Τον Οκτώβριο του 2017, ο Ζαν-Λικ Μελανσόν βρισκόταν στην Ελλάδα, προκειμένου να παραβρεθεί σε κάποια εκδήλωση της Ζωής Κωνσταντοπούλου και να συναντηθεί και με άλλους αποχωρήσαντες της εποχής εκείνης από τον ΣΥΡΙΖΑ, όπως ο Παναγιώτης Λαφαζάνης. Με την ευκαιρία, θα έδινε μια συνέντευξη σε έναν μικρό αριθμό ελλήνων δημοσιογράφων που είχαν ενδιαφερθεί σχετικά. Το ραντεβού είχε δοθεί σε ένα ρεστοράν κοντά στην Ακρόπολη και θα είχε διάρκεια αυστηρά μίας ώρας γιατί ο τότε επικεφαλής του «Αριστερού Μετώπου» ήθελε, σαν καλός Γάλλος, να φάει νωρίς το μεσημεριανό του.
Ο Μελανσόν εμφανίστηκε με καθυστέρηση 45 λεπτών, κάθισε θυμωμένος στο τραπέζι και απευθυνόμενος στους δημοσιογράφους, είπε επιθετικά: «Κάντε γρήγορα. Έχω 15 λεπτά». Χωρίς κανείς να πάρει το θάρρος να του επισημάνει ότι ήταν εκείνος που είχε αργήσει, ο πρώτος δημοσιογράφος έκανε μια διπλή ερώτηση. Ακολούθησε έκρηξη. O Μελανσόν, κουνώντας το δάκτυλο, κατηγόρησε τον δημοσιογράφο και όλους τους δημοσιογράφους ότι παίζουν παιχνίδια και οι ερωτήσεις τους είναι πονηρές.
Όταν τελείωσε, ρώτησε αν υπάρχει άλλο ερώτημα. Δειλά, ο δεύτερος δημοσιογράφος έκανε μια νύξη για τις αντιπαραθέσεις μεταξύ γαλλικής και γερμανικής Αριστεράς και το αίτημα του Μελανσόν να διαγραφεί ο ΣΥΡΙΖΑ από το Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς. Ικανοποιημένος από αυτή την ερώτηση, ο γάλλος πολιτικός, ξεκίνησε έναν μονόλογο 20 λεπτών, κατά τη διάρκεια του οποίου τοποθετήθηκε –κυρίως- για άλλα θέματα. Όταν τελείωσε, αποχώρησε σχεδόν χωρίς να χαιρετήσει.
Όσοι γνώριζαν εκείνη τη μέρα τον Ζαν-ΛικΜελανσόν, σχολίαζαν ότι δεν είχαν συναντήσει στη ζωή τους πιο αγενή και αντιπαθητικό πολιτικό. Όσοι τον ήξεραν ήδη χαμογελούσαν συγκαταβατικά. «Αυτό είναι ο Μελανσόν». Ένας άνθρωπος που λατρεύει να γίνεται αντιπαθής, που η φύση του είναι να είναι αλαζονικός και να προκαλεί και μόνο όποιος τον αντέχει τον ακολουθεί.
Η αλήθεια είναι ότι έπρεπε κανείς να καταβάλει μεγάλη προσπάθεια για να δει πίσω από αυτή την ναπολεόντεια εκκεντρικότητα και να παρακολουθήσει τις θέσεις του και να καταλάβει ότι είχαν μια ραχοκοκαλιά και μια συνέπεια. Μέσα στην καρδιά της κρίσης χρέους μέσα στη ζώνη του Ευρώ, ο Μελανσόν εξέφραζε μια ριζοσπαστική θέση: ότι κανένα δημόσιο χρέος δεν αποπληρώθηκε ποτέ στην ιστορία της ανθρωπότητας. Άρα, έλεγε, η επίκλησή του ήταν ζήτημα συσχετισμού δυνάμεων και όχι πραγματικό. Στην πραγματικότητα, είχε να κάνει αποκλειστικά με τις προτεραιότητες της γερμανικής οικονομίας. Άρα ο Μελανσόν πρότεινε ένα ευρωπαϊκό μέτωπο με επικεφαλής τη Γαλλία ενάντια στη γερμανική ηγεμονία στην ΕΕ. Στο τέλος της συζήτησης, μπορούσες να καταλάβεις γιατί ανάμεσα σε όλους τους διαφωνούντες της Αριστεράς στην Ελλάδα, αυτός οι άνθρωπος κατέληγε να συνεννοείται με τη Ζωή Κωνσταντοπούλου.
