Θεωρητικά, η εικόνα της προηγούμενης Κυριακής ήταν –για τον ΣΥΡΙΖΑ– ειδυλλιακή. Η ανακοινωμένη συμμετοχή ήταν σε επίπεδα που δεν επιβεβαίωναν την εικόνα διάλυσης, νικητής είχε αναδειχθεί ο υποψήφιος που ενέπνεε τη μεγαλύτερη αίσθηση σταθερότητας, ο αντίπαλός του είχε αποσυρθεί από τον δεύτερο γύρο και στεκόταν ακριβώς πίσω του κατά τη στιγμή των δηλώσεών του, επιβεβαιώνοντας ότι έχει εγκαταλείψει τη στρατηγική της ανεξέλεγκτης σύγκρουσης και έχει επικεντρωθεί στην ανάδειξη μιας πλατφόρμας με πολιτικά χαρακτηριστικά.
Οι πρώτες δημοσκοπήσεις, παρά το εύλογο μπέρδεμα που επικρατεί, ενισχύουν αυτό το κλίμα. Ο ΣΥΡΙΖΑ –τηρουμένων των αναλογιών– τσιμπάει κάτι, στις περισσότερες μετρήσεις βάζει από κάτω το κόμμα του Στ. Κασσελάκη και επίσης, δείχνει ότι βρίσκει με τη σειρά του έναν όμορο χώρο να λεηλατήσει. Σύμφωνα με την Metron Analysis, η εκλογή Φάμελλου συμπιέζει την Νέα Αριστερά πολύ κάτω από το όριο της κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης, με το οποίο φλέρταρε στην προηγούμενη μέτρηση.
Ο ίδιος ο νέος πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ξεκινά με έναν υψηλό δείκτη δημοφιλίας. Και τέλος, αλλά καθόλου ασήμαντο για αυτόν τον χώρο, ο Αλ. Τσίπρας από την πρώτη κιόλας εβδομάδα δραστηριοποιείται για να νομιμοποιήσει και να ευλογήσει την νέα κατάσταση. Μπορεί η λάμψη του πρώην Πρωθυπουργού να είναι χαμηλή πλέον στο σύνολο της ελληνικής κοινωνίας, όμως στους αμφιταλαντευόμενους εναπομείναντες οπαδούς του κλίματος ΣΥΡΙΖΑ, η τοποθέτησή του μπορεί να είναι κομβική.
Ομως κάπου εδώ τελειώνουν τα καλά νέα. Ο Σωκράτης Φάμελλος ξεκινά μεν με μια καλοδεχούμενη ώθηση την θητεία του, ωστόσο αυτή δεν αρκεί για να δώσει απάντηση σε μια σειρά από πραγματικά προβλήματα που έχει μπροστά του. Το πρώτο είναι ότι παραλαμβάνει έναν διαλυμένο οργανισμό. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα κόμμα σε κατάσταση διαρκούς διάσπασης. Εχοντας ήδη αποτύχει να αποκαταστήσει τα οργανωτικά τραύματα από τη διάσπαση του 2015, βγαίνει σχεδόν ημιθανής από τις δύο διασπάσεις που του προκάλεσαν μέσα σε έναν χρόνο, πρώτα αυτοί που δεν άντεχαν τον Κασσελάκη και έπειτα αυτοί που δεν άντεχαν χωρίς αυτόν. Στην Αθήνα ολόκληρες οργανώσεις, όπως αυτή στο Πολύγωνο-Γκύζη, έκλεισαν, ενώ στην επαρχία απέμειναν συνήθως ολιγομελείς ομάδες χωρίς μεγάλη οργανωτική εμπειρία. Μέσα σε αυτό το κλίμα, ο νέος πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ καλείται να λύσει τον γόρδιο δεσμό της ανασυγκρότησης οργανώσεων χωρίς το αντίστοιχο ανθρώπινο δυναμικό. Την ίδια στιγμή οφείλει να οργανώσει την κοινοβουλευτική παρουσία ενός κόμματος, που είχε ξεμάθει να λειτουργεί με τόσο λίγους βουλευτές. Πολλώ δε μάλλον που οι επαναλαμβανόμενες «διευρύνσεις» που εμπνεύστηκε ο Αλ. Τσίπρας, έχουν φορτώσει την ΚΟ με αρκετά πρόσωπα αμφιβόλου κοινοβουλευτικής επάρκειας.
