Η Κίνα σκοπεύει να σταματήσει να βγάζει παιδιά προς διεθνή υιοθεσία, τερματίζοντας έτσι μια πρακτική που οδήγησε εκατοντάδες χιλιάδες μωρά, κυρίως εγκαταλελειμμένα κορίτσια, να μεγαλώνουν στη Βρετανία, στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε άλλες Δυτικές χώρες τις τελευταίες τρεις δεκαετίες.
Σύμφωνα με δημοσίευμα των Times του Λονδίνου, η αλλαγή αναμένεται να τεθεί σε ισχύ άμεσα, απογοητεύοντας οικογένειες που έχουν ήδη ξεκινήσει τη διαδικασία. Οι υιοθεσίες τέθηκαν σε προσωρινή παύση κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αλλά κάποιες άρχισαν και πάλι από πέρυσι.
Οι ΗΠΑ ήταν μακράν ο μεγαλύτερος αποδέκτης κινέζων ορφανών. Ισπανικά ζευγάρια υιοθέτησαν επίσης χιλιάδες κινεζικά βρέφη, ενώ λιγότερα ήρθαν στη Βρετανία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ανάμεσα στους επώνυμους που έχουν υιοθετήσει από την Κίνα είναι η ηθοποιός Μεγκ Ράιαν – που είχε ήδη ένα παιδί με τον συνάδελφό της Ντένις Κουέιντ, πριν χωρίσουν και υιοθετήσει ένα κορίτσι από την Κίνα.
Η περίπτωση του σκηνοθέτη Γούντι Αλεν –που έχει επίσης υιοθετήσει μια μικρή Κινέζα– είναι πιο πολύπλοκη, καθώς η υιοθεσία ήταν κοινή απόφαση με την κατά 35 χρόνια νεώτερη κορεάτισα σύζυγό του Σουν-γι Πρεβέν, η οποία πριν τον γάμο τους υπήρξε θετή κόρη του βραβευμένου δημιουργού και της ηθοποιού Μία Φάροου. Η σχέση τους είχε προκαλέσει αντιδράσεις στη δεκαετία του 1990.
Η Μάο Νινγκ, εκπρόσωπος της κινεζικής κυβέρνησης, δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου: «Στο μέλλον, εκτός από τους ξένους υπηκόους που έρχονται στην Κίνα για να υιοθετήσουν παιδιά και είναι παράπλευροι συγγενείς εντός τριών γενεών ή θετά τέκνα, η Κίνα δεν θα παρέχει πλέον παιδιά για υιοθεσία στο εξωτερικό».
Ορισμένες χώρες επιτρέπουν σε ξένες οικογένειες να υιοθετούν ορφανά και εγκαταλελειμμένα παιδιά, αν και συχνά υπό αμφιλεγόμενες συνθήκες. Στην περίπτωση της Κίνας, η πολιτική υιοθεσιών ήταν επισημοποιημένη και δημοφιλής, αλλά συχνά περιβαλλόταν από αμηχανία λόγω των δεσμών της με τις πολιτικές του Κομμουνιστικού Κόμματος. Η προτίμηση για τα αγόρια και η πολιτική του ενός παιδιού, που εισήχθη το 1979, οδήγησε εκατοντάδες χιλιάδες κορίτσια στην εγκατάλειψη.
Το αυξανόμενο κόστος της υγειονομικής περίθαλψης, τη στιγμή που η χώρα έκανε ανοίγματα προς τον έξω κόσμο, παρείχε και ένα άλλο κίνητρο, όπως επισημαίνουν οι Times. Οι γονείς που δεν μπορούσαν να αντέξουν οικονομικά τις εγχειρήσεις για μωρά που γεννιούνταν με αναπηρίες, συνειδητοποίησαν ότι διεθνείς φιλανθρωπικές οργανώσεις ήταν διατεθειμένες να καλύψουν τα έξοδα για σωτήριες χειρουργικές επεμβάσεις σε εγκαταλελειμμένα παιδιά.
Βέβαια, υπήρξαν και πολλές καταχρήσεις. Τα ποσά που πληρώνονταν από αλλοδαπούς –όχι τεράστια για τα Δυτικά πρότυπα, αλλά σημαντικά στην αγροτική Κίνα– οδήγησαν σε συχνές καταγγελίες για διαφθορά και «κλεμμένα μωρά κατά παραγγελία». Ενα ακμάζον εμπόριο απαχθέντων μωρών τις δεκαετίες του 1980 και του 1990 δημιούργησε μια εγχώρια «αγορά» υιοθεσιών.
Καθώς η Κίνα γινόταν πλουσιότερη, το θέμα βρέθηκε στο επίκεντρο ευρέων συζητήσεων στη χώρα – και η κοινή γνώμη εμφανίστηκε διχασμένη. Κάποιοι τόνιζαν την «τύχη» των υιοθετημένων παιδιών που στη συνέχεια σπούδασαν σε κορυφαία αμερικανικά πανεπιστήμια, ή με άλλους τρόπους έγιναν επιτυχημένοι και εύποροι, ενώ άλλοι επισήμαιναν τη θλίψη των οικογενειών που άφησαν πίσω τους.
Ορισμένα υιοθετημένα παιδιά επέστρεψαν στην Κίνα ως ενήλικες για να προσπαθήσουν να βρουν τους γονείς τους, με ανάμικτα αποτελέσματα. Ο Γιανζόνγκ Χουάνγκ, ειδικός στα παγκόσμια Συστήματα Υγείας του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων των ΗΠΑ, λέει στους Times ότι η αλλαγή της πολιτικής υιοθεσιών στην Κίνα θα έπληττε πολλά παιδιά με αναπηρία –τα οποία συχνά εγκαταλείπονται από τους φυσικούς γονείς τους–, στερώντας τους την ευκαιρία για μια καλύτερη ζωή.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News