Η Βίλμα Λάρσον, από τη Σουηδία είναι 25 ετών. Εχει δουλέψει σε παντοπωλείο, ίδρυμα φροντίδας και εργοστάσιο. Αλλά εδώ και ένα χρόνο έχει παραιτηθεί για να γίνει νοικοκυρά και δηλώνει ότι ποτέ δεν ήταν πιο ευτυχισμένη.
«Η ζωή μου είναι πιο χαλαρή. Δεν έχω πια τόσο άγχος», λέει στο BBC.
Ο σύντροφός της εργάζεται εξ αποστάσεως στον οικονομικό κλάδο, και όσο εκείνος δουλεύει στο λάπτοπ, η Βίλμα πάει στο γυμναστήριο, έξω για καφέ ή μαγειρεύει. «Κάθε μήνα μου δίνει μισθό από τον δικό του μισθό. Αν χρειάζομαι περισσότερα, θα του ζητήσω. Ή αν χρειάζομαι λιγότερα, απλά φυλάω τα υπόλοιπα», εξηγεί η Λάρσον στο βρετανικό δίκτυο.
Και φαίνεται πως δεν είναι η μόνη στη Σουηδία που αφήνει την καριέρα για χάρη του σπιτιού.
Η Σουηδία είναι μια χώρα με μεγάλη φήμη στην υπεράσπιση της ισότητας των φύλων. Γι’ αυτό και το φαινόμενο των μαζικών παραιτήσεων νεαρών γυναικών από την εργασία τους για χάρη ενός χαλαρότερου τρόπου ζωής στο σπίτι είναι τουλάχιστον αξιοπερίεργο.
Το BBC αναδεικνύει αυτή τη νέα τάση επιστροφής σε πιο παραδοσιακές –αν όχι οπισθοδρομικές– πρακτικές της νέας γενιάς των Σουηδέζων, οι οποίες προβάλλουν το χαλαρό lifestyle τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, χρησιμοποιώντας hashtags όπως «hemmaflickvän» (φιλενάδα-νοικοκυρά στα σουηδικά).
Ο τρόπος ζωής αυτών των «χαλαρών κοριτσιών», όπως χαρακτηρίζονται, διαφαινόταν ως μίνι τάση σε διάφορες χώρες, ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 2010. Αλλά στη Σουηδία, μια χώρα που μετράει πέντε δεκαετίες πολιτικών σχεδιασμένων για νοικοκυριά με διπλό εισόδημα, η πρόσφατη δημοτικότητα αυτής της νοοτροπίας προκαλεί έκπληξη και διχάζει.
Η Ungdomsbarometern, η μεγαλύτερη ετήσια δημοσκόπηση της Σουηδίας για τη νεολαία, έφερε στο προσκήνιο όσες (και όσους) ασπάζονται τη φιλοσοφία των «χαλαρών κοριτσιών» πριν από έναν χρόνο, καταγράφοντάς την ως δημοφιλή επιλογή του ηλικιακού γκρουπ 15-24.
Μια άλλη έρευνα της Ungdomsbaromatern, τον περασμένο Αύγουστο, έδειξε ότι αυτή η νέα τάση αγγίζει ακόμη και μαθήτριες δημοτικού και γυμνασίου – με το 14% των κοριτσιών ηλικίας 7 έως 14 ετών να αυτοχαρακτηρίζονται «χαλαρά κορίτσια».
Η εταιρεία δημοσκοπήσεων παρατηρεί ότι πρόκειται για μια απομάκρυνση από τα πρότυπα των «άλφα θηλυκών», που ορίζουν δυναμικά τη ζωή τους, και βασίζεται στις αυξημένες επαγγελματικές απαιτήσεις που αντιμετωπίζουν σε κάθε πτυχή της ζωής τους. Επίσημα στοιχεία για το ποσοστό των νεαρών γυναικών που παρατούν την καριέρα τους και ζουν από τα εισοδήματα των συντρόφων τους δεν υπάρχουν – αλλά εικάζεται ότι δεν είναι ιδιαίτερα υψηλό.
Ωστόσο έχει γίνει θέμα ευρείας συζήτησης στη χώρα, με δημοσίευση κειμένων γνώμης σε εφημερίδες ευρείας κυκλοφορίας, διαλόγους σε πάνελ του Almedalen –της μεγαλύτερης ετήσιας διακομματικής πολιτικής εκδήλωσης στη χώρα– αλλά και σε εκπομπές της δημόσιας τηλεόρασης.
