O 52χονος Μπιέρν Χέκε είναι πρώην καθηγητής Iστορίας. Η μελέτη του αντικειμένου σε βάθος, δεν τον εμπόδισε να γίνει ένας από τους πιο σκληροπυρηνικούς ακροδεξιούς πολιτικούς της σύγχρονης Γερμανίας και ο άνθρωπος που φέρνει το AfD όλο και πιο κοντά στην εξουσία, κάτι που αποδεικνύει ότι τελικά από την Iστορία δεν μαθαίνουμε τίποτε ως είδος.
Οι Γερμανοί, από την πλευρά τους και παρά την καλπάζουσα άνοδο του ακροδεξιού ΑfD, της πιο ακραίας φράξιας του οποίου ηγείται ο Χέκε, προσπαθούν να μην επαναληφθεί η Iστορία τους, έστω και ως φάρσα, δικάζοντας τον Χέκε για ακροδεξιά ρητορική. Ο ίδιος, αντίθετα με τους περισσότερους γερμανούς πολιτικούς, δεν έχει κανέναν ενδοιασμό να «πυροβολεί» στις ομιλίες του τις ομάδες που η Aκροδεξιά θεωρεί επικίνδυνες και εγκληματικές: τους μετανάστες, τους ισλαμιστές και τους γραφειοκράτες της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Εχει πει στους Γερμανούς ότι πρέπει να επιλέξουν αν θέλουν να είναι «πρόβατα ή λύκοι» και φυσικά τους προτρέπει να είναι το δεύτερο.
Οι ομιλίες του Χέκε είναι τόσο ακραίες που έχουν συγκριθεί με εκείνες του Γκέμπελς, ενώ πολλοί πιστεύουν ότο αυτό δεν είναι τυχαίο: τον έχει μελετήσει και τον μιμείται, λένε στενοί του φίλοι και συνεργάτες, στον Guardian.
Οι επικριτές του θεωρούν τον Χέκε τη μεγαλύτερη απειλή για τη μεταπολεμική δημοκρατία στη Γερμανία. Και ίσως δεν έχουν άδικο. Ο Χέκε είναι ο βασικός υπεύθυνος για τη μεταμόρφωση του Alternative für Deutschland (AfD) από ένα ευρωσκεπτικιστικό κόμμα σε ένα καθαρά ακραίο, αντι-ισλαμικό μόρφωμα που αρνείται την κλιματική αλλαγή. Το 2020, ο Τόμας Χάλντενβανγκ, επικεφαλής της γερμανικής υπηρεσίας πληροφοριών, ρωτήθηκε εάν ο Χέκε είναι ακροδεξιός εξτρεμιστής: «Ο Μπιέρν Χέκε είναι ένας ακροδεξιός εξτρεμιστής», απάντησε εκείνος.
Ο Χέκε ανδρώθηκε πολιτικά στην πρώην Ανατολική Γερμανία, εκεί όπου κυρίαρχο συναίσθημα είναι ο θυμός για την οικονομική δυσπραγία που έφερε η ένωση με την πρώην Δυτική Γερμανία και η μετάβαση στον καπιταλισμό. Ξεκίνησε, τον Απρίλιο του 2013, το παράρτημα του AfD στη Θουριγγία και έγινε ο ηγέτης μιας χαλαρής πολιτικής συγκρότησης που ονομάζεται «Το Φτερό». Με στόχο να γίνει «ένα κίνημα αντίστασης ενάντια στην περαιτέρω διάβρωση της γερμανικής ταυτότητας», το Φτερό έγινε σύντομα μεγάλο και σημαντικό κομμάτι του AfD.
Oι θέσεις του είναι τόσο ακραίες που ξένισαν ακόμη και τα πιο μετριοπαθή μέλη του AfD που προσπάθησαν δύο φορές να τον εξοστρακίσουν από το κόμμα. Ο ίδιος επιβίωσε, όμως. Σε πρόσφατη ομιλία του, αποδοκίμασε το γερμανικό «αυτομαστίγωμα» για τη ναζιστική εποχή. «Εμείς οι Γερμανοί είμαστε ο μόνος λαός στον κόσμο που έχουμε ένα μνημείο ντροπής στην καρδιά της πρωτεύουσάς μας», είπε, αναφερόμενος στο Μνημείο του Βερολίνου για τους δολοφονημένους Εβραίους της Ευρώπης.
