«Η κρίση των αστέγων είναι σοβαρή, αλλά περιγράφεται ως καταστροφή από τους Ρεπουμπλικανούς, που θέλουν να δαιμονοποιήσουν το Σαν Φρανσίσκο, υποδεικνύοντάς το ως πρωτεύουσα των φρικαλεοτήτων των προοδευτικών: μόλις επέστρεψα από το Παρίσι και βρήκα και εκεί σκηνουπόλεις αστέγων. Τα πιο σοβαρά προβλήματα εδώ, εκτός από την κρίση των ναρκωτικών, είναι το κόστος στέγασης (είναι δύσκολο να βρεις ένα σπίτι, έστω και μέτριο, για λιγότερο από 900.000 δολάρια) και η αδυναμία εποικοδομητικού πολιτικού διαλόγου και αποτελεσματικής διακυβέρνησης σε μια πόλη απόλυτα δημοκρατική, όπου η επιλογή αφορά υποψηφίους του ίδιου κόμματος».
Αυτά είπε ο ουαλικής καταγωγής αμερικανός δισεκατομμυριούχος επενδυτής στην υψηλή τεχνολογία Μάικλ Μόριτζ, συνομιλώντας με τον Μάσιμο Γκάτζι, επικεφαλής ανταποκριτή της Corriere della Sera στις ΗΠΑ, για το παρόν και, κυρίως, το μέλλον του Σαν Φρανσίσκο.
Οπως σημειώνει στην ανταπόκρισή του ο ιταλός δημοσιογράφος, επί χρόνια η ιστορική πόλη της Καλιφόρνιας περιγραφόταν ως ένα χαοτικό άντρο ανομίας, το οποίο εγκατέλειπαν ο ένας μετά τον άλλον κορυφαίοι επιχειρηματίες της τεχνολογίας, επιλέγοντας να μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους στο Τέξας (όπως έκανε ο Ελον Μασκ), στο Μαϊάμι (όπως έκανε ο Κιθ Ράμπουα) ή στο Λος Αντζελες (όπως έκανε ο Πίτερ Τιλ). Και είναι αλήθεια πως η πόλη πέρασε κάποια σκοτεινά χρόνια, ενώ η κατάσταση επιδεινώθηκε περαιτέρω εξαιτίας της πανδημίας, κατά τη διάρκεια της οποίας ο πληθυσμός του Σαν Φρανσίσκο μειώθηκε κατά 8%.
Ωστόσο, ο Μάικλ Μόριτζ, που στηρίζει εδώ και 40 χρόνια την ανάπτυξη της Σίλικον Βάλεϊ (μέσω της Sequoia Capital, κορυφαίας επενδυτικής εταιρείας στη βιομηχανία της τεχνολογίας, της οποίας ηγείται), όχι μόνο δεν σκέφτηκε ποτέ να φύγει από το Σαν Φρανσίσκο, αλλά επένδυσε πολλά δισ. δολάρια από την περιουσία του με στόχο την αναγέννηση της πόλης.
«Εχτισε καταφύγια για τους αστέγους και χρηματοδότησε συλλόγους που προώθησαν την αλλαγή του πολιτικού κλίματος σε μια μητρόπολη που εδώ και πολύ καιρό κυριαρχείται από ένα πολύ ριζοσπαστικό και πολιτικοποιημένο Συμβούλιο Εποπτών», μας πληροφορεί ο Μάσιμο Γκάτζι, αναφέροντας ενδεικτικά ότι το εν λόγω υπερδημοτικό συμβούλιο 11 εκλεγμένων μελών με ευρείες εξουσίες, το προηγούμενο διάστημα, αντί να ασχολείται με τη διαχείριση των έκτακτων αναγκών της πόλης, επικεντρωνόταν σε συζητήσεις για πιθανή εκεχειρία στη Λωρίδα της Γάζας.
«Χρηματοδότησα το κίνημα για πολιτική μεταρρύθμιση και άνοιξα μια τοπική ψηφιακή εφημερίδα, τη San Francisco Standard, γιατί εδώ κανείς δεν ασχολούταν με τις τοπικές ειδήσεις» είπε ο μεγαλοεπενδυτής, που πριν αρχίσει να ασχολείται με τις επενδύσεις ήταν μέλος της συντακτικής ομάδας του περιοδικού Time. Ο ίδιος δεν θα άλλαζε το Σαν Φρανσίσκο με καμία πόλη στον κόσμο – αν και προτιμά να περνάει τα καλοκαίρια του στην Τοσκάνη.
