961
| Stephane Cardinale - Corbis/Corbis via Getty Images

«Faye»: Το ντοκιμαντέρ που αγκαλιάζει στοργικά μια δύσκολη γυναίκα

Protagon Team Protagon Team 16 Ιουλίου 2024, 21:18
|Stephane Cardinale - Corbis/Corbis via Getty Images

«Faye»: Το ντοκιμαντέρ που αγκαλιάζει στοργικά μια δύσκολη γυναίκα

Protagon Team Protagon Team 16 Ιουλίου 2024, 21:18

Η Φέι Ντάναγουεϊ βραβεύτηκε με Οσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου για την ερμηνεία της στο «Δίκτυο» (1976) του Σίντνεϊ Λιούμετ ενώ είχαν προηγηθεί άλλες δύο υποψηφιότητές της για τους ρόλους της στις ταινίες «Μπόνι και Κλάιντ» (1967) του Αρθουρ Πεν και «Τσάιναταουν» (1974) του Ρομάν Πολάνσκι. Η αμερικανίδα ηθοποιός πήρε ρίσκα, υποδυόμενη μια σειρά προβληματικών γυναικών, τις οποίες το κοινό τόλμησε να υποστηρίξει.

Η ίδια η Ντάναγουεϊ, ωστόσο, εξίσου θαυμαζόμενη και φοβισμένη, σπάνια ένιωθε να την αγκαλιάζει με θέρμη το κοινό. Οπότε είναι κατανοητό το γεγονός ότι μετά από δεκαετίες πολωτικών δημοσιευμάτων στον Τύπο, η 83χρονη σταρ αισθάνεται πλέον ασφαλής να αποκαλύψει τον εαυτό της στο «Faye», το φιλικό και ανώδυνο ντοκιμαντέρ του Λοράν Μπουζερό, γράφει η Εϊμι Νίκολσον στην εφημερίδα The Washington Post με αφορμή την έναρξη της προβολής του «Faye» στην πλατφόρμα HBO. Προσθέτει ότι ο γαλλοαμερικανός κινηματογραφιστής σκιαγράφησε ένα πολύ πιο ήπιο πορτρέτο μιας δύσκολης γυναίκας, σε σχέση με οτιδήποτε άλλο υπάρχει στο βιογραφικό της. (Δείτε το trailer του «Faye»)

Αντί για σκληρές ερωτήσεις,  ο Μπουζερό θίγει στοργικά τις αδυναμίες της με συμπληρωματικό υλικό από τις συναντήσεις τους. Η ταινία, διάρκειας 91 λεπτών, ανοίγει με την Ντάναγουεϊ να παίρνει τον έλεγχο της παραγωγής, πριν καταλάβει, όπως φαίνεται, ότι η κάμερα εχει αρχίσει να γράφει. Θέλει να στρίψει τους ώμους της ακριβώς έτσι. Θέλει ένα ποτήρι νερό, όχι μπουκάλι. Και  θέλει να ξεκινήσει τα γυρίσματα γιατί τώρα είναι έτοιμη… Δηλώνει, δε, αυτοβούλως ότι είναι δύσκολη —στην πραγματικότητα, το παραδέχεται άνετα— δίνοντας στον Μπουζερό και τον Τζέισον Σάμερς, που έκανε το editing της ταινίας, τη δυνατότητα να συνθέσουν αυτά τα κομμάτια ως επιβεβαίωση. Ναι, η Ντάναγουεϊ είναι ξεροκέφαλη, γιατί θέλει όλοι οι άλλοι στα γυρίσματα να συμφωνούν με την επιμονή της, την προσοχή της στην παραμικρή λεπτομέρεια και τη σιδερένια της θέληση.

Αργότερα, υπάρχει μια αναφορά στον εθισμού της στο lip balm, ένα τικ που την κάνει να σπαταλάει χρόνο και εξόργισε τον βοηθό σκηνοθέτη της «Τσάιναταουν», Χοκ Κοχ. («Πολύ ενοχλητικό», λέει γκρινιάζοντας ο Κοχ στη συνέντευξή του.) Ωστόσο, ο Κοχ είναι επίσης εκείνος που εξισορροπεί τα πράγματα με μια ιστορία για την εποχή που ο Ρομάν Πολάνσκι ήταν τόσο ενοχλημένος με τη φύτρα στο κεφάλι της Ντάναγουεϊ ώστε της ξερίζωσε τα μαλλιά. Η εμμονική τελειομανία του Πολάνσκι, όμως, τον έχρισε ιδιοφυΐα.

Ο Λοράν Μπουζερό γνωρίζει καλά αυτές τις παρασκηνιακές ιστορίες, παρατηρεί η Εϊμι Νίκολσον στο άρθρο της στην Washington Post. Εχει γυρίσει δεκάδες ντοκιμαντέρ για τη δημιουργία θρυλικών ταινιών, μεταξύ των οποίων οι «Τσάιναταουν», «Μπόνι και Κλάιντ» και «Το Δίκτυο». Και καθώς δεν φαίνεται να είχε περάσει πολύ χρόνο με τη Ντάναγουεϊ, συμπληρώνει τον χρόνο διάρκειας του «Faye» με παρεκβάσεις από το κυρίως θέμα του μιλώντας για τον πολιτιστικό αντίκτυπο των επιτυχιών της. Οι θεατές έχουν την τύχη να ακούσουν ιστορικούς του κινηματογράφου όπως ο Μαρκ Χάρις, ο Ντέιβ Ιτζκοφ και η καθηγήτρια του Κολούμπια Ανέτ Ινσντορφ, αλλά δεν ήταν απαραίτητο να πιάσει τόσο χώρο με ένα κλιπ από την «θεότρελη» ομιλία του Χάουαρντ Μπιαλ  που δεν δείχνει καν το πρόσωπο της Ντάναγουεϊ, σχολιάζει η Νίκολσον.

