Ο Λουκάς Σαμαράς, ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της μεταπολεμικής μοντέρνας τέχνης, ο οποίος σε όλη την 70χρονη καριέρα του πρωτοστάτησε στη δημιουργία εικόνας με ριζοσπαστικούς νέους τρόπους, έφυγε από τη ζωή στις 7 Μαρτίου σε ηλικία 87 ετών, στο σπίτι του στο Μανχάταν.
Τον θάνατό του από επιπλοκές πτώσης ανακοίνωσε ο Αρνε Γκλίμσερ, ιδρυτής της γκαλερί Pace, η οποία εκπροσωπούσε τον σπουδαίο ελληνοαμερικανό εικαστικό περισσότερες από πέντε δεκαετίες.
Γεννημένος στις 14 Σεπτεμβρίου 1936 στην Καστοριά, ο Λουκάς Σαμαράς μεγάλωσε εν μέσω των καταστροφών του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και του εμφυλίου πολέμου. Οταν ήταν βρέφος, το σπίτι της οικογένειάς του βομβαρδίστηκε και η γιαγιά του σκοτώθηκε από τα πυρά. Ο γουναράς πατέρας του Δαμιανός Σαμαράς είχε μεταναστεύσει το 1939 στη Νέα Υόρκη, όπου πήγε και ο Λουκάς το 1948 σε ηλικία 12 ετών, μαζί με την μητέρα του Τρυγόνα Σαμαρά. Τότε επανασυνδέθηκε η οικογένεια και εγκαταστάθηκαν στην πόλη Γουέστ Νιου Γιορκ του Νιου Τζέρσεϊ. Το 1955 ο Λουκάς Σαμαράς πολιτογραφήθηκε αμερικανός πολίτης και το 1964 μετακόμισε στη Νέα Υόρκη, όπου έζησε έκτοτε.
Μη γνωρίζοντας τη γλώσσα, η τέχνη ήταν από την αρχή το καταφύγιό του, ένα μέρος «όπου δεν χρειαζόταν να ξέρω αγγλικά. Εκεί μπορούσα να κάνω ό,τι ήθελα, ξέρετε. Ως εκ τούτου, υποθέτω ότι ίσως αυτός είναι άλλος ένας λόγος για τον οποίο ενδιαφερόμουν όλο και περισσότερο για την τέχνη. Υποθέτω ότι ήταν πολύ πιο ευχάριστο από το να μάθεις πώς να μιλάς αγγλικά», είχε πει σε συνέντευξή του στο Art Forum.
Στην εφηβεία του, ο Λουκάς Σαμαράς δούλεψε για λίγο κοντά στον πατέρα του, και εκείνη η εμπειρία τον βοήθησε να διαμορφώσει μια έντονη αίσθηση για τα υλικά, εν μέρει μέσω του μίσους για τη γούνα που του προκάλεσε η δουλειά, γράφει ο Ράντι Κένεντι στους New York Times, στο αφιέρωμά του στον σπουδαίο ελληνοαμερικάνο καλλιτέχνη. «Η γούνα είναι ένα μαλακό, δύσοσμο, ιδρωμένο, εύκαμπτο πράγμα», είπε κάποτε: «Και μετά καταλήγω να χρησιμοποιώ καρφίτσες: ένα σκληρό, λαμπρό, αιχμηρό υλικό».
Το 1955, ο Σαμαράς κέρδισε μια υποτροφία για το πανεπιστήμιο Ρούτγκερς στο Νιου Μπράνσγουικ της πολιτείας του Νιου Τζέρσεϊ, όπου δίδασκαν οι εκπρόσωποι της αμερικανικής πρωτοπορίας Αλαν Κάπροου, Ρόμπερτ Γουότς, Τζέφρι Χέντρικς και Ρόι Λίχτενσταϊν. Σπούδασε εκεί μέχρι το 1959 και μαζί με συμφοιτητές και φίλους του εικαστικούς, όπως οι Ρόμπερτ Γουίτμαν, Τζορτζ Μπρεχτ και Τζορτζ Σίγκαλ, άρχισαν να σπέρνουν τους σπόρους της εννοιολογικής τέχνης, της Pop Art και της μορφής που θα γινόταν αργότερα γνωστή ως performance art, και είναι βασισμένη στη φιλοσοφία της κατάργησης των τεχνητών φραγμών ανάμεσα στην τέχνη και την καθημερινή ζωή.
