Χτύπησε το τηλέφωνό του. Το σήκωσε. Ο λιβανέζος οικογενειάρχης, ένοικος του διαμερίσματος στη Βηρυτό, άκουσε μια ηχογραφημένη ανδρική φωνή να του λέει σε σπαστά αραβικά: «Φύγε αμέσως από αυτό το σπίτι, διότι θα βομβαρδιστεί». Η κλήση είχε γίνει από το Ισραήλ. Ολος κι όλος ο χρόνος τής, ας πούμε, συνδιάλεξης, ήταν επτά δευτερόλεπτα.
Προειδοποίηση που αν δεν την ακούσεις θα πεθάνεις, σχολίασε η Repubblica, αν και συμπλήρωσε ότι η φωνή δεν είπε –και γενικώς δεν λέει– πόσα λεπτά έχει στη διάθεσή του το θύμα ώστε να απομακρυνθεί με ασφάλεια από το σπίτι του, από το… ασφαλές κάστρο του. Το ένστικτο αυτοσυντήρησης είπε στον προειδοποιηθέντα ότι δεν προλαβαίνει καν να πάει στην τουαλέτα. Τέτοια νίλα έπαθε ο Αχμέντ την 1η Οκτωβρίου ο 34 ετών μεταφορέας, σύζυγος και πατέρας ενός οκτάχρονου κοριτσιού.
«Θα τρώγαμε ταμπουλέ»
«Το κινητό χτύπησε στις εννιά. Μόλις είχα επιστρέψει, αλλά είχα προλάβει να κάνω ένα ντους. Θα τρώγαμε ταμπουλέ για δείπνο. Χτύπησε το τηλέφωνο. Οταν είδα ότι η κλήση προερχόταν από το Ισραήλ, η καρδιά μου χτύπησε δυνατά. Το κατάλαβα αμέσως αυτό, έτσι άφησα το τηλέφωνο να χτυπήσει για λίγο. Προτού απαντήσω, κοίταξα τη γυναίκα μου που μαγείρευε και μετά το διαμέρισμα όπου έμενα 12 χρόνια. Ηταν ωραίο διαμέρισμα, ξόδεψα όλες τις οικονομίες μου για να το αγοράσω. Είχε δύο υπνοδωμάτια, κουζίνα, δύο μπάνια, μπαλκόνι. Οι φωτογραφίες του γάμου μας ήταν σε ένα ράφι, το σακίδιο της κόρης μου, της Αμάλ, ήταν ακουμπισμένο στην ντουλάπα. Ηταν Η κλήση. Αυτή που εδώ και 40 ημέρες ανακοινώνει ποιο κτίριο της Βηρυτού θα γκρεμιστεί, ποιες οικογένειες θα χάσουν τα πάντα».
Η Repubblica έγραψε ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο ολόκληρες πολυκατοικίες έχουν γίνει σωροί ερειπίων από ισραηλινούς πυραύλους. Η επίσημη δικαιολογία των Ισραηλινών είναι πάντα η ίδια, ότι ο στρατός τους επιδίδεται σε κυνήγι της Χεζμπολάχ. Μόνο που όταν κάποιο κτίριο κρύβει πραγματικά βάσεις της ή πολιτοφύλακές της, ο ισραηλινός στρατός δεν προειδοποιεί κανέναν, απλώς χτυπά. Μάλλον αυτή είναι η στρατηγική του τρόμου, ώστε μαζί με τα σπίτια να τσακίσει και το ηθικό των Λιβανέζων.
Τώρα ο Αχμέντ ακούει τον εαυτό του να ουρλιάζει πανικόβλητος στη γυναίκα του: «Βιάσου, πάρε την Αμάλ, πάρε ό,τι μπορείς, τα σημαντικά, δεν ξέρω τι, αλλά πάρε τα. Κάλεσαν στο σπίτι μας, η φωνή μόλις είπε ότι βομβαρδίζουν…» Και πλέον είναι σε θέση να αξιολογήσει την κατάσταση: «Τρελαίνεσαι σε τέτοια πράγματα. Δεν ξέραμε πόσο χρόνο είχαμε. Μπορεί πέντε λεπτά, μπορεί τριάντα ή μόνο ένα. Ωστόσο, ήμασταν έξω στο δεκάλεπτο».