Η Γκουντρούν Σχίμαν, συνιδρύτρια και πρώην επικεφαλής του φεμινιστικού κόμματος της Σουηδίας, Feministiskt Initiativ, λέει στο BBC ότι συμμετείχε σε αρκετές πρόσφατες συζητήσεις για το θέμα. Πιστεύει ότι οι γυναίκες που ζουν από τα εισοδήματα των συντρόφων τους κάνουν κάτι «πολύ επικίνδυνο», που συνιστά «βήμα οπισθοχώρησης» για την ισότητα των φύλων.
Η Σχίμαν υποστηρίζει ότι οι νεαρές γυναίκες έχουν επηρεαστεί από τη δεξιά κυβέρνηση συνασπισμού –η οποία περιλαμβάνει και το εθνικιστικό κόμμα των Σουηδών Δημοκρατών–, καθώς και από την «ευρύτερη εξάπλωση» του λαϊκισμού σε Ευρώπη και ΗΠΑ. Παράλληλα, πιστεύει ότι οι νέες γυναίκες αγνοούν ή ξεχνούν πώς ήταν η ζωή πριν υιοθετηθούν πολιτικές για την ισότητα, όπως η επιδοτούμενη φροντίδα τέκνων και η κοινή γονική άδεια.
Στο άλλο άκρο του πολιτικού φάσματος, το ακροδεξιό κόμμα των Σουηδών Δημοκρατών ενστερνίζεται τη νέα τάση. Η Ντένις Βέστερμπεργκ, εκπρόσωπος της νεολαίας του κόμματος, λέει στο BBC ότι είναι δικαίωμα κάθε γυναίκας να επιλέγει το καλύτερο για τη ζωή της: «Ζούμε σε μια χώρα με πολλές ευκαιρίες για καριέρα, αλλά έχουμε και το δικαίωμα να επιλέξουμε έναν πιο παραδοσιακό τρόπο ζωής».
Πέρα από τις ιδεολογικές αντιπαραθέσεις, οι συζητήσεις επικεντρώνονται στους κοινωνικούς και πολιτιστικούς παράγοντες οι οποίοι επηρεάζουν τις νεαρές γυναίκες που επιλέγουν να εγκαταλείψουν την εργασία τους ή, έστω, να υιοθετήσουν έναν πιο χαλαρό τρόπο ζωής.
Η Σουηδία φημίζεται για την ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής των εργαζομένων, με τους περισσότερους να δικαιούνται έξι εβδομάδες διακοπών τον χρόνο, ενώ λιγότερο από το 1% του εργατικού δυναμικού της απασχολείται πάνω από 50 ώρες την εβδομάδα.
Και όμως, η έρευνα της Ungdomsbaromatern καταγράφει αύξηση των επιπέδων άγχους στους νέους, ενώ αναλυτές θεωρούν ότι η τάση των «χαλαρών κοριτσιών» ίσως είναι προέκταση των πρόσφατων διεθνών τάσεων σχετικά με την εργασία – όπως η «σιωπηλή παραίτηση», σύμφωνα με την οποία οι εργαζόμενοι δεν προσπαθούν παραπάνω από τις συμβατικές υποχρεώσεις τους.
Εν τω μεταξύ, η γενιά Ζ (οι γεννημένοι μεταξύ 1997-2012) δημιουργεί περιεχόμενο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης –και επηρεάζεται από αυτό– που αναδεικνύει θριαμβευτικά τον ελεύθερο χρόνο, αντί των επαγγελματικών στόχων. Αν η εικόνα της πραγματικής ζωής που διαμορφώνει η νεολαία είναι αυτή που εισπράττει από τα social media, λογικά δεν την εξιτάρει η προοπτική του καθημερινού οκταώρου σε ένα γραφείο, επισημαίνει το BBC.
Αλλά το κρισιμότερο ερώτημα είναι αν η συγκεκριμένη τάση συνιστά αντίδραση στους περιορισμούς των πρωτοποριακών πολιτικών της Σουηδίας για την ισότητα των φύλων. Μαζί με τη Σλοβενία, η Σουηδία έχει το υψηλότερο ποσοστό εργαζομένων μητέρων στην Ευρώπη, ωστόσο οι στατιστικές δείχνουν ότι οι γυναίκες στα ετεροφυλόφιλα ζευγάρια εξακολουθούν να έχουν μεγαλύτερο μερίδιο στις ασχολίες του σπιτιού και στην ανατροφή των παιδιών από ό,τι οι άνδρες.
Παράλληλα, λαμβάνουν το 70% της γονικής άδειας, που χρηματοδοτείται από το κράτος, και είναι πιο πιθανό να λάβουν αναρρωτική άδεια λόγω άγχους. Από την άλλη, αν και το εισοδηματικό χάσμα μεταξύ ανδρών και γυναικών παραμένει χαμηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ, που είναι στο 12,7%, έχει μείνει στάσιμο, περίπου στο 10%, από το 2019.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News