Η εκπαίδευση στην Ελλάδα εκπέμπει SOS, πράγμα που λίγο πολύ όλοι γνωρίζουμε, αλλά είναι και επίσημο. H δημοσίευση των αποτελεσμάτων του Προγράμματος Διεθνούς Αξιολόγησης Μαθητών PISA 2022, που διεξάγει κάθε τρία χρόνια ο ΟΟΣΑ σε μαθητές της Α’ Λυκείου, δείχνει ότι πάμε από το κακό στο χειρότερο, με τις επιδόσεις των 15χρονων Ελληνόπουλων να συγκαταλέγονται ανάμεσα στις χαμηλότερες, κάτω από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ.
Από την άλλη πλευρά, η Εσθονία -μια μικρή και σχετικά φτωχή χώρα σε σύγκριση με τα περισσότερα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης- αποδεικνύεται εκπαιδευτική υπερδύναμη. Στην κατάταξη του PISA, που μετρά τις ικανότητες των 15χρονων στα Μαθηματικά, την Κατανόηση Κειμένου και τις Φυσικές Επιστήμες, την πρώτη θέση κατέχει η Σιγκαπούρη, ακολουθούν ακόμη μερικές χώρες της Απω Ανατολής και έπεται η Εσθονία, πρώτη ανάμεσα στις ευρωπαϊκές χώρες.
Οι δάσκαλοί της έχουν υψηλή μόρφωση, με έμφαση τόσο στις κοινωνικές και προσωπικές δεξιότητες όσο και στην ακαδημαϊκή μάθηση, και το τυπικό πρόγραμμα σπουδών τους είναι γεμάτο με ένα ευρύ φάσμα αντικειμένων, από τη Ρομποτική μέχρι τη Μουσική και τις Τέχνες, σημειώνει στον Guardian η Εμινέ Σανέρ.
Μια χώρα που πιστεύει στη μάθηση
Η Γκούντα Τίρε, επικεφαλής των Διεθνών Αξιολογήσεων στο Συμβούλιο Εκπαίδευσης και Νεολαίας της Εσθονίας, λέει ότι η επιτυχία της χώρας της οφείλεται εν μέρει σε έναν συνδυασμό ιστορίας και γεωγραφίας. «Είχαμε πολύ κόσμο να πηγαινοέρχεται, Σουηδούς, Δανούς, Ρώσους, Γερμανούς. Οι Εσθονοί, αν ήθελαν να επιβιώσουν, έπρεπε να είναι έξυπνοι και κατάλαβαν ότι η εκπαίδευση θα τους πήγαινε μπροστά. Το ίδιο και όταν ήμασταν υπό σοβιετική κατοχή», σημειώνει.
Μία από τις αρχές, λέει, είναι η ισότητα τόσο ιδεολογικά όσο και πρακτικά: τα γεύματα στο σχολείο είναι δωρεάν για όλα τα παιδιά. Και σχεδόν όλα πηγαίνουν στο νηπιαγωγείο, το οποίο επιδοτείται σε μεγάλο βαθμό, έτσι ώστε μέχρι να ξεκινήσουν το σχολείο στη σχετικά μεγάλη ηλικία των επτά ετών, να μην υπάρχουν μειονεκτήματα. Η αυτονομία είναι επίσης θεμελιώδης. «Εχουμε δώσει στα σχολεία τη δυνατότητα να αποφασίζουν μόνα τους», λέει στον Guardian η εσθονή αξωματούχος.
Oταν η Εσθονία αγκάλιασε την ψηφιακή εποχή, τα σχολεία συμμετείχαν επίσης. Οι προσπάθειες της χώρας να αξιοποιήσει την τεχνολογία για διδασκαλία και μάθηση ξεκίνησαν τη δεκαετία του 1990 με το «Tiigrihüpe», ένα φιλόδοξο πρόγραμμα για τη δημιουργία τεχνολογικής υποδομής στα σχολεία και πρόσβαση όλων των σχολείων στο διαδίκτυο. Και μέχρι το 2001, είχε ήδη επιτύχει τον στόχο της. «Εκπαιδεύσαμε πολλούς δασκάλους, συνδέσαμε όλα τα σχολεία και τους δώσαμε υπολογιστές», λέει η Τίρε, και εξηγεί: «Η ιδέα δεν είναι να έχουμε ένα μάθημα Πληροφορικής, αλλά να έχουμε ενσωματωμένες ψηφιακές δεξιότητες παντού».
