Εδώ και 25 χρόνια, τα συντρίμμια του κατεστραμμένου από τις ΝΑΤΟϊκές βόμβες κτιρίου του υπουργείου Αμυνας της πρώην Γιουγκοσλαβίας παραμένουν άθικτα στο κέντρο του Βελιγραδίου. Τώρα, αυτό το μνημείο του σερβικού εθνικισμού γκρεμίζεται για να χτιστεί στη θέση του ένα συγκρότημα υπερσύγχρονων ξενοδοχείων και διαμερισμάτων.
Οι επενδύσεις για το νέο κτιριακό συγκρότημα προέρχονται από τη χώρα που ηγήθηκε δύο στρατιωτικών επεμβάσεων στη Σερβία κατά τη δεκαετία του 1990. Αλλά δεν πρόκειται για απλούς αμερικανούς χρηματοδότες. Του ταμείου που κρύβεται πίσω από την επένδυση –που έχει την υποστήριξη της Σαουδικής Αραβίας– ηγείται ο γαμπρός του Ντόναλντ Τραμπ, Τζάρεντ Κούσνερ, ενώ ο Ρίτσαρντ Γκρένελ, πρώην μέλος της κυβέρνησης Τραμπ, ήταν μεσολαβητής στη συμφωνία.
Η συγκεκριμένη συμφωνία θα μπορούσε να αποτελέσει επίκεντρο μελέτης για τον τρόπο με τον οποίο μια μικρή, αδέσμευτη χώρα προετοιμάζεται για μια πιθανή επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο, όπως επεσήμαναν πρόσφατα οι Financial Times. Αντικατοπτρίζει, παράλληλα, την αυξανόμενη εστίαση της Δύσης στη Σερβία, σε μια προσπάθεια να την αποσπάσει από τη σφαίρα επιρροής του παραδοσιακού συμμάχου της, της Ρωσίας.
Ο Αλεξάνταρ Βούτσιτς, πρόεδρος της Σερβίας από το 2017, επιμένει ότι η συμφωνία είναι ένα πλήρες επιχειρηματικό εγχείρημα και υποβαθμίζει την ιδέα της συνδιαλλαγής, λέγοντας στους FT ότι η κατασκευή ενός Trump Hotel θα φέρει περισσότερους επενδυτές και τουρίστες στο Βελιγράδι. Αλλά η συμφωνία διαθέτει εμφανή πολιτικά χαρακτηριστικά, καθώς ο αντισυμβαλλόμενος είναι τελικά το σερβικό κράτος.
Με αυτή την κίνηση ο εθνικιστής Βούτσιτς αποκτά στενούς δεσμούς με τον Λευκό Οίκο σε περίπτωση νίκης του επίσης εθνικιστή Τραμπ στις προσεχείς αμερικανικές προεδρικές εκλογές. Η ιδέα της επένδυσης ανήκει στον Γκρένελ, μάχιμο σύμμαχο και πρώην απεσταλμένο του πρώην αμερικανού προέδρου στα Βαλκάνια, ο οποίος θεωρείται υποψήφιος για τη θέση του υπουργού Εξωτερικών σε μια δεύτερη θητεία Τραμπ.
Αλλά η συμφωνία εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο ενθάρρυνσης των αμερικανικών επενδύσεων στη Σερβία, σε μια απόπειρα αύξησης της επιρροής της Δύσης στη χώρα και αποδυνάμωσης των παραδοσιακών σχέσεών της με τη Ρωσία. Ο Γκρένελ την παρουσιάζει ως μέσο ενδυνάμωσης των διακρατικών σχέσεων των δύο χωρών, στα πρότυπα των αμερικανικών επενδύσεων στο Τόκιο μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το 1945.
Για να προλάβουν την κριτική της συμφωνίας από το ισχυρό δεξιό σερβικό εθνικιστικό λόμπι –το οποίο υποστηρίζει έντονα τη Μόσχα– οι επενδυτές δεσμεύτηκαν να χτίσουν στην τοποθεσία και ένα μνημείο για τα θύματα των βομβαρδισμών του NATO, σε συνεννόηση με σέρβους αρχιτέκτονες. Παράλληλα, ο Κούσνερ σχεδιάζει μια επένδυση σε ένα πολυτελές τουριστικό έργο στην κοντινή Αλβανία, προς τέρψιν του πρωθυπουργού της Εντι Ράμα.
