Η Γαλλία χάνει τα 60s της. Την περασμένη εβδομάδα ήταν η Φρανσουάζ Αρντί. Τώρα η Ανούκ Αιμέ: η πανέμορφη γαλλίδα ηθοποιός που με εμβληματικές ταινίες όπως τα «Dolce Vita» και «8½» του Φεντερίκο Φελίνι, το «Λόλα» του Ζακ Ντεμί, σφράγισε μια ολόκληρη εποχή για το ευρωπαϊκό σινεμά, δεν είναι πια μαζί μας.
Αφησε την τελευταία της πνοή, στα 92 της, όπως ανέφερε στο Instagram η κόρη της, η Μανουέλα Παπατάκη, την οποία απέκτησε στον γάμο της με τον φημισμένο έλληνα σκηνοθέτη Νίκο Παπατάκη στα 50s (παντρεύτηκε συνολικά τέσσερις φορές: μετά τον Παπατάκη, που ήταν ο δεύτερος, ακολούθησε ο τραγουδιστής Πιερ Μπαρού και ο θρυλικός βρετανός ηθοποιός Αλμπερτ Φίνεϊ).
View this post on Instagram
Γεννημένη στο Παρίσι το 1932, η Αιμέ ήταν το καθαρό και μελαγχολικό, το φίνο αλλά και αινιγματικό πρόσωπο μιας Γαλλίας που έβγαινε από τη φρίκη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου –η σταδιοδρομία της στη μεγάλη οθόνη θα ξεκινούσε στα τέλη της δεκαετίας του 1940, όταν δεν είχε καν τελειώσει το σχολείο και θα κορυφωνόταν στη δεκαετία του 1960. Διότι η Αιμέ ήταν, εκτός των άλλων και για μια ολόκληρη γενιά, η Γυναίκα.
Το περιοδικό Life θα έγραφε τότε «μετά από κάθε ταινία, η αινιγματική ομορφιά της ενισχύεται στη μνήμη του κοινού» και την αποκάλεσε ως την ομορφότερη κάτοικο της Αριστερής Όχθης του Σηκουάνα.
Ηταν άλλωστε η γυναίκα στο αριστουργηματικό «Un Homme et une Femme» (1966) του Κλοντ Λελούς, που εκτίναξε τη φήμη της, της χάρισε μια Χρυσή Σφαίρα και μια υποψηφιότητα για Οσκαρ.
Μετά την επιτυχία του «Ενας Ανδρας και μια Γυναίκα», όπου μαγνήτισε το κοινό δίπλα στον Ζαν-Λουί Τρεντινιάν και έγινε η πρώτη ηθοποιός υποψήφια για Οσκαρ για γαλλόφωνο ρόλο (έχασε από την Ελίζαμπεθ Τέιλορ που βραβεύτηκε για το «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ) η Αιμέ ήταν πια μια σταρ παγκόσμιου βεληνεκούς. Ετσι πέρασε και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Το 1969, έπαιξε δίπλα στον Μάικλ Γιορκ στο «Justine» του Τζορτζ Κιούκορ και μαζί με τον Ομάρ Σαρίφ στο «The Appointment» του Σίντνεϊ Λιουμέτ. Ομως απέρριψε τον ρόλο για το «Υπόθεση Τόμας Κράουν», με τον Στιβ ΜακΚουίν, και τελικά ο Νόρμαν Τζούισον κατέληξε στη Φέι Ντάναγουεϊ.
Η Αιμέ γεννήθηκε σε οικογένεια ηθοποιών. Ηταν κόρη του Ανρί Ντρέιφους και της ηθοποιού Ζενεβιέβ Σοριά –το όνομά της ήταν Τζουντίθ Ντρέιφους. Απέφυγε όμως το εβραϊκό επώνυμο του πατέρα της για να γλιτώσει από τις διώξεις στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και λίγο μετά ήρθε το Ανού Αιμέ.
Οταν ήταν 14 ετών, την εντόπισε ο σκηνοθέτης Ανρί Καλέφ, ο οποίος έψαχνε την «Ανούκ» για το ρομαντικό δράμα «La maison sous la mer» (1947). Τότε η νεαρή ηθοποιός αποφάσισε να κρατήσει το Ανούκ και να προσθέσει το «Aimée», που στα γαλλικά σημαίνει αγαπημένη, ως καλλιτεχνικό προσωνύμιο. Ετσι θα τη γνώριζε ο κόσμος, έτσι θα την αγκάλιαζαν οι μεγαλύτεροι σκηνοθέτες της εποχής και έτσι θα έπαιζε σε πάνω από 70 ταινίες –το 1980 βραβεύτηκε στις Κάννες για την ερμηνεία της στο φιλμ «Πήδημα στο κενό» του Μάρκο Μπελόκιο, το 1994 έκλεψε τα βλέμματα στο «Prêt-à-Porter» του Ρόμπερτ Αλτμαν.
Το 2007, σε μια συνέντευξή της στον Guardian είχε πει για το μυστικό της υποκριτικής:
«Ηταν ο Φελίνι που με δίδαξε το εξής: “Το πιο σημαντικό πράγμα απ’ ολα είναι να ακούς, απλώς να ακούς τι λένε οι άλλοι χαρακτήρες. Και να μην παίρνεις τον εαυτό σου πολύ στα σοβαρά”».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News