Ρομποτική αλλά και μαγείρεμα και χορός και πλέξιμο
Πολλά παιδιά μαθαίνουν coding και robotics, κατανοώντας από νωρίς τη βασική λογική του προγραμματισμού, και τα πάντα, από τα σχολικά βιβλία μέχρι την επικοινωνία με τους γονείς είναι ψηφιακά. Αντί, δε, να επιβάλλεται σκληρή πειθαρχία στους ενοχλητικούς μαθητές, τα σχολεία της Εσθονίας τείνουν να έχουν μια πιο φιλική προσέγγιση. Είναι σύνηθες, λέει η Τίρε, να βγάζουν τα παιδιά για μάθημα έξω από την τάξη και να τα διδάσκουν σε μικρές ομάδες με ξεχωριστό δάσκαλο, ενώ τα περισσότερα σχολεία έχουν ψυχολόγο και σύμβουλο.
Τα δημιουργικά μαθήματα εκτιμώνται εξίσου: «Ολα τα παιδιά πρέπει να κάνουν Τέχνες και Μουσική, και [αυτό που λέμε] “Τεχνικά”. Δηλαδή, μαθαίνουν να μαγειρεύουν, να πλέκουν, τέτοια πράγματα. Οταν τους το επιτρέπουμε αυτό, αυξάνεται η ευημερία τους και η αίσθηση της ολοκλήρωσης. Δεν πιστεύουμε ότι είναι άσχετο. Μερικές χώρες λένε, “Βγάλαμε το μάθημα μουσικής για να κάνουμε περισσότερα Μαθηματικά”. Αλλά αν κοιτάξετε ένα φύλλο μουσικής, θα δείτε ότι δεν είναι λιγότερο περίπλοκο», παρατηρεί.
Τα δημιουργικά μαθήματα, επισημαίνει η Τίρε μιλώντας στον Guardian, μπορούν να καλλιεργήσουν κάθε είδους δεξιότητες, όπως η ομαδική εργασία και η επίλυση προβλημάτων. Θυμάται ότι σε ένα μεγάλο φεστιβάλ πέρυσι έβλεπε έφηβους να χορεύουν με ενθουσιασμό δημοτικούς χορούς, που είχαν μάθει στο σχολείο: «Είναι μια σωματική δραστηριότητα, που σου δίνει χαρά, είσαι σε ομάδα και πρέπει να χρησιμοποιείς επικοινωνιακές δεξιότητες».
Για να προχωρήσουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, οι μαθητές δίνουν εξετάσεις μόνο σε τρία μαθήματα: Μαθηματικά, Εσθονικά και ένα μάθημα της επιλογής τους. Οταν η δημοσιογράφος του Guardian αναφέρει σε μια μαθήτρια του λυκείου Pelgulinna -ένα από τα καλύτερα σχολεία του Ταλίν- το πιεστικό βρετανικό πρόγραμμα για τη λήψη πολλών GCSE (διαγωνισμοί σε οκτώ ή περισσότερα μαθήματα), η Κορντέλια Βάιθολετ Πάαπ αντιδρά σοκαρισμένη: «Είναι πολλά. Θα ήμουν πολύ πιο αγχωμένη», λέει.
Η 17χρονη μαθήτρια προσθέτει ότι η δημιουργική εκπαιδευτική προσέγγιση του σχολείου της «είναι πολύ πιο ευχάριστη από τον ορθόδοξο τρόπο, όπου απλά κάθεσαι σε μια τάξη και ακούς». Για να αντικρούσει, δε, οποιαδήποτε ιδέα ότι αυτό είναι κάτι πολύ φιλελεύθερο, ο 17χρονος Τάργκο Ταμέλα, προσθέτει ότι «υπάρχει πάντα έλεγχος, πρέπει [και εδώ] να περάσεις όλα τα τεστ».
Ψηφιακή εκπαίδευση ενσωματωμένη σε όλα τα μαθήματα
Η Πάαπ και ο Ταμέλα δεν ασχολούνται ιδιαίτερα με την ξακουστή ψηφιακή εκπαίδευση της Εσθονίας, αλλά δεν παύει να αποτελεί μεγάλο μέρος της εκπαίδευσής τους, λένε. Η τεχνολογία είναι άμεσα διαθέσιμη, και οι περισσότερες πηγές μάθησης και τα τεστ είναι online. «Εχει μερικά μειονεκτήματα, γιατί μπορεί να τεμπελιάσεις ή να χαθείς στο διαδίκτυο», επισημαίνει ο Ταμέλα, «Αλλά αντισταθμίζονται από τα πλεονεκτήματα».
