Η Ιταλία είναι η κορυφαία χώρα παραγωγής ρυζιού στην Ευρώπη, προσφέροντας το 50% της συνολικής ευρωπαϊκής παραγωγής ρυζιού, που αντιστοιχεί σε 1,5 εκατ. τόνους οι οποίοι προέρχονται από περίπου 2.273.000 στρέμματα, σύμφωνα με στοιχεία του 2020. Αντίστοιχα το 2021, αντιπροσώπευε το 38,6% με με 1,4 εκατ. τόνους ρυζιού. Το ευνοϊκό κλίμα της για την καλλιέργεια ρυζιού (στο παρελθόν τουλάχιστον) ήταν ένας από τους κύριους παράγοντες της κυριαρχίας της χώρας στον κλάδο.
Η παραγωγή ρυζιού συγκεντρώνεται στις περιοχές Πιεμόντε, Λομβαρδία και Βένετο της Βόρειας Ιταλίας, -με τους περισσότερους ορυζώνες να βρίσκονται στην κοιλάδα του Πάδου- με τη συμμετοχή περίπου 100 εταιρειών, που απασχολούν 1.350 άτομα, και δημιουργεί ετήσιο κύκλο εργασιών περίπου 1,3 δισ. δολαρίων, σύμφωνα με την εταιρία έρευνας αγοράς Mordor Intelligence.
Το 2022, ωστόσο, η κοιλάδα του Πάδου μια από τις βασικές γεωργικές περιοχές της χώρας, όπου παράγεται περίπου το 40% του συνόλου των ιταλικών τροφίμων, αντιμετώπισε τη χειρότερη ξηρασία των τελευταίων δύο αιώνων, επηρεάζοντας σημαντικά και την παραγωγή ρυζιού, ιδιαίτερα τις ποικιλίες Καρναρόλι και Αρμπόριο, που θεωρούνται κορυφαίες για την παρασκευή του ριζότο.
Ο Λουίτζι Φεράρις, καλλεργητής ρυζιού στο αγρόκτημά του «Cascina Alberona» στη Μορτάρα, μια πόλη στην κοιλάδα του Πάδου, είδε πάνω από τη μισή συγκομιδή του να καταστρέφεται λόγω της άνευ προηγουμένου χαμηλής στάθμης του νερού εκείνη τη χρονιά. Η κρίση προκάλεσε μια επανεκτίμηση των γεωργικών πρακτικών και μια αναζήτηση για νέες ποικιλίες ρυζιού, ανθεκτικές στην ξηρασία, εν μέσω αυξανόμενων ανησυχιών για μελλοντικές ξηρασίες που προκαλούνται από το κλίμα.
Για το μεγαλύτερο μέρος του χειμώνα και της άνοιξης του 2022, ο Φεράρις ήταν αισιόδοξος. Οι βροχοπτώσεις είχαν μειωθεί κατά 40% τους πρώτους έξι μήνες του έτους και είχε πέσει λίγο χιόνι στις Αλπεις, προκαλώντας μείωση κατά 88% της ποσότητας του νερού που καταλήγει στον Πάδο από το λιώσιμο του χιονιού. Αλλά ο 58χρονος ιταλός αγρότης πίστευε ότι τα πράγματα σύντομα θα επέστρεφαν στην κανονικότητα. «Νόμιζα ότι η έλλειψη νερού θα ήταν προσωρινή», λέει στον Guardian.
Ιστορικά, η πρόσβαση στο νερό δεν ήταν ποτέ εμπόδιο σε αυτή την πεδιάδα. Βρίσκεται στην καρδιά της Πιανούνα Παντάνα, όπως λέγεται η κοιλάδα του Πάδου, μιας πλημμυρικής πεδιάδας στη βόρεια Ιταλία, όπου μεγάλες εκτάσεις γης ήταν αρχικά βάλτοι και εστία ελονοσίας. Για αιώνες, οι ντόπιοι αγρότες πάλευαν με το νερό, κατασκευάζοντας αποστραγγιστικά έργα και ισοπεδώνοντας τη γη για να μετατρέψουν σιγά σιγά τους υγροτόπους σε χωράφια και ορυζώνες. «Σε αυτή την περιοχή, το πρόβλημα ήταν πάντα να κρατάμε το νερό μακριά», λέει ο Αλμπέρτο Λαζάνια, διευθυντής του σωματείου Confagricoltura Pavia, ενός τοπικού παραρτήματος της Γενικής Συνομοσπονδίας Ιταλικής Γεωργίας. «Ποτέ δεν γινόταν το αντίστροφο».
Ο Φεράρις συνειδητοποίησε την πλήρη έκταση της απώλειας μόνο στα τέλη Μαΐου 2022, όταν οι ορυζώνες του δεν είχαν το συνηθισμένο για την εποχή πλούσιο πράσινο χρώμα τους. «Ηταν όλα καφέ», λέει στον Guardian. «Ολα έμοιαζαν με ξερό άχυρο». Εκείνη τη χρονιά η φάρμα του έχασε πάνω από τη μισή σοδειά και περίπου 150.000 ευρώ, και δεν ήταν μόνος. Στα 37 χρόνια που εργαζόταν στη φάρμα ρυζιού, την οποία κληρονόμησε από τον παππού του, ο Φεράρις δεν είχε δει ποτέ κάτι παρόμοιο.