Η ερώτηση, επανήλθε ο Ιταλός, στη Δύση ακούγεται υπαρξιακή (προσώρας), αλλά στον πόλεμο παίρνει πολύ πρακτική έννοια. Εχεις ένα δεκάλεπτο στη διάθεσή σου. Τι παίρνεις από το σπίτι σου προτού το κάνουν σκόνη; Ας δούμε τι πήρε ο Αχμέντ.
«Ετρεξα στην ντουλάπα, πήρα το τσαντάκι με τις τραπεζικές κάρτες μου, το διαβατήριό μου, την άδεια οδήγησης, το πιστοποιητικό ιδιοκτησίας του σπιτιού και λίγα χρήματα. Ημουν με την πιζάμα μου, έτσι άρπαξα ένα παντελόνι και ένα πουκάμισο. Η γυναίκα μου πήρε ένα χρυσό βραχιόλι. Χάνεις την έννοια του ουσιαστικού όταν ξέρεις ότι ένας πύραυλος πρόκειται να σε χτυπήσει. Μου φάνηκε απαραίτητο να πάρω τα τσιγάρα μου και να ανοίξω το ψυγείο. Η κόρη μου πήρε το τάμπλετ. Λυπήθηκα που άφησα τις φωτογραφίες της πρώτης σχολικής ημέρας της Αμάλ και εκείνες του γάμου μας. Υπήρχαν και κάποια μπουκάλια με άρωμα που με ενδιέφεραν…
»Και, ξέρεις, νιώθαμε ασφαλείς σε αυτή τη γειτονιά, διότι κανένας από τη Χεζμπολάχ δεν μένει εδώ. Γνωρίζω όλους τους γείτονες. Ηθελα να τους προειδοποιήσω, διότι δεν γνώριζα αν και αυτοί είχαν προειδοποιηθεί με τηλεφώνημα από το Ισραήλ. Εκανα το μοναδικό πράγμα που μού φάνηκε καλό εκείνη τη στιγμή, άρχισα να ουρλιάζω».
Ας φανταστούμε, λοιπόν, τον νεαρό άνδρα να κατεβαίνει απνευστί τις σκάλες, πηδώντας ανά δύο τα σκαλοπάτια, κρατώντας με το ένα χέρι την τσάντα με τα χρειώδη και με το άλλο την κόρη του. Ας φανταστούμε τη γυναίκα του να τον ακολουθεί σέρνοντας μια τσάντα και σε κάθε όροφο να φωνάζει προς τους γείτονες έξω από τις πόρτες τους.
Συναγερμός από το θυροτηλέφωνο
«Είδα τα φώτα αναμμένα στα διαμερίσματα. Οταν έφθασα στην είσοδο της πολυκατοικίας πάτησα όλα τα κουμπιά στον πίνακα των θυροτηλεφώνων για να καλέσω συναγερμό, όμως…» Αυτή δεν είναι ιστορία ηρώων, αλλά η αφήγηση μιας απελπισμένης απόδρασης κανονικών ανθρώπων. «Θα ήθελα να επιμείνω περισσότερο στα θυροτηλέφωνα, να περιμένω να απαντήσει κάποιος, αλλά τρομοκρατήθηκα, έπρεπε να πάρω την Αμάλ, τη δική μου προτεραιότητα, και να τη φυγαδεύσω μακριά. Μπήκαμε στο αυτοκίνητό μας και κανείς μας δεν κοίταξε πίσω».
Επίλογος της Repubblica: «Τριάντα λεπτά αφότου ο Αχμέντ άκουσε το ηχογραφημένο μήνυμα, η πολυκατοικία καταστράφηκε. Οι οκτώ όροφοι έπεσαν ο ένας πάνω στον άλλον, όπως σε προγραμματισμένη κατεδάφιση. Εμαθα ότι δεν υπήρξαν θύματα, ευτυχώς. Οι Ισραηλινοί είχαν τηλεφωνήσει και σε έναν άλλον γείτονα του Αχμέντ…»
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News