Η Εμινέ Σανέρ επισκέφτηκε το Gustav Adolf Grammar στην παλιά πόλη του Ταλίν (είναι το πιο παλιό σχολείο του Ταλίν που ιδρύθηκε το 1631 από τον σουηδό βασιλιά Γουσταύο Αδόλφο), και μίλησε με τον Χένρικ Σαλούμ, τον νεαρό διευθυντή του σχολείου. Για τα περισσότερα παιδιά, ηλικίας επτά έως 15 ετών, η σχολική ημέρα έχει ήδη τελειώσει και η δημοσιογράφος του Guardian τα παρακολουθεί να φεύγουν για το σπίτι τους μόνα ή με τους φίλους τους. «Τείνουν να είναι πολύ ανεξάρτητα», της λέει ο Σαλούμ.
Πίσω από την ιστορική του πρόσοψη, το σχολείο έχει ανακαινιστεί, με άφθονους χώρους και φως. Σάκοι του μποξ και ένα τραπέζι του πινγκ πονγκ υπάρχουν σε γωνιές μιας αίθουσας, η οποία χρησιμοποιείται επίσης για μαθήματα χορού. Το τεράστιο κεντρικό αίθριο, όπου τα παιδιά γευματίζουν, έχει πιάνο και σκηνή για παραστάσεις. Οι μαθητές κάθονται στα αμφιθεατρικά καθίσματα, κάνοντας τις εργασίες τους ή κουβεντιάζοντας.
Η ατμόσφαιρα είναι φιλική και χαλαρή. Δύο παιδιά παίζουν σκάκι σε έναν από τους φαρδείς διαδρόμους του σχολείου και παντού υπάρχουν φροντισμένα μαξιλάρια, που χρησιμοποιούνται σε κοινωνικές συναναστροφές ή κάθε φορά που ένας από τους δασκάλους θέλει να κάνει το μάθημά του έξω από την τάξη.
«Πνευματικά διαλείμματα» και «high five» με τον διευθυντή
Υπάρχουν προβλήματα συμπεριφοράς; «Φυσικά», απαντάει ο Σαλούμ. «Κάθε μέρα υπάρχει κάποιο περιστατικό και πρέπει να μιλήσεις στους μαθητές για το πώς να σέβονται τους άλλους και πώς να συμπεριφέρονται. Ορισμένους μαθητές πρέπει να τους παρακολουθούμε πιο προσεκτικά και συνεργαζόμαστε πολύ με τους γονείς, αλλά γενικά πιστεύω ότι οι μαθητές τείνουν να εκτιμούν το περιβάλλον τους», λέει στον Guardian.
Σε μια τάξη που γίνεται μάθημα Εσθονικών, επικρατεί ησυχία καθώς μια ομάδα οκτάχρονων και εννιάχρονων ετοιμάζουν τις περιλήψεις τους από ένα βιβλίο που μόλις διάβασαν, το οποίο είναι ανεβασμένο στη μεγάλη οθόνη. Σε μια άλλη τάξη, με 16 παιδιά 12 και 13 ετών εστιάζουν στο αγγλικό λεξιλόγιο. Οι τάξεις έχουν συνήθως μέχρι 28 μαθητές, αλλά οι ξένες γλώσσες διδάσκονται σε μικρότερες ομάδες, έτσι ώστε όλοι να έχουν την ευκαιρία να μιλήσουν και να συμμετάσχουν.
Παιδιά 10 και 11 ετών στην τάξη της Μαρία Τουμ μιλούν όλα άριστα Αγγλικά. Τι θυμούνται από το νηπιαγωγείο; Ηταν διασκεδαστικό, λένε. «Είχαμε διαλείμματα ύπνου», λέει ένα κοριτσάκι στον Guardian, η Λόρα. Εδώ, πάλι κάνουν «πνευματικά διαλείμματα», λέει. Συχνά σε ένα μάθημα, κάνουν ένα διάλειμμα για λίγη κίνηση ή για να παίξουν ένα παιχνίδι.
«Ενα από τα βασικά στοιχεία του εσθονικού εκπαιδευτικού συστήματος είναι ότι τα σχολεία και οι δάσκαλοι έχουν μεγάλη ελευθερία», λέει ο Σάλουμ στον Guardian. Υπάρχουν πρότυπα που πρέπει να πληρούνται, αλλά το πώς θα τα επιτύχουν εξαρτάται από αυτούς. Η Τουμ έχει πρόσβαση σε tablet και φορητούς υπολογιστές για τα παιδιά, αλλά είναι εξίσου πιθανό να κάνει μάθημα έξω ή στη βεράντα του τελευταίου ορόφου, με χαρτί και μολύβι, όχι για να μελετήσουν τη φύση (αν και το κάνουν επίσης), αλλά επειδή είναι ωραίο να μαθαίνεις Μαθηματικά σε εξωτερικούς χώρους. «Νομίζω ότι δίνει ελευθερία και σημαίνει ότι οι μαθητές έχουν την ευελιξία να μάθουν παντού», λέει η εσθονή δασκάλα.