Στην Ουάσινγκτον η ανακοίνωση των συμφωνιών θέτει ερωτήματα σχετικά με πιθανή σύγκρουση συμφερόντων εάν ο Τραμπ επιστρέψει στην εξουσία. Ο Γκρένελ και ο Κούσνερ απορρίπτουν τις κατηγορίες υποστηρίζοντας ότι ενεργούν ως ιδιώτες. Ο Κούσνερ, μάλιστα, έχει δηλώσει ότι σε περίπτωση δεύτερης θητείας του Τραμπ δεν θα έχει ρόλο στην κυβέρνησή του.
Στην Ευρώπη η συμφωνία του Βελιγραδίου θεωρείται κλασικός ελιγμός αντιστάθμισης στοιχημάτων του 54χρονου Βούτσιτς, ο οποίος κυριαρχεί στη σερβική και βαλκανική πολιτική εδώ και μια δεκαετία –για τρία χρόνια ως πρωθυπουργός και για επτά ως πρόεδρος της Σερβίας– και του αρέσει να δημιουργεί ανταγωνισμούς ανάμεσα σε ΗΠΑ και ΕΕ από τη μία, Ρωσία και Κίνα από την άλλη.
Ο Μίλαν Αντόνιεβιτς, σέρβος δικηγόρος ειδικευμένος σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, χαρακτηρίζει τον πρόεδρο της χώρας του δεινό σκακιστή. Πιστεύει ότι ο Βούτσιτς «επιχειρεί να ακολουθήσει έναν μέσο διπλωματικό δρόμο, που ταιριάζει καλύτερα στα μακροπρόθεσμα συμφέροντα της Σερβίας σε έναν όλο και πιο πολυπολικό κόσμο».
Ο πρόεδρος της Σερβίας έχει μια πραγματική σκακιέρα με χρονόμετρο στη βιβλιοθήκη του. Ως σκακιστικό πιόνι θα ήταν μάλλον «αξιωματικός», που κινείται λοξά κάνοντας ζιγκ-ζαγκ στη σκακιέρα. Σε συνέντευξή του στους Financial Times παρουσιάζει την τρέχουσα διεθνή ρευστότητα ως μια εποχή που προσφέρει πολλές δυνατότητες –αλλά κρύβει και εξαιρετικούς κινδύνους– για τη χώρα του.
Την ώρα που συνεργάζεται με συμμάχους του Τραμπ –αλλά παράλληλα ολοένα στενότερα με την κυβέρνηση Μπάιντεν– ο Βούτσιτς καλλιεργεί σχέσεις με την αντίπαλο υπερδύναμη των ΗΠΑ, Κίνα. Ταυτόχρονα συντηρεί τους συναισθηματικούς και θρησκευτικούς δεσμούς της χώρας του με τη Μόσχα, αν και φροντίζει να κρατά τον Βλαντίμιρ Πούτιν σε απόσταση ασφαλείας. Οι σέρβοι εθνικιστές που τον στηρίζουν, βλέπουν τους Ρώσους ως «σλαβικές αδελφές ψυχές».
Αναλυτές αναφέρουν ότι οι Σέρβοι τρέφουν μια παράλογη αγάπη για τη Ρωσία και μια υπολογιστική έλξη προς την Κίνα. Ως αποτέλεσμα, η Σερβία είναι η μία από τις δύο ευρωπαϊκές χώρες (η άλλη είναι η Λευκορωσία) που δεν υποστηρίζουν τις Δυτικές κυρώσεις κατά της Μόσχας.
Οσο για την Κίνα, η Σερβία και η Ουγγαρία είναι οι μόνες χώρες που επισκέφθηκε ο πρόεδρος Σι τον περασμένο Μάιο, μετά την επίσημη επίσκεψή του στο Παρίσι. Οι κινεζικές επενδύσεις πληθαίνουν στη Σερβία και η ασιατική υπερδύναμη βρίσκεται συχνά στην κορυφή των σερβικών δημοσκοπήσεων ως η πιο δημοφιλής ξένη δύναμη.
