Η Δύση μπορεί να είναι έξαλλη με τον Βλαντίμιρ Πούτιν επειδή απείλησε για πρώτη φορά να ρίξει ατομική βόμβα σε έναν μη πυρηνικό αντίπαλο. Ομως, η κλιμάκωση της Μόσχας είναι μέρος της παγκόσμιας ανάπτυξης πυρηνικών προγραμμάτων και παράλληλης εκμετάλλευσης του φόβου που απορρέει από αυτά, καθώς οι διεθνείς προσπάθειες ελέγχου των πυρηνικών όπλων καταρρέουν.
Η Αμερική, η Ρωσία και η Κίνα εκσυγχρονίζουν τα οπλοστάσια τους. Το Ιράν οδεύει προς την κατασκευή βόμβας και το Ισραήλ εξαπολύει αεροπορικές επιδρομές στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του αντιπάλου του με την ελπίδα να τον σταματήσει. Μη πυρηνικές χώρες μεσαίου μεγέθους, από τη Νότια Κορέα έως τη Σαουδική Αραβία, συζητούν ενεργά την ανάπτυξη των δικών τους προγραμμάτων.
Ολα αυτά ακούγονται τρελά, γράφουν οι Times, «παίζοντας mad (τρελός) και M.A.D (Mutual Αssured Destruction – Αμοιβαία Επιβεβαιωμένη Καταστροφή). Και πράγματι είναι.
Η αυξανόμενη απειλή πολέμου σε όλο τον κόσμο και η κατάσταση στην Ανατολική Ευρώπη φέρνουν στην επιφάνεια το πολεμικό δόγμα M.A.D. που λέει ότι αν κάποιος επιτεθεί με πυρηνικά, ο αντίπαλος θα απαντήσει με τον ίδιο τρόπο και έτσι θα καταστραφούν και οι δύο πλευρές. Πολλοί ήλπιζαν ότι θα παρέμενε στο ντουλάπι με τους ιστορικούς εφιάλτες, όμως αυτό επιστρέφει.
Ειδικά μετά την εισβολή των Ρώσων στην Ουκρανία, διάφορες χώρες από την ανατολή προς τη δύση κοιτάζουν εκ νέου τα πυρηνικά όπλα και βλέπουν πώς ακόμη και η απειλή χρήσης τους ανταμείβεται.
Μόλις τον περασμένο μήνα, η Βόρεια Κορέα δοκίμασε τον διηπειρωτικό βαλλιστικό πύραυλο Hwasong-19. Το καθεστώς του Κιμ Γιονγκ Ουν, η μόνη δύναμη που περιλαμβάνει στο πυρηνικό της δόγμα και το προληπτικό χτύπημα, έχει 30-50 πυρηνικές κεφαλές, γράφουν οι Times και η μόνη αμφιβολία που υπήρχε, μέχρι τώρα, ήταν αν διέθετε τα μέσα να τις εκτοξεύσει.
Πριν απο λίγο καιρό, η απορία λύθηκε όταν ο Κιμ επέδειξε για πρώτη φορά στον κόσμο την εγκατάσταση εμπλουτισμού ουρανίου της χώρας του.
Η Νότια Κορέα φλέρταρε στο παρελθόν με την ιδέα της ανάπτυξης όπλων, αλλά αντιστάθηκε. Υπάρχουν όμως εντός της, χώρας φωνές που υποστηρίζουν ότι με τον Κιμ ανεξέλεγκτο και σε στενή συμμαχία με τη Ρωσία, η Νότια Κορέα ίσως χρειάζεται τη δική της βόμβα.
Σύμφωνα με τους Times, μια από αυτές τις φωνές είναι ο Τσεόνγκ Σεόνγκ-τσανγκ, κορυφαίος νοτιοκορεάτης αναλυτής και συγγραφέας του βιβλίου Why We Should Become a Nuclear Power (Γιατί Πρέπει να Γίνουμε Πυρηνική Δύναμη), ο οποίος χρησιμοποίησε την εκλογική νίκη του Τραμπ για να προωθήσει τα επιχειρήματά του.
Ο Τσεόνγκ υποστηρίζει ότι ο Τραμπ έχει επανειλημμένα απειλήσει να αποσύρει τα αμερικανικά στρατεύματα από τη Νότια Κορέα, χρησιμοποιώντας τα ίδια επιχειρήματα που έχει και για την Ευρώπη, ότι τα μακρινά έθνη δεν πρέπει να βασίζονται στην Ουάσιγκτον για την προστασία τους. Ο Τσέονγκ λέει ότι έχει έρθει η ώρα η Κορέα να πιστέψει τον Τραμπ.