Αναπάντεχος αρωγός όλων όσοι επιδιώκουν την αναγέννηση του Σαν Φρανσίσκο κατέστη το τελευταίο διάστημα η Τεχνητή Νοημοσύνη, καθώς η πόλη αποτελεί έδρα κορυφαίων εταιρειών του κλάδου, μεταξύ άλλων της OpenAI (ο διευθυντής της Σαμ Αλτμαν ζει στο περίφημο Ράσιαν Χιλ), της Anthropic και της Delphi AI. Υπέρ του Σαν Φρανσίσκο λειτουργεί και το γεγονός ότι σε κοντινή απόσταση βρίσκονται και δύο από τα κορυφαία πανεπιστήμια της Πολιτείας, το Στάνφορντ και το Μπέρκλεϊ.
Η αλλαγή ξεκίνησε το 2022, όταν οι προοδευτικοί αλλά εξοργισμένοι πολίτες επιδίωξαν και κατάφεραν να αποπέμψουν από τις θέσεις τους τον Τσέσα Μπουντάν, περιφερειακό εισαγγελέα του Σαν Φρανσίσκο εκείνη την περίοδο, ο οποίος χαρακτηριζόταν ως πολύ επιεικής με τους εγκληματίες, και τα τρία μέλη της επιτροπής αρμόδιας για ζητήματα Παιδείας της πόλης, καθώς ενδιαφέρονταν περισσότερο για τη διαγραφή των ονομάτων του Λίνκολν και του Ουάσινγκτον από τα σχολεία παρά για τη χάραξη μιας αποτελεσματικής πολιτικής.
Το δεύτερο σημαντικό βήμα έγινε πριν από μερικές ημέρες, την Τρίτη 5 Μαρτίου, όταν οι πολίτες του Σαν Φρανσίσκο, στο πλαίσιο των προκριματικών εκλογών για την αμερικανική προεδρία, συμμετείχαν σε δύο δημοψηφίσματα που προτάθηκαν από τη Λόντον Μπριντ, την προοδευτική αφροαμερικανίδα δήμαρχο της πόλης, η οποία, θέλοντας να δείξει στους συμπολίτες της ότι νοιάζεται για τα προβλήματά τους και έχοντας επίγνωση του αισθήματος ανασφάλειας που επικρατούσε στο κέντρο της πόλης, επέλεξε να μετακομίσει εκεί.
Επειτα από σχετική πρόταση της δημάρχου, η πλειονότητα των πολιτών ενέκρινε, πρώτον, την εκχώρηση περισσότερων εξουσιών στην αστυνομία (προηγούμενες αποφάσεις προς την αντίθετη κατεύθυνση είχαν ως αποτέλεσμα την αποχώρηση του 15% των αξιωματικών), και δεύτερον, την υποχρεωτική περίθαλψη όσων, μεταξύ των αστέγων και των ατόμων που ζουν με επιδόματα, κάνουν χρήση ναρκωτικών ή επιδεικνύουν ξεκάθαρα σημάδια ψυχικής ανισορροπίας σε δημόσιο χώρο.
«Τώρα πρέπει να επικεντρωθούμε στην προσφορά στέγης σε προσιτές, αποδεκτές τιμές» ανέφερε ο Μάικλ Μόριτζ ολοκληρώνοντας τη συνομιλία του με τον Μάσιμο Γκάτζι. «Τις προάλλες ο ταξιτζής που με πήγε στο αεροδρόμιο, ένας Αφγανός, μου είπε ότι το σπίτι του είναι στην πόλη Γιούμπα, δυόμισι ώρες από εδώ. Πηγαίνει μόνο τα Σαββατοκύριακα – τα υπόλοιπα βράδια μένει σε φίλους ή κοιμάται στο αυτοκίνητο» ανέφερε, πριν καλέσει ένα αυτοοδηγούμενο, αυτή τη φορά, ταξί (της εταιρείας Waymo) για να τον παραλάβει.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News