Οσο το θερμόμετρο ανεβαίνει επικίνδυνα και η ζέστη σε εξωτερικούς χώρους συνδυάζεται με υγρασία, στο εσωτερικό του ανθρώπινου οργανισμού εξελίσσεται μια μάχη. Μια μάχη, που σύμφωνα με τους επιστήμονες, είναι ζωής και θανάτου. Η έκβαση αυτής της μάχης κρίνεται από μια σειρά σημαντικούς παράγοντες αλλά μπορεί να είναι και ζήτημα λίγων μόνον βαθμών Κελσίου.
Κάπως έτσι περιγράφουν αμερικανοί (και όχι μόνον) επιστήμονες και γιατροί στα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών τα όσα εξελίσσονται στις ΗΠΑ τις τελευταίες ημέρες. Περίπου 65 εκατ. άνθρωποι την περασμένη εβδομάδα βρίσκονταν σε κατάσταση συναγερμού στις βορειοανατολικές και μεσοδυτικές Πολιτείες, εξαιτίας του πρώιμου καύσωνα.
Οι μετρήσεις (που συνδυάζουν θερμοκρασία και υγρασία) άγγιξαν ακόμη και τους 43,3 βαθμούς Κελσίου (καταρρίπτοντας κάθε προηγούμενο ρεκόρ), με την Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία των ΗΠΑ να προειδοποιεί για τον κίνδυνο που διατρέχουν (κυρίως) τα ευπαθή άτομα αλλά και οι πολίτες που ζουν χωρίς κλιματισμό.
Περίπου 7.928 χιλιόμετρα μακριά (αυτή είναι η απόσταση που χωρίζει τη Νέα Υόρκη από την Αθήνα), οι επιστήμονες καταλήγουν σε αντίστοιχα συμπεράσματα. Γεγονός που συνηγορεί πως η κλιματική αλλαγή συνιστά ένα παγκόσμιο και συνεπακόλουθα κοινό πρόβλημα. Ο Ιούνιος στην Ελλάδα φαίνεται πως θα καταγραφεί ως ο θερμότερος όλων των εποχών, προκαλώντας ένα έντονο θερμικό και παρατεταμένο στρες στους ανθρώπους.
Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα με τη σειρά. Η σταθερή θερμοκρασία πυρήνα του ανθρώπινου οργανισμού είναι περίπου 37 βαθμοί Κελσίου. Συνεπώς, και σύμφωνα με τον Oλι Τζέι, καθηγητή Θερμότητας και Υγείας στο Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ στην Αυστραλία, χρειάζονται μόλις 4 βαθμοί επιπλέον για να αρχίσει το σώμα να καταρρέει λόγω θερμοπληξίας.
Οι τρεις τρόποι με τους οποίους η ζέστη μπορεί να σε σκοτώσει
Συγκεκριμένα και όπως ο ίδιος περιγράφει στο Associated Press (AP), η υψηλή θερμοκρασία μετατρέπεται σε… δολοφόνο, μέσω τριών τρόπων. Ο πρώτος και πιο συνήθης είναι η θερμοπληξία.
Οταν η εσωτερική θερμοκρασία του σώματος γίνεται πολύ υψηλή, το σώμα ανακατευθύνει τη ροή του αίματος προς το δέρμα για να δροσιστεί, εξηγεί ο δρ Τζέι. Μέσω της διαδικασίας αυτής, όμως, και καθώς το αίμα και το οξυγόνο εκτρέπονται μακριά από το στομάχι και την κοιλιακή χώρα, ενδέχεται να εισέλθουν στην κυκλοφορία του αίματος τοξίνες και βακτήρια, τα οποία συνήθως περιορίζονται στο έντερο.
«Αυτό πυροδοτεί έναν καταρράκτη επιπτώσεων. Θρόμβωση, οργανική ανεπάρκεια και, τελικά, θάνατο», περιγράφει ο ειδικός. Αλλά ο μεγαλύτερος κίνδυνος προέρχεται από την επιβάρυνση της καρδιάς, ιδίως για εκείνους που πάσχουν από καρδιαγγειακές παθήσεις. Για μια ακόμη φορά, όπως εξηγούν οι ειδικοί της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας, προκαλείται αγγειοδιαστολή, ώστε τα αγγεία που βρίσκονται κοντά στο δέρμα να αποβάλουν θερμότητα προς το περιβάλλον. Αντισταθμιστικά, η καρδιά αυξάνει τη συχνότητά της, ώστε να διατηρήσει σταθερή την παροχή αίματος στα όργανα (ταχυκαρδία).
Με λίγα λόγια και όπως γλαφυρά συμπληρώνει ο δρ Τζέι, «ζητάμε από την καρδιά μας να κάνει περισσότερη δουλειά από ό,τι συνήθως». Συνεπώς, για τους καρδιοπαθείς «είναι σαν να τρέχουν πάνω σε ένα κακοσυντηρημένο λεωφορείο. Είναι σίγουρο πως κάτι θα χαλάσει».
Και έπειτα είναι και η αφυδάτωση, που όταν είναι σοβαρή, μπορεί να οδηγήσει σε θερμοπληξία, σε εγκεφαλικούς σπασμούς, σε κώμα λόγω οιδήματος των εγκεφαλικών κυττάρων, σοβαρές ηλεκτρολυτικές διαταραχές και υπογλυκαιμικό σοκ. Το κώμα ή το σοκ μπορούν να οδηγήσουν ακόμα και σε θάνατο, τονίζει από την πλευρά της στο Associated Press η δρ Ρενέ Σάλας, καθηγήτρια Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ και γιατρός στα επείγοντα περιστατικά στο διάσημο Γενικό Νοσοκομείο της Μασαχουσέτης. Και διευκρινίζει ότι «η αφυδάτωση είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη για όσους πάσχουν από ιατρικές παθήσεις και λαμβάνουν ορισμένα φάρμακα».