«Εάν δεν αποδεχτούμε τις απαιτήσεις της Αμερικής, η πυρηνική ομπρέλα των ΗΠΑ αναπόφευκτα θα πάψει να υπάρχει», δήλωσε πρόσφατα στην κορεατική τηλεόραση.
Η Σεούλ επιμένει ότι η αμυντική της στάση είναι στραμμένη προς τον βόρειο γείτονά της και τις επανειλημμένες απειλές της οικογένειας Κιμ, εδώ και δεκαετίες, να κάνει τη Νότια Κορέα στάχτη. Ομως κανείς δεν αμφιβάλλει ότι επιθυμεί επίσης να αποτρέψει τον άλλο, μερικές φορές τρομακτικό, και πολύ μεγαλύτερο γείτονά της, την Κίνα. Ο πρόεδρος Σι, συνεχίζουν οι Times, είναι ένας άλλος παγκόσμιος ηγέτης που έχει στραφεί με μεγάλο ενδιαφέρον στα πυρηνικά όπλα.
Τα σχέδια της Κίνας
Το 1964 ο Μάο επέβλεψε την πρώτη κινεζική πυρηνική δοκιμή. Εκτοτε, και για δεκαετίες, το Πεκίνο ήταν η μόνη μεγάλη πυρηνική δύναμη που είχε ως επίσημη πολιτική να μην χρησιμοποιήσει πυρηνικό όπλο, εκτός και αν του επιτεθεί πρώτα κάποιος με τέτοιο. Δεν είναι πλέον σαφές εάν αυτό εξακολουθεί να ισχύει.
Αυτό που είναι ξεκάθαρο είναι ότι η Κίνα έχει αυξήσει σημαντικά το πυρηνικό της οπλοστάσιο και έχει αναβαθμίσει την πυραυλική της δύναμη, που θεωρείτο παλαιότερα ως το πιο αναποτελεσματικό μέρος της στρατιωτικής μηχανής της. Η Κίνα διαθέτει τώρα πυρηνικά υποβρύχια ανάλογα με εκείνα της Βρετανίας και της Αμερικής και κατασκευάζει 100 προηγμένες κεφαλές ετησίως, σύμφωνα με τους Times.
Εξάλλου, η Κίνα, ως μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, έχει υπογράψει τη συνθήκη για τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων και έχει δεσμευτεί να μην βοηθά άλλες χώρες να αναπτύξουν πυρηνικά όπλα. Ωστόσο, το Πακιστάν πιστεύεται ότι αναπτύσσει ένα πυρηνικό σύστημα πυραύλων που θα χρησιμοποιηθεί με τα μαχητικά βομβαρδιστικά JF-17, τα οποία κατασκευάζοονται από κοινού με την Κίνα.
Πιο ανησυχητικές για την Ουάσιγκτον, σύμφωνα με τους Times, είναι οι αναφορές ότι η Κίνα προσφέρθηκε να βοηθήσει τη Σαουδική Αραβία σε ένα εγχώριο πρόγραμμα πυραύλων και ένα δυνητικό πυρηνικό πρόγραμμα διπλής χρήσης, δηλαδή ένα πρόγραμμα που φαινομενικά θα αφορά εγκαταστάσεις εμπλουτισμού ουρανίου και πυρηνικής ενέργειας, αλλά θα μπορούσε να μετατραπεί ώστε να εξυπηρετήσει στρατιωτική χρήση.
Ο διάδοχος του θρόνου της Σαουδικής Αραβίας, Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, ο ντε φάκτο κυβερνήτης της χώρας, έχει πει ότι εάν το Ιράν φτιάξει βόμβα, η Σαουδική Αραβία θα κάνει το ίδιο. Οι ΗΠΑ φαίνεται ότι τον έχουν προειδοποιήσει να μην συνεργαστεί με την Κίνα, αλλά οι Σαουδάραβες αξιωματούχοι έχουν εκφράσει ιδιωτικά τη δυσαρέσκειά τους που ο πρόεδρος Μπάιντεν αρνήθηκε τη συνδρομή σε ένα πρόγραμμα εμπλουτισμού ουρανίου.
