1237
Ελύτης, Καζαντζάκης, Παπαδιαμάντης, Σεφέρης, για έναν Δεκαπενταύγουστο, κάπου, κάποτε | CreativeProtagon

Ο Δεκαπενταύγουστος των συγγραφέων

Protagon Team Protagon Team 15 Αυγούστου 2024, 13:00
Ελύτης, Καζαντζάκης, Παπαδιαμάντης, Σεφέρης, για έναν Δεκαπενταύγουστο, κάπου, κάποτε
|CreativeProtagon

Ο Δεκαπενταύγουστος των συγγραφέων

Protagon Team Protagon Team 15 Αυγούστου 2024, 13:00

Ο Δεκαπενταύγουστος έχει μια θέση στην ελληνική λογοτεχνία, υπάρχει όμως και στις αναμνήσεις μεγάλων ελλήνων συγγραφέων. Γράφουν και περιγράφουν στα ημερολόγια, τα απομνημονεύματα και τα άρθρα τους όσα βίωσαν με όλες τους τις αισθήσεις κάποια 15η Αυγούστου.

Ο Νίκος Καζαντζάκης σε παραλία της Γερμανίας (Αρχείο Μουσείου Καζαντζάκη)


Ο Καζαντζάκης και η σταφίδα

Ο Δεκαπενταύγουστος που θυμάται ο Νίκος Καζαντζάκης στην «Αναφορά στον Γκρέκο» συνδέεται με ένα φυσικό φαινόμενο -την επικείμενη καταιγίδα- και την απειλή που φέρνει για την οικογενειακή παραγωγή της σταφίδας. Η ημέρα είναι γιορτινή, αλλά και δυσοίωνη, και την βιώνει μαζί με τον πατέρα του και τους ντόπιους φίλους τους:

«Τη μέρα εκείνη, της Κοίμησης της Παναγιάς, 15 Αυγούστου, οι εργάτες δε δούλευαν κι ο πατέρας μου κάθουνταν στη ρίζα μιας ελιάς και κάπνιζε· είχαν έρθει γύρα οι γειτόνοι, που είχαν απλώσει κι αυτοί τη σταφίδα τους, κάπνιζαν πλάι στον πατέρα μου, αμίλητοι. Φαίνουνταν στενοχωρημένοι. Όλοι είχαν καρφώσει τα μάτια σ’ ένα συννεφάκι που ‘χε προβάλει στον ουρανό, κατασκότεινο, βουβό, και προχωρούσε…

— Ανάθεμά το, μουρμούρισε, ο Θεός να με βγάλει ψεύτη, φέρνει τον κατακλυσμό!

— Δάγκασε τη γλώσσα σου, του ‘καμε ένας γέρος θεοφοβούμενος, δε θα το αφήσει η Παναγιά· σήμερα είναι της χάρης της.

Ο πατέρας μου έγρουξε, μα δεν έβγαλε άχνα· πίστευε στην Παναγιά, μα δεν πίστευε πως η Παναγιά μπορεί να κουμαντάρει τα σύννεφα.

Εκεί που μιλούσαν, ο ουρανός σκεπάστηκε· οι πρώτες στάλες, χοντρές, ζεστές, άρχισαν να πέφτουν. Τα σύννεφα χαμήλωσαν, κίτρινες βουβές αστραπές καταξέσκιζαν τον ουρανό.

— Παναγιά μου, φώναξαν οι γειτόνοι, βοήθεια!

Όλοι πετάχτηκαν απάνω, κατασκόρπισαν, καθένας έτρεχε κατά το αμπέλι του, όπου είχε απλώσει τη σταφίδα της χρονιάς· κι ως έτρεχαν, ολοένα και σκοτείνιαζε ο αγέρας, κρεμάστηκαν μαύρες πλεξούδες από τα σύννεφα, ξέσπασε η μπόρα…

Ξέφυγα από το σπιτάκι, έτρεξα μέσα στη νεροποντή, παράξενη χαρά με είχε συνεπάρει, σα μεθύσι.

Είχα φτάσει ως το δρόμο, δεν μπόρεσα να τον περάσω, ήταν ποταμός, και στάθηκα και κοίταζα: Μαζί με τα νερά κυλούσαν αγκαλιές αγκαλιές τα μεσοξεραμένα σταφύλια, ο μόχτος της χρονιάς, έτρεχαν κατά τη θάλασσα και χάνουνταν […]

— Πατέρα, φώναξα, πάει η σταφίδα μας!

— Εμείς δεν πάμε, μου αποκρίθηκε· σώπα!

