«Μα γιατί δεν την πήρα πίσω; Το 2019, μια εβδομάδα μετά το Art Basel Miami –όπου το “Comedian” εκτέθηκε πρώτη φορά– μου πρότειναν να το αγοράσω πίσω έναντι 500.000 δολαρίων. Αρνήθηκα. Χθες σκέφτηκα: “Τι ανόητος!”».
Ο Μαουρίτσιο Κατελάν μάλλον το διασκεδάζει. Μέσα σε σύντομο, σχετικά, χρονικό διάστημα ο περιβόητος ιταλός εικαστικός είδε την τιμή της στερεωμένης στον τοίχο με κολλητική ταινία μπανάνας του να υπερδεκαπλασιάζεται, φτάνοντας στα 6,2 εκατ. δολάρια – το βράδυ της Τετάρτης, αφού βγήκε σε δημοπρασία από τον οίκο Sotheby’s στη Νέα Υόρκη.
Και τώρα, ο άνθρωπος που υπέγραψε το πιο ακριβό… φρούτο στην Ιστορία της Τέχνης σχολιάζει το ρεκόρ του από το Μπέργκαμο, όπου βρίσκεται, όχι μόνο επειδή είναι οπαδός της Αταλάντα, αλλά και γιατί εκεί πρόκειται να παρουσιαστεί (το ερχόμενο καλοκαίρι) το επόμενό του πρότζεκτ, μια έκθεση με τον τίτλο «Σκεπτόμενος σαν ένα βουνό».
Τι έκανε, όμως, ο Κατελάν, κατά τη διάρκεια της δημοπρασίας; «Κοιμόμουν βαθιά και ονειρευόμουν μια μεγάλη νίκη της Αταλάντα εναντίον της Μίλαν την ερχόμενη 6η Δεκεμβρίου στο Μπέργκαμο», είπε, συνομιλώντας με τον Ντάριο Παπαλάρντο της La Repubblica. Αφού ξύπνησε, ωστόσο, άρχισε να απολαμβάνει την εξαιρετική επιτυχία της μπανάνας του, η οποία πουλήθηκε με πιστοποιητικό γνησιότητας καθώς και οδηγίες για την αντικατάστασής της, μόλις αρχίσει να αποσυντίθεται.
Η μπανάνα που δημοπρατήθηκε την Τετάρτη, αγοράστηκε, λίγο νωρίτερα, έναντι 35 λεπτών από μια υπαίθρια αγορά στο Απερ Ιστ Σάιντ του Μανχάταν. Πλειοδότης αναδείχθηκε τελικά (μέσω τηλεδιάσκεψης από το Χονγκ Κονγκ) ο κινέζος Τζάστιν Σαν, μεγιστάνας των κρυπτονομισμάτων, έπειτα από μια σκληρή αναμέτρηση με έναν τύπο ονόματι Θίοντορ Μπι, ο οποίος ήθελε να αποκτήσει την μπανάνα για να τη δωρίσει στον… Ελον Μασκ.
Ερωτηθείς ποιος είναι πιο «τρελός» –αυτός που παίρνει μια μπανάνα και την κολλάει στον τοίχο, παρουσιάζοντάς την ως έργο τέχνης, ή εκείνος που δαπανά 6,2 εκατ. δολάρια για να την αποκτήσει– ο 64χρονος καλλιτέχνης εξήγησε πως «τρελοί δεν είναι τόσο όσοι δημιουργούν ή αγοράζουν έργα όπως το “Comedian”, αλλά η δημιουργική στάση στην οποία έχει συνηθίσει η αγορά τέχνης. Οπως παρατηρεί ο Φραντσέσκο Μπονάνι (γνωστός ιταλός ιστορικός τέχνης και επιμελητής εκθέσεων) το “Comedian” τουλάχιστον δεν είναι ακόμη ένας πίνακας από κάποια γκαλερί του Μανχάταν. Είναι μια πρόκληση που μας καλεί να αναλογιστούμε την αξία της τέχνης και τη δυναμική της αγοράς, ωθώντας μας να διερωτηθούμε τι δηλώνει αυτό το έργο για εμάς ως θεατές».
Ο Φραντσέσκο Μπονάνι (αλλά και άλλοι ειδήμονες) έχει υποστηρίξει επίσης πως μέσω του «Comedian» ο Μαουρίτσιο Κατελάν επιδίωξε να χλευάσει την αγορά της τέχνης, το οποίο ο καλλιτέχνης δεν το αρνείται. «Ισως», είπε. «Αλλά εάν αυτό ήταν αλήθεια, δεν θα έφταιγα εγώ. Η αγορά ήταν εκείνη που αποφάσισε να αντιμετωπίσει σοβαρά μια μπανάνα στον τοίχο. Αν το σύστημα είναι τόσο ευάλωτο που πέφτει, γλιστρώντας σε μια μπανανόφλουδα, ίσως ήταν ήδη ολισθηρό».
Οσο για την πρόθεση του νέου ιδιοκτήτη της μπανάνας να τη φάει, όπως δήλωσε ο ίδιος, τις επόμενες ημέρες, «ααα, έτσι θα είναι σε θέση να πει ότι έχει χωνέψει τη σύγχρονη τέχνη, μαζί με τη φλούδα και την ταινία», είπε ο Κατελάν.
Πώς, όμως, του κατέβηκε η ιδέα; Από που αγόρασε την πρώτη μπανάνα και πόσο του κόστισε; «Το 2019, δούλευα σε ένα αφιέρωμα του New York Magazine και σκέφτηκα τη μπανάνα ως σύμβολο της Νέας Υόρκης: ένα απλό, καθολικό αντικείμενο, γεμάτο νόημα. Η ιδέα παρέμενε στον αέρα, έως ότου ήρθε η ώρα της έκθεσης στο Μαϊάμι. Βρέθηκα ενόψει μιας κορεσμένης αγοράς, γεμάτης υπερβολικά και όχι πολύ πειραματικά έργα. Ετσι αποφάσισα να προβώ σε μια ουσιαστική, σχεδόν παράλογη χειρονομία: αγόρασα μια μπανάνα έναντι 25 λεπτών και την στερέωσα στον τοίχο με κολλητική ταινία. Το “Comedian” είναι ένα τρανταχτό γέλιο ενάντια σε ένα κουρασμένο σύστημα, μια πρόσκληση να ανακαλύψουμε εκ νέου τη δύναμη της ειρωνείας και της απλότητας».
Ο Κατελάν εξέφρασε την αντίθεσή του σε αυτό το σύστημα και μέσω του εξίσου διάσημου έργου του «America»: «μια μασίφ χρυσή τουαλέτα στο Guggenheim της Νέας Υόρκης, σύμβολο της αχαλίνωτης πολυτέλειας, της επιδειξιμανίας και της ανισότητας. Μια κριτική για την υπερβολή και έναν κόσμο που έχει εμμονή με το φαίνεσθαι και την εξουσία», όπως ανέφερε ο ίδιος.
Σχετικά με τις κατηγορίες σε βάρος του περί λογοκλοπής, μετά τον ντόρο που προκάλεσε το «Commedian», ο Κατελάν επικαλέστηκε τον Ζαν Κοκτό. «“Φυσικά και υπάρχει η τύχη. Αλλιώς πώς θα μπορούσαμε να εξηγήσουμε την επιτυχία των άλλων;”, έλεγε. Στην περίπτωσή μου, όμως, δεν μου χρειάστηκε: όλοι οι κριτές, σε κάθε επίπεδο, έχουν αναγνωρίσει την απόλυτη πρωτοτυπία της δουλειάς μου».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News