Όμως, κανείς δεν πρέπει να γελιέται: ο Ζαν-Λικ Μελανσόν δεν είναι απλά μια αυταρχική καρικατούρα. Αν ήταν έτσι, δεν θα είχε κατορθώσει να διασωθεί από το ναυάγιο της γαλλικής Αριστεράς την περασμένη 10ετία και να βρίσκεται σε ισχυρή θέση σήμερα, που αυτή δείχνει να ξαναπατάει στα πόδια της. Με το ιδιότροπο στυλ του και τη μεγαλομανία του –η οποία πάντως ιστορικά ασκεί γοητεία στους Γάλλους- ο Μελανσόν κατόρθωσε από το 2011 και μετά να επιβιώσει ως ο κατεξοχήν αρνητής της λεγόμενης ΤΙΝΑ («Δεν υπάρχει εναλλακτική λύση») στη Γαλλία. Σε μια χώρα όπου η ταξική πάλη δεν τελείωσε ποτέ και όπου κατά την περίοδο της κατάρρευσης των ιστορικών κομμάτων της Αριστεράς, Σοσιαλιστών και Κομμουνιστών, πολύ μεγάλες εργατικές κινητοποιήσεις σηκώθηκαν για το συνταξιοδοτικό σύστημα και τον εργατικό κώδικα, ο Μελανσόν κατάφερε να αναπτύξει σχέσεις με τα συνδικάτα, υποσκελίζοντας στο εσωτερικό τους το παρηκμασμένο γαλλικό ΚΚ, αλλά και να παρουσιάσει ένα σχέδιο διακυβέρνησης που εμπνέεται περισσότερο από αυτό του Μιτεράν το 1981, παρά από τις σημερινές πολιτικές της ΕΕ: αύξηση των δημόσιων δαπανών, μείωση του χρόνου εργασίας, μείωση του συντάξιμου χρόνου, αύξηση των μισθών με ενίσχυση των συλλογικών συμβάσεων, αμφισβήτηση των δημοσιονομικών ορίων που θέτουν οι Βρυξέλλες.
Δεν είναι να απορεί κανείς γιατί ο Medef, σύνδεσμος των γάλλων εργοδοτών, φρίττει με τον Μελανσόν περισσότερο από όσο με τη Λεπέν. Και όχι μόνο αυτός. Τα στελέχη του κόμματος του Μακρόν ζητούν από το υπόλοιπο Λαϊκό Μέτωπο (σοσιαλιστές, κομμουνιστές και πράσινους) να συνάψουν μια συμμαχική κυβέρνηση χωρίς αυτόν. Και οι ίδιοι αυτοί εκπρόσωποι της παραδοσιακής Αριστεράς δεν νιώθουν πολύ άνετα μαζί του. Αυτοί οι τελευταίοι ωστόσο, δείχνουν λίγο αχάριστοι. Πριν από δύο χρόνια, ο Μελανσόν τους φώναξε για να σχηματίσουν το πρώτο –λιγότερο επιτυχημένο- ενιαίο μέτωπο της Αριστεράς και τους έδωσε οξυγόνο. Ένα μήνα νωρίτερα, η υποψήφια των Σοσιαλιστών στις προεδρικές εκλογές είχε συγκεντρώσει 1,7%.
Ξεκίνησε σαν σκληρός τροτσκιστής
Η πολιτική πορεία του Μελανσόν είναι πολύ «γαλλική». Ξεκίνησε από ένα σκληρό τροτσκιστικό ρεύμα δημοφιλές στη Γαλλία της δεκαετίας του 1970, τους «λαμπερτιστές». Ένα πέπλο μυστηρίου εξακολουθεί να καλύπτει τη μαζική μετάβαση στελεχών του «λαμπερτισμού» στο Σοσιαλιστικό Κόμμα, λίγο πριν από την εκλογή Μιτεράν – πλήθος σεναρίων συνωμοσίας κυκλοφορούν για το θέμα. Εκτός του Μελανσόν, από την ίδια οργάνωση προερχόταν και ο πρώην πρωθυπουργός Λιονέλ Ζοσπέν και άλλα στελέχη της μιτερανικής περιόδου.