Και τέλος, ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει σύντομα να βρει μια απάντηση σε ένα ερώτημα που προβάλλει αμείλικτο όσο οι συσχετισμοί παραμείνουν εκεί όπου είναι σήμερα. Ποιος ο λόγος να υπάρχει; Με το ΠΑΣΟΚ να μειώνει τη διαφορά από τη ΝΔ και να προβάλλει ως δυνητικός διεκδικητής της πρώτης θέσης, πώς ακριβώς μπορεί να συντηρηθεί ένα κόμμα το οποίο, διατηρώντας ένα ποσοστό της τάξης του 6-9%, διασφαλίζει τη διατήρηση της ηγεμονίας στην κυβέρνηση; Το ΠΑΣΟΚ μπορούσε να απαντά σε αυτό το πρόβλημα, αφενός λόγω της τοποθέτησής του στο κέντρο του άξονα και αφετέρου λόγω των ισχυρών αντί-ΣΥΡΙΖΑ συναισθημάτων ενός μέρος του κοινού του. Ο ΣΥΡΙΖΑ όμως βρίσκεται εγκλωβισμένος σε ένα πιο περίπλοκο σάντουιτς, που απαιτεί πιο περίτεχνους ελιγμούς.
Το πρόβλημα για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι στην πραγματικότητα υπαρξιακό: ποιος είναι και πού πάει. Μετά την απότομη μαζικοποίηση του, κατά τη μνημονιακή περίοδο, απέτυχε παταγωδώς να συγκροτηθεί σε έναν στοιχειωδώς ενιαίο πολιτικό χώρο. Μετά το 2023 βρέθηκε χωρίς τις δύο τελευταίες συγκολλητικές του ουσίες, τον κυβερνητισμό και τον Αλ. Τσίπρα (έστω ως φαντασιακό). Καθώς όμως ο χώρος δεν απέκτησε ποτέ σπονδυλική στήλη, οποιοσδήποτε αποκολλάται από αυτόν, παίρνει μαζί του ένα κομμάτι της ψυχής του και ένα κομμάτι της βάσης του. Το αποτέλεσμα είναι η διασκευή του παλιού αριστερού συνθήματος για τα «1,2,3 πολλά Βιετνάμ»: 1,2,3, πολλοί ΣΥΡΙΖΑ.
Στις ευρωεκλογές του περασμένου Ιουνίου, τέσσερα διαφορετικά κόμματα με αναφορά στον ιστορικό ΣΥΡΙΖΑ κινήθηκαν από το 2,5% μέχρι το 14,9%. Με την ίδρυση του κόμματος του Στέφανου Κασσελάκη, τα τέσσερα έγιναν πέντε: ΜέΡΑ 25, «Κίνημα Δημοκρατίας», «Νέα Αριστερά», «Πλεύση Ελευθερίας» και ο ίδιος ο μητροπολιτικός ΣΥΡΙΖΑ. Οι μετρήσεις δείχνουν ότι και τα πέντε διεκδικούν με μικρότερες ή μεγαλύτερες πιθανότητες την είσοδό τους στην επόμενη Βουλή, όλα με μονοψήφια ποσοστά. Το γεγονός είναι μάλλον ανεπανάληπτο στη σύγχρονη πολιτική ιστορία της Ευρώπης.
Το «αίτημα ΣΥΡΙΖΑ» στην κοινωνία παραμένει σχετικά ενεργό. Τα θραύσματα του κόμματος που ενσωμάτωσε την αντιπαράταξη στα μνημόνια κατά τη δεκαετία του 2010, συγκέντρωσαν τον Ιούνιο σχεδόν 25%. Σήμερα, παρά τις απώλειες, δείχνουν να ξεπερνούν το 20%. Ανάμεσά τους κάποια αναφέρονται στο ριζοσπαστικό και αντιμνημονιακό παρελθόν, άλλα στη λαϊκιστική εκδοχή του, ορισμένα στην απόπειρα στροφής του προς το Κέντρο. Μέσα στις διαφορετικές αποχρώσεις, κάποια χαρακτηριστικά καταλήγουν να διαπλέκονται μεταξύ τους. Κανένα από τα κόμματα όμως δεν δείχνει ότι μπορεί να συσπειρώσει το σύνολο των αντιφατικών χαρακτηριστικών που γέννησαν τον παλιό ισχυρό ΣΥΡΙΖΑ.
Είναι αυτό ένα στοίχημα για τον νέο πρόεδρό του; Μάλλον όχι, γιατί τότε κινδυνεύει να είναι ένα στοίχημα χαμένο. Μπορεί ωστόσο να ορίσει έναν χώρο, αριστερά του Κέντρου, μέσα στον οποίον ο ΣΥΡΙΖΑ θα ξαναγίνει κυρίαρχος και κατά το δυνατόν αξιόπιστος. Τότε, θα έχει τη δυνατότητα να προσκαλέσει τους μικρούς (ΝεΑρ) και μεγάλους (ΠΑΣΟΚ) γείτονές του σε συζήτηση, με καλύτερους όρους από αυτούς που παρέλαβε.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News