Τα δύο debate που αποφάσισαν ο Τζο Μπάιντεν και ο Ντόναλντ Τραμπ ενόψει των εκλογών του Νοεμβρίου, θα γίνουν στις 27 Ιουνίου και στις 10 Σεπτεμβρίου.
Αγνωστο ποιος θα κερδίσει ψήφους και ποιος όχι από τις τηλεμαχίες, πάντως, προς το παρόν, κερδισμένοι θεωρούνται και οι δύο υποψήφιοι: Ο Τραμπ επειδή ζητούσε επίμονα να αναμετρηθεί με τον αντίπαλό του μπροστά στις κάμερες και ο Μπάιντεν επειδή κατάφερε να ορίσει τους όρους των συναντήσεών τους.
Oπως ανέφερε το BBC, ο Μπάιντεν δεν θα μπορούσε να αρνηθεί, καθώς θα γινόταν ο πρώτος πρόεδρος μετά τον Ρίτσαρντ Νίξον το 1972 που θα παρέλειπε εντελώς τη διαδικασία.
Δεδομένου ότι έχουν επανειλημμένα τεθεί ερωτήματα σχετικά με την ηλικία και την ικανότητά του να υπηρετήσει άλλα τέσσερα χρόνια στο αξίωμα, μια κίνηση αποφυγής των προεδρικών αναμετρήσεων θα κινδύνευε να πείσει το κοινό ότι δεν είναι ικανός για τη θέση.
Oπως και να έχει όμως, ο Δημοκρατικός πρόεδρος, κατάφερε να θέσει τους όρους της αντιπαράθεσης με τρόπο που θα μπορούσε να είναι προς όφελός του.
Οι δύο τηλεμαχίες θα φιλοξενηθούν από το CNN και το ABC News και όχι από το Fox News, αποφεύγοντας έναν συντονιστή του ντιμπέιτ με σαφή κλίση προς τα δεξιά και προς τον Τραμπ.
Το debate του Ιουνίου θα διεξαχθεί στα στούντιο του CNN στην Ατλάντα χωρίς κοινό, γεγονός που επίσης μπορεί να είναι καλύτερο για τον αμερικανό πρόεδρο, καθώς οι υποστηρικτές μπορεί να είναι λιγότερο ενθουσιώδεις από εκείνους του αντιπάλου του.
Αυτό εγγυάται επίσης ότι ο Μπάιντεν δεν θα αντιμετωπίσει τον κίνδυνο να διακοπεί από φιλοπαλαιστινιακούς διαδηλωτές, κάτι που συνέβη σε πρόσφατες δημόσιες εμφανίσεις του.
Υπάρχουν διάφοροι τρόποι με τους οποίους ο πρώιμος χρόνος διεξαγωγής της πρώτης τηλεμαχίας -που πραγματοποιείται πριν από τα καλοκαιρινά συνέδρια των κομμάτων για την ανάδειξη των υποψηφίων -μπορεί επίσης να βοηθήσει τον Μπάιντεν, σημειώνει το BBC.
Πρώτον, θα δώσει στην ομάδα του μια ευκαιρία να προβάλει τις εκλογές ως μία επιλογή ανάμεσα στον Μπάιντεν και στον Τραμπ, κάτι που εκτιμάται ότι θα συσπειρώσει τους Δημοκρατικούς αλλά θα φέρει και τους αναποφάσιστους στο στρατόπεδό του.
Δεύτερον, αν ο Μπάιντεν δεν τα πάει καλά, θα έχει πολύ χρόνο για να ανακάμψει.
Οι εν ενεργεία πρόεδροι – από τον Ρόναλντ Ρίγκαν έως τον Μπαράκ Ομπάμα- συνήθως δεν τα πάνε καλά στην πρώτη τηλεμαχία.
Αν ο Μπάιντεν ακολουθήσει αυτή την τάση, έχει μήνες στη διάθεσή του, συμπεριλαμβανομένης της ομιλίας του, που είναι βέβαιο ότι θα είναι προσεκτικά σχεδιασμένη, στο συνέδριο των Δημοκρατικών, για να ανακάμψει.
Φυσικά, υπάρχει και ο κίνδυνος για το αντίθετο. Αν εξακολουθεί να βρίσκεται πίσω στις δημοσκοπήσεις τον Οκτώβριο, δεν θα υπάρχει ένα debate με δεκάδες εκατομμύρια τηλεθεατές, για να τον βοηθήσει.
