Μπορεί ο Αδόλφος Χίτλερ να είναι ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα και μισητά πρόσωπα της παγκόσμιας Ιστορίας, ωστόσο είναι πολύ ενδιαφέρον το πόσο λίγα γνωρίζουμε, όχι τόσο για το εμετικό καθεστώς που εγκαθίδρυσε, αλλά κυρίως για το πώς έφτασε να καταλάβει την εξουσία.
Το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου βρήκε τη Γερμανία ηττημένη. Στα τέλη Οκτωβρίου 1918, λίγο πριν από τη λήξη του πολέμου δηλαδή, και ενώ διαφαινόταν ξεκάθαρα η επερχόμενη ήττα των Κεντρικών Δυνάμεων, ξέσπασε στη Γερμανία η λεγόμενη Νοεμβριανή Επανάσταση, η οποία στις 9 Νοεμβρίου 1918, δύο ημέρες πριν από την επίσημη λήξη του πολέμου, ανακήρυξε τη δημοκρατία.
Την ίδια ημέρα ο Γουλιέλμος Β’, Κάιζερ της Γερμανίας παραιτήθηκε από γερμανός αυτοκράτορας και βασιλιάς της Πρωσίας και έφυγε για το εξωτερικό, όπου πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του αυτοεξόριστος στην Ολλανδία. Ετσι, έπαψε να υπάρχει η Γερμανική Αυτοκρατορία, καθώς και η κυριαρχία της δυναστείας των Χοεντσόλερν στην Πρωσία και στο Βρανδεμβούργο, που μετρούσε περισσότερα από 500 χρόνια.
Η Συνθήκη των Βερσαλλιών, που υπεγράφη ανάμεσα στις νικήτριες δυνάμεις της Αντάντ και τη Γερμανία, περιλάμβανε ιδιαίτερα επαχθείς οικονομικούς όρους, μείωση της εδαφικής της έκτασης, καθώς και επίρριψη της συνολικής ευθύνης για τον πόλεμο στους Γερμανούς. Εδώ υπάρχουν δύο καίρια σημεία.
Πρώτον, τη Συνθήκη των Βερσαλλιών δεν την υπέγραψαν εκπρόσωποι του παλαιού καθεστώτος, αλλά του νέου, που ακολούθησε τη διάλυση της Γερμανικής Αυτοκρατορίας, δηλαδή της λεγόμενης Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Οπότε, εκείνοι που έφεραν την πολιτική ευθύνη για την εμπλοκή της χώρας στον πόλεμο δεν την ανέλαβαν ποτέ. Δεύτερον, οι ευθύνες του στρατού για την ήττα αποσιωπήθηκαν εντελώς, επιρρίπτοντας το σύνολο των ευθυνών στον πολιτικό κόσμο.
Κάπως έτσι γεννήθηκε και ο μύθος της πισώπλατης μαχαιριάς. Τι έλεγε αυτός; Οτι ο γερμανικός στρατός δεν είχε ηττηθεί στο πεδίο της μάχης, αλλά η Γερμανία είχε προδοθεί από τον εσωτερικό εχθρό, που δεν ήταν άλλος από τους δημοκρατικούς που είχαν λάβει μέρος στη Νοεμβριανή Επανάσταση, είχαν ανατρέψει τη μοναρχία και είχαν υπογράψει την ανακωχή στις 11 Νοεμβρίου 1918. Επομένως οι δημοκράτες, οι μπολσεβίκοι και οι Εβραίοι ήταν οι προδότες, που εξαιτίας τους έχασε η Γερμανία τον πόλεμο.
Αυτός ο μύθος απεδείχθη ιδιαίτερα ανθεκτικός. Στα πρώτα χρόνια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, με τα σοβαρότατα οικονομικά προβλήματα και την εθνική ταπείνωση της χώρας μετά τον εδαφικό ακρωτηριασμό της, ξεκίνησαν να εμφανίζονται ακραίες πολιτικές οργανώσεις, όπως το Εθνικοσοσιαλιστικό ή Ναζιστικό Κόμμα με επικεφαλής τον Αδόλφο Χίτλερ. Με την οικονομική κρίση να βαθαίνει όλο και περισσότερο και τον γερμανικό λαό να οδηγείται στην εξαθλίωση, η πόλωση βρισκόταν στα ύψη, με αποτέλεσμα αυτές οι οργανώσεις να βρουν πρόσφορο έδαφος για να επιχειρήσουν να επιβληθούν διά της βίας, ανατρέποντας το υφιστάμενο καθεστώς.
Αυτό ακριβώς προσπάθησε να κάνει το κόμμα του Χίτλερ στις 8 Νοεμβρίου 1923, ακριβώς πέντε χρόνια μετά την παραίτηση του Γουλιέλμου Β’. Τότε έγινε το λεγόμενο Πραξικόπημα της Μπιραρίας στο Μόναχο, σε μια μπιραρία όπου εκείνη τη μέρα είχε συγκεντρωθεί η ηγεσία της κυβέρνησης του κρατιδίου της Βαυαρίας.
