρμοστων χαρακτήρων του, αντί να τριγυρίζει απλά δείχνοντας θυμωμένος μέσα στη στολή από καουτσούκ.
Η διαδικασία παραγωγής και προώθησης της ταινίας ήταν περιπετειώδης. Το χρονοδιάγραμμα των γυρισμάτων επιμηκύνθηκε πάρα πολύ λόγω της πανδημίας και κάποια στιγμή ο Πάτινσον, απομονωμένος, έδωσε μια εντυπωσιακά ειλικρινή και παράξενη συνέντευξη στο GQ, με φωτογραφίες του, που έβγαλε ο ίδιος στις οποίες εμφανίστηκε περιτριγυρισμένος από ψώνια και σκουπίδια. Αστειεύτηκε για την ιδιότητα του καρδιοκατακτητή («τη μια φορά που μου είπαν να βγάλω το πουκάμισό μου, νομίζω ότι μου είπαν να το ξαναβάλω»), είπε ότι πέρασε ολόκληρη τη ζωή του σε κατάσταση νευρικής έξαψης και σχολίασε την αρνητική στάση του στη διαδικασία της προώθησης. «Μου άρεσε να λέω κάπως προκλητικά πράγματα γιατί πίστευα ότι ήτα αστείο. Νιώθω πολύ, πολύ άβολα όταν κάνω κάτι σοβαρό», δήλωσε.
Ωστόσο, το να είναι προκλητικός, στην πραγματικότητα είναι ένα από τα πιο συμπαθητικά χαρακτηριστικά του Ρόμπερτ Πάτινσον, σημειώνει ο Λάρμαν στην Telegraph. Είναι ειλικρινής –ή τουλάχιστον φαίνεται να είναι– σχετικά με το να επινοεί απλά μεγάλες ιστορίες σε συνεντεύξεις. Από τον ισχυρισμό ότι κάποτε προσπάθησε να φτιάξει ένα πιάτο ζυμαρικών τόσο ακατάλληλο για τον φούρνο μικροκυμάτων, ώστε τον ανατίναξε δεόντως, μέχρι να ανακοινώσει, ευθέως, σε μια συνέντευξη του 2009 ότι δεν έβλεπε το νόημα να λούζει τα μαλλιά του. «Εχω το διαμέρισμά μου για να κοιμάμαι και έχω τα μαλλιά μου απλά, ξέρετε, για να κρέμονται στο κεφάλι μου», είπε. «Δεν με νοιάζει αν είναι καθαρά ή όχι».
Μπορεί να είναι δύσκολο να περιγράψει κανείς τον Ρόμπερτ Πάτινσον ως κάποιο είδος αριστερού πρεσβευτή, που εισχωρεί στο mainstream σινεμά κάθε λίγα χρόνια, εκπλήσσοντας στούντιο και κοινό. Είναι, σε τελική ανάλυση, ένας πολυεκατομμυριούχος σταρ του κινηματογράφου, αρραβωνιασμένος με άλλη μια διασημότητα (με τη Σούκι Γουότερχαουζ, μοντέλο που έγινε μουσικός), ο οποίος έχει απεριόριστη επιρροή και σεβασμό στη βιομηχανία του θεάματος.
Αλλά αντίθετα από μερικούς συνομηλίκους του, σημειώνει ο Αλεξάντερ Λάρμαν στην Telegraph, έχει διατηρήσει μια υγιή, αναμφισβήτητα βρετανική αίσθηση υποτίμησης του εαυτού. Πρόσφατα, για παράδειγμα, θυμήθηκε ότι, όταν πήγαινε στην Καραϊβική, η αξιωματικός στο γραφείο μετανάστευσης τον ρώτησε «Ε, είσαι ο τύπος από το “Λυκόφως”. Γιατί σταμάτησες να παίζεις;» Για μια στιγμή ο ηθοποιός έχασε τα λόγια του και το μόνο που μπορούσε να σκεφτεί να πει, λέει, ήταν «“Ήμουν σαν… Είμαι ο Μπάτμαν;” Η απάντησή της; Απλώς έβαλε τα γέλια»…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
Γράψτε σχόλιο στο: Ρόμπερτ Πάτινσον: Ενας ηθοποιός που δεν παίρνει τον εαυτό του στα σοβαρά
Παρακαλούμε, εισάγετε σχόλια μόνο σχετικά με το θέμα. Σχόλια με υβριστικό περιεχόμενο ή με περιεχόμενο που έρχεται σε αντίθεση με τις οδηγίες και τους όρους χρήσης του protagon.gr δεν θα δημοσιεύονται.Το email σας δεν θα εμφανίζεται.