Πριν από τις προηγούμενες τοπικές εκλογές, είχε δώσει μια άλλη ομιλία, στην οποία εμφανίστηκε πολύ βαριά ντυμένος. «Ο πιο κρύος Μάιος των τελευταίων 140 ετών», είπε. «Ισχυρές αποδείξεις της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής», συνέχισε και το πλήθος γέλασε με το αστείο του.
Στη συνέχεια, άρχισε να βομβαρδίζει το κοινό με αριθμούς από μνήμης: 4.000 γραφειοκράτες της ΕΕ κερδίζουν μισθούς άνω των 290.000 ευρώ («περισσότερα από το γερμανό καγκελάριο!»). Εξήντα εκατομμύρια ευρώ σπαταλιούνται στη Θουριγγία κάθε χρόνο πληρώνοντας διογκωμένα επιδόματα σε πρόσφυγες που πλαστογραφούν τις ηλικίες τους. «Ποιος δίνει και ποιος παίρνει; Εμείς οι Γερμανοί, δίνουμε πάντα», είχε πει ο Χέκε στο πλήθος.
Λίγους μήνες αργότερα, η Θουριγγία του έδωσε μια ξεκάθαρη δικαίωση. Το AfD πήρε σχεδόν το ένα τέταρτο των ψήφων, ξεπερνώντας το κεντροδεξιό CDU. Ο Χέκε έχει φέρει το AfD πιο κοντά στην πραγματική εξουσία από ποτέ άλλοτε.
Πέντε χρόνια αργότερα, οι επικριτικές φωνές για τον Χέκε εντός του AfD έχουν εξαφανιστεί. Το Der Spiegel τον αποκαλεί «πραγματικό αφεντικό» του AfD. Υπό την επιρροή του Χέκε, το κόμμα αναδεικνύεται τακτικά ως το δεύτερο πιο δημοφιλές της χώρας, πολύ μπροστά από οποιοδήποτε κόμμα στον κεντροαριστερό συνασπισμό του καγκελαρίου Ολαφ Σολτς. Το AfD κέρδισε την περιφερειακή κυβέρνηση στη Θουριγγία και τη δημοτική κυβέρνηση στη γειτονική Σαξονία. Την 1η Σεπτεμβρίου, οι εκλογές σε αυτά τα δύο κρατίδια και αργότερα μέσα στον μήνα στο Βρανδεμβούργο, επίσης στα ανατολικά, θα μπορούσαν να καταστήσουν το AfD το μεγαλύτερο κόμμα σε ένα ή περισσότερα ομόσπονδα κοινοβούλια.
Για χρόνια, οι επικριτές του Χέκε επέμεναν ότι είναι κάτι πολύ πιο σκοτεινό από ένα εθνικιστικό πολιτικό στέλεχος. Πράγματι, συχνά εμφανίζεται να απηχεί τη γλώσσα του Τρίτου Ράιχ. Το 2016, ο Αντρέας Κέμπερ, γερμανός κοινωνιολόγος και συγγραφέας, ισχυρίστηκε ότι είχε εντοπίσει περισσότερες από δώδεκα τέτοιες περιπτώσεις.
Στη Γερμανία, η χρήση ναζιστικών όρων δεν είναι απλώς δυσάρεστη, είναι εγκληματική. Αλλά ο Χέκε δεν είχε παρεκκλίνει σε σημείο που να μπορούσε να διωχθεί, μέχρι τον Μάιο του 2021. Εκείνο το μήνα, ένας Πράσινος πολιτικός στη Σαξονία-Ανχαλτ παρατήρησε ότι ο Χέκε είχε τελειώσει μια από τις ομιλίες του λέγοντας: «Τα πάντα για την πατρίδα μας, τα πάντα για τη Σαξονία-Ανχαλτ, τα πάντα για τη Γερμανία». Αβλαβές εκ πρώτης όψεως, αλλά η τελευταία φράση ήταν ένα σύνθημα που χρησιμοποιούσε η παραστρατιωτική μονάδα των ναζί, SA, που τη σκάλιζε στα στιλέτα της. Ο πολιτικός άσκησε μήνυση και ο εισαγγελέας απήγγειλε κατηγορίες. Ο Χέκε, ο οποίος αρνήθηκε ότι γνώριζε την προέλευση της φράσης, αντιμετώπισε ποινή φυλάκισης έως και τριών ετών.
