Η πολιτική δεν είναι ακριβώς αυτά που διαβάζουμε στις «κάρτες» των δελτίων ειδήσεων. Δεν είναι δηλαδή οι σύντομες δηλώσεις δίπλα στη φωτογραφία ενός βουλευτή ή ενός υπουργού οι οποίες εμφανίζονται στα ρεπορτάζ με την πολιτική επικαιρότητα της ημέρας. Και οι οποίες απαγγέλλονται συνήθως με δυναμισμό (κάποιοι μάλιστα τραβάνε το σπικάζ στα όρια της διακωμώδησης) για να υπογραμμιστεί η σημασία της παρέμβασης.
Οι πολιτικοί φυσικά ενδιαφέρονται για αυτά τα πράγματα. Γι’ αυτό και όταν τηλεφωνούν σε έναν τηλεοπτικό πολιτικό συντάκτη για να του επισημάνουν κάτι που είπαν (πχ. σε μια ραδιοφωνική εκπομπή) ενίοτε του λένε: «σε παρακαλώ κάντο μου κάρτα στο δελτίο».
Αν άνοιγε λοιπόν ένας αποκαμωμένος από τη ζέστη πολίτης τα δελτία την Τετάρτη το βράδυ, θα έβλεπε μετά την πεντάωρη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της ΝΔ πολλές τέτοιες «κάρτες» με όσα είπαν βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος. Και το συμπέρασμα που θα έβγαζε θα ήταν ότι, ξαφνικά, μέσα στο κατακαλόκαιρο, επέστρεψε η εποχή των μεγάλων ιδεολογικών ζυμώσεων. Οτι βουλευτές του ελληνικού κοινοβουλίου ανησυχούν να μην τους «καταπιεί η Ιστορία» όπως τον… Μακρόν και ζητούν εδώ και τώρα, με 38-40 βαθμούς, «ξεκάθαρες ιδεολογικές λύσεις».
Δεν υποστηρίζω ότι ο πολίτης που είδε αυτές τις δηλώσεις στην τηλεόραση παραπλανήθηκε από κάποιον ή ό,τι τα ιδεολογικά ζητήματα δεν απασχολούν καθόλου τους βουλευτές των κομμάτων και δη των κυβερνητικών. Θα ήταν ισοπεδωτικό. Ωστόσο αυτοί οι προβληματισμοί αποτελούν ένα μέρος μόνο της συνολικής εικόνας στην πολιτική. Γιατί πέρα από την ιδεολογία, σχεδόν σε όλες τις δημοκρατίες, απασχολούν τελικά τους βουλευτές —ειδικά ενός κυβερνώντος κόμματος— και… μερικά πράγματα ακόμη. Βασικά τρία:
1. Υπουργοποίηση. Από τη στιγμή που ένας πολιτικός εκλεγεί βουλευτής με τη ψήφο των πολιτών, είναι λογικό να διατηρεί τη θεμιτή φιλοδοξία να επιλεγεί από τον Πρωθυπουργό για θέση υφυπουργού ή υπουργού.
2. Πρόσβαση. Ειδικά οι βουλευτές που έχουν στις περιφέρειες τους περιοχές αγροτικές και απομακρυσμένες από αστικά κέντρα, είναι λογικό να ζητούν πρόσβαση στους υπουργούς, τους υφυπουργούς ακόμη και στους διευθυντές δημόσιων Οργανισμών στους οποίος μπορούν να θέσουν τα προβλήματα που τους αναφέρουν οι πολίτες. Αλλωστε αυτός ο διαμεσολαβητικός ρόλος του βουλευτή είναι κοινός σε όλα τα δημοκρατικά συστήματα.
3. Επανεκλογή. Το τρίτο ζήτημα που ενδιαφέρει τους βουλευτές, ιδίως αν έχουν χρόνια μπροστά τους, είναι ασφαλώς η επανεκλογή τους: η παρουσία τους στη νέα Βουλή και μετά από τις επόμενες εθνικές εκλογές.
