1264
| CreativeProtagon / Shutterstock

Γιατί η Ευρώπη χρειάζεται έναν Επίτροπο για τα ΜΜΕ

Πάολο Τσεζαρίνι, Κριστόφ Λεκλέρκ, Μαρία Ζοάο Ροντρίγκες 21 Ιουνίου 2024, 09:15
|CreativeProtagon / Shutterstock

Γιατί η Ευρώπη χρειάζεται έναν Επίτροπο για τα ΜΜΕ

Πάολο Τσεζαρίνι, Κριστόφ Λεκλέρκ, Μαρία Ζοάο Ροντρίγκες 21 Ιουνίου 2024, 09:15

Oταν η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ανέλαβε τα καθήκοντά της, τον Δεκέμβριο του 2019, μεταξύ των έξι  κύριων πολιτικών προτεραιοτήτων της συγκαταλεγόταν μία «νέα ώθηση στην ευρωπαϊκή δημοκρατία». Ωστόσο, έπειτα από μια πενταετία και τις πρόσφατες εκλογές για την ανανέωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, μια από τις μεγαλύτερες απειλές για τη δημοκρατία εξακολουθεί να υφίσταται και, ως εκ τούτου, πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα.

Η απειλή αυτή είναι «οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζει ο τομέας των μέσων ενημέρωσης της Ευρώπης», όπως προειδοποιούν σε άρθρο τους στο Project Syndicate τρεις διακεκριμένοι ευρωπαίοι ειδικοί στα ΜΜΕ και στους κινδύνους που τα απειλούν: ο Πάολο Τσεζαρίνι, διευθυντής του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου Ψηφιακών Μέσων, ο Κριστόφ Λεκλέρκ, ιδρυτής του Euractiv Media Network και πρόεδρος του Europe MédiaLab, και η Μαρία Ζοάο Ροντρίγκες, πρόεδρος του Ιδρύματος Ευρωπαϊκών Προοδευτικών Σπουδών (FEPS) και πρώην ευρωβουλευτής.

Στο κείμενό τους αναγνωρίζουν πως οι ευρωπαίοι νομοθέτες έκαναν σημαντικά βήματα που θα συνδράμουν στην προστασία των μέσων ενημέρωσης. Ο νόμος για τις ψηφιακές αγορές (Digital Markets Act), για παράδειγμα, που περιορίζει τη δυνατότητα των μεγαλύτερων ψηφιακών πλατφορμών να λειτουργούν ως «κλειδοκράτορες» (gatekeepers) του διαδικτύου, και ο νόμος για τις ψηφιακές υπηρεσίες (Digital Services Act), ο οποίος υποχρεώνει τις ίδιες πλατφόρμες να είναι πιο διαφανείς και υπεύθυνες, τέθηκαν σε ισχύ το 2022.

Ο νόμος περί Τεχνητής Νοημοσύνης (Artificial Intelligence Act), με επίκεντρο την ανάπτυξη «αξιόπιστων» συστημάτων ΤΝ, και ο νόμος για την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης (Media Freedom Act), που σχεδιάστηκαν για την προστασία των ΜΜΕ από πολιτικές και οικονομικές παρεμβάσεις, έχουν επίσης ψηφιστεί.

«Αλλά οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τα μέσα ενημέρωσης παραμένουν τρομερές» επισημαίνουν οι τρεις ευρωπαίοι επιστήμονες στο κείμενό τους. Εξηγούν ότι τα όποια επιχειρηματικά μοντέλα ανατράπηκαν από την επέλαση του διαδικτύου, με αποτέλεσμα οι εκδότες να αναγκαστούν να μειώσουν τον συνολικό αριθμό των δημοσιογράφων. Για παράδειγμα, το 60% των θέσεων εργασίας σε εφημερίδες στις ΗΠΑ έχουν εξαφανιστεί από το 1990.

Την ίδια στιγμή, τα διαδικτυακά μέσα ενημέρωσης δεν έχουν αντισταθμίσει πλήρως αυτές τις περικοπές. Με την έλευση της ΤΝ αυτή η τάση θα μπορούσε να ενταθεί, με τους περισσότερους δημοσιογράφους εκτός δημόσιων ραδιοτηλεοπτικών φορέων να καταλήγουν στην ανεργία. Την ίδια ώρα, στον κόσμο των μέσων ενημέρωσης κυριαρχούν οι ολιγάρχες, ενώ ζήτημα αποτελεί, φυσικά, και η αστραπιαία εξάπλωση της παραπληροφόρησης.

