Οταν ο Σπρίνγκστιν συνάντησε τον Νίκολσον
Το 1975 ο Μπρους Σπρίνγκστιν αρχίζει να συμφιλιώνεται με την ιδέα της μεγάλης επιτυχίας, καθώς έχει προηγηθεί το άλμπουμ «Born to Run». Στα κλαμπ του Λος Αντζελες όπου εμφανίζεται με την μπάντα του νιώθει ότι «ξαναγεννιέται», όπως εξομολογείται στο ομότιτλο βιβλίο, «Born to Run», που πρόσφατα κυκλοφόρησε και στα ελληνικά (εκδ. Key books, μετάφραση Αλέξης Καλοφωλιάς).
Από εκεί και ένα στιγμιότυπο με τα μεγάλα ονόματα της εποχής: «Οι συναυλίες στο Λος Αντζελες πήγαν καλά. Ο Μάρτιν Σκορσέζε και ο Ρόμπερτ ντε Νίρο ήρθαν να μας δουν, ενώ λίγες μέρες μετά ο Μάρτι οργάνωσε μια ιδιωτική προβολή της ταινίας του “Κακόφημοι Δρόμοι” αποκλειστικά για το συγκρότημα, ανοίγοντας με μια δική του μικρού μήκους, με τίτλο “The Big Shave”.
»Γνώρισα τον Τζακ Νίκολσον, άλλο ένα τέκνο του Νιου Τζέρσεϊ, ο οποίος είχε μεγαλώσει στην κωμόπολη που γειτονεύει με το Ασμπουρι Παρκ, το Νέπτσουν Σίτι. Μετά τη συναυλία αράξαμε σε ένα μικρό μπαρ πάνω απ’ το Roxy και τον ρώτησα πώς είχε διαχειριστεί την επιτυχία. Είπε πως μέχρι να τη γνωρίσει ήταν ήδη έτοιμος γι’ αυτήν. Δεν ήμουν σίγουρος ότι το ίδιο ίσχυε και για εμένα, αλλά σύντομα θα το μάθαινα. Πολύ γρήγορα θα φεύγαμε για την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, για μια σειρά εμφανίσεων».
Ο πρόωρος θάνατος του Κερτ Κομπέιν
Στο «Συλλέκτης Στιγμών» (εκδ. Οξύ, μετάφραση Πάνος Τομαράς, 2024) ο Ντέιβ Γκρολ, ντράμερ των Nirvana και ιδρυτής των Foo Fighters, επιστρέφει στα πρώτα χρόνια του στο Σπρίνγκφιλντ της Βιρτζίνια, στο τζαμάρισμα με τον Ιγκι Ποπ και στις συναντήσεις του με τους μεγάλους της ροκ.
Σε ένα από τα στιγμιότυπα περιγράφει τι ακολούθησε όταν άκουσε στο τηλέφωνο ότι ο Κερτ Κομπέιν, frontman των Nirvana, είχε χάσει τη μάχη με τη ζωή στις 3 Μαρτίου 1994, ενώ βρισκόταν σε ξενοδοχείο της Ρώμης. Η είδηση αποδείχτηκε ψεύτικη, αλλά μόνο για ένα μήνα:
«Μου κόπηκαν τα γόνατα, το τηλέφωνο έπεσε από τα χέρια μου, γονάτισα στο πάτωμα του δωματίου μου, σκέπασα το πρόσωπό μου και έβαλα τα κλάματα. Είχε φύγει. Ο ντροπαλός νεαρός που μου είχε δώσει ένα μήλο μόλις είχαμε συστηθεί στο αεροδρόμιο του Σιάτλ (σ.σ. ο τρόπος με τον οποίο όντως είχαν γνωριστεί) είχε φύγει. Ο ήσυχος, εσωστρεφής συγκάτοικός μου στο μικρό διαμέρισμα στην Ολύμπια είχε φύγει. Ο στοργικός πατέρας που έπαιζε με την όμορφη κορούλα του στα παρασκήνια κάθε βράδυ πριν τις συναυλίες μας είχε φύγει… Μετά από λίγα λεπτά το τηλέφωνο χτύπησε πάλι. Το σήκωσα καθισμένος ακόμα στο πάτωμα. Μετά βίας κατάφερα να μιλήσω από τα δάκρυα και την ταχυπαλμία. “Μισό λεπτό… δεν πέθανε. Είναι ακόμα ζωντανός…”».
Ο Κομπέιν μεταφέρθηκε εκείνη την ημέρα στο νοσοκομείο λόγω υπερβολικής δόσης. Υστερα από 36 ημέρες, στις 8 Απριλίου 1994, η είδηση για τον θάνατό του ήταν πέρα ως πέρα αληθινή.
O Bono και ο Ντοστογιέφσκι
Στο αυτοβιογραφικό «Surrender» (εκδ. Ψυχογιός, μετάφραση Γιώργος Ικαρος-Μπαμπασάκης) ο Bono των U2 μοιράζει τη διαδρομή του σε 40 ιστορίες. Σε μία από αυτές διηγείται πώς ξεκίνησε να γράφει στα 18 του ακούγοντας το «Glad to See you Go» των Ramones. «Αυτά τα τραγούδια είναι τόσο απλά, και όμως εκφράζουν μια πολυπλοκότητα που σχετίζεται με τη ζωή μου πιο πολύ από ό,τι το “Έγκλημα και τιμωρία” του Ντοστογιέφσκι. Που μόλις το έχω διαβάσει. Που μου πήρε τρεισήμισι εβδομάδες να το διαβάσω. Αυτό το άλμπουμ παίρνει μόνο 29 λεπτά και 57 δευτερόλεπτα.
