Η εφημερίδα «Παραπολιτικά» δημοσίευσε μία έρευνα της GPO με θέμα το πρόσωπο που, κατά τους ερωτηθέντες, θα μπορούσε να ηγηθεί ενός ενιαίου κεντροαριστερού σχήματος. Και όπως ήταν αναμενόμενο, πρώτευσε ο Αλέξης Τσίπρας με ένα ποσοστό που δεν θα τον άφησε ευχαριστημένο ή, τέλος πάντων, δεν δικαιολογεί την προσωπική του επένδυση στο rebranding.
Στις προτιμήσεις των ερωτηθέντων, ο Αλέξης Τσίπρας λαμβάνει μόλις 16%. Δεν το λες και ενθαρρυντικό ποσοστό. Και κυρίως δεν σου επιτρέπει να θεωρήσεις την ηγεσία Τσίπρα ως αυτονόητη σε ένα ενδεχόμενο εγχείρημα. Με τόσο χαμηλή αποδοχή, δεν εκδηλώνεις καν το ενδιαφέρον σου, κάθεσαι σπίτι και ασχολείσαι με το Ιδρυμά σου. Αλλωστε σχετικά κοντά στον Τσίπρα είναι ο Νίκος Ανδρουλάκης με 13,4% και ακολουθεί ο Στέφανος Κασσελάκης με 10,5%.
Με άλλα λόγια, αυτοί που ήδη έχουν ηγετικό πρόσημο δίπλα στο όνομά τους, δεν ξεπερνούν ούτε τη βάση. Αν θεωρήσουμε ότι αυτή η έρευνα αποτυπώνει πιστά τις προτιμήσεις της κοινής γνώμης, τότε αυτοί οι τρεις απορρίπτονται πριν καν αρχίσει η συζήτηση. Με πολύ χαμηλά ποσοστά, στην περιοχή του 5%, καταγράφονται και οι Δούκας, Χαρίτσης, Χριστοδουλάκης. Αλλά αυτοί μπορούν να βρουν κάτι θετικό για να πιαστούν καθώς συμμετέχουν, έστω και χαμηλοφώνως, στη συζήτηση περί ενιαίας Κεντροαριστεράς.
Διαπιστώνουμε, λοιπόν, ότι ακόμα και αν είχαμε κάποια υπολογίσιμα ποσοστά στην εκλογική επιρροή των κομμάτων, θα μας έλειπε το πρόσωπο. Αλλά, εν τέλει, η απουσία προσώπου δεν συμπιέζει τα δημοσκοπικά ποσοστά; Η κότα έκανε το αβγό ή το αβγό την κότα; Το πρόβλημα της Κεντροαριστεράς συνδέεται με τα πρόσωπα, με την πολιτική ή με την ηγεμονία του Μητσοτάκη; Νομίζω συμβαίνουν και τα τρία.
Πρώτον, για να συγκροτήσεις ένα πολιτικό σχήμα, πρέπει να υπάρχει σημείο επαφής μεταξύ των ενδιαφερομένων. Και αυτή τη στιγμή, ο ΣΥΡΙΖΑ απουσιάζει από τη σχετική ζύμωση. Διότι εδώ και λίγο καιρό ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ανήκει στον ευρύτερο χώρο της Κεντροαριστεράς. Ανήκει αποκλειστικά και μόνο στον πρόεδρό του. Και είναι πλέον οφθαλμοφανές ότι με τον Κασσελάκη δεν μπορεί κάποιος να μπει σε βαθιά και ουσιαστική διαπραγμάτευση. Ο άνθρωπος κάνει προσωπικό παιχνίδι που δεν παίζεται στο οριοθετημένο γήπεδο μιας προγραμματικής σύγκλισης.
Δεύτερον, όταν ο Τσίπρας φτάνει να προηγείται στη σχετική μέτρηση, αντιλαμβάνεσαι τη χαμηλή απήχηση που έχουν οι υπόλοιποι. Ο Τσίπρας ήταν πρωθυπουργός και έριξε τον ΣΥΡΙΖΑ στα εκλογικά Τάρταρα. Και όμως, κρίνεται καταλληλότερος από τους άλλους, εν δυνάμει, ηγέτες της Κεντροαριστεράς. Ο καθένας τους, για διαφορετικούς και πολύ γνωστούς λόγους, αδυνατεί να διεγείρει το ενδιαφέρον και τον ενθουσιασμό. Ο ένας δεν δείχνει σοβαρός, ο άλλος παραδείχνει σοβαρός και μακριά από τις νέες τάσεις στην πολιτική επικοινωνία. Πέρα από τις πολιτικές διαφορές, λοιπόν, λείπει και το πρόσωπο.
Τρίτον, είναι ο Μητσοτάκης που ηγεμονεύει στον χώρο του Κέντρου. Και φαίνεται ότι η προσωποποίηση του πολιτικού παιχνιδιού, ακόμα και η εμφάνιση ενός αντιμητσοτακικού μετώπου, τον ωφελεί. Διότι φέρνει την πολιτική αντιπαράθεση αυστηρά σε επίπεδο ηγετικών προσώπων. Αν υπήρχε κάποιος από την απέναντι πλευρά για να καρπωθεί τα οφέλη, αυτό το μέτωπο θα ήταν αποτελεσματικό. Τώρα λειτουργεί υπέρ του Μητσοτάκη γιατί επαναφέρει συνεχώς το ερώτημα: «Απέναντι στον Μητσοτάκη, ποιος;». Αν δεν έχεις απάντηση, ίσως είναι προτιμότερο να μη ρωτάς.
Αλλά, μεταξύ μας, πρόκειται για μια μάταιη συζήτηση. Με τον Κασσελάκη στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, δεν μπορούν να υπάρξουν ούτε σκέψεις περί προσέγγισης του ευρύτερου χώρου. Είναι βέβαια μια συζήτηση που γίνεται και πρέπει να γίνεται. Μόνο που όταν περάσει η ώρα, καταλαβαίνεις ότι την κάνεις χωρίς λόγο.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News