Ο Μπράντο με τη Λόρεν, η Εγκμπεργκ με τον Κόνερι και άλλες ιστορίες
Ο Μπράντο με τη Λόρεν, η Εγκμπεργκ με τον Κόνερι και άλλες ιστορίες
Ο Μάρλον Μπράντο ήταν ο αυθεντικός θυμωμένος νεαρός που κέρδισε Οσκαρ για την ερμηνεία του στο θρίλερ «Το λιμάνι της αγωνίας» (1954) του Ελία Καζάν, μια ταινία με θέμα τη διαφθορά των συνδικάτων. Αλλά ο θυμός τον κυρίευσε πραγματικά στην ιταλική πρεμιέρα της ταινίας, την ίδια χρονιά: όπως αποκαλύπτει ένα νέο βιβλίο, μόλις κατάλαβε ότι η φωνή του είχε μεταγλωττιστεί, έγινε έξαλλος.
«Γιατί δεν μου είπε κάποιος ότι θα δω μια μεταγλωττισμένη έκδοση;» μουρμούρισε οργισμένος στη σκοτεινή αίθουσα του σινεμά. Ο ατζέντης του, ντροπιασμένος επειδή περίμενε να δουν την πρωτότυπη αγγλόφωνη έκδοση, τον θυμάται «να σηκώνεται από τη θέση του σαν να είχε πάθει καρδιακή προσβολή», ψιθυρίζοντας μανιωδώς: «Βγάλτε με από ‘δώ μέσα!», έγραψε πριν λίγο καιρό στον Guardian η Ντάλια Αλμπέρζ με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου των Χανκ Κάουφμαν και Τζιν Λέρνερ, «Hollywood on the Tiber» («Το Χόλιγουντ στον Τίβερη»).
Ο Μπράντο δεν μπορούσε να ηρεμήσει. «Δεν έχω δει ποτέ τον εαυτό μου μεταγλωττισμένο», φέρεται να είπε. «Είμαι ηθοποιός, όχι ανδρείκελο εγγαστρίμυθου, για όνομα του Θεού! Μπορείτε να φανταστείτε πώς είναι να ακούω τη φωνή κάποιου άλλου να βγαίνει από το στόμα μου; Νιώθω σαν καταραμένο φρικιό σε δευτερεύον θέαμα. Χριστέ μου, γιατί δεν με προετοίμασε κανείς; Δεν το ξέρατε, παιδιά;»
Το περιστατικό περιλαμβάνεται στις αποκαλύψεις που κάνουν στα απομνημονεύματά τους οι αμερικανοί Χανκ Κάουφμαν και Τζιν Λέρνερ, οι οποίοι, αφού έφτασαν στη Ρώμη από τη Νέα Υόρκη το 1953, έγιναν ατζέντηδες, φίλοι και έμπιστοι συνεργάτες ορισμένων από τους μεγαλύτερους, τότε, αστέρες του κινηματογράφου, όπως η Ανίτα Εκμπεργκ, η Αβα Γκάρντνερ και η Σιμόν Σινιορέ.
Οι Κάουφμαν και Λέρνερ πέθαναν το 2012 και το 2004 αντίστοιχα. Τώρα, με τη δημοσίευση του βιβλίου τους «Hollywood on the Tiber», αναγνωρίζεται ο ρόλος τους ως αφανούς κινητήριας δύναμης της βιομηχανίας του θεάματος τις δεκαετίες του 1950 και 1960.
Το έγραψαν στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και δημοσιεύθηκε το 1982, αλλά μόνο στα ιταλικά. Οι σταρ που εμφανίζονται στις σελίδες του μπορεί να είχαν αντιρρήσεις για τις αποκαλύψεις, καθώς καταπιάνονται τόσο με τα «υψηλά» όσο και με τα «χαμηλά» των διασημοτήτων – τα οποία, μάλιστα, περιγράφονται από τον Λερνερ ως «τοξίνες». Περιλαμβάνουν, δε, τους πάντες, από τον Τσάρλι Τσάπλιν μέχρι τον Φεντερίκο Φελίνι.
Τα απομνημονεύματα των Κάουφμαν και Λέρνερ εκδίδονται για πρώτη φορά στα αγγλικά από τον εκδοτικό οίκο Sticking Place Books, ο οποίος ειδικεύεται σε εκδόσεις που έχουν παραμεληθεί. Ο εκδότης Πολ Κρόνιν δήλωσε στον Guardian: «Οταν είδα για πρώτη φορά αυτό το βιβλίο, σκέφτηκα: “Διαβάζεται σαν συνάντηση της “Γλυκιάς ζωής” με το “Πάρε τον μάνατζέρ μου”». Είπε ακόμη ότι για σχεδόν δύο δεκαετίες ο Κάουφμαν και ο Λέρνερ ασχολούνταν στενά, νυχθημερόν, με τις φιλοδοξίες, τις αυταπάτες, τις ελπίδες και τους έρωτες των πελατών τους, τόσο εντός όσο και εκτός οθόνης.
Στο κεφάλαιο για την πρεμιέρα του Μπράντο στην Ιταλία, αναφέρουν ότι όταν τον συνόδευσαν στον κινηματογράφο με μια μαύρη Cadillac, ήταν «απροετοίμαστος για την υστερία» από έναν «όχλο που ούρλιαζε» και τον κατέκλυσε μόλις βγήκε από το αυτοκίνητο. Μόλις, δε, μπήκε μέσα στο σινεμά, κυριεύτηκε από νεύρα όταν αναγκάστηκε να καθίσει δίπλα σε μια 19χρονη ιταλίδα ηθοποιό, κάποια… Σοφία Λόρεν.