Νωρίτερα αυτό το έτος, πριν από τη δίκη, ο Χέκε έγραψε στο X ότι, για άλλη μια φορά, η Γερμανία βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των διώξεων των πολιτικών αντιπάλων και της καταστολής της ελευθερίας του λόγου».
Η δίκη ξεκίνησε τον Απρίλιο στην πόλη Χάλε, στη Σαξονία-Ανχαλτ. Η υπόθεση θα αφορούσε εάν είχε παραβιάσει την παράγραφο 86α του ποινικού κώδικα της Γερμανίας. Ο νόμος, που εγκρίθηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, απαγορεύει τη «χρήση συμβόλων αντισυνταγματικών και τρομοκρατικών οργανώσεων», την οποία τα δικαστήρια έχουν ερμηνεύσει ότι εφαρμόζεται σε μια σειρά από ναζιστικές και νεοναζιστικές εικόνες και μότο.
Περίπου 200 άνθρωποι διαδήλωσαν έξω από το δικαστήριο, οι οποίοι κρατούσαν πινακίδες που έγραφαν «Σταματήστε το AfD» και «Ο Μπιέρν Χέκε είναι Ναζί». Ο ίδιος εμφανίστηκε στο δικαστήριο με τρεις δικηγόρους και μια στοίβα από βιβλία ιστορίας.
Προτού οι εισαγγελείς προλάβουν να διαβάσουν τις κατηγορίες, ένας από τους δικηγόρους του Χέκε ζήτησε να μαγνητοσκοπηθεί η διαδικασία, ένα εντυπωσιακό αίτημα σε μια χώρα όπου οι ηχογραφήσεις δεν επιτρέπονται σχεδόν ποτέ. «Ο σκοπός είναι να διασφαλιστεί ότι ο κατηγορούμενος θα λάβει μια δίκαιη δίκη», είπε ο δικηγόρος.
Το αίτημα απορρίφθηκε.
Το AfD συχνά απεικονίζεται ως ταύρος στο υαλοπωλείο της γερμανικής δημοκρατίας, που αψηφά τους κανόνες και την ευπρέπεια σε μια προσπάθεια να υπονομεύσει τους κρατικούς θεσμούς. Στη δίκη του Χέκε, οι δικηγόροι του έκαναν εξ αρχής το ίδιο.
Η επιτυχία του Χέκε οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην ικανότητά του να διατυπώνει τις απογοητεύσεις και τις ανησυχίες που ένιωθε ευρέως ο κόσμος, σε μια περιοχή όπου η πίστη στους θεσμούς έχει κλονιστεί από την απώλεια θέσεων εργασίας και συντάξεων, και την κατάρρευση ενός ιδεολογικού συστήματος που κάποτε απεικονιζόταν ως αδιαμφισβήτητο. Πάνω απ ‘όλα, ο Χέκε διοχέτευσε αυτές τις δυσαρέσκειες προς τους μετανάστες και τους αιτούντες άσυλο, τους οποίους παρουσιάζει ως ανεξέλεγκτους ανθρώπους που απορροφούν χρήματα από τους φορολογούμενους. Ομως ο ίδιος είναι παιδί της δυτικής Γερμανίας και γεννήθηκε, κατά ειρωνικό τρόπο, σε οικογένεια προσφύγων.