Σπούδασε επίσης υποκριτική, οι θεατρικές μέρες του όμως ήταν λιγοστές. Οι δικές του φαντασιώσεις για τις παραστάσεις, εξήγησε, ήταν πολύ περίτεχνες για να τις πραγματοποιήσει με άλλους ανθρώπους, και έτσι άρχισε να διοχετεύει αυτές τις παρορμήσεις σε γλυπτική και γραφή. «Έκανα, κατά μία έννοια, Happenings, αλλά ήταν μόνο για μένα», είπε σε συνέντευξή του στο περιοδικό Artforum το 1966.
Παρουσίασε την πρώτη του ατομική έκθεση στην γκαλερί Reuben της Νέας Υόρκης το 1959 και αργότερα, σπούδασε για δύο χρόνια ιστορία της τέχνης στο πανεπιστήμιο Κολούμπια, όπου βυθίστηκε κυριολεκτικά στη γλυπτική. Την περίοδο εκείνη, συνθέτοντας στοιχεία γλυπτικής, αρχιτεκτονικής και ζωγραφικής, δημιούργησε τα πρώτα αριθμημένα γλυπτά κουτιά του, που έγιναν σήμα κατατεθέν της δουλειάς του. Η αρίθμησή τους άρχισε το 1962, και ως το 1989 η σειρά περιλάμβανε 135 κουτιά.
Ο Σαμαράς ξεκίνησε από τη ζωγραφική, συνέχισε με τη γλυπτική και τη χαρακτική και τα χάπενινγκ, ενώ σε πολλές εκφράσεις του πολυποίκιλου έργου του ερευνά το θέμα που συνιστά η εικόνα του εαυτού του: «Ο καθρέφτης είναι το κατ’ εξοχήν όργανο της τέχνης του Σαμαρά, και το είδωλο του ίδιου του καλλιτέχνη είναι το προνομιακό μοντέλο του. Ο Λουκάς Σαμαράς είναι ένας μέτοικος∙ ένας θριαμβευτής μέτοικος βέβαια, αφού έχει πετύχει να καταλάβει περίοπτη θέση στην ιστορία της σύγχρονης αμερικανικής κουλτούρας. Βαθιά μέσα του ωστόσο είναι ένας ναυαγός που ζει αυτοεξόριστος στην επινοημένη νησίδα της τέχνης του«.
»Εκεί δημιουργεί την δική του προσωπική πατρίδα, τη δική του κοινότητα, πολλαπλασιάζοντας τα είδωλά του στην επιφάνεια της λίμνης του Νάρκισσου. Και όπως το νερό δεν είναι ποτέ ατάραχο και γαλήνιο, συχνά το είδωλο θρυμματίζεται, ρυτιδώνεται, γερνάει. Η αγωνία του χρόνου μεταβάλλει την εικόνα του ζωγράφου σ’ ένα πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέυ. Η έκθεση του Λουκά Σαμαρά στην Ελλάδα, στην Εθνική Πινακοθήκη, παίρνει έτσι τον χαρακτήρα ενός θεραπευτικού νόστου», έγραψε η ιστορικός Τέχνης – Μουσειολόγος Κατερίνα Κοσκινά με αφορμή την αναδρομική έκθεση του Λουκά Σαμαρά στην Ελλάδα, το 2005 (δική της ιδέα και επιμέλεια).