«Ο Μπράντο είχε κάνει τέχνη τη μουρμούρα. Αλλά σε καμία ταινία δεν είχε επιτύχει ακόμη την απόλυτη αδυναμία εκφοράς ευκρινούς λόγου που τον κυρίευσε τώρα, ούτε ένα έκπληκτο βλέμμα τόσο εξαιρετικό όσο αυτό που προκλήθηκε από το ανφάς της Λόρεν… Οι προσπάθειες του Μάρλον να μην κοιτάζει επίμονα ήταν τόσο αστείες όσο και η αρχική του καθυστερημένη έκπληξη. Του ήταν αδύνατο να αρθρώσει λέξη, και εκτός από ένα περιστασιακό χαμόγελο του ενός προς τον άλλο, και οι δυο έμειναν σιωπηλοί κάνοντας ωστόσο νευρικές κινήσεις. Κάθε φορά που η Σοφία φαινόταν να κοιτάζει αλλού, ο Μάρλον γύριζε με ανοιχτό στόμα και φουσκωμένα μάτια κοιτάζοντας την επίμονα», γράφουν.
Οταν ο Μπράντο προσπάθησε να φύγει από τον κινηματογράφο εξαιτίας της μεταγλώττισης, ο Λέρνερ τον προειδοποίησε: «Ολοι θα γράψουν για την αποχώρησή σου. Θα πουν ότι τη μίσησες, ότι την αποκήρυξες, οτιδήποτε. Θα γράψουν σεντόνια αλλά δεν θα πουν τίποτα για την ποιότητα της ταινίας», γράφει στον Guardian η Ντάλια Αλμπέρζ.

Ο Μπράντο πείστηκε να πάει ένα μπαρ εκεί κοντά και να επιστρέψει κρυφά στο σινεμά πέντε λεπτά πριν από το τέλος της ταινίας, έτσι ώστε κανείς να μην το καταλάβει, θυμούνται οι ατζέντηδες: «Καθώς τα φώτα άναβαν στην αίθουσα του κινηματογράφου, ο Μπράντο στεκόταν εκεί, σκύβοντας πάνω από το κιγκλίδωμα του εξώστη, παρακολουθώντας το δυνατό χειροκρότημα και τις κραυγές με μπράβο».
Στα απομνημονεύματά τους οι δύο συγγραφείς θυμούνται ακόμη ότι βρήκαν την Αβα Γκάρντνερ σε κατάσταση «υστερίας» επειδή ο αγαπημένος της, ο ιταλός ηθοποιός Βάλτερ Κιάρι, ήταν «κολλημένος» στην κοκαΐνη. «Μυρίζει σκόνη. Μπορεί να κάνει και κάτι χειρότερο», φώναξε η σταρ, παρακαλώντας τους να «κάνουν κάτι».
Περιγράφουν επίσης τη βρώμικη πλευρά της βιομηχανίας, σημειώνοντας την αντίδραση της Ανίτα Εκμπεργκ όταν άκουσε ότι ένας σκηνοθέτης ήθελε να τη συναντήσει: «Τι είναι αυτός, άλλος ένας από αυτούς που θέλουν απλώς να μου την πέσουν ή να χαζεύουν το σώμα μου;» Οταν άκουσε, δε, ότι ο Σον Κόνερι είχε παντρευτεί την Νταϊάν Σιλέντο, η Εκμπεργκ ένιωσε συντριβή: «Μου είπε ότι θα παντρευτούμε… Οι άντρες το εκμεταλλεύονται. Οταν πρόκειται για αληθινή αγάπη, πάντα με εξαπατούν», είπε στον Λέρνερ.
Οι δύο ατζέντηδες θυμούνται ακόμη ότι η Σέλεϊ Γουίντερ άρχισε να «ζηλεύει βίαια» όταν ανακάλυψε ότι ο σύζυγός της, Βιτόριο Γκάσμαν, «χαϊδολογιόταν» με μια άλλη ηθοποιό στο καμαρίνι του: «Η Σέλεϊ κυριεύτηκε από καθρεφτοφοβία. Εσπασε αρκετούς στους τοίχους του καμαρινιού του Γκάσμαν ενώ ούρλιαζε. Ευτυχώς… τα θραύσματα των ιπτάμενων γυαλιών δεν προκάλεσαν τραυματισμό».
Τον πρόλογο του βιβλίου έχει γράψει ο Σάντι Λίμπερσον, ο οποίος συνεργάστηκε με τον Κάουφμαν και τον Λέρνερ στη Ρώμη και στη συνέχεια ανέλαβε, μεταξύ άλλων, την παραγωγή του κλασικού ψυχεδελικού θρίλερ «Performance» (1970) του Νίκολας Ρεγκ, γράφει η Αλμπέρζ στον Guardian.
«Ο μύθος, ο θρύλος, αλλά και η άβυσσος και η αθλιότητά της, μια άβυσσος γεμάτη εθισμούς στα ναρκωτικά, απραγματοποίητα όνειρα και σεξουαλικές εύνοιες. Το “Χόλιγουντ στον Τίβερη” είναι όλα αυτά μαζί. Είναι ο παράδεισος και η κόλαση μαζί», σημειώνει στον πρόλογο του βιβλίου ο αμερικανός παραγωγός.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
Γράψτε σχόλιο στο: Ο Μπράντο με τη Λόρεν, η Εγκμπεργκ με τον Κόνερι και άλλες ιστορίες
Παρακαλούμε, εισάγετε σχόλια μόνο σχετικά με το θέμα. Σχόλια με υβριστικό περιεχόμενο ή με περιεχόμενο που έρχεται σε αντίθεση με τις οδηγίες και τους όρους χρήσης του protagon.gr δεν θα δημοσιεύονται.Το email σας δεν θα εμφανίζεται.