«Η τολμηρή δράση για τη διασφάλιση και την ενίσχυση των ελεύθερων, ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης έχει καταστεί επείγουσα. Ενας ισχυρός τομέας των μέσων ενημέρωσης είναι πυλώνας κάθε δημοκρατίας, όπως αναγνωρίζει το Σχέδιο Δράσης για τη Δημοκρατία της ΕΕ. Ομως στο πλαίσιο της νέας κοινοβουλευτικής θητείας (2024-29) η εφαρμογή της υπάρχουσας νομοθεσίας δεν αρκεί. Το κράτος δικαίου και οι κατευθυντήριες γραμμές για την ΤΝ δεν ταΐζουν τους δημοσιογράφους» αναφέρουν χαρακτηριστικά οι Τσεζαρίνι, Λεκλέρκ και Ροντρίγκες.

«Οι ηγέτες της ΕΕ πρέπει να δείξουν ότι λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τη βιωσιμότητα των μέσων ενημέρωσης. Γι’ αυτό η επόμενη Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να εφαρμόσει μια “βιομηχανική πολιτική των μέσων ενημέρωσης” και να στρέψει τους σχετικούς πόρους προς μια Γενική Διεύθυνση για τη Δημοκρατία και τα ΜΜΕ, υπό την επίβλεψη ενός αφοσιωμένου “Επιτρόπου για τη Δημοκρατία”», προσθέτουν.

Οσον αφορά την ενδιαφέρουσα πρότασή τους, καταρχάς σημειώνουν πως μια βιομηχανική πολιτική των ΜΜΕ δεν πρέπει να είναι συνώνυμο του κρατικού ελέγχου, ούτε να κοστίζει πολύ. «Θα πρέπει να γίνεται αντιληπτή ως ο συντονισμός των προσπαθειών του δημόσιου τομέα για να μπορέσει ένα στρατηγικό πεδίο να μεταμορφωθεί. Η Ευρώπη το έχει κάνει αυτό για πολλούς κλάδους, συχνά με θετικό αποτέλεσμα» εξηγούν, σημειώνοντας πως μια επιτυχημένη βιομηχανική πολιτική των μέσων ενημέρωσης θα έδινε έμφαση σε πέντε προτεραιότητες.

Πρώτον, θα προωθούσε ρυθμίσεις που θα μεγιστοποιούσαν τον αντίκτυπο της όποιας νομοθεσίας. Ενώ οι νόμοι που ψηφίστηκαν πρόσφατα είναι ιδιαίτερα σημαντικοί και πρέπει να ενσωματωθούν στις εθνικές νομοθεσίες, «εναπόκειται στις ρυθμιστικές αρχές –περιλαμβανομένων των αρχών τηλεπικοινωνιών και ανταγωνισμού– να καλλιεργήσουν ένα οικοσύστημα πληροφοριών που θα αντικατοπτρίζει μια καλύτερη ισορροπία μεταξύ των οργανισμών μέσων ενημέρωσης και των ψηφιακών πλατφορμών».

Για παράδειγμα, οι πλατφόρμες θα έπρεπε να υποχρεούνται να ενσωματώσουν «δείκτες αξιοπιστίας» στους αλγορίθμους τους – μέτρο με το οποίο συμφώνησαν καταρχήν πριν από μια εξαετία. Το εν λόγω μέτρο θα επιβράδυνε τη διάδοση ψευδών ειδήσεων και θα αύξανε τους αναγνώστες ποιοτικών περιεχομένων, κάτι που θα οδηγούσε, με τη σειρά του, σε υψηλότερα έσοδα από διαφημίσεις και συνδρομές για τους εκδότες και τους ραδιοτηλεοπτικούς φορείς.

Δεύτερον, ενώ η έρευνα και η ανάπτυξη που σχετίζονται με την Τεχνητή Νοημοσύνη χρηματοδοτούνται σχετικά επαρκώς, «η βιομηχανία των μέσων ενημέρωσης θα χρειαστεί στοχευμένη, δημιουργική σκέψη από όλες τις πλευρές. Το σχέδιο δράσης της ΕΕ για τα μέσα ενημέρωσης και τον οπτικοακουστικό τομέα, που βρίσκεται ακόμη στα αρχικά στάδια εφαρμογής, στοχεύει ρητά στην προώθηση περισσότερης καινοτομίας στον κλάδο. Περιλαμβάνει την πρωτοβουλία NEWS, η οποία συνδυάζει δράσεις της ΕΕ για την ενίσχυση του τομέα των ειδήσεων και των μέσων ενημέρωσης. Η περαιτέρω προώθηση αυτών των προσπαθειών δεν θα κοστίσει απαραίτητα περισσότερο».

Για παράδειγμα, η ΕΕ απευθύνει κάθε χρόνο πρόσκληση για «δημοσιογραφικές συνεργασίες», δηλαδή για διασυνοριακές συμπράξεις μεταξύ οργανισμών ειδησεογραφικών μέσων ενημέρωσης, εστιάζοντας σε καινοτόμα επιχειρηματικά μοντέλα ή στον μετασχηματισμό των αιθουσών σύνταξης. Αλλά αυτό το πρόγραμμα χρηματοδοτείται με μόλις 6 εκατ. ευρώ.

