Οσκαρ 2025: Μπορεί η Βραζιλία και το «Είμαι ακόμα εδώ» να κάνουν την έκπληξη;
Οσκαρ 2025: Μπορεί η Βραζιλία και το «Είμαι ακόμα εδώ» να κάνουν την έκπληξη;
Ο Βάλτερ Σάλες, ένας από τους πιο σημαντικούς βραζιλιάνους σκηνοθέτες, γνωστός μας από τον «Κεντρικό Σταθμό» (1998), τα «Ημερολόγια Μοτοσικλέτας» (2004), για τον Τσε Γκεβάρα, και το «On the Road» (2012), από το ομώνυμο μυθιστόρημα του Τζακ Κέρουακ, 12 χρόνια μετά την τελευταία του ταινία επιστρέφει με το πολιτικό θρίλερ «Είμαι ακόμα εδώ» («Ainda Estou Aqui», 2024).
Υποψήφια για τρία Οσκαρ, η νέα ταινία του Σάλες βασίζεται σε μια αληθινή ιστορία για τον φασισμό, όπως την περιγράφει στα απομνημονεύματά του ο Μαρσέλο Παΐβα. Πρόκειται για την απαγωγή και τη δολοφονία του πατέρα του, του αντιφρονούντα πολιτικού Ρούμπενς Παΐβα, και το πώς αντιμετωπίζει την κατάσταση η ακτιβίστρια μητέρα του Γιούνις Παΐβα.
Η ταινία έκανε πρεμιέρα στο 81ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας, όπου τιμήθηκε με το βραβείο Καλύτερου Σεναρίου, ενώ η Φερνάντα Τόρες (υποδύεται τη Γιούνις) κέρδισε ομόφωνα τους κριτικούς με την ερμηνεία της. Η Τόρες κέρδισε την πρώτη της Χρυσή Σφαίρα στην κατηγορία Καλύτερης Γυναικείας Ερμηνείας σε Δραματική Ταινία, είναι, δε, η πρώτη βραζιλιάνα ηθοποιός που τιμάται με το συγκεκριμένο βραβείο.
Η βράβευσή της αυτή έχει και μια ιδιαίτερα συγκινητική πλευρά. Πριν από 25 χρόνια η Φερνάντα Μοντενέγκρο, μητέρα της Τόρες, ήταν επίσης υποψήφια για Χρυσή Σφαίρα στην ίδια κατηγορία, και για το Οσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου, χάρη στην ερμηνεία της στον «Κεντρικό Σταθμό» του Σάλες, η πρώτη βραζιλιάνα ηθοποιός που προτάθηκε ποτέ και για τα δύο βραβεία. Η 95χρονη Μοντενέγκρο εμφανίζεται και στο «Είμαι ακόμα εδώ», στον ρόλο της Γιούνις σε μεγάλη ηλικία.
Η 59χρονη Φερνάντα Τόρες είναι τώρα υποψήφια και για το Οσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου, απειλώντας, όπως δείχνουν τα πράγματα, τα φαβορί της κατηγορίας, ενώ το «Είμαι ακόμα εδώ» έχει κερδίσει άλλες δύο υποψηφιότητες για Οσκαρ: Καλύτερης Ξένης Ταινίας και –το πιο απροσδόκητο– Καλύτερης Ταινίας (η πρώτη βραζιλιάνικη παραγωγή που λαμβάνει αυτή τη διάκριση).
Οταν ανακοινώθηκαν οι υποψηφιότητες, η Βραζιλία ξέσπασε σε πανηγυρισμούς. «Είμαι τόσο περήφανος! Φιλιά στη Φερνάντα Τόρες και τον Βάλτερ Σάλες» έγραψε πρώτος ο πρόεδρος της χώρας Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα στο X.
