Μπορεί να ξανασυναντηθούν. Στο Κύπελλο Αγγλίας (στον ημιτελικό ή στον τελικό). Στο Τσάμπιονς Λιγκ, όταν με το καλό ο Γιούργκεν Κλοπ επιστρέψει από το «διάλειμμα» στην καριέρα του και πιάσει δουλειά σε κάποιον σύλλογο που, σίγουρα, θα είναι απο τους κορυφαίους στην Ευρώπη. Ακόμη και ως ομοσπονδιακοί τεχνικοί – υπάρχει και αυτή η προοπτική στο πίσω μέρος του μυαλού τους. Αλλά σε κάθε περίπτωση, η τελική μάχη του Κλοπ με τον Πεπ Γκουαρντιόλα στο κυριακάτικο (17:45) ντέρμπι Λίβερπουλ – Μάντσεστερ Σίτι θα σηματοδοτήσει το τέλος μιας εποχής.
Πριν αφιχθούν στην Αγγλία, ο Κλοπ το 2015 και ο Γκουαρντιόλα ένα χρόνο αργότερα, η συγκεκριμένη αναμέτρηση δεν ήταν, καν, ντέρμπι. Χάρη στην αυθεντία των δυο top προπονητών της τελευταίας 15ετίας, εξελίχθηκε σε τιτανομαχία παγκοσμίου ενδιαφέροντος. Οχι μόνον επειδή οι δυο ομάδες κυριάρχησαν απολύτως στο αγγλικό πρωτάθλημα, αλλά και γιατί τα παιχνίδια τους σπανίως απογοητεύουν τους φιλάθλους. Το ματς Σίτι – Λίβερπουλ (2-1) της σεζόν 2018-2019 θεωρείται από πολλούς ως η καλύτερη ποδοσφαιρική παράσταση από καταβολής Πρέμιερ Λιγκ.
Χάρη στον Γκουαρντιόλα, η Σίτι γιγαντώθηκε. Χάρη στον Κλοπ, η Λίβερπουλ επέστρεψε… στις εργοστασιακές της ρυθμίσεις. Η υπέροχη αντιπαλότητά τους βοήθησε την αγγλική υπερπαραγωγή αθλητικού θεάματος που λέγεται Πρέμιερ Λιγκ να βιώσει τις καλύτερες μέρες της. Το γεγονός ότι και οι δυο αγαπήθηκαν από τους φιλάθλους, ακόμη και από εκείνους που υποστηρίζουν άλλες ομάδες, είναι πρωτοφανές, αλλά όχι ανεξήγητο.
Εκτός από εμβληματικοί τεχνικοί, που με τις καινοτόμες ιδέες τους άνοιξαν νέους ορίζοντες για το ποδόσφαιρο, ο 53χρονος Καταλανός και ο 56χρονος Γερμανός είναι και χαρισματικές προσωπικότητες. Επικοινωνιακοί. Με άποψη και για όσα συμβαίνουν έξω από τις γραμμές του γηπέδου. Αντισυμβατικοί. Κάποτε, πριν από ένα πολύ σημαντικό ματς της Σίτι, ο Γκουαρντιόλα πήρε τους παίκτες του και τους πήγε στο σινεμά. Ο Κλοπ πήρε τους δικούς του, της Λίβερπουλ, και τους πήγε τριήμερο στη Βαρκελώνη.
Είναι χαρακτήρες σπάνιοι και από μια άλλη σκοπιά. Στη ζούγκλα των γηπέδων, εκείνοι διδάσκουν ποδοσφαιρικό πολιτισμό. Αν δεν υπήρχε ο ένας, ο άλλος θα σάρωνε όλα τα εγχώρια τρόπαια. Κι όμως, δεν χάνουν ευκαιρία να ανταλλάσσουν φιλοφρονήσεις. Οι ομάδες τους «σκοτώνονται» στο χορτάρι, αυτοί… χτυπιούνται δίπλα στην πλάγια γραμμή, αλλά μόλις ο διαιτητής σφυρίξει τη λήξη, αγκαλιάζονται σαν αγαπημένα αδέλφια. Κι έπειτα, στις συνεντεύξεις Τύπου, λένε τα καλύτερα, ο ένας για τον άλλον. Οταν ο Κλοπ ανακοίνωσε ότι θα αποχωρήσει στο τέλος της σεζόν, ο Γκουαρντιόλα έδειξε να στενοχωριέται περισσότερο και από τον πιο φανατικό οπαδό της Λίβερπουλ. «Μαζί του θα φύγει και ένα κομμάτι της Σίτι», δήλωσε. «Θα μου λείψει. Ηταν ο μεγαλύτερός μου αντίπαλος. Με βοήθησε να γίνω καλύτερος προπονητής».