Ο αμερικανικός παράγων
Και ύστερα, είναι οι ΗΠΑ. Ενώ διαμαρτύρονται για τις απειλές της Ρωσίας, σχίζουν τις συνθήκες για τα πυρηνικά εδώ και χρόνια, προφανώς με την πεποίθηση ως η μόνη υπερδύναμη του κόσμου, δεν τις χρειάζονται… Είναι μια κατάσταση που είναι απίθανο να αντιστρέψει ο Τραμπ, γράφουν οι Times.
Οι ΗΠΑ πρέπει να «διατηρήσουν την τεχνική και αριθμητική υπεροχή απέναντι στα συνδυασμένα κινεζικά και ρωσικά πυρηνικά αποθέματα», έγραψε στο περιοδικό Foreign Affairs ο Ρόμπερτ Ο’ Μπράιεν, ο οποίος ήταν σύμβουλος του Τραμπ για την εθνική ασφάλεια στην προηγούμενη θητεία του.
Το πυρηνικό δόγμα που έχει ήδη εγκριθεί από τον Μπάιντεν, αν και δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί πλήρως, για πρώτη φορά απαιτεί από τις ΗΠΑ να προετοιμαστούν απέναντι σε μια ταυτόχρονη απειλή από τη Ρωσία, την Κίνα και τη Βόρεια Κορέα, καθώς οι τρεις δυνάμεις σφυρηλατούν μια αντιαμερικανική συμμαχία. Αυτό μπορεί επίσης να περιλαμβάνει την επέκταση του αμερικανικού οπλοστασίου, που διατηρείται εδώ και καιρό σε σταθερά επίπεδα.
Τι συνέβη λοιπόν με τις συμφωνίες που υποτίθεται ότι θα τερμάτιζαν την κούρσα των πυρηνικών εξοπλισμών που κάποτε τρόμαζε τόσο πολύ τον κόσμο;
Το M.A.D. δεν είναι απλώς ένα ωραίο σλόγκαν. Προέκυψε όταν ο κόσμος συνειδητοποίησε τι είχαν κάνει οι ΗΠΑ, όταν έριξαν τις βόμβες στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι.
Κανένα εδαφικό κέρδος, ούτε καν η καταστροφή του καπιταλισμού ή του κομμουνισμού, δεν θα άξιζε την απώλεια μεγάλων πόλεων και εκατομμυρίων ανθρώπων, πόσο μάλλον το τέλος του κόσμου. Με απλά λόγια, ο πυρηνικός πόλεμος είναι εξ ορισμού ένας πόλεμος που κανείς δεν μπορεί να κερδίσει.
«Μπορεί να μας παρομοιάσουν με δύο σκορπιούς σε ένα μπουκάλι: ο καθένας είναι ικανός να σκοτώσει τον άλλον, αλλά μόνο με κίνδυνο της ζωής του», όπως το έθεσε ο «πατέρας» της βόμβας, Ρόμπερτ Οπενχάιμερ, το 1960.
Αρκεί ο φόβος για να μας σώσει;
Αλλά το M.A.D. έχει τα μειονεκτήματά του, επισημαίνουν οι Times. Ενα από αυτά, το οποίο καταδείχθηκε με το αναθεωρημένο πυρηνικό δόγμα του Πούτιν, αφορά την πιθανή χρήση μικρότερων, των λεγόμενων τακτικών, πυρηνικών. Το M.A.D. εξαρτιάται από την ιδέα ότι ο πυρηνικός πόλεμος περιλαμβάνει βόμβες σαν αυτές που έπεσαν στην Ιαπωνία, αλλά στην πολύ μεγαλύτερη κλίμακα που διαθέτουν οι μεταγενέστερες εκδόσεις τους.
Το εν λόγω δόγμα δεν λαμβάνει υπόψη την πιθανότητα ανάπτυξης όπλων πεδίου μάχης που απείλησε να χρησιμοποιήσει ο Πούτιν. Αυτά αλλάζουν, πιθανώς, τις απόψεις όλων των πλευρών.
Η Ουκρανία δεν έχει πυρηνικά όπλα, αφού παρέδωσε όσα είχαν αναπτυχθεί στο έδαφός της όταν διαλύθηκε η Σοβιετική Ενωση, ως αντάλλαγμα για εγγυήσεις ασφαλείας που τώρα ακυρώνονται από τη Ρωσία.