Η αλήθεια είναι ότι αναφορές στους «εξαφανισμένους» της βραζιλιάνικης δικτατορίας έχουν υπάρξει πολλές, τόσο στη λογοτεχνία όσο και στον κινηματογράφο. Σε μια εποχή, όμως, που εμφανίζονται σημάδια αναβίωσης του φασισμού, η ταινία του Βάλτερ Σάλες περνάει σε προσωπικό επίπεδο, είναι πολιτικά καταγγελτική, με λεπτομερείς αποκαλύψεις. Μάλιστα, λίγο μετά την πρεμιέρα της στους βραζιλιάνικους κινηματογράφους, στις 7 Νοεμβρίου 2024, έγινε στόχος ενός αποτυχημένου μποϊκοτάζ από τη βραζιλιάνικη Ακροδεξιά, η οποία αρνείται ότι το καθεστώς ήταν δικτατορικό.
Μια προσωπική ιστορία – κομμάτι του παζλ της συλλογικής ιστορίας των εξαφανίσεων
Με κινηματογραφική γλώσσα, συναισθηματικά δυνατή και εξαιρετικά εύγλωττη, ο Βάλτερ Σάλες αφηγείται την πραγματική ιστορία της οικογένειας Παΐβα μέσα στη δίνη της στρατιωτικής δικτατορίας (1964-1985). Το 1970, μετά από έξι χρόνια αυτοεξορίας, ο Ρούμπενς Παΐβα, πρώην βουλευτής του Εργατικού Κόμματος και νυν απλός πολιτικός μηχανικός, επιστρέφει στο Ρίο ντε Τζανέιρο και εγκαθίσταται με την οικογένειά του σε μια παραλιακή μονοκατοικία, με τις πόρτες ανοιχτές για φίλους και συγγενείς. Εναν χρόνο αργότερα θα συλληφθεί ξαφνικά από τη στρατιωτική αστυνομία και έκτοτε δεν θα τον ξαναδεί κανείς. Η Γιούνις οδηγείται επίσης στις φυλακές, αλλά σε λίγες ημέρες την αφήνουν ελεύθερη χωρίς εξηγήσεις.
Η ανέφελη καθημερινότητα για την ίδια και τα πέντε παιδιά της έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Η Γιούνις καλείται να διατηρήσει την ψυχραιμία της και να δημιουργήσει ένα μέλλον για την οικογένειά της. Τα επόμενα χρόνια η Γιούνις επιστρέφει στα θρανία και γίνεται εξέχουσα δικηγόρος για τα ανθρώπινα δικαιώματα: δεν σταματά ποτέ να προσπαθεί να ανακαλύψει την αλήθεια για την τύχη του συζύγου της και να ζητήσει ευθύνες από το κράτος.

Την ημέρα που ανακοινώθηκαν οι υποψηφιότητες, στις 23 Ιανουαρίου, η ταινία και η πραγματικότητα διασταυρώθηκαν ξανά. Το πιστοποιητικό θανάτου του Παΐβα, με το οποίο είχε κηρυχθεί εξαφανισμένος, τροποποιήθηκε για να αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα. Το νέο έγγραφο, που επιδόθηκε στην οικογένεια εκείνη την ημέρα, αναφέρει ότι ο θάνατός του ήταν «βίαιος» και «προκλήθηκε από το κράτος της Βραζιλίας». Η αλλαγή έγινε μετά από ψήφισμα του CNJ (Εθνικό Συμβούλιο Δικαιοσύνης), το οποίο καθορίζει ότι τα πιστοποιητικά θανάτου 202 ανθρώπων που σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια της δικτατορίας πρέπει να διορθωθούν.
Το «Είμαι ακόμα εδώ» μπορεί να κάνει την έκπληξη τη βραδιά των Οσκαρ, ενώ δεν αποκλείεται η Τόρες να ξεπεράσει τις συνυποψήφιές της Σίνθια Αρίβο, Μάικι Μάντισον, Κάρλα Σοφία Γκασκόν και Ντέμι Μουρ. Πίσω από αυτές τις υποψηφιότητες κρύβεται ένα αλχημικό μείγμα προσωπικού, πολιτικού και καλλιτεχνικού στοιχείου. Αλλά είναι λίγες οι ταινίες που έχουν απεικονίσει τις καταστροφικές επιπτώσεις της πολιτικής σε άτομα με τόσο οικείο, βαθιά συναισθηματικό ή πιο επίκαιρο τρόπο, ερχόμενες μάλιστα την ώρα που η άνοδος του αυταρχισμού προκαλεί παγκόσμια ανησυχία, γράφει η Κάριν Τζέιμς στο BBC Culture.