Αλλά υπάρχουν κλασικά στιγμιότυπα που ίσως είναι η βιογραφία της. Σχετικά νωρίς, ο γιος της εμβληματικής σταρ, Λίαμ Ο’Νιλ, λέει: «Νομίζω ότι [η Ντάναγουεϊ] είναι όλοι μαζί οι χαρακτήρες της». Οπως ο χαρακτήρας της Μπόνι Πάρκερ, η Φέι Ντάναγουεϊ ήταν μια φιλόδοξη νεαρή από τον Νότο που πίστευε ότι προοριζόταν να γίνει σταρ. (Ενα από τα θαύματα των πλάνων αρχείου από την παιδική της ηλικία είναι να βλέπει κανείς αυτά τα ζυγωματικά να αναδύονται, σημειώνει η Νίκολσον στην Washington Post.) Η ληστείες στις οποίες επιδίδεται με τον Κλάιντ Μπάροου (Γουόρεν  Μπίτι) την έκαναν διάσημη και οι παραλληλισμοί της ζωής της εντός και εκτός οθόνης συνέχισαν να αυξάνονται, έκτοτε.

Η Φέι Ντάναγουεϊ ήταν μια εργασιομανής σε μια ανδροκρατούμενη βιομηχανία ψυχαγωγίας («Το Δίκτυο»), μια αυτοκαταστροφική αλκοολική («Barfly»), ένα σχεδόν ανορεξικό είδωλο της μόδας, ερωτευμένη με τον φωτογράφο της (και με τον Τζέρι Σάτζμπεργκ, φωτογράφο/σκηνοθέτη της «Κρυφής ζωής ενός μανεκέν» και με τον Τέρι Ο’Νιλ —τον πατέρα του γιου της Λίαμ— που τράβηξε την εμβληματική φωτογραφία της ηθοποιού πλάι στην πισίνα του «Beverly Hills Hotel» το πρωί της επόμενης μέρας του βραβείου Οσκαρ) αλλά και, μια συναισθηματικά ασταθής, φρικτή μητέρα – σταρ του κινηματογράφου («Mommie Dearest») όταν υποδύθηκε την Τζόαν Κρόφορντ, αν και ο γιος της Λιαμ αποφεύγει να μπει σε λεπτομέρειες.

Η Ντάναγουεϊ λέει ότι ένιωσε «τεράστια συγγένεια» με την Κρόφορντ. Παρόλα αυτά, τώρα πια πιστεύει ότι ήταν λάθος να παίξει στο «Mommie Dearest». Η ταινία έχει γίνει τόσο κλασική του είδους camp (όρος που εφευρέθηκε από τη συγγραφέα και κριτικό Σούζαν Σόνταγκ, στην προσπάθειά της να διαχωρίσει την τέχνη που πέφτει σε λάθη αισθητικής παρά τις αρχικές προθέσεις του δημιουργού, από την τέχνη που χρησιμοποιεί συνειδητά την κακογουστιά, με σκοπό να διασκεδάσει ή να σοκάρει το κοινό της) που κανείς ξεχνά ότι εξαιτίας της εκτροχιάστηκε η καριέρα της Ντάναγουεϊ.

Εκείνη φαντάστηκε ότι ήταν ένα σοβαρό δράμα, αλλά ο σκηνοθέτης, Φρανκ Πέρι, το αντιμετώπισε σαν μια γκροτέσκ όπερα. Η Σάρον Στόουν, που εμφανίζεται στο ντοκιμαντέρ ως φίλη της Ντάναγουεϊ αλλά και ως αξιόπιστη συνήγορος παρεξηγημένων ηθοποιών, το θέτει ωμά: «Αν ο σκηνοθέτης βάλει τον ηθοποιό σε αυτή τη θέση, η ντροπή είναι του σκηνοθέτη», τονίζει. Οι θαυμαστές της Κρόφορντ, εξάλλου, ένιωθαν εμετικά με την αναφορά στην ψυχική ασθένεια της χολιγουντιανής  σούπερ σταρ, κάτι που γίνεται διπλά συγκινητικό όταν η Ντάναγουεϊ μιλάει με ειλικρίνεια για τη δική της διάγνωση διπολικής διαταραχής και τις προσπάθειες να βρει κατάλληλα φάρμακα. «Δεν σκοπεύω να δικαιολογηθώ με αυτό», λέει, «Εξακολουθώ να είμαι υπεύθυνη για τις πράξεις μου».

Από εκεί και πέρα, η ταινία προσπαθεί να βρει το κατάλληλο τέλος για μια γυναίκα που «τρώγεται» να επιστρέψει στη δουλειά. Η Ντάναγουεϊ θέλει -και της αξίζει- έναν θριαμβευτικό, κορυφαίο ρόλο στα χέρια ενός σκηνοθέτη που θα βγάλει απο εκείνη τον καλύτερό της εαυτό. Οπως, μάλιστα, λέει ο γιος της, «Αν δεν πονούσε τόσο πολύ, θα ήταν τόσο καλή;»

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...