Την ώρα που ο Ντόναλντ Τραμπ εκτοξεύει απειλές κατά του Καναδά, της Γροιλανδίας και του Παναμά, δίχως να αποκλείει το ενδεχόμενο να καταφύγει ακόμη και στη βία, ο Ελον Μασκ εκτελεί χρέη αγκιτάτορα του Λευκού Οίκου στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, καταφέρνοντας να προκαλέσει πολιτική αναταραχή σε δύο από τις μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου, ήτοι στη Γερμανία και στη Βρετανία.
«Δεν μπορούμε να προβλέψουμε το μέλλον, αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στο τρέχον διεθνές πλαίσιο η δεύτερη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ μας υποχρεώνει να επανεξετάσουμε τις έννοιες της εισβολής, της πολιτικής και πολιτισμικής επιρροής, της χρήσης βίας ακόμη και της προσάρτησης», σχολιάζει ο Μάσιμο Νάβα της Corriere della Sera.
«Ο εκλεγμένος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών θα είναι μάλλον λιγότερο βίαιος και αποφασιστικός από τον Βλαντίμιρ Πούτιν, ο οποίος, για παρόμοιους (με αυτούς που επικαλείται ο Τραμπ, ΣτΜ.) γεωστρατηγικούς λόγους, δεν δίστασε να εισβάλει στην Ουκρανία και δεν διστάζει να υπερασπίζεται με οποιοδήποτε μέσο […] την επιρροή της Ρωσίας στα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης, στην Αφρική και -παρότι λιγότερο αποτελεσματικά- στην Ευρώπη γενικότερα», προσθέτει ο ιταλός αναλυτής σε άρθρο του με τον τίτλο «τραμπισμός εναντίον πουτινισμού».
Ο εκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ επανέλαβε ρητά τη φιλοδοξία του να προσαρτήσει τη Διώρυγα του Παναμά και τη Γροιλανδία (η οποία είναι αυτόνομη επικράτεια της Δανίας) εάν χρειαστεί ακόμη και με τη βία. Οσο για τον Καναδά δεν σταματά να τον αντιμετωπίζει ως 51η πολιτεία των ΗΠΑ, δηλώνοντας ανοιχτά πως θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει την αμερικανική «οικονομική ισχύ», ώστε να πετύχει αυτόν τον στόχο του.
«Δεν υπάρχει καμία περίπτωση να γίνει ο Καναδάς μέρος των ΗΠΑ», απάντησε ο καναδός (απερχόμενος) πρωθυπουργός, επιβεβαιώνοντας εμμέσως πως οι απειλές του Τραμπ δεν αντιμετωπίζονται απλά ως προπαγανδιστικές κορόνες.
«Ισως ο Τραμπ να μπλόφαρε, ώστε να κερδίσει το διαπραγματευτικό πλεονέκτημα», έγραψε σε ανάλυσή του ο Ντέιβιντ Σάνγκερ των New York Times. Ομως αυτό δεν αναιρεί το γεγονός πως, πριν από τον Ντόναλντ Τραμπ, ο τελευταίος αμερικανός πρόεδρος που είχε απειλήσει ανοιχτά με χρήση βίας, επιδιώκοντας την επέκταση της επικράτειας της χώρας, ήταν ο Γουίλιαμ Μακίνλεϊ, ηγέτης των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του Ισπανοαμερικανικού Πολέμου (1898) ο οποίος ολοκληρώθηκε με τους Αμερικανούς να θέτουν υπό τον έλεγχό τους τις Φιλιππίνες, το Γκουάμ και το Πουέρτο Ρίκο.
Οι πρόσφατες δηλώσεις και οι απειλές του Τραμπ έρχονται σε αντίθεση με την επικρατούσα έως πρόσφατα άποψη σύμφωνα με την οποία κατά τη δεύτερη θητεία του ο πρώην και επόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ θα έκανε σημαία του τον απομονωτισμό, εστιάζοντας περισσότερο στο εσωτερικό και στην ευημερία των Αμερικανών παρά στο εξωτερικό και την αύξηση της επιρροής των ΗΠΑ στη διεθνή σκηνή.