Η Τζέιμς μίλησε με τον Βάλτερ Σάλες: «Πάντα με γοήτευαν κινηματογραφικές αφηγήσεις όπου το ταξίδι των χαρακτήρων συνδυάζεται με κάποιο τρόπο με το ταξίδι μιας χώρας» λέει στο BBC ο σκηνοθέτης του «Είμαι ακόμα εδώ». Και ενώ η ταινία αναφέρεται ρητά στη δικτατορία της Βραζιλίας και έχει γίνει μεγάλη εμπορική επιτυχία στη χώρα της –είναι η ταινία με τις μεγαλύτερες εισπράξεις εκεί μετά την πανδημία–, έχει επίσης αγγίξει το κοινό σε όλον τον κόσμο.
Τα εισιτήρια που έχει κόψει παγκοσμίως είναι εντυπωσιακά για μια ταινία χαμηλού προϋπολογισμού. Μέχρι στιγμής έχει αποφέρει περισσότερα από 25 εκατ. δολάρια, εκ των οποίων περισσότερα από 3 εκατ. δολάρια σε μόλις έναν μήνα στις ΗΠΑ, όπου εξακολουθεί να παίζει δυνατά στους κινηματογράφους.
Γιατί η Βραζιλία υποστήριξε την ταινία
Η απήχηση της ταινίας στη χώρα προέλευσής της λειτούργησε θετικά στο ταξίδι της προς τα βραβεία. Η Φερνάντα Τόρες είναι μεγάλη σταρ στη χώρα της, με τεράστιο κοινό στα social media. «Στη Βραζιλία είναι πραγματικά ασυνήθιστο μια ταινία που δεν είναι κωμωδία να κάνει τέτοιες εισπράξεις. Αυτό έχει να συμβεί εδώ και χρόνια» λέει στο BBC η βραζιλιάνα δημοσιογράφος και κριτικός κινηματογράφου Ιζαμπέλα Μποσκόβ. Η ίδια αποδίδει την επιτυχία σε έναν συνδυασμό παραγόντων, όπως η δημοτικότητα της Τόρες και το πόσο ρεαλιστικά αποτυπώνεται η Βραζιλία της δεκαετίας του 1970 και η εθνική διάθεση.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Η Φερνάντα Τόρες ποζάρει μαζί με τη μητέρα της Φερνάντα Μοντενέγκρο
Η πρόσφατη ιστορία της χώρας υπήρξε ταραχώδης. Η ακροδεξιά κυβέρνηση του Ζαΐρ Μπολσονάρο ήταν στην εξουσία από το 2019 έως το 2023. Οταν έχασε τις εκλογές του 2022, οι υποστηρικτές του εισέβαλαν στο Κογκρέσο, στο προεδρικό μέγαρο και στο Ανώτατο Δικαστήριο, και πέρυσι ο Μπολσονάρο κατηγορήθηκε επισήμως για φερόμενο σχέδιο πραξικοπήματος.
«Ο Βάλτερ Σάλες διαθέτει αυτό το χάρισμα, να ενθυλακώνει ακριβώς αυτό που χρειάζεται η χώρα, να αγγίζει πραγματικά το zeitgeist (πνεύμα της εποχής)» σημειώνει η Μποσκόβ. «Αυτή τη στιγμή η Βραζιλία είναι μια πολύ διχασμένη χώρα ως προς τη σκέψη και την ιδεολογία. Και νομίζω ότι η μισή χώρα θα ήθελε να αντιμετωπίσει ό,τι συνέβη στο παρελθόν [στα χρόνια της δικτατορίας], ώστε να μην ξανασυμβεί».
