Υπάρχει ένας ήχος που τα ζώα φοβούνται περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον. Δεν θα μας περνούσε από το μυαλό, αλλά δεν πρόκειται για το ουρλιαχτό ενός λύκου ή τον βρυχηθμό ενός λιονταριού. Τα ζώα φοβούνται αυτό που πολλοί από εμάς βρίσκουμε επίσης «τρομακτικό», αν και με άλλους τρόπους: τις συζητήσεις μεταξύ ανθρώπων. Και αυτό ισχύει σε όλα τα μήκη και πλάτη της Γης.
Μια μελέτη έδειξε ότι τα καγκουρό και τα βαλάμπι της Ωκεανίας έχουν περισσότερες από διπλάσιες πιθανότητες να τρέξουν μακριά ακούγοντας ηχογραφήσεις ανθρώπων που συνομιλούν από ό,τι αν έβλεπαν ή άκουγαν έναν διάβολο της Τασμανίας. Η έρευνα, γράφουν οι Times, κατέγραψε παρόμοια ευρήματα από τις πεδιάδες του Σερενγκέτι μέχρι την τούνδρα της Αρκτικής. Οπου και αν πάμε, με πιθανή εξαίρεση την Ανταρκτική και τις πολικές αρκούδες της, είμαστε ο βασιλιάς των αρπακτικών και τα ζώα φαίνονται να το γνωρίζουν.
«Συχνά, απλώς δεν βλέπουμε τον εαυτό μας ως αρπακτικό, πόσο μάλλον ως το πιο θανατηφόρο και επικίνδυνο αρπακτικό στον πλανήτη» λέει η Λιάνα Ζανέτ, από το Western University στο Οντάριο του Καναδά. «Αλλά τα ζώα σκέφτονται διαφορετικά και μας αναγνωρίζουν για αυτό που είμαστε. Ετσι, αποφεύγουν τους ανθρώπους περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο αρπακτικό».
Η Ζανέτ και οι συνεργάτες της έχουν δοκιμάσει παραλλαγές του ίδιου πειράματος σε διάφορες τοποθεσίες του πλανήτη. Για την έρευνά τους έχουν δελεάσει φυτοφάγα ζώα σε κάποιο σημείο, είτε γύρω από μια νεροτρύπα είτε προσφέροντάς τους τροφή. Στη συνέχεια, όταν τα φυτοφάγα μαζεύονται, τους παίζουν ήχους αρπακτικών και παρακολουθούν τι θα συμβεί στη συνέχεια. Κάθε φορά η ανταπόκριση ήταν πολύ πιο δραματική όταν τα ζώα άκουγαν απλές ανθρώπινες συζητήσεις.
Η πρόσφατη έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Proceedings of the Royal Society B, είναι ιδιαίτερα σημαντική, είπε η Ζανέτ, επειδή πλέον περιλαμβάνει και την Αυστραλία. Υπήρχε μια θεωρία ότι τα αποτελέσματα εκεί μπορεί να ήταν διαφορετικά.
«Τα αυστραλιανά μαρσιποφόρα έχει υποστηριχθεί ότι είναι αφελή ως προς τα αρπακτικά, λόγω της “χαλαρής θήρευσης”» που αποδίδεται στην «απουσία μεγάλων θηλαστικών στην ήπειρο τα τελευταία 40.000-50.000 χρόνια» γράφει στο περιοδικό. Ενώ τα βαλάμπι και τα νεαρά καγκουρό πιθανώς κινδυνεύουν από τους διαβόλους της Τασμανίας, μεγάλα σαρκοφάγα όπως το μαρσιποφόρο λιοντάρι έχουν εξαφανιστεί, αφήνοντας τα καγκουρό, σύμφωνα με τη θεωρία, σχετικά άτρωτα.
Αυτή η ανάλυση, υποστηρίζει η Ζανέτ, έχει ένα τυφλό σημείο. «Υπάρχει ένα μεγάλο θηλαστικό αρπακτικό στην Αυστραλία τα τελευταία 50.000 χρόνια και είναι εξαιρετικά επικίνδυνο. Τα αποτελέσματά μας αποδεικνύουν ότι όλα τα μαρσιποφόρα αναγνωρίζουν πλήρως πόσο επικίνδυνο είναι και ανταποκρίνονται σύμφωνα ακριβώς με τον τρόπο που τα σαρκοφάγα και τα οπληφόρα σε άλλες ηπείρους αντιδρούν σε αυτό το αρπακτικό, που είναι, φυσικά, ο άνθρωπος».
Στην έρευνά τους, όπως γράφουν οι Times, ανακάλυψαν ότι τα ανατολικά γκρίζα καγκουρό, τα οποία κυνηγήθηκαν σχεδόν μέχρι εξαφάνισης από τους ανθρώπους, είναι αρκετά επιφυλακτικά μαζί μας. Ετρεξαν μακριά από τις ανθρώπινες συνομιλίες κατά 60%, σε σύγκριση με το 20% που τρόμαξε από τον ήχο ενός διαβόλου της Τασμανίας ή ενός λύκου που ουρλιάζει.
Το βαλάμπι, το οποίο τα στοιχεία δείχνουν ότι έχει κυνηγηθεί επί δεκάδες χιλιάδες χρόνια, έφυγε τρέχοντας από τις ανθρώπινες ομιλίες στο 80% των περιπτώσεων.
«Τα τρομάζουμε μέχρι θανάτου, όπως τρομάζουμε μέχρι θανάτου όλα τα ζώα, παντού» είπε ο Μάικλ Κλίντσι, από το Western University, ο οποίος συνέγραψε τη μελέτη. «Είναι πραγματικά τρομοκρατημένα από εμάς».
Η Ζανέτ είπε ότι αυτό ήταν σημαντικό, διότι τα ζώα μας φοβούνται ακόμη και αν δεν τα κυνηγάμε. «Αυτά τα ζώα τρέχουν να ξεφύγουν, πράγμα που σημαίνει ότι δεν τρώνε. Μακροπρόθεσμα αυτό έχει οικολογικές επιπτώσεις. Εάν ένα ζώο δεν τρώει αρκετά, δεν παράγει αρκετούς απογόνους και έτσι ο πληθυσμός μπορεί να μειωθεί. Δεν θεωρούμε τον εαυτό μας αρπακτικό, αλλά τα ζώα αυτό πιστεύουν».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News