Η θερμότητα επηρεάζει επίσης τον εγκέφαλο, προκαλώντας σύγχυση και θολώνοντας τη σκέψη. Και από εκεί ακριβώς πηγάζει το βαθύτερο πρόβλημα, σύμφωνα με την καθηγήτρια Δημόσιας Υγείας και Κλίματος του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον, Kρίστι Εμπι, καθώς θολώνει την κρίση εκείνων που υποφέρουν από τη ζέστη, με αποτέλεσμα να μην είναι σε θέση να αναγνωρίσουν τα ύποπτα σημάδια που μαρτυρούν πως ο οργανισμός τους ασφυκτικά. Και δυστυχώς, με την πάροδο του χρόνου, ο εγκέφαλος μας προδίδει συχνότερα σε συνθήκες καύσωνα.
Είναι όλα, όμως, θέμα θερμοκρασίας;
Η αλήθεια είναι ότι ένας σημαντικός παράγοντας, που συμβάλλει στη δημιουργία ενός αφόρητου κλίματος που «καταπίνει» τις δυνάμεις μας, είναι και η υγρασία. Ορισμένοι επιστήμονες χρησιμοποιούν μια πολύπλοκή μέτρηση, γνωστή ως δείκτης Θερμοκρασίας Υγρού Βολβού και Μαύρου Σφαιριδίου (ΘΥΜΒΑΣ) ή δείκτης Θερμικής Καταπόνησης, που συνδυάζει τη θερμοκρασία, την υγρασία, το φως του ήλιου και τον άνεμο.
Στο παρελθόν, και με βάση το παραπάνω «κοκτέιλ» εξωγενών παραγόντων, οι ειδικοί είχαν ορίσει ως «κόκκινη γραμμή» τους 35 βαθμούς Κελσίου. Η έρευνα του καθηγητή Φυσιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια, Λάρι Κένεϊ, έριξε επιπλέον φως στο πολυπαραγοντικό και σύνθετο αυτό ζήτημα.
Ο ίδιος με την ομάδα του είχαν την εποπτεία τουλάχιστον 600 δοκιμών σε εθελοντές που εξετάστηκαν σε ειδικό θάλαμο περιβαλλοντικών συνθηκών. Και αυτό που έχει διαπιστώσει είναι πως όταν ο ΘΥΜΒΑΣ βρίσκεται κοντά στους 30,5 βαθμούς Κελσίου, οι ανθρώπινες αντοχές αρχίζουν να δοκιμάζονται. Μάλιστα, για τους ηλικιωμένους, το σημείο κινδύνου ξεκινά σε ακόμη χαμηλότερα επίπεδα – δηλαδή, στους 28 βαθμούς Κελσίου.
«Οι υγροί καύσωνες σκοτώνουν πολύ περισσότερους ανθρώπους από ό,τι οι ξηροί καύσωνες», καταλήγει ο δρ Κένεϊ. Και αυτή η τοποθέτησή του ακολουθείται από επιστημονική τεκμηρίωση. Οταν υπέβαλε νέους και ηλικιωμένους σε συνθήκες ξηρής ζέστης, οι νεότεροι εθελοντές ήταν λειτουργικοί ακόμη και σε θερμοκρασίες που άγγιζαν τους 52 βαθμούς Κελσίου, ενώ οι ηλικιωμένοι έπρεπε να σταματήσουν κάθε δραστηριότητα στους 43 βαθμούς Κελσίου. Ομως, με υψηλή ή μέτρια υγρασία, οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να λειτουργήσουν σε τόσο υψηλή θερμοκρασία.
Η θερμή επιβάρυνση στη χώρα μας
Στη χώρα μας, το βιομετεωρολογικό σύστημα προειδοποίησης Heat-Alarm (αξιολογεί τον βαθμό και την επικινδυνότητα της θερμής επιβάρυνσης, λαμβάνοντας υπόψη μετεωρολογικές παραμέτρους όπως θερμοκρασία, υγρασία, άνεμος, ακτινοβολία αλλά και παράγοντες όπως ηλικία, σωματική δραστηριότητα κ.ο.κ.), που λειτουργεί πιλοτικά, χαρτογραφεί σε κάθε περίπτωση την θερμική ταλαιπωρία των πολιτών, σε συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές.
Το πρόγραμμα που «τρέχει» από το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών σε συνεργασία με το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών και το Πανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ και με την υποστήριξη του Ελληνικού Ιδρύματος Ερευνας και Καινοτομίας (ΕΛΙΔΕΚ), αναμένεται να εξελιχθεί σε ένα σύγχρονο και απαραίτητο εργαλείο προειδοποίησης, καθώς η θερμή επιβάρυνση είναι ένας ύπουλος και αόρατος εχθρός, που δεν πρέπει εν τούτοις να υποτιμάται.
Υπενθυμίζεται ότι μελέτη που δημοσιεύτηκε πέρυσι στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό Nature Medicine, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι ακραίοι καύσωνες που έπληξαν την Ευρώπη το καλοκαίρι του 2022 προκάλεσαν 61.000 θανάτους. Και δυστυχώς, κάθε άλλο παρά έκπληξη προκαλεί ένα ακόμη εύρημα: το ποσοστό θνησιμότητας ήταν υψηλότερο στην Ιταλία, την Ελλάδα, την Ισπανία και την Πορτογαλία.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News