Ωστόσο όλη η προσοχή και οι ελιγμοί δεν θα είχαν σημασία αν οι ψηφοφόροι για τα βραβεία και το κοινό δεν ανταποκρίνονταν τόσο έντονα στην ίδια την ταινία. Αν και πραγματεύεται μια τραγωδία, είναι επίσης γεμάτη ζεστασιά. Ξεκινάει με σκηνές της οικογένειας Παΐβα και των φίλων τους, που γελούν και χορεύουν, ζώντας μια ζωή γεμάτη, σε δείπνα και στην παραλία.
Ο Σάλες γνώριζε την οικογένεια ως έφηβος στο Ρίο ντε Τζανέιρο. «Ημουν καλεσμένος σε εκείνο το σπίτι, στις προσωπικές στιγμές αυτής της οικογένειας. Τις λάτρεψα» λέει. Και η αναδημιουργία εκείνης της ατμόσφαιρας είναι ένας τρόπος για να υποδεχτεί τους θεατές στην ταινία. Ομως η οικογένεια έχει πάντα επίγνωση των κινδύνων. Επιστρέφοντας στο σπίτι μία από τις έφηβες κόρες, από το σινεμά όπου είχε πάει με τις φίλες της, η αστυνομία τη σταματάει και την ανακρίνει.
Ο μακρύς δρόμος της παραγωγής
Χρειάστηκαν επτά χρόνια για να ολοκληρωθεί το «Είμαι ακόμα εδώ» λέει ο Σάλες, εν μέρει επειδή «υπήρχαν τόσα πολλά στρώματα μνήμης στα οποία ήθελα να είμαι πιστός». Η ιδέα για τη δημιουργία της ταινίας προέκυψε όταν διάβασε το βιβλίο του Μαρσέλο Παΐβα. Ο γιος του Ρούμπενς και της Γιούνις άρχισε να γράφει τα απομνημονεύματά του όταν «η μητέρα του, η οποία είχε αγωνιστεί επί δεκαετίες για να διατηρήσει τη μνήμη της οικογένειας, άρχισε να πέφτει στην άβυσσο του Αλτσχάιμερ και έχανε τη μνήμη της, σε μια εποχή που η ίδια η χώρα είχε αρχίσει να χάνει τη συλλογική της μνήμη» λέει ο Σάλες στο BBC. Και η ιστορία του πρόσφερε αυτό που ο βραζιλιάνος σκηνοθέτης αποκαλεί «διπλό στοχασμό» για το παρελθόν.
Το να υπενθυμίζει το παρελθόν της χώρας του στους θεατές ήταν ζωτικής σημασίας για τον ίδιο. Ηταν, δε, άλλος ένας λόγος που η παραγωγή του φιλμ κράτησε τόσο πολύ. «Θα ήταν αδιανόητο να γυριστεί αυτή η ταινία στα χρόνια του Μπολσονάρο» λέει. «Δεν θα είχαμε άδεια για γυρίσματα σε δημόσιους χώρους. Βασικά, μπορούσαμε να γυρίσουμε σε εσωτερικούς, αλλά όχι σε εξωτερικούς χώρους. Αυτό σίγουρα πρόσθεσε τρία ή τέσσερα χρόνια στην ολοκλήρωσή της».
Ο Σάλες λέει ακόμα για την πραγματική γυναίκα: «Η Γιούνις είναι ένας χαρακτήρας που αρνήθηκε το μελόδραμα» και αυτή η ιδιότητα διαπνέει την ταινία και την εκλεπτυσμένη, δυναμικά συγκρατημένη ερμηνεία της Τόρες. Καθώς παρακολουθεί τον σύζυγό της να απομακρύνεται από την εξώπορτά τους οδηγώντας ήρεμα το αυτοκίνητό του σαν να πηγαίνει σε μια φιλική συνάντηση, η Γιούνις χαμογελά καθησυχαστικά, όμως πίσω από το ήρεμο προσωπείο κρύβεται μια σπαρακτική εικόνα θλίψης.