Πριν την ήττα των Ναζί, τα σύνορα της Γερμανίας εκτείνονταν ανατολικά μέχρι τη σύγχρονη Λιθουανία. Στους τελευταίους σπασμούς του πολέμου, ο προελαύνων Κόκκινος Στρατός έδιωξε εκατομμύρια Γερμανούς από τις ανατολικές επαρχίες της χώρας, οι οποίες σύντομα έγιναν μέρος της Πολωνίας. Η ενσωμάτωση των «απελαθέντων», ήταν μια από τις πιο σοβαρές προκλήσεις της μεταπολεμικής Γερμανίας. Πάλεψαν να βρουν στέγη σε βομβαρδισμένες πόλεις. Οι διάλεκτοί τους, αν και κατανοητές, ακούγονταν παράξενες στα αυτιά των Δυτικογερμανών.
«Δεν είχαν διαφορετικό χρώμα δέρματος και δεν κατάγονταν από διαφορετική χώρα, αλλά τελικά ήταν εξίσου πρόσφυγες», λέει στον Guardian ο Κάρστεν Πόλκε Μαγιέφσκι, ο οποίος πήγε στο γυμνάσιο με τον Χέκε και αργότερα τον ερεύνησε για την εφημερίδα Die Zeit.
Μεταξύ αυτών ήταν και οι παππούδες του Χέκε, που ζούσαν σε έναν οικισμό στην Ανατολική Πρωσία. Τελικά εγκαταστάθηκαν έξω από το Νοϊβίεντ, μια πόλη περίπου 30.000 κατοίκων κοντά στα σύνορα με το Βέλγιο. Μεγαλώνοντας στη Δυτική Γερμανία, ο Χέκε άκουγε τους παππούδες του να του λένε ιστορίες από τη χαμένη «πατρίδα» τους. Οι εικόνες τού άφησαν βαθιά εντύπωση. «Το παρουσίασαν τόσο ζωντανά που μπορούσα πραγματικά να το νιώσω», είπε κάποτε.
Σύμφωνα με την Die Zeit, το όνομα του πατέρα του Χέκε εμφανίστηκε στη λίστα συνδρομητών της Die Bauernschaft, μιας εφημερίδας που εκδόθηκε στη δεκαετία του 1970 και του 1980 από έναν εξέχοντα αρνητή του Ολοκαυτώματος.
Αφού σπούδασε ιστορία στο πανεπιστήμιο, ο Χέκε έπιασε δουλειά ως καθηγητής σε μια μικρή πόλη νότια της Φρανκφούρτης. Πολλοί μαθητές προέρχονταν από οικογένειες μεταναστών και μικρές «συμμορίες» συχνά σχηματίζονταν βάσει εθνοτικών γραμμών.
Ο Χέκε ξεκίνησε τη δουλειά του το 2001, όταν η σκληρή Δεξιά ήταν ακόμα στο πολιτικό περιθώριο. Στα 29 του, με ξανθά μαλλιά και αθλητική διάπλαση, δημιουργούσε εντυπωσιακή αντίθεση με τους μεγαλύτερους συναδέλφους του. Αλλά, οι μαθητές σύντομα ανακάλυψαν μια συντηρητική πλευρά του. «Οι μαθητές –πολλοί με μεταναστευτικό υπόβαθρο- δεν ήταν δεκτικοί στις εκπαιδευτικές μου ανησυχίες, συμπεριλαμβανομένης της μετάδοσης των γερμανικών και ευρωπαϊκών πολιτιστικών παραδόσεων», έγραψε στο βιβλίο του. Αν και έγραψε ότι είχε καλές σχέσεις με τους περισσότερους μαθητές «ανεξαρτήτως κοινωνικής ή εθνοτικής καταγωγής», έβλεπε με σκεπτικισμό τους συναδέλφους που «ονειρευόντουσαν το όνειρο μιας πολυπολιτισμικής κοινωνίας».
