Το σοκαριστικό δεν είναι ότι βρέθηκαν μερικοί αλήτες να επιτεθούν σε ανθρώπους που δεν γνώριζαν και με τους οποίους δεν είχαν καμία, απολύτως, σχέση. Η βία αποτελεί, πλέον, μέρος της ελληνικής καθημερινότητας, από τα σχολεία, μέχρι τα σοκάκια και τις πλατείες.
Το σοκαριστικό δεν ήταν ότι η επίθεση έγινε εναντίον ανθρώπων που απλώς διέφεραν. Η δυσανεξία σε οτιδήποτε διαφορετικό και η μισαλλοδοξία αποτελεί τον κανόνα σε πολλές πτυχές της κοινωνικής μας ζωής, εδώ και καιρό.
Αυτό που πραγματικά με σόκαρε (ακόμα και μένα που είμαι Θεσσαλονικιός και νόμιζα ότι γνωρίζω την πόλη όπου γεννήθηκα και μεγάλωσα) είναι η αντίδραση των λεγόμενων «bystanders» («παριστάμενων»), των δεκάδων περαστικών, των πελατών των καφετεριών και των εστιατορίων, δηλαδή των απλών θεατών.
Οι μισοί συμμετείχαν και οι άλλοι μισοί αδιαφόρησαν. Βλέπουμε ένα κύμα νέων ανθρώπων να βαδίζει απειλητικά, να επευφημεί, να εκφοβίζει. Βλέπουμε αγόρια και κορίτσια να συνεχίζουν αμέριμνα τη βόλτα τους, να γελούν, να κοροϊδεύουν, να κραυγάζουν «σκίστε την πουστάρα», να αδιαφορούν τελείως. Ενώ είναι μάρτυρες σε ένα πραγματικό λιντσάρισμα.
Εκτός από τις ελάχιστες εξαιρέσεις των ανθρώπων που προσπάθησαν να κάνουν κάτι, να εμποδίσουν ή να προστατεύσουν (και μπράβο για το θάρρος τους), όλες και όλοι οι άλλοι συμμετείχαν με τον τρόπο τους ή, στην καλύτερη περίπτωση, κοιτούσαν από μακριά φοβισμένοι ή βιντεοσκοπούσαν (τουλάχιστον αυτό ήταν χρήσιμο).
Το ένα από τα δύο θύματα είχε τη δύναμη και την αντοχή να αντιδράσει, να τηλεφωνήσει στην αστυνομία, να βγει και να μιλήσει ανοικτά, να εκτεθεί και να αντιμετωπίσει επιπλέον το διαδικτυακό bullying από τον βόθρο των κοινωνικών δικτύων. Η αστυνομία, με μεγάλη καθυστέρηση, κάτι έκανε αυτή τη φορά. Το ότι υπάρχουν Υπηρεσίες Αντιρατσιστικής Βίας είναι μεγάλη υπόθεση, ακόμα και όταν δεν στελεχώνονται από τα κατάλληλα άτομα.
Γνωρίζω όμως κάποια μέλη τους και σας διαβεβαιώ πως, αυτά τουλάχιστον, έχουν πάρει πολύ σοβαρά τη δουλειά τους. Ας ελπίσουμε να μην είναι η εξαίρεση. Οσο για τα δικαστήρια, θα δούμε πώς θα αντιμετωπίσουν οι δικαστές μια πρωτοφανή αυθόρμητη απόπειρα λιντσαρίσματος στο κέντρο της Θεσσαλονίκης.
Αλλά, δυστυχώς, δεν τελειώσαμε εδώ. Την επόμενη μέρα, την Κυριακή, οργανώθηκε εκδήλωση κατά της ρατσιστικής βίας και της ομοφοβίας. Ηταν απαραίτητο να γίνει για να ξεπλύνει την ντροπή του Σαββάτου. Σε αυτήν, όμως, παρεισέφρησαν καμιά 50αριά άτομα με κουκούλες που ευτυχώς απώθησαν οι διαδηλωτές.
