Ο καθαιρεθείς πρόεδρος της Συρίας Μπασάρ αλ Ασαντ προστίθεται σε μια σειρά από αυταρχικούς άραβες ηγέτες που εκδιώχθηκαν από την εξουσία μετά τις εξεγέρσεις της Αραβικής Ανοιξης το 2011. Τα χρόνια που εκείνος ήταν στην εξουσία, ομόλογοί του σε Αίγυπτο, Λιβύη, Τυνησία και Υεμένη ανατράπηκαν, φυλακίστηκαν, σκοτώθηκαν ή εξορίστηκαν.
Ο Ασαντ δραπέτευσε από τη Συρία τα ξημερώματα της Κυριακής 8 Δεκεμβρίου αναζητώντας καταφύγιο στη Ρωσία, όπου ο πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν του παραχώρησε άσυλο. Ο Ασαντ, γράφει η Washingtron Post, δεν είναι ο πρώτος δικτάτορας που βρήκε καταφύγιο εκτός της χώρας του. Διάφορες χώρες έχουν φιλοξενήσει εκδιωχθέντες από την εξουσία, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ.
Για κάποιους από αυτούς η ζωή στην εξορία ήταν πολυτελής, όπως για τον ηγέτη των Φιλιππίνων Φέρντιναντ Μάρκος, ο οποίος ανατράπηκε το 1986 και κατέληξε να ζήσει τα τελευταία χρόνια της ζωής του σε μια ιδιωτική έπαυλη κοντά στη Χονολουλού. Για άλλους, ωστόσο, οι εκτοπίσεις οδήγησαν σε πιο μετριοπαθείς οικονομικές συνθήκες, αλλά και σε ποινικές κατηγορίες, καθώς οι διεθνείς εισαγγελείς τους καταδιώκουν όπου κι αν βρίσκονται. H Washington Post καταγράφει μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις δικτατόρων από διάφορες χώρες, που βρέθηκαν στην εξορία.
Ζιν Ελ Αμπιντίν Μπεν Αλι, πρώην πρόεδρος της Τυνησίας
Ο Μπεν Αλι, πρώην ισχυρός άνδρας και πρόεδρος της Τυνησίας, κατέφυγε στη Σαουδική Αραβία με την οικογένειά του τον Ιανουάριο του 2011, έναν μήνα μετά την έναρξη των διαδηλώσεων της Αραβικής Ανοιξης. Η φυγή τους ήταν βιαστική και φαινομενικά απρογραμμάτιστη; τα μέλη της οικογένειας γέμισαν βαλίτσες και τσάντες με δολάρια και ράβδους χρυσού και διέφυγαν στη Γαλλία, στην Ιταλία και στον Περσικό Κόλπο με ιδιωτικά τζετ και γιοτ.
Ο Μπεν Αλι καταδικάστηκε ερήμην σε κάθειρξη 35 ετών για οικονομικά εγκλήματα. Σε μια δήλωσή του το 2016 παραδέχτηκε ότι το καθεστώς του είχε διαπράξει «λάθη, καταχρήσεις και παραβιάσεις». Η Τυνησία πούλησε τη βίλα του και εκατοντάδες άλλα ακίνητα, επιχειρήσεις, αυτοκίνητα, μοτοσικλέτες και ένα γιοτ. Ομως όλα αυτά δεν ήταν παρά σταγόνα στον ωκεανό των δισεκατομμυρίων που πιστεύεται ότι αποταμίευε επί δεκαετίες σε υπεράκτιους τραπεζικούς λογαριασμούς. Ο Μπεν Αλι πέθανε στη Τζέντα της Σαουδικής Αραβίας τον Σεπτέμβριο του 2019.
Ιντι Αμίν, ο «ισόβιος πρόεδρος» της Ουγκάντα
Ο Ιντι Αμίν, ο τυραννικός πρόεδρος της Ουγκάντα, αναζήτησε καταφύγιο μετά την ανατροπή του, το 1979. Κατέφυγε αρχικά στη Λιβύη (μαζί με τις τέσσερις συζύγους του, αρκετές από τις 30 ερωμένες του και περίπου 20 από τα παιδιά του), όπου τον υποδέχτηκε ο Μουαμάρ Καντάφι, του οποίου η βίαιη διακυβέρνηση συνεχίστηκε μέχρι που σκοτώθηκε κατά την Αραβική Ανοιξη, το 2011.
Ο Αμίν πήγε αργότερα στη Σαουδική Αραβία, όπου έζησε μια ασυνήθιστη για αυτόν ζωή, ως πολίτης της μεσαίας τάξης, μέχρι που πέθανε το 2003, πικραμένος για την απόρριψη από τη χώρα του και χωρίς τύψεις για τους περισσότερους από 200.000 ανθρώπους που βασανίστηκαν μέχρι θανάτου ή εκτελέστηκαν κατά τη διάρκεια της βασιλείας του τρόμου που είχε επιβάλει.