Ποτέ δεν ξέχασα τη στιγμή ετούτη· θαρρώ μου στάθηκε στις δύσκολες στιγμές της ζωής μου μεγάλο μάθημα· αναθυμόμουν τον πατέρα μου ήσυχο, ασάλευτο, να στέκεται στο κατώφλι, μήτε βλαστημούσε μήτε παρακαλούσε μήτε έκλαιγε· ασάλευτος κοίταζε τον όλεθρο κι έσωζε, μόνος αυτός, ανάμεσα σε όλους τους γειτόνους, την αξιοπρέπεια του ανθρώπου».

Ο Γιώργος και η Μάρω Σεφέρη στις 24 Οκτωβρίου 1963 με το τηλεγράφημα που αναφέρει ότι θα του απονεμηθεί το Νομπέλ λογοτεχνίας (Κώστας Μεγαλοκονόμου © Μουσείο Μπενάκη/Φωτογραφικά αρχεία)
Ο Σεφέρης και ο βομβαρδισμός της «Έλλης»

Παραμονές του ελληνοϊταλικού πολέμου ο Γ. Σεφέρης είναι προϊστάμενος της Διεύθυνσης Εξωτερικού Τύπου του Υφυπουργείου Τύπου και Τουρισμού. Στις «Μέρες Γ’, 1934-1940» (εκδ. Ίκαρος) καταγράφει την ατμόσφαιρα όταν η ξένη δύναμη βομβαρδίζει το καταδρομικό «Έλλη» ανήμερα του Δεκαπενταύγουστου:

«Βούλιαξαν την Έλλη. Στις 10 ο Υπουργός μου τηλεφώνησε να είμαι στο γραφείο στις 12 με τα ανακοινωθέντα μας. Το βράδυ, ως τις 10 πάλι στο Υπουργείο. Πυρετός τριγύρω. Κρατώ αρκετά καλά. Όσο συμφωνώ, τίποτε δε με πειράζει. Φτάνει να σταθούν γερά οι παραπάνω. Γυρίζοντας το μεσημέρι από το γραφείο, πέρασα από τον Κήπο. Μόνη στιγμή που μπόρεσα να συλλογιστώ. Προσπάθησα να φανταστώ το ασπροθαλασσίτικο λιμάνι, το μάζεμα των προσκυνητάδων, το συνωστισμό, τη μυρωδιά των κακοταξιδεμένων και ξενυχτισμένων κορμιών, τους μικροπουλητάδες, την ατμόσφαιρα της δέησης και του θαύματος. Ο πρωινός ήλιος, η θάλασσα, το καραβάκι στολισμένο μ’ όλες του τις σημαίες, τ’ άσπρα σκουφιά του αγήματος στο κατάστρωμα. Και ξαφνικά, χωρίς να φανεί τίποτε, χωρίς να περιμένει κανείς τίποτε, σαν ένας άντρας που σωριάζεται με μια μαχαιριά στη ράχη καθώς ψέλνει ο παπάς, τις τρεις τορπίλες, τη φωτιά στο καράβι, τον τρόμο στ’ ανθρωπομάζωμα. Προσπάθησα ακόμη να φανταστώ το νέο παλικάρι, τον καπετάνιο του υποβρυχίου που έκανε την άναντρη πράξη, κι αν δεν είχε στο στόμα του, την ώρα εκείνη, μια γέψη σα να είχε μασήσει σκατά. Ένας νέος χριστιανός που έγινε μπόγιας μέσα στο σπίτι της Παναγιάς, καθώς θα έλεγε ο Μακρυγιάννης.

O Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης με τον φίλο του, συγγραφέα και ερευνητή Γιάννη Βλαχογιάννη στη Δεξαμενή το 1908
Ο Παπαδιαμάντης αρθρογράφος

