Μέσα σε τρεις ημέρες είχα την τύχη και την ευλογία να ζήσω δύο υπέροχες μουσικές βραδιές.
Η μία στο Καλλιμάρμαρο, προς τιμήν του μεγάλου μας στιχουργού Λευτέρη Παπαδόπουλου, που όλοι τον φωνάζουν αρχηγό, οι πιο στενοί τον λέμε και πρόεδρο. Πόσες φορές δεν έχουμε πει στον εαυτό μας ακούγοντας ένα τραγούδι που αγαπάμε, «μα, το έγραψε και αυτό;»
Η άλλη, το βράδυ της Παρασκευής, στο Ηρώδειο, με τη Βίκυ Λέανδρος, που επέλεξε αυτόν τον χώρο και αυτόν τον κόσμο, τον κατάδικό της, για να κλείσει μια μεγάλη και τόσο λαμπερή σταδιοδρομία. Κάτω από την Ακρόπολη. Στην αγκαλιά των δικών της ανθρώπων, όπως μας είπε.
Και στις δύο αυτές μεγάλες βραδιές, τα τραγούδια που ακούσαμε, όλα «παιδιά» μας, έδειξαν τα χρόνια τους. Στη σκηνή επάνω είδαμε και νοιώσαμε πόσο μεγάλωσαν και αυτά. Και ήταν, πιστέψτε με, ωραία.
Οι σπασμένες φωνές, εκείνες που δεν έβγαιναν όπως παλιά, όπως είναι ακόμα στους δίσκους, μπορεί να παραξένεψαν, να στενοχώρησαν ή και να θύμωσαν μερικούς. Αλλά εγώ, νομίζω και πολλοί ακόμα, τις λατρέψαμε. Ετσι ακριβώς! Οπως βγήκαν, με πολλές δεκαετίες δρόμο. Και τις χειροκροτήσαμε με την ψυχή μας.
Οχι από λύπηση, αλλά από μεγάλο σεβασμό. Και ευγνωμοσύνη.
Η Βίκυ Λέανδρος δεν έκρυψε τη φθορά των χορδών της. Τη διαχειρίστηκε όμως. Οπως ξέρουν να κάνουν όλοι οι μεγάλοι, σε όποιον καλλιτεχνικό χώρο και αν είναι. Με έναν τρόπο υπέροχο και έντιμο. Ως και τα παπούτσια της πέταξε προς το τέλος της συναυλίας, για να δείξει ότι ακόμα πατά γερά. Οτι «εδώ είναι οι ρίζες μου». Και ότι έχει ανάγκη να δώσει στο κοινό της αυτό που μπορεί. Οχι αυτό που πρέπει.
Ξέρετε, στις κερκίδες είμαστε όλοι μας προπονητές. Ξέρουμε μπάλα καλύτερα από τους ποδοσφαιριστές. Και αν τύχει κάποια μέρα να μην είναι κάποιοι σε φόρμα, είμαστε έτοιμοι να τους ξηλώσουμε.
Τώρα δε, με τα σόσιαλ μίντια, έχουμε γίνει όλοι μας κριτικοί. Αλλο το «μου άρεσε»», το «με ενθουσίασε» και το «απογοητεύτηκα», και άλλο ο… εξειδικευμένος σχολιασμός επί της «τεχνικής», αν «έβγαιναν οι ψηλές νότες» και αν «έγδερναν οι βαριές». Αυτά είναι πράγματα που άκουσα και διάβασα τις τελευταίες ημέρες…
Οπως στο Ηρώδειο την Παρασκευή 6 Σεπτεμβρίου, έτσι και στο Καλλιμάρμαρο την Τετάρτη 4 Σεπτεμβρίου άκουσα αρκετούς να κατακρίνουν τις σπασμένες φωνές. Λες και εκείνες δεν το ξέρουν!
Η Λέανδρος και όλοι οι «16 του Λευτέρη», νεότεροι και πιο παλιοί, έχουν κόψει πολλά χιλιόμετρα. Η πρώτη, με καταξιωμένη διεθνή καριέρα, με τρελές πωλήσεις ακόμα και στην Ιαπωνία, όπου κάπου διάβασα ότι τη λένε «Τραγουδίστρια των Χρυσανθέμων», στάθηκε μπροστά μας με ένα «κάτι» στον λαιμό, που όμως μόνο οι σπουδαίοι τραγουδιστές ξέρουν και πώς να το διαχειριστούν.
Οι 16 του Λευτέρη, άλλος λίγο άλλος πολύ –για σκεφθείτε το λιγάκι– στάθηκαν μπροστά σε έναν γίγαντα των τραγουδιών τους, που τον έλεγαν «αρχηγό» και «πρόεδρο», που ήταν σχεδόν βυθισμένος και γυρτός μέσα στην καρέκλα του. Σπασμένος αλλά αγέρωχος! Και έδωσαν ό,τι μπορούσαν.
Ακόμα και η Χαρούλα, που κάποια στιγμή κάθισε δίπλα του, έχοντας και αυτή κατεβάσει τις κουρτίνες της, όπως είπε, στις επαγγελματικές απαιτήσεις του τραγουδιού, ανέβηκε στη σκηνή και μας έδωσε την ωραιότερη «σπασμένη φωνή» που ακούσαμε ποτέ.
Θα πείτε… ναι, αλλά κάποιοι άλλοι δεν λένε να τα παρατήσουν. Δικαίωμά τους! Γιατί, θαρρείτε, το κάνουν; Διότι δεν έχουν επίγνωση της φθοράς τους; Ή επειδή θέλουν να βγάλουν κι άλλα λεφτά;
Η τελική απόφαση είναι δική τους. Μόνο. Και δεν μας πέφτει λόγος.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News