Στο βιβλίο, ο Χέκε αφηγείται πώς, ένα καλοκαίρι, οι μαθητές άρχισαν να φορούν μπλουζάκια με τυπωμένα τα ονόματα των χωρών καταγωγής τους. Οι φανέλες «Τουρκία», «Ρωσία» και «Ιταλία» ήταν παντού. Στη συνέχεια, ένα πρωί, μια κοπέλα εμφανίστηκε στο μάθημα του γυμναστηρίου του Χέκε φορώντας μια μπλούζα «Γερμανία». «Τα αγόρια από την Τουρκία και την Αφρική ήταν εκτός εαυτού», ισχυρίστηκε ο Χέκε. «Αυτοί οι κατά τα άλλα διχασμένοι Τούρκοι και Αφρικανοί συμφώνησαν αυθόρμητα στην επιθετική τους απόρριψη της γερμανικότητας». Την επόμενη μέρα, ο Χέκε εμφανίστηκε με τη δική του μπλούζα «Γερμανία», το οποίο, προς χαρά του, ενέπνευσε δύο μαθητές να κάνουν το ίδιο.
Αυτό που αποκόμισε ο Χέκε από την εμπειρία του ήταν ότι «οι άνθρωποι χρειάζονται μεγάλη εμπιστοσύνη στις καθημερινές μας αλληλεπιδράσεις, και αυτό είναι δυνατό μόνο εάν μπορούμε να βασιστούμε σε ένα οικείο, ασφαλές περιβάλλον με καθιερωμένα έθιμα». Εδώ ήταν το «μεγάλο λάθος των πολυπολιτισμικών», έγραφε. Στην πραγματικότητα δεν παίρνουν στα σοβαρά τους πολιτισμούς, και αντ’ αυτού προσπαθούν να τους περιορίσουν σε «λίγο εξωτικό φολκλόρ και ποικίλη γαστρονομία». Με συνέπεια να ακολουθεί αναπόφευκτα ένα χάος.
Αυτό ήταν ένα μήνυμα που θα επαναλάμβανε τακτικά, με διάφορους βαθμούς επιθετικότητας, κατά την ταχεία άνοδό του από την αφάνεια στην καρδιά της γερμανικής πολιτικής.
Το 2008, όταν ο Χέκε ήταν 36 ετών, μετακόμισε στο Μπορνχάγκεν, μια πόλη στη Θουριγγία. Εκείνη την εποχή, δίδασκε σε ένα σχολείο πέρα από τα παλιά σύνορα Ανατολής-Δύσης, στο κεντρικό κρατίδιο της Εσσης. Οι μετακινήσεις του διέσχιζαν ένα από τα πιο έντονα χάσματα στη γερμανική κοινωνία: η Θουριγγία είχε το δεύτερο χαμηλότερο κατά κεφαλήν ακαθάριστο περιφερειακό προϊόν της Γερμανίας. Η Εσση, το τρίτο υψηλότερο. Η μεγαλύτερη πόλη της Εσσης, η Φρανκφούρτη, είναι γνωστή ως οικονομικός κόμβος, έδρα της γερμανικής Bundesbank και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η Θουριγγία, αντίθετα, σύντομα θα γινόταν γνωστή για μια εθνικοσοσιαλιστική τρομοκρατική ομάδα που δολοφόνησε εννέα μετανάστες και έναν αστυνομικό.
Τα χρόνια πριν από τη μετακίνησή του στη Θουριγγία, δεν υπάρχει σχεδόν καμία δημόσια καταγραφή των πολιτικών απόψεων του Χέκε, αλλά το 2018, η Die Zeit αποκάλυψε πειστικά στοιχεία ότι βρισκόταν σε επαφή με ακροδεξιούς κύκλους κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Το πιο καταδικαστικό είναι ότι εμφανίστηκε ένα βίντεο που δείχνει τον Χέκε να τραγουδάει κατά τη διάρκεια μιας νεοναζιστικής πορείας στη Δρέσδη για την επέτειο του βομβαρδισμού της πόλης, το 2010.
Θεωρείται επίσης ότι έγραψε πολλά άρθρα με το όνομα «Landolf Ladig». Τα άρθρα, που δημοσιεύθηκαν το 2011 και το 2012, υποστήριζαν ότι οι παγκόσμιοι πόλεμοι ξεκίνησαν από ξένες δυνάμεις που ζήλευαν τη γερμανική «βιομηχανία» και επαινούσαν τις οικονομικές πολιτικές εθνικοσοσιαλισμού που στόχευαν «να ξεπεράσουν τον απάνθρωπο παγκόσμιο καπιταλισμό» και να ενθαρρύνουν τη γέννηση περισσότερων «γερμανικών παιδιών».