Από τη δεκαετία του ’90 δραστηριοποιείται στην αριστερή πτέρυγα των Σοσιαλιστών, αναπτύσσει βεντέτα στο εσωτερικό του μηχανισμού με τον κατοπινό πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ και το 2005 βρίσκεται επικεφαλής της τάσης των Σοσιαλιστών που στηρίζει το «Όχι» στο δημοψήφισμα για το ευρωσύνταγμα. Το δημοψήφισμα εκείνο θα διχάσει για πάντα τους Σοσιαλιστές και ο Μελανσόν μετά από λίγο θα αποχωρήσει για να κάνει το δικό του κόμμα. Θα συνεργαστεί με το Κομμουνιστικό Κόμμα, που ψάχνει τότε σανίδα σωτηρίας, αλλά στην πραγματικότητα θα είναι αυτός που θα του δώσει τη χαριστική βολή, παίρνοντάς του τα τελευταία κάστρα στα λαϊκά προάστια έξω από το Παρίσι.
Η ώρα των κρίσιμων αποφάσεων
Και τώρα; Ο Μελανσόν είναι κατά μία έννοια δέσμιος της επιτυχίας του. Πολύ αντισυστημικός για να γίνει πρωθυπουργός του Λαϊκού Μετώπου, αλλά όχι αρκετά για να διαχωριστεί από αυτό, σε ηλικία που του επιτρέπει οριακά μία ακόμα εμφάνιση σε προεδρικές εκλογές (θα είναι 76 ετών το 2027) και τόσο συγκεντρωτικός ώστε να μη μπορεί να εγγυηθεί μια ομαλή συνέχεια για το ρεύμα του, ο Μελανσόν θα χρειαστεί να πάρει σύντομα αποφάσεις διαφορετικού τύπου από εκείνες που έπαιρνε ως τώρα. Το βράδυ των εκλογών, διαισθανόμενος την τάση, έσπευσε να δηλώσει ότι οποιοσδήποτε (κυβερνητικός) συνδυασμός εκτός της κυβέρνησης Λαϊκού Μετώπου δεν θα είναι αποδεκτός. Θα δεχτεί όμως μια κυβέρνηση Λαϊκού Μετώπου χωρίς τον ίδιο σε κεντρικό ρόλο; Από αυτή την απάντηση ίσως κριθεί ένα μέρος των πολιτικών εξελίξεων στη Γαλλία τα επόμενα χρόνια.
Αλαζονικός, αντιπαθητικός, εγωπαθής, αυτός ο Αριστερός Ναπολέοντας, κατάφερε κάτι που κανείς δεν μπορεί να του αμφισβητήσει: επανέφερε τη λαϊκή ψήφο στην Αριστερά, σπάζοντας το μονοπώλιο που προσπάθησε να δημιουργήσει εκεί η άκρα Δεξιά. Υπό αυτή την έννοια, μπορεί να καμαρώνει: είναι ο άνθρωπος που νίκησε τη Λεπέν. Είναι όμως πολύ πιθανό –κατά τη μαρξιστική ορολογία- εδώ να ολοκληρώνεται ο ιστορικός του ρόλος. Μια πιο συστημική Αριστερά που θα θελήσει να κυβερνήσει με το Κέντρο, θα χρειαστεί κάποιον εντελώς διαφορετικό ηγέτη από τον Μελανσόν. Και μια πιο αντισυστημική Αριστερά που θα μπει σε μια διαδικασία πόλωσης με την Ακροδεξιά και το Κέντρο, θα χρειαστεί κάποιον νεότερο και λιγότερο πολωτικό συνεχιστή του. Το πρόβλημα με τις αντιφατικές προσωπικότητες τύπου Μελανσόν, είναι αν ο ίδιος μπορεί να αποδεχτεί κάτι τέτοιο.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News