Οι ιερόδουλες στο Βέλγιο θα έχουν πλέον πλήρη εργασιακά δικαιώματα, ως εργαζόμενες του σεξ, βάσει ενός νέου νόμου που τους παραχωρεί κοινωνική ασφάλιση και συντάξεις. Ο νόμος προβλέπει μια νέα κατηγορία απασχόλησης, για «εργαζόμενες και εργαζόμενους του σεξ», άρα απαιτούνται πλέον και για αυτήν επίσημες συμβάσεις εργασίας.
Οι συμβάσεις, γράφουν οι Times, θα καλύπτουν και θα ρυθμίζουν τις ώρες εργασίας και τις αμοιβές και για ιερόδουλες που εργάζονται με μερική απασχόληση ή περιστασιακά, που σπουδάζουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
«Δεν μπορούσαμε ποτέ να ονειρευτούμε ότι θα βρισκόμασταν εδώ» είπε ο Ντάαν Μπάουενς, διευθυντής του Utsopi, του βελγικού συνδικάτου των ιερόδουλων. «Νομίζω ότι το πιο σημαντικό είναι ότι γίνεται πλέον δυνατή η πρόσβαση στην κοινωνική ασφάλιση».
Οι επικριτές θεωρούν την πορνεία μια μορφή εκμετάλλευσης και βίας κατά των γυναικών, ωστόσο βέλγοι ακτιβιστές συνηγορούν υπέρ της νομικής προστασίας των ιερόδουλων. «Αυτό δεν σημαίνει ότι πιστεύουμε πως η σεξουαλική εργασία είναι μια δουλειά όπως κάθε άλλη, απλώς λέμε ότι πρέπει να αναγνωρίζεται και να αντιμετωπίζεται ως τέτοια από το κράτος, έτσι ώστε όσοι την κάνουν να μπορούν να επωφεληθούν από επαρκή προστασία» είπε ο Μπάουενς.
Ενα σημαντικό δικαίωμα που παρέχεται στους εργαζομένους του σεξ, ανεξαρτήτως φύλου, σε οίκους ανοχής, είναι η άρνηση σε έναν πελάτη ή σε μια σεξουαλική πράξη δίχως τον φόβο απόλυσής τους. «Ο εργοδότης δεν μπορεί να επιβάλει κυρώσεις στον εργαζόμενο που ασκεί το δικαίωμα άρνησης, υιοθετώντας δυσμενή μέτρα, όπως πειθαρχική κύρωση, απόλυση ή οποιαδήποτε πράξη επιχειρεί μονομερή καταγγελία της σύμβασης εργασίας» αναφέρεται στη νέα νομοθεσία. «Η άσκηση του δικαιώματος άρνησης ανοίγει μια περίοδο προστασίας έξι μηνών κατά την οποία η εργαζόμενη του σεξ προστατεύεται από κάθε δυσμενές μέτρο».
Ο νόμος τέθηκε σε ισχύ την 1η Δεκεμβρίου.
Οι εργοδότες, συνεχίζουν οι Times, θα πρέπει να πληρούν τους κανονισμούς ασφάλειας στον χώρο εργασίας τους, για παράδειγμα να διαθέτουν κουμπί έκτακτης ανάγκης. Οι κανόνες υγιεινής απαιτούν τα δωμάτια να έχουν εμβαδό τουλάχιστον οκτώ τ.μ., να είναι εξοπλισμένα με καθαρά κλινοσκεπάσματα και είδη μπάνιου, να υπάρχουν διαθέσιμα προφυλακτικά και προϊόντα περιποίησης, καθώς και πρόσβαση σε ντους.
Η μαστροπεία παραμένει παράνομη και όποιος απασχολεί ιερόδουλες εκτός του πεδίου εφαρμογής της εργατικής νομοθεσίας θα διώκεται.
Το Βέλγιο είναι η δεύτερη χώρα παγκοσμίως που αποποινικοποίησε την πορνεία, μετά τη Νέα Ζηλανδία το 2003, αλλά είναι η πρώτη που αναγνωρίζει το «παλαιότερο επάγγελμα» ως νόμιμη κατηγορία εργασίας, με πλήρη παροχή κοινωνικής ασφάλισης.
Στις γειτονικές χώρες, τη Γερμανία και την Ολλανδία, η πορνεία είναι νόμιμη, όπως και οι οίκοι ανοχής, αλλά η σεξουαλική εργασία δεν είναι πλήρως αποποινικοποιημένη και αναγνωρισμένη από τον Νόμο.
Στη Βρετανία η πορνεία είναι νόμιμη, αλλά οι περισσότερες σχετικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων των οίκων ανοχής ή της μαστροπείας, είναι παράνομες. Στη Σουηδία, στη Γαλλία και σε άλλες χώρες είναι παράνομο να πληρώνει ένας πελάτης για σεξ, αλλά όχι και η »πώλησή» του από μια ιερόδουλη.
«Αυτό που δεν καταφέραμε να επιλύσουμε με αυτόν τον νόμο είναι ο στιγματισμός και τα στερεότυπα σχετικά με τη σεξουαλική εργασία» σημείωσε ο Μπάουενς. «Οσο παραμένει μια στιγματισμένη δραστηριότητα, η ντροπή και ο φόβος θα παραμένουν εμπόδια».
Στον αντίποδα, η Isala, μια βελγική ομάδα που συνεργάζεται με ιερόδουλες «κατά του συστήματος που τις εκμεταλλεύεται», καταδίκασε τη νέα νομοθεσία. «Για την κοινωνία το μήνυμα είναι επικίνδυνο αλλά ξεκάθαρο: η πορνεία είναι πλέον μια “κανονική δραστηριότητα”, ένα εμπόριο όπως κάθε άλλο» ανέφερε η ομάδα σε δήλωση την οποία συνυπέγραψαν και άλλες φεμινιστικές ομάδες.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News