Το AfD ιδρύθηκε το 2013 ως απάντηση στην κρίση χρέους της ευρωζώνης και πήρε το όνομά του από τον ισχυρισμό της πρώην καγκελαρίου Ανγκελα Μέρκελ ότι δεν υπήρχε «καμία εναλλακτική» στα προγράμματα διάσωσης για τη νότια Ευρώπη. Ο Χέκε ίδρυσε το παράρτημα του κόμματος στη Θουριγγία και κέρδισε το αξίωμα στις πολιτειακές εκλογές το φθινόπωρο του 2014.
Ο εξτρεμισμός του Χέκε δεν τον έκανε αγαπητό στα πιο μετριοπαθή μέλη του AfD, το οποίο ήταν χονδρικά χωρισμένο μεταξύ των οικονομικά φιλελεύθερων και εκείνων που είχαν μια πιο εθνικιστική τάση. Προσπάθησαν δύο φορές να τον κάνουν να αποχωρήσει, αλλά, η εμπειρία αυτή δεν ώθησε τον Χέκε να χαμηλώσει τους τόνους.
Τον Νοέμβριο του 2015, σε ομιλία του, περιέγραψε αυτό που αποκάλεσε τις διαφορετικές «στρατηγικές αναπαραγωγής» των Αφρικανών και των Ευρωπαίων. Ενώ οι Αφρικανοί «στόχευαν να επιτύχουν τον υψηλότερο δυνατό ρυθμό ανάπτυξης» και να μεταναστεύσουν σε άλλες περιοχές, οι Ευρωπαίοι έκαναν σχεδόν το αντίθετο, έχοντας λιγότερα μωρά και κάνοντας «βέλτιστη χρήση» του περιβάλλοντος τους. Η σύγκρουση αυτών των δύο «στρατηγικών» κατέστησε αναγκαία «μια θεμελιώδη επαναξιολόγηση της κατεύθυνσης της πολιτικής ασύλου και μετανάστευσης της Γερμανίας», είπε. Λίγο περισσότερο από ένα χρόνο αργότερα, στη Δρέσδη, εκφώνησε αυτό που θα γινόταν η πιο διαβόητη ομιλία του. Απορρίπτοντας την πολιτική της Γερμανίας για τη μνήμη του Ολοκαυτώματος ως «ανόητο μηχανισμό αντιμετώπισης», ισχυρίστηκε ότι οι Γερμανοί διέθεταν «τη νοοτροπία ενός εντελώς ηττημένου λαού». Ζήτησε «μια στροφή 180 μοιρών στην πολιτική της μνήμης», υπέρ μιας προσέγγισης που «θα μας φέρει σε επαφή με τα μεγάλα επιτεύγματα αυτών που ήρθαν πριν από εμάς».
Τον Μάρτιο του 2020, λίγους μήνες μετά την πολύ καλή επίδοση του AfD στις πολιτειακές εκλογές της Θουριγγίας, η εγχώρια υπηρεσία πληροφοριών της Γερμανίας δήλωσε ότι έθεσε το The Wing υπό παρακολούθηση. Η απόφαση, άνευ προηγουμένου στη σύγχρονη ιστορία της χώρας, δικαιολογήθηκε σε μια έκθεση 436 σελίδων, η οποία αναφέρθηκε στον Χέκε περισσότερες από 600 φορές. Η πανδημία οδήγησε αρχικά τους Γερμανούς να συσπειρωθούν γύρω από την Μέρκελ. Στις γενικές εκλογές του 2021, το AfD έχασε 11 έδρες. Ο Ολαφ Σολτς ηγήθηκε ενός κεντροαριστερού συνασπισμού.