Το «Πάσχα του καλοκαιριού» δεν θα μπορούσε να αφήσει αδιάφορο τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, ο οποίος εκτός από τα διηγήματα που αναφέρονται στην Παναγία υπογράφει και άρθρο στο φύλλο «Εφημερίς» τον Δεκαπενταύγουστο του 1887, εποχή κατά την οποία  εκκλησιαζόταν και έψελνε στο εκκλησάκι του Αγίου Ελισσαίου στην Πλάκα. Γράφει, λοιπόν, εκτός άλλων, για την ίδια τη γιορτή, αλλά και για την παράδοση του Αγίου Όρους, όπως και για τη σύνδεση του Αυγούστου με το…ζώδιο της Παρθένου: «Μία των γλυκυτέρων και συμπαθεστέρων εορτών του χριστιανικού κόσμου είναι και η Κοίμησις της υπεραγίας Θεοτόκου, ην σήμερον εορτάζει η Εκκλησία. Ευθύς από των πρώτων μ.Χ. αιώνων, έξοχος υπήρξεν η τιμή και ευλάβεια, ην απένεμον οι χριστιανοί προς την Παρθένον Μαρίαν. Αλλ’ η σημερινή εορτή είναι η κατ’ εξοχήν μνήμη της Θεοτόκου, άτε την Κοίμησιν αυτής υπόθεσιν έχουσα […] Μετά την δεκαπενθήμερον προπαρασκευήν και νηστείαν, άρχεται η εορτή, και μετ’ αυτήν τα μεθέορτα, ψαλλόμενα μέχρι της 23 του μηνός, καθ’ ην τελείται η απόδοσις της εορτής, η άλλως λεγομένη και Μετάστασις της Θεοτόκου. Αλλά και όλος ο Αύγουστος μην θεωρείται αφιερωμένος εις την Θεομήτορα, εν τω ιερώ δε Άθω, τη ακροπόλει ταύτη της Ορθοδοξίας, ήτις εδέχθη μετά την πτώσιν της Βασιλευούσης όσα κειμήλια και θησαυρούς δεν περιεσύλησαν οι αλλόφυλοι, και όπου περιεσώθη προς τοις άλλοις και η προς την Θεοτόκον ιδιάζουσα τιμή και το προνόμιον του επ’ ονόματι αυτής σεμνύνεσθαι, τα μεθέορτα εξακολουθούσι και μετά την 23 του μηνός. Χάριν δε περιεργείας δύναται να σημειωθή και η σύμπτωσις, ότι ο Αύγουστος αστρονομικώς ανήκει εις το ζώδιον, το λεγόμενον της Παρθένου».

O Ελύτης με τα αδέλφια του στις Σπέτσες το 1921. (Από την έκδοση “Ο Ελύτης για παιδιά”, της Ιουλίτας Ηλιοπούλου, εκδόσεις Ίκαρος)
Ο Ελύτης στις Σπέτσες

Η οικογένεια Αλεπουδέλη συνήθιζε να πηγαίνει στις Σπέτσες για τις θερινές διακοπές της από το 1919 έως το 1925. Εικόνες από εκείνη την εποχή της παιδικής του ηλικίας θυμάται αργότερα ο Οδυσσέας (Αλεπουδέλης) Ελύτης στην «Αυτοπροσωπογραφία σε λόγο προφορικό» (εκδ. Υψιλον, 2000):

«Πηγαίναμε τακτικά στις Σπέτσες. Οι Σπέτσες ήταν ένα νησάκι σε παρθένα κατάσταση τότε· δεν υπήρχανε ούτε φεριμπότ, ούτε κρίς-κράφτ, ούτε βενζίνες, τίποτα· και νοικιάζαμε κάτι παλιά μεγάλα δίπατα σπίτια, εντελώς άδεια· τα κουβαλούσαμε όλα απ΄την Αθήνα. Εμείς τα παιδιά περνούσαμε τα τρία τέταρτα της ημέρας σ αυτές τις γεροφτιαγμένες, παλιές, σπετσιώτικες βάρκες, με τις οποίες πηγαίναμε στην αντικρινή παραλία. Εκεί όλα τα στοιχεία παίρνανε κάτι το τελετουργικό. Το πρωί ξέραμε ότι θα φυσάει μαΐστρος, μ αυτόν τον αέρα ξεκινούσαμε. Κατά τις έντεκα έκοβε ο καιρός και γινόταν η θάλασσα λίγο πιό γαλακτερή, Το μεσημέρι έβλεπες μιά μπλέ γραμμή που ερχόταν απ’ την Ύδρα και την Ερμιόνη, ο μπάτης, άς πούμε· ο μπάτης εκεί ήτανε ο Γραιγολεβάντες και μ’ αυτόν επιστρέφαμε. Το απόγευμα πάλι, στις τρεις, ήταν η άφιξη του βαποριού, που τότε ήταν για μας μια μεγάλη διαδικασία, και το βραδάκι πηγαίναμε στα Βότσαλα τα λεγόμενα, εκεί που είναι σήμερα οι Σχολές.

Ανεξάρτητα όμως από αυτά γινότανε εκδρομές, πανηγύρια… Ήτανε της Αγίας Παρασκευής, της Αγίας Μαρίνας, και κυρίως τον Δεκαπενταύγουστο. Ο πατέρας μου, θυμάμαι, οργάνωνε λειτουργίες σε ξωκκλήσια, και αυτό μου έχει εντυπωθεί πολύ, γιατί ένιωθες ν΄ ανακατεύεται το λιβάνι με το θυμάρι, μια αίσθηση που για μένα χαρακτηρίζει το συνδυασμό δύο στοιχείων, του φυσικού, ας πούμε, και του μεταφυσικού».

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...