Εξω από το σχολείο, οι μαθητές χαιρετούν θερμά τον δάσκαλό τους, μια μαθήτρια τον αγκαλιάζει στη μέση. «Κάποιοι θέλουν να κάνουμε “high five”», λέει ο Σαλούμ και προσθέτει: «Οσο οι μαθητές χαμογελούν και λένε γεια, όλα είναι καλά. Αν σταματήσουν να το κάνουν, ξέρω ότι έχω πρόβλημα». Οταν ο Σαλούμ ήταν μαθητής το σχολείο ήταν πιο παραδοσιακό, αλλά όπως λέει, τώρα οι μαθητές εκτιμούν μια λιγότερο ιεραρχική ατμόσφαιρα. «Εχουμε την τάση να βλέπουμε τους μαθητές μας ως συναδέλφους, επομένως συνεργαζόμαστε και τους εμπλέκουμε», σημειώνει.
Χαμηλοί μισθοί και έλλειψη δασκάλων (όπως και αλλού)
Το κύριο πρόβλημα για τον Σαλούμ, και πολλούς άλλους διευθυντές σχολείων, είναι η έλλειψη δασκάλων. Παρά τα θετικά του συστήματος, εξακολουθούν να υπάρχουν θέματα φόρτου εργασίας και προσλήψεων. Οι δάσκαλοι υποχρεούνται να έχουν μεταπτυχιακό αλλά κερδίζουν συγκριτικά χαμηλό μισθό ενώ μπορούν να πάνε σε μια πιο καλά αμειβόμενη δουλειά, όπως στην οικονομικά υγιή ψηφιακή βιομηχανία της Εσθονίας. Νωρίτερα φέτος, μάλιστα, οι δάσκαλοι της Εσθονίας πραγματοποίησαν την πρώτη τους απεργία μετά από πολλά χρόνια.
Η αμοιβή των δασκάλων «είναι ένα πρόβλημα σε όλο τον κόσμο», λέει στον Guardian η Κριστίνα Κάλας, υπουργός Παιδείας της Εσθονίας, «Το εκπαιδευτικό σύστημα δέχεται παντού πίεση πόρων». Στην Εσθονία υπάρχουν δύο βασικά ζητήματα αυτή τη στιγμή, λέει. «Το ένα είναι η οικονομική ύφεση και το άλλο ότι οποιοδήποτε δημοσιονομικό πλεόνασμα πηγαίνει στην άμυνα, γιατί βρισκόμαστε σε μια πολύ επισφαλή κατάσταση». Πράγματι, όλα τα βλέμματα είναι στραμμένα στον γείτονα της Εσθονίας, τη Ρωσία, και την κατάσταση στην Ουκρανία.
Η Κάλας πιστεύει ότι το εκπαιδευτικό σύστημα της Εσθονίας είναι δυνατό επειδή «χτίστηκε από κάτω προς τα πάνω, δεν διοικείται από [την κεντρική κυβέρνηση] και ποτέ δεν γινόταν αυτό. Το εκπαιδευτικό σύστημα είναι παλαιότερο από το κράτος», και περιέργως, προσθέτει, δεν υπάρχουν πολιτικοί που θα ήθελαν να έχουν περισσότερο έλεγχο. «Ολοι αφήνουν [την εκπαίδευση] στους ειδικούς. Οι δάσκαλοι και τα πανεπιστήμια το συζητούν, μερικές φορές δημόσια, και υπάρχουν επιχειρήματα για το αν πρέπει να γίνει με αυτόν ή τον άλλο τρόπο, αλλά οι πολιτικοί δεν ανακατεύονται».
Υπάρχουν ωστόσο άλλα σοβαρά θέματα που απασχολούν την εσθονή υπουργό Παιδείας. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, τα παιδιά της Εσθονίας δεν τα πήγαν πολύ άσχημα επειδή ήταν ήδη καλά προετοιμασμένα για ψηφιακή μάθηση. Υπήρξε, όμως, ένας ανησυχητικός αριθμός εφήβων αγοριών που εγκατέλειψαν το σχολείο. Και παρόλο που δεν υπάρχει ένα ιδιωτικό σχολικό σύστημα για την ελίτ, οι οικογένειες με υψηλότερα εισοδήματα συχνά μετακομίζουν για να βρίσκονται κοντά στα καλύτερα σχολεία, διώχνοντας άλλους. «Είναι μια τάση που δεν μου αρέσει γιατί λειτουργεί ενάντια στους λόγους για τους οποίους το εκπαιδευτικό μας σύστημα είναι ισχυρό. Η ισότητα είναι σημαντική», υπογραμμίζει η Κριστίνα Κάλας.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News