Ενώ εξακολουθεί να θεωρείται πιθανή η αποστασιοποίηση των ΗΠΑ από την Ευρώπη, μέσω της συνέντευξης που έδωσε την περασμένη Τρίτη στην έπαυλή του στο Μαρ-α-Λάγκο, εμφανίστηκε αποφασισμένος να υπερασπιστεί με κάθε μέσο τα συμφέροντα των ΗΠΑ στην αποκαλούμενη «πίσω αυλή» τους, από τον Καναδά και τη Γροιλανδία έως τον Παναμά.
Την ίδια ώρα, όμως, πηγές του Λευκού Οίκου που επικαλείται η Wall Street Journal, υποστηρίζουν οι δηλώσεις Τραμπ δεν πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κυριολεκτικά: απειλώντας, ο αμερικανός ηγέτης επιδιώκει να εκφοβίσει τους γείτονές του, ώστε να εξασφαλίσει πλεονεκτήματα -οικονομικά και ασφαλείας- πριν καν αναλάβει και επίσημα τα καθήκοντά του.
Από αυτήν την άποψη τα περί προσάρτησης του Καναδά αποσκοπούν αποκλειστικά στην άσκηση πίεσης στην καναδική κυβέρνηση ενόψει των εμπορικών διαπραγματεύσεων με την Οτάβα. Οσο για την απειλή ανακατάληψης της Διώρυγας του Παναμά, πρόκειται για «ένα τέχνασμα ώστε να εξασφαλιστούν χαμηλότερα τέλη διέλευσης για τα αμερικανικά πλοία που διέρχονται από τη διώρυγα». Και «η μανία του (Τραμπ) να γίνει κάτοχος της Γροιλανδίας, αποσκοπεί στο να αποκτήσουν οι ΗΠΑ πρόσβαση σε σπάνιες γαίες και να τις στερήσουν από την Κίνα», σύμφωνα με τις πηγές του Λευκού Οίκου.
«Ωστόσο η ιστορία μας διδάσκει ότι η προπαγανδιστικές κορόνες, οι εδαφικές φιλοδοξίες και οι εμπορικοί πόλεμοι οδηγούν μερικές φορές σε πολύ πιο δραματικές εξελίξεις», σχολιάζει ο αρθρογράφος της Corriere della Sera, έχοντας κατά νου τον πόλεμο του Πούτιν στην Ουκρανία που εξακολουθεί να μαίνεται εδώ και σχεδόν μια τριετία.
Με τις απειλές του ο Τραμπ τρόπον τινά επικαιροποίησε το πανάρχαιο δόγμα, σύμφωνα με το οποίο οι μεγάλες δυνάμεις πρέπει να υπερασπίζονται τα όποια συμφέροντά τους, επιβάλλοντας τη θέλησή τους στους μικρότερους γείτονές τους. Ωστόσο το εν λόγω δόγμα συμμερίζεται πλήρως και εφαρμόζει εδώ και καιρό και το Κρεμλίνο: μοναδική διαφορά μεταξύ των δύο εκδοχών είναι τα μέσα που χρησιμοποιούνται.
Οσο για την επιρροή των ΗΠΑ στον υπόλοιπο κόσμο, ελάχιστοι αμφιβάλλουν, πλέον, πως ο Λευκός Οίκος του Τραμπ, επιδιώκει να επηρεάσει την ενημέρωση και, κατ’ επέκταση, την πολιτική σε όλο τον κόσμο. Της εν λόγω απροκάλυπτης προσπάθειας ηγείται, φυσικά, ο Ελον Μασκ, οποίος για να πετύχει τους όποιους στόχους του, αξιοποιεί όχι μόνον το X αλλά και την πληθωρική του, ομολογουμένως, παρουσία στον πραγματικό κόσμο.
Καθώς, όμως, πλησιάζει η μέρα της ορκωμοσίας του 47ου προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, ο ένας μετά τον άλλον οι μεγιστάνες της τεχνολογίας συμπαρατάσσονται με τον Τραμπ και τον ανεξέλεγκτο έμπιστό του: κάνοντας λόγο για «κακή» και «υπερβολική» λογοκρισία, ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ της Meta (των περισσότερων από τρία δισεκατομμύρια ενεργών χρηστών) ανακοίνωσε την κατάργηση της υπηρεσίας fact-checking από το Facebook και το Instagram στις ΗΠΑ, προκαλώντας διεθνή ανησυχία, με ειδικούς και πολιτικούς να προειδοποιούν για όργιο παραπληροφόρησης και πλήγμα κατά της δημοκρατίας.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News