Η Τόρες επιτρέπει πάντα στον θεατή να βλέπει τη θλίψη και τον πόνο κάτω από τη συγκρατημένη της έκφραση. Μετά την εξαφάνιση του Ρούμπενς, λέει ο Σάλες, η Γιούνις ήταν αποφασισμένη «να μην υποκύψει σε ένα αυταρχικό καθεστώς, να μην επιτρέψει ποτέ στον εαυτό της να παρουσιαστεί ως θύμα». Επισημαίνει πως «όποτε την ήθελαν να κλαίει στην κάμερα, εκείνη έκανε ακριβώς το αντίθετο: χαμογελούσε». Μια σκηνή αναπαριστά ακριβώς αυτό: όταν ένας δημοσιογράφος ζητά από την οικογένεια να μη χαμογελάσει για μια φωτογραφία, η Γιούνις επιμένει να χαμογελά.
Χρειάστηκε να φτάσει το 1996 για να πάρει στα χέρια της ένα πιστοποιητικό θανάτου, το πρώτο που λανθασμένα τον ανέφερε ως «αγνοούμενο». Στην ταινία δείχνει περήφανα στους δημοσιογράφους το πιστοποιητικό και λέει: «Οι εξαναγκαστικές εξαφανίσεις ήταν μια από τις πιο σκληρές πράξεις του καθεστώτος, επειδή σκοτώνεις ένα άτομο αλλά καταδικάζεις όλους τους άλλους σε αιώνια ψυχολογικά βασανιστήρια». Η αποτύπωση αυτής της διαρκούς θλίψης και της αβεβαιότητας είναι ένα από τα πιο πρωτότυπα και συγκινητικά επιτεύγματα της ταινίας.
Ακόμη και ο Σάλες, εξάλλου, δεν μπορούσε να προβλέψει πόσο επίκαιρο θα μπορούσε να γίνει το «Είμαι ακόμα εδώ». Βέβαια, «όταν γυρίζαμε την ταινία, είχαμε ήδη συνειδητοποιήσει ότι η ευθραυστότητα της δημοκρατίας ήταν κάτι που δεν αφορούσε πλέον μόνο τη Βραζιλία. Αφορούσε πάρα πολλές χώρες στον κόσμο» λέει. Ενα από τα πρώτα πράγματα που κάνουν συνήθως οι αυταρχικοί, τονίζει στη συνέντευξή του στο BBC, είναι «να προσπαθούν να σβήσουν τη μνήμη και να ξαναγράψουν κάπως την Ιστορία».
Η διατήρηση αυτής της μνήμης και της Ιστορίας, προσωπικής και πολιτικής, βρίσκεται στην καρδιά του «Είμαι ακόμα εδώ». Ο βραζιλιάνος σκηνοθέτης τονίζει: «Πιστεύω ότι ένας από τους λόγους που η ταινία είχε τόσο μεγάλη απήχηση στο κοινό της Βραζιλίας είναι επειδή αγκάλιασαν την ανθρωπιά αυτής της οικογένειας, αλλά έβλεπαν επίσης μια αντανάκλαση του εαυτού τους στην οθόνη και είχαν πρόσβαση σε ένα κομμάτι της βραζιλιάνικης Ιστορίας που είχε ξεχαστεί για πάρα πολύ καιρό».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Γράψτε σχόλιο στο: Οσκαρ 2025: Μπορεί η Βραζιλία και το «Είμαι ακόμα εδώ» να κάνουν την έκπληξη;
Παρακαλούμε, εισάγετε σχόλια μόνο σχετικά με το θέμα. Σχόλια με υβριστικό περιεχόμενο ή με περιεχόμενο που έρχεται σε αντίθεση με τις οδηγίες και τους όρους χρήσης του protagon.gr δεν θα δημοσιεύονται.Το email σας δεν θα εμφανίζεται.