Μια ιστορική δικαστική απόφαση ανακοινώθηκε στη Νέα Υόρκη την Παρασκευή, καθώς ο εκλεγμένος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, κρίθηκε ένοχος για την υπόθεση εξαγοράς της σιωπής της Στόρμι Ντάνιελς.
Παρά την καταδίκη του, ο Τραμπ δεν θα αντιμετωπίσει ποινή φυλάκισης ή πρόστιμο, σύμφωνα με την απόφαση του δικαστή Χουάν Μέρτσαν. Ωστόσο, η απόφαση του Μέρτσαν σε βάρος του μεγιστάνα για απαλλαγή ποινής (unconditional discharge) εγγράφει μια απόφαση ενοχής στο ποινικό μητρώο του και κλείνει μία υπόθεση που επισκίασε την προσπάθεια του να κατακτήσει εκ νέου τον Λευκό Οίκο.
Κατά συνέπεια, ο Τραμπ θα είναι ο πρώτος πρόεδρος των ΗΠΑ που θα αναλάβει καθήκοντα ενώ τον βαρύνει μια καταδίκη για κακούργημα.
Ο Μέρτσαν δήλωσε πως επιβάλλει την παραπάνω απόφαση, και όχι μια πονή φυλάκισης, προστίμου ή δικαστικής επιτήρησης, καθώς το αμερικανικό Σύνταγμα προστατεύει τους προέδρους από ποινικές διώξεις. Υπογράμμισε, όμως, ότι οι προστασίες που προβλέπονται λόγω του αξιώματος «δεν μειώνουν τη σοβαρότητα ενός εγκλήματος ούτε δικαιολογούν τη διάπραξή του με οποιοδήποτε τρόπο».
«Η σημαντική, όντως ασυνήθιστη, νομική προστασία που προσφέρεται από το αξίωμα του επικεφαλής του κράτους είναι ένας παράγοντας που αναιρεί όλους τους άλλους», επισήμανε ο δικαστής. «Παρά το εντυπωσιακό εύρος αυτής της προστασίας, μία εξουσία που δεν παρέχει είναι η εξουσία να διαγράφει δικαστικές ετυμηγορίες».
Ο Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε αθώος και δεσμεύτηκε να εφεσιβάλει την απόφαση ενοχής. Εμφανιζόμενος στην αίθουσα του δικαστηρίου μαζί με τον δικηγόρο του μέσω βιντεοκλήσης, έχοντας πίσω του δύο αμερικανικές σημαίες, ο μεγιστάνας χαρακτήρισε την υπόθεση μια αποτυχημένη προσπάθεια να αποτραπεί η επανεκλογή του.
«Υπήρξε μια πολύ τρομακτική εμπειρία», δήλωσε ο Τραμπ πριν από την ανακοίνωση της απόφασης. «Είμαι απολύτως αθώος, δεν έκανα κανένα λάθος», τόνισε.
Εμφανώς αγανακτισμένος και ανυπόμονος, κατήγγειλε μια «ντροπή για το σύστημα», υπενθυμίζοντας πως έχει κερδίσει τη λαϊκή ψήφο στις προεδρικές εκλογές της 5ης Νοεμβρίου.
Αφού τον ευχαρίστησε, ο δικαστής Χουάν Μέρτσαν επισήμανε τις «πρωτοφανείς και σπάνιες συνθήκες» της κατάστασης. Ακολούθησε η ανακοίνωση της ιστορικής απόφασης και ευχήθηκε στον Ντόναλντ Τραμπ: «καλή τύχη στη δεύτερη θητεία σας».
Εως την τελευταία ημέρα και μέχρι το Ανώτατο Δικαστήριο στην Ουάσιγκτον, οι δικηγόροι του 45ου και σύντομα 47ου προέδρου των ΗΠΑ ενέτειναν τις προσφυγές, προτάσσοντας την προεδρική ασυλία, για να εμποδίσουν τον δικαστή να ανακοινώσει την ετυμηγορία. Ωστόσο το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ απέρριψε, με πέντε ψήφους έναντι τεσσάρων, ένα ύστατο τέτοιο αίτημα την Πέμπτη.
Με την ανακοίνωση αυτή, περισσότερους από επτά μήνες αφότου κρίθηκε ομόφωνα ένοχος από ένα σώμα 12 ενόρκων ενώπιον του Ποινικού Δικαστηρίου στο Μανχάταν, ο Ντόναλντ Τραμπ θα εισέλθει στις 20 Ιανουαρίου, σε ηλικία 78 ετών, στον Λευκό Οίκο φέροντας τον χαρακτηρισμό ενός κατ’ επανάληψη παραβάτη.
Ωστόσο το «βάρος» αυτό θα είναι συμβολικό, κατά κύριο λόγο, μιας και που ο εκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ κατάφερε να αποφύγει κάθε νομική συνέπεια σε ακόμη τρεις υποθέσεις, εκ των οποίων η σοβαρότερη ενώπιον της ομοσπονδιακής Δικαιοσύνης για τις παράνομες απόπειρές του να ανατρέψει τα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών του 2020. Σε αυτήν την υπόθεση, ο ειδικός εισαγγελέας Τζακ Σμιθ απέσυρε τις διώξεις, μετά την εκλογή του Τραμπ την 5η Νοεμβρίου κι ενώ η δίκη δεν είχε ξεκινήσει.
Την Παρασκευή, έξω από το δικαστήριο, υποστηρικτές του Ρεπουμπλικανού κρατούσαν ένα τεράστιο πανό όπου είχαν γράψει το όνομά του. Εκεί βρισκόταν και ένα μικρό πλήθος διαδηλωτών πολέμιων προς τον εκλεγμένο πρόεδρο, που κρατούσαν ένα πλακάτ στο οποίο μπορούσε κανείς να διαβάσει: «ο Τραμπ είναι ένοχος».
Οι ένορκοι έκριναν ότι ο Ντόναλντ Τραμπ είναι ένοχος για 34 αξιόποινες πράξεις παραποίησης λογιστικών εγγράφων προκειμένου να αποκρύψει από τους ψηφοφόρους την πληρωμή 130.000 δολαρίων στην πρωταγωνίστρια ερωτικών ταινιών Στόρμι Ντάνιελς, στο τέλος της πρώτης νικηφόρας προεκλογικής εκστρατείας το 2016 απέναντι στη Χίλαρι Κλίντον.
Τα χρήματα είχαν καταβληθεί για να εξαγοράσει τη σιωπή της ηθοποιού σχετικά με μια ερωτική σχέση που εκείνη ισχυριζόταν πως είχε το 2006 με τον μεγιστάνα, μια σχέση που εκείνος συνεχίζει να αρνείται.
Μπροστά στις συνεχείς προσφυγές των δικηγόρων και έπειτα από μια σημαντική απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου την 1η Ιουλίου σχετικά με την προεδρική ασυλία, ο δικαστής Μέρτσαν χρειάστηκε να αναβάλει πολλές φορές την ανακοίνωση της ποινής, από τον Ιούλιο έως τον Σεπτέμβριο, κατόπιν τον Νοέμβριο, μετά τις προεδρικές εκλογές. Η νίκη του Ντόναλντ Τραμπ προκάλεσε μια νέα σειρά προσφυγών εκ μέρους των δικηγόρων του, όμως ο Χουάν Μέρτσαν επικύρωσε την απόφαση.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News