Αλλά αυτό ο πισωγύρισμα στις τύχες του AfD αποδείχθηκε προσωρινό. Καθώς η πανδημία περνούσε, περισσότεροι Γερμανοί έγιναν δεκτικοί σε θεωρίες συνωμοσίας. Ο Χέκε πρότεινε ότι η πανδημία είχε «σκηνοθετηθεί» για να προετοιμάσει το δρόμο για «ένα νέο κράτος επιτήρησης».
Τον Σεπτέμβριο του 2023, η Θουριγγία ήταν ξανά στους τίτλους των εφημερίδων όταν το τοπικό CDU ψήφισε παράλληλα με το AfD, ένα νόμο για τη μείωση των φόρων στα ακίνητα. Δεν ήταν η πρώτη φορά που η κεντροδεξιά έσπασε το «τείχος προστασίας» – την αρχή ότι κανένα κυρίαρχο κόμμα δεν θα προσέφερε ποτέ νομιμότητα στην ακροδεξιά, συνεργαζόμενη μαζί της. Αλλά αυτή τη φορά, η αντίδραση ήταν σχετικά σιωπηλή. «Το «τείχος προστασίας» είναι ιστορία – και η Θουριγγία είναι μόνο η αρχή», έγραψε ο Βάιντελ, ο εθνικός επικεφαλής του AfD, στο X μετά την ψηφοφορία.
Μέχρι τη δίκη του Χέκε τον Μάιο του 2024, τέσσερις μήνες πριν από τις πολιτειακές εκλογές, το προβάδισμα του AfD στις δημοσκοπήσεις στη Θουριγγία φαινόταν αδιαμφισβήτητο. Τη δεύτερη μέρα της δίκης, ο σκοπός των ιστορικών βιβλίων που είχε φέρει ο Χέκε στην αίθουσα έγινε σαφής. Η υπεράσπιση του Χέκε βασιζόταν στο επιχείρημα ότι δεν ήξερε ότι «Ολα για τη Γερμανία» ήταν ένα ναζιστικό σύνθημα. Ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι ήταν παράφραση του «America First» του Ντόναλντ Τραμπ,
Τα βιβλία, που είχε χρησιμοποιήσει ως δάσκαλος ιστορίας, έδειχναν γιατί ήταν ανόητο να πιστεύει κανείς ότι έπρεπε να ξέρει καλύτερα: κανένα δεν ανέφερε το σύνθημα. «Ο δάσκαλος ιστορίας δεν είναι πολυμαθής», είπε ο Χέκε. Δεν μπορούσε να γνωρίζει κάθε πράγμα που είχε συμβεί στο παρελθόν. «Είστε ποινικός δικηγόρος», είπε απευθυνόμενος στον εισαγγελέα. «Τι γνώσεις έχετε για το δίκαιο των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας;»
Η υπεράσπιση του Χέκε δημιούργησε ένα δίλημμα στην καρδιά της μαχητικής προσέγγισης της Γερμανίας για την υπεράσπιση της μεταπολεμικής φιλελεύθερης τάξης της: Πού να τραβήξουμε τη γραμμή; Πολλές φράσεις, όπως «Heil Hitler», εμπίπτουν προφανώς στο πεδίο εφαρμογής της Παραγράφου 86α; Αλλες, όπως ο «Führer», ένας κοινός όρος που χρησιμοποιείται για τους οδηγούς λεωφορείων και τους ξεναγούς, και το «Lebensraum», που χρησιμοποιείται ευρέως στην οικολογία, δεν το κάνουν.
Η εισαγγελία στο Χάλε παρέκαμψε αυτήν την τεχνική «δυσκολία». Στην κατ’ αντιπαράθεση εξέταση, ο Χέκε ρωτήθηκε για ορισμένες από τις προηγούμενες δηλώσεις του. Η χρήση άλλων ναζιστικών όρων υποδηλώνει ότι είχε «αρκετά λεπτομερή ιστορική γνώση του λεξιλογίου στο Τρίτο Ράιχ», έτσι δεν είναι; Ο Χέκε απάντησε ότι οι όροι χρησιμοποιήθηκαν επίσης τον 19ο αιώνα.