Τρίτον, δεδομένου ότι η βιομηχανία των μέσων ενημέρωσης σήμερα ουσιαστικά βασίζεται στις διαφημίσεις και στις συνδρομές, οι τρεις ευρωπαίοι ειδικοί σημειώνουν πως πρέπει να βρεθούν νέα κανάλια χρηματοδότησης, περιλαμβανομένης και της στήριξης από το κράτος με στόχο την καινοτομία, αλλά όχι της επιδότησης των μισθών των δημοσιογράφων, καθώς κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε προβλήματα όσον αφορά τα δημοσιογραφικά και δεοντολογικά πρότυπα.

Ενεργό ρόλο στην υποστήριξη του μετασχηματισμού του τομέα των μέσων ενημέρωσης δύνανται να διαδραματίσουν δημόσιοι φορείς, η φιλανθρωπία, καθώς και νέες μορφές επενδύσεων. Οι δημόσιοι φορείς θα μπορούσαν να μετατοπίσουν τους διαφημιστικούς προϋπολογισμούς τους προς ποιοτικά μέσα, ενώ η φιλανθρωπία θα μπορούσε να καλύψει τις αδυναμίες της αγοράς και να ενισχύσει τα προγράμματα της ΕΕ. Οσον αφορά τις επενδύσεις, η μείωση του κόστους του κεφαλαίου μέσω κρατικών ταμείων θα μπορούσε να επιφέρει αύξηση του αποκαλούμενου impact investing (επενδύσεις με κοινωνικό και περιβαλλοντικό αντίκτυπο), συμβάλλοντας έτσι στην προστασία των μέσων ενημέρωσης από τους ολιγάρχες.

Η τέταρτη προτεραιότητα θα πρέπει να είναι ο διαρθρωτικός μετασχηματισμός. «Εντός της ΕΕ και πέραν αυτής, μερικές μεγάλες πλατφόρμες κυριαρχούν στο οικοσύστημα πληροφόρησης και διαφήμισης. Συγκριτικά, οι εκδότες ειδήσεων –οι οποίοι τείνουν να περιορίζουν τις δραστηριότητές τους σε μία μόνο χώρα ή ακόμα και τοποθεσία– είναι μικροσκοπικοί. Ενας ασυντόνιστος στρατός νάνων που μάχεται ένα ολιγοπώλιο δεν είναι βιώσιμος» συνοψίζουν οι Τσεζαρίνι, Λεκλέρκ και Ροντρίγκες. 

Μια καλύτερη προσέγγιση θα συνεπαγόταν τον επιμερισμό ορισμένων από τα κόστη – ειδικά καθώς το βάρος μετατοπίζεται από το μεταβλητό κόστος (όπως η εκτύπωση και η φυσική διανομή) σε σταθερά έξοδα (όπως οι μισθοί των συντακτών, η ΤΝ και το λανσάρισμα νέων προϊόντων/υπηρεσιών).

Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσω συνεργασιών ή ακόμα και συγχωνεύσεων: «Ενώ οι συγχωνεύσεις σε εθνικό/τοπικό επίπεδο μπορεί να ενέχουν κινδύνους για τον πλουραλισμό και τις θέσεις εργασίας, οι διασυνοριακές συμφωνίες μπορούν να ενισχύσουν όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, να συμβάλουν στη διατήρηση θέσεων εργασίας και να περιορίσουν την επιρροή των εθνικών κυβερνήσεων. Για να διευκολυνθεί αυτή η διαδικασία, οι επιτροπές ανταγωνισμού θα μπορούσαν να θέσουν στόχους που σχετίζονται με τον πλουραλισμό (για παράδειγμα τη διατήρηση διαφορετικών επωνυμιών ως προϋπόθεση για την έγκριση μιας συγχώνευσης) και να ενθαρρύνουν τον μετασχηματισμό των αιθουσών σύνταξης (στο πλαίσιο των όποιων κρατικών ενισχύσεων)».

Πέμπτον, πρέπει να αναβαθμιστούν τόσο οι ατομικές όσο και οι συλλογικές δεξιότητες. Οι δημοσιογράφοι πρέπει να μπορούν όχι μόνο να διαχειρίζονται την ΤΝ, αλλά και να αξιοποιούν στο έπακρο τις όποιες καινοτομίες στις τεχνολογίες πληροφορικής και τεχνολογιών και στο μάρκετινγκ.

«Κατά την επόμενη κοινοβουλευτική θητεία στην ΕΕ τα περισσότερα ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης θα πεθάνουν ή θα συρρικνωθούν, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Αλλά εάν οι ηγέτες της ΕΕ κάνουν σωστά τη δουλειά τους, πολλά μπορούν να αναγεννηθούν, με μια πιο ανθεκτική μορφή» καταλήγουν οι τρεις ευρωπαίοι ειδικοί.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...