Αλήθεια είναι. Οταν ο Γκουαρντιόλα κατέκτησε το πρώτο του «τρεμπλ» με την ακατανίκητη Μπαρτσελόνα της σεζόν 2008-2009, παρουσιάζοντας την καινοτόμο του τακτική που ονομάστηκε «positional play» (την τοποθέτηση των παικτών στον αγωνιστικό χώρο με τέτοιον τρόπο ώστε να επιτυγχάνεται αριθμητική υπεροχή έναντι των αντιπάλων), δημιούργησε κάτι παρόμοιο με αυτό που ο ιταλός φιλόσοφος, Αντόνιο Γκράμσι, όρισε ως «ιδεολογική ηγεμονία». Ολες οι ομάδες προσπαθούσαν να την αντιγράψουν. Ωσπου εμφανίστηκε ο Κλοπ, για να αμφισβητήσει αυτή τη συνταγή της επιτυχίας με το «gegenpressing» του (την ανάκτηση της κατοχής της μπάλας μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα από τη στιγμή που θα χαθεί).
Την πρώτη φορά που συναντήθηκαν ως αντίπαλοι, στο γερμανικό Σούπερ Καπ του 2013, η Ντόρτμουντ (του Κλοπ) νίκησε την Μπάγερν Μονάχου (του Γκουαρντιόλα) με 4-2. «Εκείνο το ματς με δίδαξε πολλά», είχε παραδεχθεί ο Καταλανός στη διάρκεια της πρώτης του σεζόν στη Σίτι. «Κατάλαβα τι είναι αυτό το ‘’heavy metal’’ ποδόσφαιρο του Κλοπ. Τη βρίσκω πολύ ελκυστική αυτή την ιδέα: να εκδηλώνεις επίθεση μέσα σε 3-4 δευτερόλεπτα».
Ο Κλοπ τον νίκησε και στην πρώτη τους μονομαχία στην Πρέμιερ Λιγκ, τον Δεκέμβριο του 2016 (Λίβερπουλ – Σίτι 1-0). Τον έχει κερδίσει 12 φορές σε 29 παιχνίδια τους σε όλες τις διοργανώσεις. Κανένας άλλος προπονητής δεν έχει «πληγώσει» τον Γκουαρντιόλα τόσο πολύ, όσο ο Γερμανός. Και το 2020 η Λίβερπουλ διέκοψε το απίθανο σερί τίτλων (2018, 2019, 2021, 2022, 2023) της Σίτι στην Πρέμιερ Λιγκ. Οταν πρωτοσυναντήθηκαν, το στιλ του Καταλανού και εκείνο του Κλοπ ήταν «η μέρα με τη νύχτα». Σήμερα, αν και εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές διαφορές, η τακτική τους έχει πολλά κοινά σημεία. Και αυτό το κράμα «positional play» και «gegenpressing» είναι η τελευταία λέξη της μόδας στην προπονητική.
Η συνύπαρξη του Κλοπ με τον Γκουαρντιόλα ήταν θείο δώρο για την Πρέμιερ Λιγκ, όμως η αλήθεια είναι ότι και εκείνοι βρήκαν στην Αγγλία ιδανικές συνθήκες για να δημιουργήσουν αυτές τις ομάδες, που έχουν κερδίσει τον παγκόσμιο θαυμασμό. Οι Αραβες της Σίτι και οι Αμερικανοί της Λίβερπουλ, τους πρόσφεραν πολύ χρήμα για μεταγραφές (ο Γκουαρντιόλα έχει ξοδέψει πάνω από ένα δισεκατομμύριο – τα διπλάσια σε σύγκριση με τον Κλοπ), αλλά και σημαντική πίστωση χρόνου. Μέχρι η Σίτι να αρχίσει να παίζει όπως ήθελε ο προπονητής της, κανένας δεν του γκρίνιαξε. Ούτε τον αμφισβήτησαν, όλα αυτά τα χρόνια που αποτύγχανε να φέρει στο Μάντσεστερ το τρόπαιο του Τσάμπιονς Λιγκ. Και στο Λίβερπουλ ο Κλοπ έγινε «ο πέμπτος Μπιτλ» από πολύ νωρίς, αν και του πήρε καιρό για να πάρει τον πρώτο του μεγάλο τίτλο: το Τσάμπιονς Λιγκ του 2019.
Καθώς η τελική τους μάχη στην Πρέμιερ Λιγκ πλησιάζει, το debate για το ποιος από τους δυο είναι ο πιο επιτυχημένος, έχει φουντώσει. Αν το κριτήριο είναι τα «ασημικά» που κέρδισαν, η απάντηση είναι εύκολη. Η Σίτι του Γκουαρντιόλα έχει συλλέξει 16, ενώ η Λίβερπουλ του Κλοπ, τα μισά. Αλλά, αν μετρηθούν με τον βαθμό δυσκολίας της αποστολής τους, μάλλον είναι ο Κλοπ, όπως υποστήριξε και ο Γκάρι Νέβιλ στο «The Gary Nevill Podcast» του Sky Sports.
Ενα είναι βέβαιο: ότι και οι δυο μαζί συνέθεσαν την πιο συναρπαστική αντιπαλότητα της Πρέμιερ Λιγκ εδώ και πολλά χρόνια.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News