Ο Σαμαράς γοητεύτηκε τέλος από την φωτογραφία και ξεκίνησε το πρωτοποριακό φωτογραφικό του έργο με τις σειρές «Autopolaroids» και «Photo-Transformations», για τις οποίες χρησιμοποίησε την καρέκλα της κουζίνας του αντί για τρίποδα. Αρχισε να φωτογραφίζεται στις αρχές της δεκαετίας του 1970 με μια Polaroid 360, μόνος στο στούντιό του και με ένα μέσο που δεν ανήκε στην καθιερωμένη καλλιτεχνική παράδοση και τεχνική, κατόρθωσε να του προσδώσει απεριόριστη δημιουργική ελευθερία. Επεξεργαζόταν και μετασχημάτιζε τις φωτογραφίες του με διάφορες τεχνικές, μεταξύ των οποίων το άπλωμα μελανιού με το χέρι και η αλλοίωση της επιφάνειας της φωτογραφίας με το χέρι ή με στυλό ώστε να μετατοπιστούν οι χρωματικές στρώσεις κάτω από το διάφανο επίχρισμα από Mylar.
Δουλεύοντας, εξάλλου, στην ψηφιακή σφαίρα πολύ πριν αυτή συνδεθεί με τις καλές τέχνες, ο Λουκάς Σαμαράς επαναπροσδιόρισε τα όρια της προσωπογραφίας και της αυτοπροσωπογραφίας. Με επίκεντρο το σώμα και την ψυχή, το αυτοβιογραφικό έργο του σε φωτογραφία, ζωγραφική, εγκατάσταση, συναρμολόγηση, σχέδιο, κλωστοϋφαντουργία και γλυπτική συχνά στοχάζεται την εύπλαστη, μεταβαλλόμενη φύση του εαυτού. «Μου αρέσει να ξαναφτιάχνω τον εαυτό μου στη φωτογραφία», είπε κάποτε ο καλλιτέχνης.
Κατά τη διάρκεια της 70ετούς καριέρας του, ο Λουκάς Σαμαράς συμμετείχε σε πλήθος διεθνών εικαστικών εκθέσεων, αρχίζοντας από τις Documenta 4, 5 και 6 στο Κάσελ της Γερμανίας, ενώ το 2009 ήταν ο επίσημος εκπρόσωπος της ελληνικής συμμετοχής στην 53 Μπιενάλε της Μοντέρνας Τέχνης στη Βενετία με γενικό τίτλο «Φτιάχνοντας Κόσμους». Η έκθεσή του με τίτλο «Paraxena» ήταν μια εγκατάσταση με καθρέφτες και τρεις σειρές φωτογραφικών έργων και βίντεο, που είχε δημιουργήσει μεταξύ 2005 και 2009 δίπλα σε ένα μικρό σύνολο γλυπτών από τα μέσα της δεκαετίας του 1960.
Η δήλωση της Λίνας Μενδώνη
«Ο Λουκάς Σαμαράς, ο “άνθρωπος που ήταν ο ίδιος του ο καμβάς”, όπως προσφυώς τον χαρακτήρισαν οι New York Times, υπήρξε πρωτοπόρος εικαστικός, που κατέκτησε, με το πολύπλευρο και διαρκώς ανανεούμενο έργο του, παγκόσμια ακτινοβολία. Καλλιτέχνης ανήσυχος σε όλη του την πορεία, πειραματιζόταν διαρκώς με νέα εργαλεία και τεχνικές, ξεκινώντας από τη ζωγραφική και τη γλυπτική για να περάσει γρήγορα στη φωτογραφία, επί πολλά χρόνια στην αναλογική και εσχάτως και στην ψηφιακή της διάσταση, ανάγοντάς τη σε κατ’ εξοχήν εκφραστική του δίοδο. Το έργο του Σαμαρά μοιάζει αυτοβιογραφικό, καθώς επικεντρώνεται στο σώμα του, που αποτελεί και το κύριο αντικείμενο των πειραματισμών του. Ο Σαμαράς φτάνει, όμως, πολύ πιο μακριά. Εκκινεί από τον εαυτό του, τον οποίο επανατοποθετεί, μετωνυμικά και απροσωποποιημένα, στη σιωπή και τη βουή της μεγαλούπολης, της οποίας αναδεικνύεται σε εικαστικό ανθρωπολόγο. Η δεξίωση και η οικείωση του έργου στην Ελλάδα υπήρξε σχετικά αργή, αλλά καθολική. Στους οικείους του απευθύνω τα ειλικρινή μου συλλυπητήρια» ,δήλωσε η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News