Αλλά το τι είναι και ποιες ιδέες εκπροσωπούν αυτά τα άτομα είναι ένα ερώτημα που δεν βλέπω να θέλει κανείς να απαντήσει. Η εικόνα της καταδίωξής τους στη δυτική πλευρά της Αριστοτέλους έμοιαζε πολύ με τα γεγονότα του Σαββάτου. Και όμως, δεν ήταν το χειρότερο που συνέβη χθες.
Σε μια εκδήλωση καταδίκης της ρατσιστικής βίας, έγινε επίθεση και προσπάθεια προπηλακισμού του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή σε μια εκδήλωση κατά της ομοφοβίας και υπεράσπισης των δικαιωμάτων των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων, γίνεται επίθεση στον πολιτικό αρχηγό που έχει δηλώσει ευθαρσώς ότι είναι γκέι.
Στο σουρεαλιστικό βίντεο που κυκλοφορεί τον βλέπουμε να προσέρχεται και να ακούει άναυδος τις ύβρεις καθώς οι συνεργάτες του, φοβισμένοι, προσπαθούν να καταλάβουν τι συμβαίνει. Θα πρέπει, κάποια στιγμή, να του εξηγήσουν ποιο είναι το φίδι που εξέθρεψαν οι ίδιοι και τώρα στρέφεται και εναντίον τους. Αλλά είμαι βέβαιος ότι αυτό, τουλάχιστον, το έχει καταλάβει καλά.
Διότι όλοι αυτοί οι θρασύδειλοι τραμπούκοι που κυκλοφορούν ανάμεσά μας και όλοι αυτοί που είναι από καιρό έτοιμοι να τους επευφημήσουν είναι το αποτέλεσμα του λόγου μίσους που ξεχύνεται συστηματικά από τη Δεξιά έως την Αριστερά. Οχι μόνο από ακραίους αλλά και από, υποτίθεται, mainstream δημοσιολογούντες, από πολιτικούς, βουλευτές, πολιτικούς αρχηγούς (τέως και νυν). Και βέβαια από την Εκκλησία της Ελλάδας και τους κύκλους της.
Την ώρα που ο Στέφανος Κασσελάκης έφτανε στο «Ολύμπιον», άκουγε να τον φωνάζουν «σκουπίδι». Στον πυρήνα της φασιστικής ιδεολογίας βρίσκεται αυτή ακριβώς η αντίληψη «αποανθρωποποίησης» (dehumanization) του αντιπάλου. Δεν είναι πρόσωπο ο αντίπαλος, είναι ένα πράγμα, ένα «σκουπίδι», κάτι που πρέπει να εξαφανιστεί. Πρώτα θα σε πείσουν ότι δεν είναι ανήθικο να εξοντώσεις ένα σκουπίδι και μετά θα είσαι έτοιμος να το κάνεις.
Γι’ αυτό οι φασίστες κάθε χρώματος είναι έτοιμοι να λιντσάρουν, είναι έτοιμοι να χτυπήσουν, είναι έτοιμοι να εξοντώσουν, είναι έτοιμοι να συμμετάσχουν σε ένα πογκρόμ. Φέρουν μαζί τους και όπλα. Προς το παρόν, μόνον κοντάρια και μαχαίρια. Αλλά καθώς οι ανταγωνιστικές συμμορίες πολλαπλασιάζονται, θα αναβαθμίζονται και τα όπλα τους. Ο νεαρός που ούρλιαζε «πουστ…α» και ο νεαρός που ούρλιαζε «σκουπίδι», στην ίδια πλατεία με μία μέρα διαφορά, είναι πανομοιότυποι, μοιράζονται τις ίδιες ιδέες κι ας νομίζουν ότι είναι αντίπαλοι.
Το φίδι έχει βγει από το αυγό εδώ και πολύ καιρό. Και εμείς απλώς βλέπουμε βίντεο από ασφαλή, όπως νομίζουμε, απόσταση, «καταδικάζουμε απερίφραστα» και μερικές φορές κρυφογελάμε, όταν το θύμα είναι ο «άλλος».
*Ο Αριστείδης Χατζής είναι καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου και Θεωρίας Θεσμών στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News