Ο ρεαλισμός δεν πρέπει να υποτιμάται στη λήψη πολιτικών αποφάσεων. Και η επιλογή του Κώστα Τασούλα από τον Πρωθυπουργό ως υποψηφίου για την Προεδρία της Δημοκρατίας δεν χωρεί παρερμηνείες ως προς αυτό.
Είναι μια πολιτικά ασφαλής επιλογή, που όσο και αν από ορισμένους αξιολογηθεί ως πολιτική περιχαράκωση, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από αρκετές απόψεις.
Ο,τι και αν ανέμενε κάποιος από τον Κυριάκο Μητσοτάκη στην παρούσα συγκυρία, δύσκολα μπορεί να διαφωνήσει ως προς αυτά που ανέφερε ανακοινώνοντας το όνομα του Κώστα Τασούλα.
Προφανώς και διαθέτει υψηλό κύρος και απολαμβάνει ιδιαίτερη αποδοχή. Η εμπειρία, η γνώση και η θεσμικότητά του είναι αδιαμφισβήτητα χαρακτηριστικά. Και, εν τέλει, η μετάβαση από την Προεδρία της Βουλής στην Προεδρία της Δημοκρατίας είναι μία από τις πλέον ομαλές των τελευταίων δεκαετιών, σε βαθμό που θα μπορούσε να θεωρηθεί έως και αυτονόητη.
Είναι βέβαιο ότι στο προσεχές διάστημα θα δαπανηθούν χρόνος και σκέψη σε αναλύσεις για «δεξιά στροφή του Μητσοτάκη», για «εγκλωβισμό του στο κόμμα», για «ατολμία» και «αναίρεση των όσων ο ίδιος διακηρύττει εδώ και χρόνια» και πολλά άλλα σχετικά και παρεμφερή. Είτε ισχύουν κάποια από αυτά είτε όχι (κάτι που θα αποδεχθεί στην πορεία και στην πράξη), δεν μπορούν να παραγνωριστούν ορισμένα δεδομένα.
Ο Πρωθυπουργός γνώριζε ότι στην παρούσα συγκυρία, οποιαδήποτε άλλη επιλογή του θα του δημιουργούσε πολιτικό πρόβλημα, μικρότερο ή μεγαλύτερο. Ηξερε από πρώτο χέρι ότι την επανεκλογή της Κατερίνας Σακελλαροπούλου δεν θα τη στήριζαν βουλευτές της ΝΔ. Κατά πληροφορίες, του το είχαν δηλώσει οι ίδιοι σε εκείνη την, κατά τα άλλα, πολύ ευχάριστη συνάντηση στο Μέγαρο Μαξίμου, λίγο πριν από τα Χριστούγεννα.
Κάτι αντίστοιχο θα συνέβαινε ενδεχομένως και στην περίπτωση μιας υποψηφιότητας του Βαγγέλη Βενιζέλου. Θα εξασφάλιζε προφανώς μια ευρύτερη συναίνεση, δηλαδή τη στήριξη του ΠΑΣΟΚ, όμως δεν αποκλειόταν το ενδεχόμενο διαφοροποίησης βουλευτών της ΝΔ.
Υπό αυτό το πρίσμα, στο Μέγαρο Μαξίμου διαμορφώθηκε και κυριάρχησε τις τελευταίες ημέρες μια ξεκάθαρη αντίληψη. Ο Πρωθυπουργός δεν θα διακινδύνευε με κανέναν τρόπο να βγει από την ψηφοφορία για την εκλογή Προέδρου με κοινοβουλευτικές απώλειες, πόσο μάλλον με λιγότερες από 151 ψήφους από τις τάξεις της ΝΔ, ακόμη και αν ο/η Πρόεδρος συγκέντρωνε ευρύτερη πλειοψηφία. Είναι ευνόητο ότι κάτι τέτοιο θα άνοιγε έναν κύκλο συζητήσεων και θα διαμόρφωνε ένα κλίμα οιονεί απώλειας της δεδηλωμένης και εν τέλει αμφισβήτησης της κυβερνητικής σταθερότητας. Τώρα ο Μητσοτάκης έχει εξασφαλισμένη την ψήφο ακόμη και του Αντώνη Σαμαρά.
Επιπλέον, ο Πρωθυπουργός έχει δίκιο όταν σημειώνει ότι ένα πρόσωπο από τις τάξεις της ΝΔ δεν μπορεί να συγκεντρώσει συναινετικές ψήφους και από άλλους πολιτικούς χώρους. Συνέβη άλλωστε στις τρεις ψηφοφορίες με τις οποίες εξελέγη ο Κώστας Τασούλας, πρόεδρος της Βουλής. Ασχέτως όλων των άλλων, η συναίνεση δεν (πρέπει να) έχει αποκλειστικά και μόνο κεντροαριστερό πολιτικό πρόσημο.
Το σχεδόν βέβαιο είναι ότι με τον Κώστα Τασούλα στο Προεδρικό Μέγαρο, ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποφεύγει τις πολιτικές περιπέτειες και στο αμέσως προσεχές μέλλον και στο κρίσιμο διάστημα έως της εκλογές.
Τέτοια βεβαιότητα δεν θα μπορούσε να έχει με τον Βαγγέλη Βενιζέλο, για παράδειγμα. Ασχέτως της θεσμικότητας και της προφανούς καταλληλότητας για το αξίωμα, η πολιτική πληθωρικότητα του πρώην αντιπροέδρου της κυβέρνησης και υπουργού Οικονομικών και Εξωτερικών θα προμήνυε μια πολιτική συγκατοίκηση τουλάχιστον θεαματική· αυτό δεν το επιθυμούσε ο Πρωθυπουργός και υπό αυτήν την έννοια, η απόρριψη μιας υποψηφιότητας Βενιζέλου είχε αποφασιστεί εδώ και ημέρες. Οι κάπως άκομψες διαρροές που μεσολάβησαν έως τις τελικές ανακοινώσεις ήταν ενδεικτικές μιας κάποιας νευρικότητας, όπως και ο κάπως ατυχής χειρισμός της συνάντησης.
Με την ανακοίνωση και την εκλογή ΠτΔ, κλείνει ένας πολιτικός κύκλος και ανοίγει ένας νέος. Σε αυτόν θα κυριαρχήσουν σε πρώτη φάση κατά πάσα πιθανότητα οι αναλύσεις για δεξιά περιχαράκωση του Μητσοτάκη, εγκατάλειψη των ανοιγμάτων στο Κέντρο και άλλα τέτοια, τα οποία αφενός θα απομένει να διαπιστωθούν στην πράξη και, αφετέρου, δεν θα ευσταθούν και πάρα πολύ, αφού ο Κώστας Τασούλας μόνο ακραίος δεξιός δεν μπορεί να χαρακτηριστεί.
Εν αναμονή όλων αυτών, δύο πράγματα μπορούν να θεωρούνται βέβαια.
Κατ’ αρχάς ότι όλα αυτά εξυπηρετούν ιδιαιτέρως και το ΠΑΣΟΚ. Αποφεύγει τον σκόπελο να θεωρηθεί «ουρά» της ΝΔ και μπορεί πλέον να αποδυθεί, με θεωρητική, αλλά πάντως βάσιμη επιχειρηματολογία, σε μια απόπειρα διεκδίκησης ζωτικού πολιτικού χώρου στο Κέντρο. Θα απομένει να αποδειχθεί στην πράξη αν κάτι τέτοιο είναι εφικτό και σε ποιο βαθμό.
Η άλλη βεβαιότητα είναι ότι το θέμα της Προεδρίας θα έχει ξεχαστεί σε λίγες ημέρες.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News