Κατά τη διάρκεια μιας ομιλίας της Πρωτομαγιάς στο Χαμ, μια πόλη στην παλιά βιομηχανική καρδιά της κοιλάδας του Ρουρ, ο Χέκε συνέκρινε την περίπτωσή του με εκείνες του Σωκράτη, του Ιησού Χριστού και του Τζούλιαν Ασάνζ. «Το κλομπ της Δικαιοσύνης χρησιμοποιείται πάντα για να χτυπήσει το κεφάλι του αντιφρονούντα, τον αρχηγό της αντιπολίτευσης – και τώρα χρησιμοποιείται για να χτυπήσει το δικό μου». Κοντά στο τέλος της ομιλίας, ο Χέκε είπε: «Οι καιροί αλλάζουν και οι άνθρωποι συνειδητοποιούν ότι τα σημάδια δείχνουν μια καταιγίδα».
Η τελευταία φράση ήταν ένας τίτλος που χρησιμοποίησε μια εξέχουσα εφημερίδα του Βερολίνου την ημέρα που ο Χίτλερ ονομάστηκε καγκελάριος.
Η εισαγγελία ζήτησες ποινή φυλάκισης έξι μηνών, «για να εντυπωθεί το αδίκημα στους κατηγορούμενους και να υποστηριχθεί το κράτος δικαίου». Οι δικηγόροι του Χέκε μίλησαν και οι τρεις, για πάνω από δύο ώρες. Εγιναν αναφορές στον Σαίξπηρ και τον δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ, Μπέντζαμιν Καρντόζο, καθώς και υποσχέσεις για έφεση κατά οποιασδήποτε καταδίκης στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Ο ίδιος ο Χέκε, είπε ότι η ιδέα ότι είχε χρησιμοποιήσει το ναζιστικό σύνθημα σκόπιμα ήταν «μία από αυτές τις υποθέσεις που είναι αδύνατο, εντελώς αδύνατο να αποδειχθεί». Συγκρίνοντας τον εαυτό του με τον Τζόζεφ Κ, τον πρωταγωνιστή της Δίκης του Φραντς Κάφκα, είπε ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί ότι θα λογοδοτούσε «για μια τέτοια κοινοτοπία, για μια τέτοια επιπολαιότητα».
Περίπου 10 λεπτά αργότερα, ο δικαστής τον διέκοψε. «Κύριε Χέκε», είπε. «Φτάστε στο θέμα. Χωρίς προεκλογικές ομιλίες».
Ο Χέκε έγνεψε καταφατικά, αλλά συνέχισε: «Οι Ναζί έλεγαν επίσης Καλημέρα»», είπε. «Θέλετε να απαγορεύσετε τη γερμανική γλώσσα επειδή οι Ναζί μιλούσαν επίσης γερμανικά; Κάποια στιγμή αυτό πρέπει να τελειώσει».
Είναι ένα επιχείρημα που ο Χέκε και οι υποστηρικτές του αναπτύσσουν συχνά, ότι μια ανθυγιεινή εμμονή με το παρελθόν είχε κάνει τους επικριτές του AfD να βλέπουν ναζί παντού.
«Το δικαστήριο πρέπει να ακούει σχεδόν τα πάντα, αλλά δεν χρειάζεται να πιστεύει τα πάντα», είπε τελικά ο δικαστής Στένγκελ. Παρ’ όλα τα επιχειρήματά της για τις ιστορικές και φιλοσοφικές αποχρώσεις, η γραμμή της υπεράσπισης είχε σκοντάψει σε ένα σημαντικό σημείο: Ηταν «μη ρεαλιστικό» ότι ο Χέκε δεν γνώριζε ότι τα άλλα μέλη του AfD αντιμετωπίζουν ήδη προβλήματα για την ίδια φράση. Καταδικάστηκε σε πρόστιμο 13.000 ευρώ. Η νομική του ομάδα άσκησε έφεση κατά της ποινής.
Απευθυνόμενος στον Χέκε, ο δικαστής είπε: «Είσαι ένας εύγλωττος, έξυπνος άνθρωπος, που ξέρει πολύ καλά τι λέει».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News