Χισέν Χαμπρέ, ο «Πινοσέτ» του Τσαντ
Ο πρώην δικτάτορας του Τσαντ, Χισέν Χαμπρέ, απόλαυσε μετά την πτώση του μια υπέροχη ζωή, επί δεκαετίες, στη Σενεγάλη. Παντρεύτηκε για δεύτερη φορά και διατηρούσε δύο βίλες για τις ισάριθμες οικογένειές του. Παρακολουθούσε την τηλεοπτική σειρά «Seinfeld» και λάτρευε το thieboudienne, το εθνικό πιάτο της Σενεγάλης, με ψάρια και ρύζι, όπως ανέφερε το Associated Press.
Εκανε και φίλους στην εξορία, ορισμένοι από τους οποίους δήλωσαν στο AP ότι ο άνθρωπος που γνώρισαν δεν είχε καμία σχέση με τον βάναυσο δικτάτορα για τον οποίο είχαν ακούσει. Υπήρξαν στιγμές, ωστόσο, που επικρατούσε ξανά η επιθετική πλευρά του, όπως όταν ενεπλάκη σε μια σφοδρή διαμάχη με έναν γείτονα για τη χρήση του κάδου σκουπιδιών!
Αφού ανήλθε στην εξουσία με πραξικόπημα το 1982, ο Χαμπρέ ηγήθηκε μιας κυβέρνησης που χρησιμοποιούσε συστηματικά τα βασανιστήρια και τις πολιτικές δολοφονίες. Το καθεστώς του διαχειριζόταν ένα δίκτυο φυλακών στις οποίες βρήκαν τον θάνατο 40.000 άνθρωποι, ενώ κατηγορήθηκε για βιασμό και ότι εξανάγκαζε γυναίκες σε σεξουαλική σκλαβιά για τα στρατεύματά του.
Οταν καθαιρέθηκε, το 1990, ο Χαμπρέ, που αποκαλείται συχνά «Πινοσέτ της Αφρικής», λέγεται ότι άφησε το Τσαντ με 11 εκατ. δολάρια στα ταμεία του. Η πολυτελής εξορία του δεν τον έσωσε από την τιμωρία. Καταδικάστηκε για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας το 2016, μετά από μια ιστορική δίκη, καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη και πέθανε από τη νόσο Covid-19 το 2021.
Ζαν-Κλοντ Ντιβαλιέ, πρώην δικτάτορας της Αϊτής
Ο δικτάτορας της Αϊτής Ζαν-Κλοντ Ντιβαλιέ –γνωστός και ως «Μπεμπέ Ντοκ», για να ξεχωρίζει από τον επίσης δικτάτορα πατέρα του Φρανσουά «Πάπα Ντοκ» Ντιβαλιέ– έπεσε από την εξουσία, το 1986, μετά από 15 χρόνια διακυβέρνησης γεμάτα λεηλασίες, βασανιστήρια και εκτεταμένες δολοφονίες. Τότε πολλές χώρες τού έκλεισαν την πόρτα. Τελικά κατέληξε στη Γαλλία, μαζί με φορτηγά γεμάτα αποσκευές Louis Vuitton και εκατομμύρια δολάρια σε ελβετικές τράπεζες.
Τον εξόριστο βίο του τον μοίραζε μεταξύ ενός πύργου έξω από το Παρίσι και μιας βίλας στη Γαλλική Ριβιέρα, όπου ήταν γνωστό ότι κυκλοφορούσε με πολυτελή αυτοκίνητα. Αυτός και η οικογένειά του ξόδευαν τεράστια ποσά για την προσωπική τους πολυτέλεια, συμπεριλαμβανομένων δεκάδων χιλιάδων δολαρίων για ρούχα Givenchy, όπως ανέφερε ο Guardian το 2011.
Μετά το διαζύγιο του Ντιβαλιέ από τη σύζυγό του, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, η εξορία του πήρε νέα τροπή. Μέχρι το 1994 «τα γρήγορα αυτοκίνητα και η πολυτελής ζωή του είχαν αντικατασταθεί από ένα μικρό σεντάν και την πλήρη απομόνωση» ανέφερε το Associated Press. Τελικά κατέληξε να ζει σε ένα διαμέρισμα δύο υπνοδωματίων, που πληρωνόταν από πιστούς υποστηρικτές του.
Ο Ντιβαλιέ επέστρεψε στην Αϊτή το 2011, τρία χρόνια πριν τον θάνατό του, και συνελήφθη με κατηγορίες για υπεξαίρεση και άλλα εγκλήματα, αλλά συνέχισε να ζει σε ένα πολυτελές ξενοδοχείο στο Πορτ-ο-Πρενς.