»Τραγούδια τόσο απλά που ακόμα και εγώ μπορώ να τα παίξω στην κιθάρα. Και δεν ξέρω να παίζω κιθάρα. Τραγούδια τόσο απλά που ίσως να κατάφερνα και εγώ να γράψω ένα. Θα ήταν κάτι σαν προσωπική επανάσταση, που η απόηχοί της ίσως ακούγονταν ίσαμε το πάνω πάτωμα στο άδειο δωμάτιο του Νόρμαν, του μεγάλου αδελφού μου».
Υστερα θυμάται το πρώτο σινγκλ που έγραψε, τον Μάιο του 1978. «Κυκλοφόρησα το τραγούδι “Οut of Control” γιατί μου κατέβηκε η ιδέα –και ίσως έχει βάλει το χεράκι του ο Ντοστογιέφσκι σ’ αυτό– ότι εμείς οι άνθρωποι ασκούμε μικρή ή και καμία επίδραση στις δύο πιο σημαντικές στιγμές της ζωής μας. Στη γέννηση και στον θάνατό μας».
Η ραπτομηχανή που έντυνε έναν… AC/DC
Ο Μπράιαν Τζόνσον έγινε η φωνή των AC/DC το 1980 παίρνοντας τη θέση του Μπον Σκοτ. Στην αυτοβιογραφία του «Οι Ζωές του Μπράιαν» (εκδ. Ψυχογιός, μετάφραση Γιάννης Νένες, 2023) περιγράφει με πολύ ηλεκτρισμό την εξέλιξή του από το γκρίζο και βρώμικο Γκέιτσχεντ της Αγγλίας. Από τα πιο ενδιαφέροντα αποσπάσματα είναι η σχέση με την ιταλίδα μητέρα του και τη… ραπτομηχανή της: «Το σάουντρακ των πρώτων παιδικών μου χρόνων ήταν το κροτάλισμα της ραπτομηχανής της μητέρας μου, που το ακολουθούσαν οι πνιγμένοι λυγμοί της όταν έκλαιγε λίγο πριν κοιμηθεί κάθε βράδυ στον κάτω όροφο.
»Ηταν Ιταλίδα η μαμά μου –Εστερ Μαρία Βικτόρια Οκτάβια ντε Λούκα ήταν το πατρικό της όνομα– και είχε έρθει να μείνει στη βορειοανατολική Αγγλία με τον μπαμπά μου μετά τον πόλεμο, χωρίς να συνειδητοποιεί ότι θα ήταν εντελώς διαφορετικά από την ιδιαίτερη πατρίδα της, το Φρεσκάτι, λίγο έξω από τη Ρώμη […] Αν κάτι κρατούσε τη μητέρα μου στα λογικά της εκείνα τα πρώτα χρόνια, ήταν η ραπτομηχανή της. Ενα ποδοκίνητο επιτραπέζιο πράγμα στην αρχή, μετά μια μικρή ηλεκτρική Σίνγκερ. Τη δούλευε όλη μέρα και μέχρι αργά τη νύχτα και ήταν πραγματικά η πιο καταπληκτική μοδίστρα. Στο τέλος μάλιστα κατάφερε να στήσει μια ωραία μικρή επιχείρηση, ράβοντας νυφικά για όλες τις ντόπιες νύφες. Για να μην αναφέρουμε τα ρούχα που φορούσε πάνω στη σκηνή ένας συγκεκριμένος νεαρός όταν έγινε επαγγελματίας τραγουδιστής…».
Radiohead: oι ιδέες που έρχονται στα παρασκήνια
Το «How to Disappear: A Portrait of Radiohead» (John Murray Press, 2024) είναι ένα φωτογραφικό λεύκωμα με κείμενα του μπασίστα των Radiohead Κόλιν Γκρίνγουντ, τον οποίο είδαμε πρόσφατα και στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, στο πρόγραμμα με τον Νικ Κέιβ.
Σε αυτό αποτυπώνονται στιγμιότυπα από την εξέλιξη της μπάντας, από το 2003 έως το 2016. Στο κείμενο του λευκώματος ο Γκρίνγουντ αφηγείται ιστορίες από τις πρώτες ημέρες, όταν οι πέντε συμμαθητές από την Οξφόρδη (Τομ Γιορκ, Τζόνι Γκρίνγουντ, Εντ Ο’Μπράιαν, Φιλ Σέλγουεϊ και ο συγγραφέας) ξεκίνησαν τη μουσική τους περιπέτεια, «κάνοντας διαρκώς πρόβες, αλλά καθόλου συναυλίες», χωρίς να φαντάζονται ότι θα εξελίσσονταν σε μια από τις σημαντικότερες ροκ μπάντες της εποχής τους. Αναφέρεται επίσης στην πολύωρη αναμονή στα παρασκήνια μεγάλων φεστιβάλ, «όπου συχνά έρχονται ιδέες για νέες συνθέσεις, ενώ πειραματίζεσαι στις δοκιμές του ήχου».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News