Αν κανένα από τα τρία σημεία δεν πηγαίνει καλά για τον κυβερνητικό βουλευτή, τότε υπάρχει πρόβλημα. Τα παραπάνω δεν σημαίνουν πως όλοι οι βουλευτές λειτουργούν υστερόβουλα ή ότι «ντύνουν» το ατομικό τους συμφέρον με ιδεολογικά χαρακτηριστικά. Αποτελούν όμως μέρος της πραγματικότητας της πολιτικής που δεν προκύπτει από «κάρτες» με δηλώσεις ιδεολογικού περιεχομένου.
Οταν ένας βουλευτής είναι απογοητευμένος από τα δύο πρώτα σημεία (υπουργοποίηση, πρόσβαση) αγωνιά περισσότερο για την επανεκλογή του. Γιατί αν δεν υπουργοποιηθεί δεν αποκτά την επιθυμητή ορατότητα, ενώ αν δεν έχει πρόσβαση συγκεντρώνει παράπονα από τους ψηφοφόρους της περιφέρειάς του. Βεβαίως, η πλειοψηφία των βουλευτών δεσμεύεται συνήθως από την ιδεολογία του κόμματος της. Ετσι, οι περισσότεροι δεν σκέπτονται καν το ενδεχόμενο να μετακινηθούν σε κάποιο άλλο ακόμη κι αν απογοητευθούν ή θυμώσουν με την ηγεσία. Προτιμούν να πάνε σπίτι τους ή να επιστρέψουν στο επάγγελμά τους.
Η κρίση και το πολιτικό franchising
Είναι όμως όλοι έτσι; Προφανώς όχι. Για παράδειγμα, σε συνθήκες μεγάλης πολιτικής ρευστότητας, όπως αυτές που επικράτησαν στην Ελλάδα την περασμένη δεκαετία, μπορεί να συμβούν και συνέβησαν σημαντικές μετακινήσεις βουλευτών. Ιδίως από αυτούς που θέλουν ντε και καλά να κάνουν πολυετή καριέρα στην πολιτική, που δεν έχουν δουλέψει ποτέ στη ζωή τους ή δεν μπορούν να αποχωριστούν τις ανέσεις του βουλευτή, άρα πρέπει πάση θυσία να επανεκλεγούν.
Αυτό γίνεται σε κάποιες περιπτώσεις μέσα από τη λογική του πολιτικού franchising, που αναπτύχθηκε και στην πατρίδα μας πολύ πριν από το επιχειρηματικό: ένα κόμμα εντάσσει και παραχωρεί την «ταμπέλα» σε έναν πολιτικό που διαθέτει ακροατήριο σε κάποια εκλογική περιφέρεια ποντάροντας ότι με αυτό τον τρόπο θα αποκτήσει μια επιπλέον έδρα (ή και την πρώτη έδρα στη συγκεκριμένη περιφέρεια αν δεν έχει καμία).
Ολα τα κόμματα προφανώς έχουν ιδεολογία. Και παρότι δεν ζούμε στην εποχή των μεγάλων ιδεολογιών, η αλλαγή πολιτικής στέγης δεν ήταν ποτέ εύκολη υπόθεση για κανένα βουλευτή. Γιατί πάντα έπρεπε να εξηγεί στους ψηφοφόρους του γιατί έκανε αυτή την επιλογή.
Στο παρελθόν αυτό το πρόβλημα αξιοπιστίας και πολιτικής εντιμότητας έχουμε δει να παρακάμπτεται με μια ρητορική τρίπλα ή ακόμη και κωλοτούμπα. Με την υποστήριξη μιας θέσης από την πλευρά του βουλευτή που λέει ότι δεν άλλαξε ο ίδιος. Αλλά πως, αντίθετα, παρότι ο ίδιος παρέμεινε σταθερός στις αρχές και τις αξίες του, το κόμμα του ήταν εκείνο που υπέστη «ιδεολογική μετάλλαξη». Κι έτσι, τι να κάνει ο άνθρωπος, αφού το κόμμα δεν του άφησε άλλη επιλογή, έφυγε πικραμένος για λόγους συνειδησιακούς.
Βεβαίως, σε συνθήκες ομαλότητας και πολιτικής σταθερότητας, τα επιχειρήματα αυτού του τύπου συγκεντρώνουν πολύ μικρότερες πιθανότητες να γίνουν τελικά πιστευτά από τους ψηφοφόρους. Με άλλα λόγια και χωρίς φιοριτούρες, βγάζουν μάτι ότι είναι fake.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News