Σίνγκμαν Ρι, πρώην πρόεδρος της Νότιας Κορέας
Ο πρώτος πρόεδρος της Νότιας Κορέας, Σίνγκμαν Ρι, ανήλθε στην εξουσία με την υποστήριξη της αμερικανικής κυβέρνησης, αλλά η κυβέρνησή του δεν υπήρξε υπόδειγμα δημοκρατίας. Ως πρόεδρος από το 1948 έως το 1960, ο Ρι εκκαθάρισε την Εθνοσυνέλευση από μέλη που του αντιτάχθηκαν και επέβλεπε αιματηρές καταστολές, συμπεριλαμβανομένης εκείνης στη νήσι Τζεζού, όπου πιστεύεται ότι περισσότεροι από 30.000 άνθρωποι σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια μιας χρόνιας εξέγερσης, που ξεκίνησε τον Απρίλιο του 1948.
Οταν, το 1960, οι διαμαρτυρίες έφεραν το τέλος της διακυβέρνησής του, ο Ρι κατέφυγε στη Χαβάη. Εμενε σε ένα μικροσκοπικό εξοχικό σπίτι στο Οάχου, με θέα στον Ειρηνικό Ωκεανό και με οικοδεσπότη έναν συμπατριώτη του, σύμφωνα με τους New York Times. Χωρίς εισόδημα, αυτός και η σύζυγός του πέρασαν δύσκολα, όπως είπε στα κορεατικά ΜΜΕ ένας πρώην διευθυντής της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών της Κορέας. Ο Ρι λαχταρούσε μέχρι τέλους να επιστρέψει στην Κορέα και μια φορά τραυματίστηκε προσπαθώντας να σηκωθεί από το κρεβάτι για να πάει στη Σεούλ, αλλά πέθανε στην εξορία το 1965.
Φέρντιναντ Μάρκος, δικτάτορας των Φιλιππίνων
Οι δικτάτορες που φεύγουν νύχτα από τις χώρες τους συνήθως αποφεύγουν τα δημοκρατικά κράτη, λένε οι αναλυτές στην Washington Post. Υπήρξαν όμως και εξαιρέσεις, με αυταρχικούς ηγέτες να καταφεύγουν στην αγκαλιά ενός συμμάχου τους ή μιας πρώην αποικιακής δύναμης.
Η Ουάσινγκτον «χάιδευε» τον δικτάτορα Φέρντιναντ Μάρκος επί χρόνια, προκειμένου εκείνος να προστατεύει την αμερικανική στρατιωτική βάση της στις Φιλιππίνες, αγνοώντας τις καταγγελίες για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και διαφθορά. Ο Μάρκος πείστηκε τελικά από τις ΗΠΑ να εγκαταλείψει τις Φιλιππίνες ώστε να αποφευχθεί μια βάναυση καταστολή διαδηλωτών που διαμαρτύρονταν για στημένες εκλογές το 1986, επιτρέποντας την ειρηνική μετάβαση στη δημοκρατία.
Η ανταμοιβή του ήταν μια πλούσια ζωή στη Χαβάη, όπου τα πολυτελή πάρτι της συζύγου του Ιμέλντα άφηναν άναυδους τους ντόπιους. Μόνο η εκτεταμένη γκαρνταρόμπα της Ιμέλντα Μάρκος, την οποία αναγκάστηκε να αφήσει στις Φιλιππίνες όταν έφυγαν, περιλάμβανε χιλιάδες ζευγάρια παπούτσια, φορέματα, τσάντες και γούνες. Ο Μάρκος πέθανε στην εξορία το 1989. Ο γιος του Φέρντιναντ Μάρκος τζούνιορ εξελέγη πρόεδρος των Φιλιππίνων το 2022.
Σεΐχ Χασίνα, η αυταρχική πρωθυπουργός του Μπαγκλαντές
Η πρωθυπουργός του Μπαγκλαντές Σεΐχ Χασίνα Γουαζέντ κατέφυγε στην Ινδία μετά από βίαιες αντικυβερνητικές διαδηλώσεις αυτό το καλοκαίρι, που άφησαν πίσω τους εκατοντάδες νεκρούς. Οι διαμαρτυρίες ξεκίνησαν με τους φοιτητές να πιέζουν ενάντια στο σύστημα ποσοστώσεων για κυβερνητικές θέσεις εργασίας, αλλά κατέληξαν σε μια ευρεία απόρριψη του αυταρχικού καθεστώτος της Χασίνα.
Η Χασίνα αναμενόταν να παραμείνει στην Ινδία για μικρό χρονικό διάστημα, αλλά πλέον έχουν περάσει μήνες. Τον Νοέμβριο αποκαλύφθηκε από το India Today ότι ζει σε μια περιοχή υψηλής ασφαλείας στο Δελχί, σε ένα μπανγκαλόου που λειτουργεί ως ασφαλές σπίτι. Η παραμονή της Χασίνα στη χώρα έχει αποδειχτεί εξαιρετικά άβολη για την Ινδία σε διπλωματικό επίπεδο, καθώς φοβάται ότι θα χάσει την περιφερειακή επιρροή της στην Κίνα. Η γαλλική εφημερίδα Le Monde αποκάλεσε τη Χασίνα «δυσάρεστη φιλοξενούμενη της Ινδίας».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News