Και όμως, την ίδια στιγμή, ο Βούτσιτς καλλιεργεί δεσμούς με τον πρόεδρο της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν και πιέζει για συνεργασία με την ΕΕ στην ανάπτυξη του δυνητικά μεγαλύτερου ορυχείου λιθίου της Ευρώπης στη δυτική Σερβία – ένα έργο αξίας πολλών δισ. ευρώ. Ο πρόεδρος επιμένει ότι στόχος του είναι η ένταξη στην Ενωση, τον κορυφαίο εμπορικό εταίρο της Σερβίας.
Η χώρα βρίσκεται σε διαδικασία ενταξιακών διαπραγματεύσεων με τις Βρυξέλλες εδώ και 12 χρόνια, αλλά έχει σημειώσει ελάχιστη πρόοδο όσον αφορά την ικανοποίηση των ανησυχιών της ΕΕ σχετικά με τη δέσμευσή της στο κράτος δικαίου, και στο μη διευθετημένο καθεστώς της πρώην επαρχίας του Κοσόβου.
Ο Βούτσιτς παίζει ταυτόχρονα σε πολλά αντιφατικά διπλωματικά ταμπλό. Λίγες ημέρες μετά την επίσκεψη του κινέζου προέδρου Σι, τη χώρα επισκέφθηκαν η Πρώτη Κυρία της Ουκρανίας, Ολένα Ζελένσκα, και ο υπουργός Εξωτερικών, Ντμίτρο Κουλέμπα. Ακολούθως, πήγε στο ρωσικό πολιτιστικό κέντρο του Βελιγραδίου και εκφώνησε μια ρεβιζιονιστική ομιλία, ενώ δύο ημέρες αργότερα διαπραγματευόταν αναπτυξιακά σχέδια με την ΕΕ.
Για τις δυνάμεις της Δύσης, η πλήρους κλίμακας εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία κατέστησε το διπλωματικό φλερτ του Βούτσιτς προτεραιότητα, εν μέσω της συνεχιζόμενης ανησυχίας ότι η Μόσχα θα μπορούσε να υποκινήσει εχθρότητες στη γειτονική Βοσνία-Ερζεγοβίνη και στο Κοσσυφοπέδιο – περιοχές που διαθέτουν ταραχώδεις σερβικές μειονότητες.
Δυτικοί διπλωμάτες και περιφερειακοί αναλυτές πιστεύουν ότι ο σέρβος πρόεδρος γέρνει προς τη Δύση. Στη συνέντευξή του στους FT παρουσιάζει τη στάση του κατά των κυρώσεων ως γενική αποστροφή για το μέτρο, μετά την επιβολή τους κατά της Σερβίας στη διάρκεια των βαλκανικών πολέμων της δεκαετίας του 1990. Παράλληλα, επιβεβαιώνει τη διακριτική του βοήθεια προς το Κίεβο μέσω πώλησης πυρομαχικών σε τρίτες χώρες, τα οποία τελικά καταλήγουν στην Ουκρανία.
Ο Βούτσιτς θα μπορούσε να περιγραφεί καλύτερα ως χαμαιλέων. Ξεκίνησε στην πολιτική ως ακραίος εθνικιστής και ενώ έχει μετακινηθεί προς το Κέντρο, εξακολουθεί να παίζει τακτικά το χαρτί του εθνικισμού για να κερδίσει την υποστήριξη της Δεξιάς – με πιο πρόσφατη ένδειξη τη διοργάνωση μιας πανσερβικής συνάντησης στο Βελιγράδι.
Οι υποστηρικτές του θεωρούν τις αμφίδρομες διπλωματικές κινήσεις τους ως ελιγμούς ακριβείας με στόχο την επιβίωση της μικρής χώρας του σε ένα διεθνές περιβάλλον ακραίας πόλωσης. Για τους επικριτές του, διαφοροποιείται ελάχιστα από τον Βίκτορ Ορμπαν, τον αυταρχικό ούγγρο πρωθυπουργό, που είναι οπαδός του Τραμπ και εξευτελίζει τη στάση της ΕΕ και του NATO για την Ουκρανία.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News