Η Ρωσία θα μπορούσε επομένως να αποκτήσει τεράστιο πλεονέκτημα -σχεδόν σίγουρα νίκη- χρησιμοποιώντας μικρά πυρηνικά όπλα στο πεδίο της μάχης.
Τα τακτικά όπλα, ένα κλάσμα του μεγέθους των βομβών της Χιροσίμα ή του Ναγκασάκι, θα μπορούσαν να εκτοξευθούν από πυροβολικό ή τανκς ή να συνδεθούν με πυραύλους μικρού βεληνεκούς. Για να ανταποκριθούν στην απειλή, οι πυρηνικές δυνάμεις της Δύσης θα έπρεπε να συμμετάσχουν απευθείας στον πόλεμο, κάτι που δεν θέλουν να κάνουν.
Οπως εξηγούν οι Times, οι θεωρίες αποτροπής που ίσχυαν μέχρι πρόσφατα ανάγονται στο τέλος του Ψυχρού Πολέμου, που δημιούργησε φόβο αλλά και την παράδοξη ασφάλεια του M.A.D.
Μετά την κουβανική πυραυλική κρίση το 1962, όταν ο κόσμος έφτασε στο χείλος της καταστροφής, καθώς ο πρόεδρος Κένεντι και ο Νικίτα Χρουστσόφ, ο τότε ηγέτης της Σοβιετικής Ενωσης, προσπάθησαν να αποκαλύψουν ο ένας την μπλόφα του άλλου, αμφότερες οι πλευρές θεώρησαν ότι ήταν καλή ιδέα να επισημοποιηθεί η θεωρία του M.A.D.
Ενας «εξωφρενικός ανταγωνισμός στα στρατηγικά όπλα» είχε δημιουργήσει «μια κούρσα εξοπλισμών εντελώς άνευ προηγουμένου σε μέγεθος και κίνδυνο», όπως είπε ο Μακ Τζορτζ Μπάντι, Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας τόσο του Τζον Κένεντι όσο και του διαδόχου του, Λίντον Τζόνσον, ο οποίος απαίτησε να μπει ένα φρένο.
Η Συνθήκη του 1970 για τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων περιόρισε τα πυρηνικά όπλα για τις πέντε χώρες που τα είχαν ήδη. Η Μόσχα δεν θα βοηθούσε τον συνταγματάρχη Καντάφι να φτιάξει τη βόμβα, εφόσον κανείς από την άλλη πλευρά δεν θα βοηθούσε το καθεστώς του απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική.
Η Συνθήκη του 1972 κατά των βαλλιστικών πυραύλων, εμποδίζοντας τις δύο πλευρές να αναπτύξουν πυραυλική άμυνα, παραδόξως διατήρησε την αποτρεπτική επίδραση των πυρηνικών όπλων. Η πρώτη Συνθήκη Περιορισμού Στρατηγικών Οπλων (Salt I) περιόρισε το αμερικανικό και το σοβιετικό πυρηνικό οπλοστάσιο – αμφότερα πάντως διατήρησαν την ικανότητα να καταστρέψουν τον κόσμο.
Αλλά, το τέλος του Ψυχρού Πολέμου σήμαινε ότι χώρες που προστατεύονταν προηγουμένως από τις δύο δυνάμεις, όπως η Βόρεια Κορέα, ένιωσαν ότι χρειάζονταν το δικό τους αποτρεπτικό μέσο. Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι τόσο η Βόρεια Κορέα όσο και το Ιράν ανανέωσαν τα πυρηνικά τους προγράμματα μετά την εισβολή στο Ιράκ, το 2003.
Το Ισραήλ, το μοναδικό πυρηνικό κράτος που ποτέ δεν είπε ανοικτά ότι έχει πυρηνικά, ήθελε έναν απόλυτο αποτρεπτικό παράγοντα για τα εχθρικά κράτη που το περιέβαλαν. Το Πακιστάν και η Ινδία είχαν τη δική τους διαμάχη και αποφάσισαν ότι θα έπρεπε να έχουν το δικό τους M.A.D.
Εν τω μεταξύ, από τη στιγμή που έγινε σαφές ότι η Αμερική κέρδιζε τον Ψυχρό Πόλεμο, οικονομικά στην αρχή αλλά μέχρι τη δεκαετία του 1980 πολιτικά και ιδεολογικά επίσης, οι φωνές των Ρεπουμπλικανών άρχισαν να υποστηρίζουν ότι ο ισορροπημένος έλεγχος των εξοπλισμών περιόριζε δυσανάλογα την ισχύ των ΗΠΑ.