Ο Χίτλερ εισέβαλε μαζί με μέλη των SA, της παραστρατιωτικής οργάνωσης του κόμματος. Εκεί άρχισε να λέει ότι άρχισε η Εθνική Επανάσταση. Ανήγγειλε ότι ανατράπηκε η υφιστάμενη κυβέρνηση και εγκαθιδρύθηκε προσωρινή επαναστατική κυβέρνηση. Εν τω μεταξύ, ο Εριχ Λούντεντορφ, κορυφαία στρατιωτική μορφή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, που είχε συνταχθεί με τον Χίτλερ, αποδέχτηκε τη θέση του αρχηγού του Γερμανικού Στρατού.
Οι κινηματίες όμως είχαν παραλείψει να διακόψουν τις κάθε λογής επικοινωνίες. Ετσι, οι πληροφορίες για το πραξικόπημα έφτασαν στην κυβέρνηση του Βερολίνου, η οποία κινήθηκε άμεσα για την καταστολή του.
Εχοντας πρότυπο τον Μουσολίνι, ο οποίος είχε κάνει την προηγούμενη χρονιά την περίφημη Πορεία προς τη Ρώμη εγκαθιδρύοντας τον φασισμό, ο Χίτλερ και οι πραξικοπηματίες αποφάσισαν την επόμενη μέρα, 9 Νοεμβρίου, να παρελάσουν στους δρόμους του Μονάχου. Η αστυνομία όμως είχε κλείσει τον δρόμο και έδωσε διαταγή να διαλυθούν και να παραδοθούν. Εκείνοι αρνήθηκαν και τότε η αστυνομία έριξε προειδοποιητικά πυρά.
Τα SA απάντησαν στους πυροβολισμούς, με αποτέλεσμα να υπάρξουν δεκάδες νεκροί και εκατοντάδες τραυματίες. Ανάμεσα στους τραυματίες ήταν ο Χέρμαν Γκέρινγκ, ήρωας του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και αργότερα υπαρχηγός του Χίτλερ στο Τρίτο Ράιχ. Ο Χίτλερ παραλίγο να τραυματιστεί θανάσιμα, αλλά σώθηκε από τον σωματοφύλακά του, ο οποίος μπήκε μπροστά του σώζοντάς τον από τις σφαίρες.
Ο Χίτλερ, μαζί με άλλους πραξικοπηματίες, συνελήφθη λίγες μέρες αργότερα και παραπέμφθηκε σε δίκη με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας. Ο ίδιος χρησιμοποίησε τη δίκη για να παρουσιάσει τις θέσεις του, οι οποίες μέσα από τις εφημερίδες τις εποχής έγιναν γνωστές σε ολόκληρη τη Γερμανία. Ετσι, μια οργάνωση που είχε τη βάση της στη Βαυαρία και ήταν σχεδόν άγνωστη έξω από αυτή, απέκτησε εθνική εμβέλεια. Τελικά τού επιβλήθηκε η ελάχιστη δυνατή ποινή, που ήταν κάθειρξη πέντε ετών. Κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του ο Χίτλερ συνέγραψε το πασίγνωστο βιβλίο του «Ο Αγών μου».
Το αποτυχημένο Πραξικόπημα της Μπιραρίας έκανε τον Χίτλερ να συνειδητοποιήσει ότι η κατάληψη της εξουσίας δεν μπορούσε να γίνει διά της βίας, αλλά ακολουθώντας τη νόμιμη διαδικασία, δηλαδή τη συμμετοχή στις εκλογές. Μόλις εννέα χρόνια αργότερα, ο Χίτλερ θα γινόταν καγκελάριος της Γερμανίας, εγκαθιδρύοντας το Τρίτο Ράιχ.
Η επέτειος του Πραξικοπήματος της Μπιραρίας γιορταζόταν κάθε χρόνο από το Τρίτο Ράιχ με μεγάλη επισημότητα, αποδίδοντας φόρο τιμής στους νεκρούς. Μάλιστα, κατά τους εορτασμούς του 1939 έγινε μια αποτυχημένη δολοφονική απόπειρα εναντίον του Χίτλερ.
Είναι πραγματικά αδιανόητο το πώς ένα κόμμα τοπικής εμβέλειας, που επιχείρησε να καταλάβει την εξουσία πραξικοπηματικά και με τους πρωταίτιους να φυλακίζονται, κατάφερε μέσα σε λιγότερο από μια δεκαετία να αναλάβει την εξουσία με νόμιμα μέσα, εγκαθιδρύοντας ένα καθεστώς που υπήρξε υπεύθυνο για τα χειρότερα και πιο αρρωστημένα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.
Kάθε γωνιά μια ιστορία. Το podcast της Ελένης Λετώνη
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News