Δεν υπάρχει υπόθεση στην οποία να θίγεται δημοσίως δικαστής ή εισαγγελέας και να μη βγουν σωρηδόν ανακοινώσεις-απαντήσεις από τις Ενώσεις τους. Οπως δεν υπάρχει πιθανότητα να μπει σε διαδικασία μπρα ντε φερ κύρους λειτουργός της Δικαιοσύνης και να μη σταθούν οι Ενώσεις πίσω του, κραυγάζοντας ότι σε αυτόν αξιωματικά αξίζει η «νίκη». Αν κάποιος, δε, εισχωρήσει ακόμη πιο βαθιά στα του δικαστικού πεδίου, και εμφανιστεί διατεθειμένος να ελέγξει το έργο τους, την ορθότητα μιας δικαστικής απόφασης ή τη λογική μιας εισαγγελικής πρότασης, μαύρο φίδι που τον έφαγε.
Είναι ενδεικτική η υπόθεση Λύτρα και αξίζει σχολιασμού. Δεν πρόλαβε ο Αρειος Πάγος –από κοινού η Πρόεδρος και η Εισαγγελέας του Ανωτάτου Δικαστηρίου– να παρέμβει προς έλεγχο της ανακρίτριας και του εισαγγελέα που άφησαν ελεύθερο τον ποινικολόγο Απόστολο Λύτρα μετά τον άγριο ξυλοδαρμό της γυναίκας του, και οι αντιδράσεις περίσσεψαν:
Πρώτα ήλθε η ανακοίνωση της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, εξαπολύοντας πυρ ομαδόν, αμφισβητώντας και αυτό ακόμη το δικαίωμα του Ανώτατου Δικαστηρίου να θέτει σε τροχιά ελέγχου δικαστικές κρίσεις. «Η κρίση των δικαστικών λειτουργών, είτε είναι ορθή είτε λανθασμένη, υπόκειται μόνο στους κανόνες του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και όχι σε πειθαρχικό έλεγχο» επεσήμανε η Ενωση. Από δίπλα και ο «συλλειτουργός της Δικαιοσύνης», πρόεδρος του ΔΣΑ Δημήτρης Βερβεσός, ο οποίος έκανε λόγο για «επικοινωνιακού τύπου παρεμβάσεις» – εκτίμηση εγνωσμένης αξίας εφόσον προέρχεται από έναν master της Επικοινωνίας, που δυστυχώς έκλεψε για πάντα η Νομική επιστήμη.
Δεν είναι η πρώτη φορά, ασφαλώς, που επιφυλάσσονται επιθέσεις στο όνομα της κάλυψης «συναδέλφων». Η Ενωση Εισαγγελέων Ελλάδας είχε νιώσει την ανάγκη να υπερασπιστεί ακόμη και τη λειτουργό στη δίκη της 12χρονης, που είχε σηκώσει με την αλλόκοτη –ασυντόνιστη πλήρως με τα στοιχεία της δικογραφίας– πρότασή της τον κόσμο στο πόδι. Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς… Από τα Γιαννιτσά μέχρι τον Βόλο, κι από τη Θεσσαλονίκη ως την Κρήτη, ως τα πέρατα της χώρας έχει φθάσει το πέπλο προστασίας που έχει απλώσει η Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων σε υποθέσεις διενέξεων, συγκρούσεων, μαχών με λειτουργούς.
Οι ανακοινώσεις έχουν, δε, ενδιαφέρουσα ανατομία. Περιχαράκωση του ρόλου, πάνω και πέρα από την κοινωνία, με υποδόριο αίσθημα υπεροχής. Πώς; Μα, με διαρκή επίκληση του Συντάγματος. Με θέρμη που θυμίζει θρησκευτική αδελφότητα, μεσαιωνική συντεχνία. Τέτοια η θωράκιση (δήθεν) του κλάδου, τόση η αλληλεγγύη. Σαν να ξεπροβάλλει κάθε τόσο μια αόρατη απειλή που επιτάσσει τη συσπείρωση έναντι του εχθρού (;): «Με μας ή με τους άλλους;».
«Η ανεξαρτησία του δικαστή – ζητούμενο και επιδίωξη μιας δημοκρατικής πολιτείας – καταλύεται όταν εισάγονται στη συνείδηση του υπολογισμοί και κριτήρια τρίτων που συνεπάγονται την αλλοτρίωση της προσωπικής του πεποίθησης με τη γνώμη εκείνων που μπορούν να του ασκήσουν πειθαρχικό έλεγχο», λέει η Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων.
Και ποιος θα μας σώσει από την αυθαιρεσία του δικαστή; Ποιος θα μας γλιτώσει από την ανεξέλεγκτη δικανική κρίση; Ποιος θα κατορθώσει να αντιπαλέψει το αλάθητο της «συντεχνίας»; Είναι δυνατόν πρόσωπα κύρους να αρκούνται σε ανακοινώσεις περιορισμένης εμβέλειας, εγκλωβισμένες στην περιπτωσιολογία, εμποτισμένες με συνδικαλιστική ναφθαλίνη;
Σύμφωνοι. Κάθε επαγγελματική ομάδα διατηρεί κοινά ενδιαφέροντα, έχει κοινά συμφέροντα, τρέφει κοινές προσδοκίες. Κοιτάζει προς την ίδια πλευρά. Οι κοινωνίες συνιστούν όμως άθροισμα συμφερόντων, ατομικών και ομαδικών. Η ομαλή λειτουργία της, η καλή περπατησιά της, στηρίζεται στην εύρεση κοινού παρονομαστή, modus vivendi.
Τα δικαστικά και δικηγορικά σωματεία, με δεκάδες χιλιάδες μέλη, οφείλουν να παρεμβαίνουν συγκροτημένα, με τεκμηριωμένες προτάσεις, με επιστημονική επάρκεια και κοινωνική έγνοια. Να έχουν διακριτή οντότητα στον δημόσιο διάλογο. Χωρίς να προτάσσουν τους δικούς τους εσωτερικούς δεσμούς, δίχως να επιβάλλουν τις δικές τους παρωπίδες. Χωρίς να φέρονται με όρους παρελθόντος.
Ο κόσμος δεν είναι πια αυτός που ήταν. Σαφώς και το ευρύ κοινό δεν ξέρει παρά μόνο όσα του έχουν επιτρέψει να ξέρει για μια υπόθεση – του Λύτρα, του Μίχου, του Ρομά που σκότωσε το 11χρονο κοριτσάκι. Βεβαίως και δεν μπορεί να υπεισέλθει στην ουσία μιας υπόθεσης, δεν είναι παράγοντας της όποιας δίκης. Μπορεί όμως να ξεχωρίζει ποιος λέει τι και γιατί. Και διακρίνει εύκολα πια τα χαρακτηριστικά της συντεχνιακής λογικής.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News