Το Salt II υπεγράφη το 1979, γράφουν οι Times, αλλά δεν επικυρώθηκε ποτέ από το Κογκρέσο των ΗΠΑ, το οποίο αναρωτήθηκε γιατί η Σοβιετική Ενωση, η οποία κατέφυγε στη βία για να κρατήσει το Αφγανιστάν στην πολιτική τροχιά της, θα έπρεπε να ανταμειφθεί με βοήθεια για τη μείωση του κόστους στο πυρηνικό της οπλοστάσιο.
Στη συνέχεια, ο Ρίγκαν ενέκρινε μια «Πρωτοβουλία Στρατηγικής Αμυνας» -γνωστή ως Star Wars- για την ανάπτυξη προηγμένων πυραυλικών συστημάτων. Μεταξύ των αυστηρότερων επικριτών του, που τον κατηγόρησαν ότι υπονόμευσε το M.A.D., ήταν ο τότε νεαρός γερουσιαστής Τζο Μπάιντεν. Η απάντηση του Ρίγκαν ήταν ουσιαστικά ότι κατά την άποψή του το M.A.D. ήταν τρελό.
Το 1999, το Ρεπουμπλικανικό Κογκρέσο αρνήθηκε να επικυρώσει τη Συνθήκη για την Ολοκληρωμένη Απαγόρευση των Πυρηνικών Δοκιμών, η οποία επομένως δεν τέθηκε ποτέ σε ισχύ. Η κυβέρνηση του Τζορτζ Μπους δεν επανέλαβε ποτέ τις συνομιλίες για το Start III, που ξεκίνησαν επί προέδρων Κλίντον και Γέλτσιν.
Μέχρι τότε, ο Πούτιν είχε αντικαταστήσει τον Γέλτσιν στη Μόσχα. Οταν ο Λευκός Οίκος του Μπους αποχώρησε από τη συνθήκη κατά των βαλλιστικών πυραύλων το 2002, ο Πούτιν ακολούθησε την επόμενη μέρα, αποχωρώντας από το Start II.
Από τότε όλα πήγαν προς το χειρότερο. Ο Ομπάμα ήταν ιδεαλιστής υπέρ της ειρήνης, αλλά δεν ήταν σίγουρος πώς να αντιμετωπίσει εκείνους που, όπως ο Πούτιν, «μυρίστηκαν» αδυναμία. Ετσι, ανανέωσε τις συνομιλίες με τη Ρωσία και οι δύο τους υπέγραψαν ένα πολύ περιορισμένο «New Start» (Νέο Ξεκίνημα) το 2010. Αυτό έβαλε σαφή, σταθερά όρια στη διηπειρωτική ανάπτυξη της Ρωσίας και της Αμερικής και τους υποβρύχιους πυρηνικούς πύραυλους.
Ωστόσο, αυτό λήγει το 2026, με τον Πούτιν και τον Τραμπ να μην δείχνουν κανένα σημάδι ότι μπορεί να παραταθεί. Οι προσπάθειες του Ομπάμα να σταματήσει το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν -με το Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης, του 2015, ή JCPOA- ήταν ακόμη πιο βραχύβιες και καταργήθηκαν από τον Τραμπ το 2018. Εναν χρόνο αργότερα ο Τραμπ αποσύρθηκε επίσης από τη συμφωνία του 1987 για τις Ενδιάμεσες Πυρηνικές Δυνάμεις (INF), που απαγόρευε μια ολόκληρη κατηγορία πυρηνικών όπλων.
Με τη Ρωσία να συνεχίζει τον πόλεμο στην Ουκρανία, το οπλοστάσιο της Κίνας να αυξάνεται ταχύτατα, το Ιράν ένα βήμα πριν την ανάπτυξη πυρηνικών κεφαλών και την ασφάλεια στη Μέση Ανατολή να καταρρέει, δεν υπάρχουν πλέον καθόλου συνομιλίες για την ανανέωση του Start, την επιβολή της συνθήκης για τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων ή την αναζωογόνηση της συμφωνίας με το Ιράν.
Η παλιά πυρηνική τάξη πραγμάτων έχει πεθάνει, καταλήγουν οι Times και το μόνο πράγμα που εμποδίζει την καταστροφή είναι για άλλη μια φορά το M.A.D.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News