Και αν αποτύχει τον Ιούνιο, αυτό μπορεί να εδραιώσει την άποψη του κοινού ότι δεν είναι ικανός να ανταποκριθεί στην αποστολή του, σε σημείο που ούτε οι ομιλίες στο συνέδριο ούτε οι διαφημιστικές εκστρατείες πολλών εκατομμυρίων δολαρίων θα μπορούσαν να την αλλάξουν.
Το μεγάλο στοίχημα του Τραμπ
Ο Τραμπ έδωσε τον έλεγχο στον Μπάιντεν για να εξασφαλίσει τη δέσμευση του προέδρου για το debate. Αν κερδίσει τις εκλογές, θα αποδειχθεί ότι άξιζε τον κόπο.
O υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών θα έχει την ευκαιρία να δημιουργήσει μια έντονη δημόσια αντίθεση μεταξύ του ιδίου και του αντιπάλου του και, ενδεχομένως, να προωθήσει την άποψη ότι ο Μπάιντεν είναι αδύναμος και ότι ο ίδιος θα ήταν ένας ισχυρότερος και ικανότερος ηγέτης.
Οπως και με τον Μπάιντεν, ο πρώιμος χρόνος διεξαγωγής του debate θα δώσει στον Τραμπ την ευκαιρία να ανακάμψει αν δεν τα πάει καλά.
Η ομάδα του Μπάιντεν έχει δηλώσει ότι τα δύο debate θα είναι τα μόνα αυτή τη σεζόν, αλλά ο Τραμπ έχει ζητήσει περισσότερα και μπορεί να προσπαθήσει να παρουσιάσει την άρνηση του Μπάιντεν ως ένδειξη αδυναμίας.
Η συμφωνία μεταξύ των δύο αντιπάλων και η απόφασή τους να παρακάμψουν την επιτροπή για τα debate, σημαίνει ότι δύσκολα θα εμφανιστεί ο Ρόμπερτ Κένεντι Τζούνιορ στη σκηνή.
Αν και δεν είναι σαφές ποιον υποψήφιο θα βοηθούσε ή θα έβλαπτε περισσότερο η παρουσία του -και οι δύο ομάδες μπορεί να έχουν λόγους να θέλουν να αποκλειστεί – ο Τραμπ ίσως έχει περισσότερους λόγους.
Στα μειονεκτήματα για τον Τραμπ, συγκαταλέγονται τα τέσσερα χρόνια από τότε που ο πρώην πρόεδρος συμμετείχε σε debate.
Αν και είναι μερικά χρόνια νεότερος από τον Μπάιντεν, θα εξακολουθούσε να είναι ο γηραιότερος άνθρωπος που θα εκλεγόταν πρόεδρος των ΗΠΑ αν κέρδιζε -και μια άνιση απόδοση θα μπορούσε να εγείρει ανησυχίες για την καταλληλότητά του για το αξίωμα. Και χάρη σε όλα τα απαξιωτικά σχόλια που έχει κάνει ο Τραμπ για τον αντίπαλό του, ο πήχης για την απόδοση στο debate θα είναι μάλλον υψηλότερος γι’ αυτόν, σημείωσε το BBC.
Επιπλέον, ο Τραμπ θα αντιμετωπίσει σχεδόν σίγουρα αιχμηρές ερωτήσεις σχετικά με την άρνησή του να αποδεχθεί τα αποτελέσματα των εκλογών του 2020 και την ευθύνη του για την επίθεση της 6ης Ιανουαρίου 2021 στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ -ενδεχομένως υπενθυμίζοντας στους ψηφοφόρους τον χαοτικό τρόπο με τον οποίο έληξε η πρώτη του θητεία στο αξίωμα.
Επιτρέποντας στην ομάδα του Μπάιντεν να ορίσει τα debate τόσο νωρίς, ο τελευταίος μήνας της προεκλογικής εκστρατείας θα επικεντρωθεί στην οργάνωση, την διαφήμιση και την προσέλευση των ψηφοφόρων στις κάλπες, εκτιμά το BBC.
Εκεί είναι που οι οικονομικοί πόροι μπορούν να κάνουν μεγάλη διαφορά -ένας τομέας όπου οι Ρεπουμπλικανοί υστερούν έναντι των Δημοκρατικών.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News