Το 2022, ο Πάδος, ο μεγαλύτερος ποταμός της Ιταλίας, επλήγη από την χειρότερη ξηρασία των τελευταίων 200 ετών. Αυτή η πλωτή οδός αποτελεί τη ζωτική πηγή ενός πολύπλοκου ιστού καναλιών, που κατασκευάστηκαν από τον Μεσαίωνα μέχρι το 1800, και χρησιμεύουν ως κύρια πηγή άρδευσης των ορυζώνων. Εκείνη τη χρονιά, η Ιταλία έχασε 260.000 στρέμματα ορυζώνων, σύμφωνα με την Ente Nazionale Risi, Εθνική Υπηρεσία Ρυζιού, και η παραγωγή μειώθηκε περισσότερο από 30%. Πέρυσι, η ξηρασία συνεχίστηκε με αποτέλεσμα να χαθεί η σοδειά και από άλλα 75.000 στρέμματα ορυζώνων.
Σήμερα, οι καλλιεργητές ρυζιού αγωνίζονται να ανακάμψουν από τις επιπτώσεις της ξηρασίας αντιμετωπίζοντας ένα αβέβαιο μέλλον. «Οσο υψηλότερες είναι οι θερμοκρασίες, τόσο πιο συχνά και πιο έντονα θα είναι αυτά τα ακραία φαινόμενα», λέει στον Guardian η Μάρτα Γκαλβάνιο, βιομετεωρολόγος στην Υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος στην Κοιλάδα της Αόστα.
Τα τελευταία δύο χρόνια, ο Φεράρις –όπως και άλλοι αγρότες της περιοχής-, προσπάθησε να διαφοροποιήσει τις καλλιέργειές του για να μειώσει τους κινδύνους που συνεπάγεται η κλιματική κρίση. Μείωσε τους ορυζώνες και άρχισε να καλλιεργεί άλλα είδη όπως το καλαμπόκι, που απαιτούν λιγότερο νερό, φοβούμενος «ότι θα υπάρξουν άλλες ξηρασίες». Ωστόσο, το ρύζι παραμένει η μεγαλύτερη σοδειά του. Πρόσφατα, άρχισε να παρακολουθεί τις χιονοπτώσεις στις Αλπεις και να ελέγχει τη στάθμη του νερού στη λίμνη Ματζόρε καθημερινά. «Είναι δύσκολο να κοιμηθείς το βράδυ», λέει.
Ο ιταλός αγρότης ανησυχεί ιδιαίτερα για την παραγωγή της εκλεπτυσμένης ποικιλίας carnaroli classico. Χάρη στην ικανότητά του να αντιστέκεται στις υψηλές θερμοκρασίες μαγειρέματος και να απορροφά τις γεύσεις, το καρναρόλι θεωρείται ο «βασιλιάς του ριζότο», αλλά είναι επίσης εξαιρετικά ευαίσθητο και ευάλωτο στις κλιματικές αλλαγές. Πέρυσι, μετά τη διαδικασία αποφλοίωσης και λεύκανσης, μόνο το 38% της συγκομιδής carnaroli classico του Φεράρις ήταν εμπορεύσιμο. «Λόγω της ξηρασίας, οι κόκκοι του ρυζιού συχνά σπάνε», λέει. Αλλά αυτοί απορρίπτονται.
Ο Τζιοβάνι Ποκετίνο, ένας αγρότης στο αναγνωρισμένο από την Unesco φυσικό καταφύγιο Collina Po, σε απόσταση λιγότερη του ενός χιλιομέτρου από τις όχθες του ποταμού, καλλιεργεί επίσης καρναρόλι και συμμερίζεται τις ανησυχίες του Φεράρις: «Εχουμε όλο και περισσότερες προκλήσεις όσον αφορά την παραγωγή ρυζιού καρναρόλι, καθώς υποφέρει από τη ζέστη του Αυγούστου», λέει στον Guardian και εξηγεί: «Αυτές οι ποικιλίες ρυζιού αναπτύχθηκαν πριν από σχεδόν 100 χρόνια, όταν οι θερμοκρασίες ήταν εντελώς διαφορετικές».
Ο Ποκετίνο σκέφτεται να σταματήσει την παραγωγή καρναρόλι, την ποιότητα του οποίου συγκρίνει με ένα εκλεκτό κρασί. «Τα περιθώρια κέρδους είναι χαμηλά», λέει, προσθέτοντας ότι οι ρυζόμυλοι που αγοράζουν τη σοδειά του απαιτούν τέλειους κόκκους. «Η οικονομική απόδοση δεν αντικατοπτρίζει όλη τη σκληρή δουλειά που απαιτείται για την καλλιέργεια αυτού του τύπου ρυζιού».
Ο Φίλιπ Χαξάρι, ερευνητής στο Ente Nazionale Risi, λέει ότι, το 2022, λόγω της παρατεταμένης ξηρασίας, η παραγωγή καρναρόλι μειώθηκε κατά 50% απειλώντας μια μοναδική ποικιλία ρυζιού. «Μόνο το καρναρόλι και άλλες παρόμοιες ποικιλίες έχουν ένα ποικιλιακό γενετικό χαρακτηριστικό, που τους επιτρέπει να απορροφούν αρώματα και καρυκεύματα και να δημιουργούν το παραδοσιακό ριζότο», τονίζει, «Είναι διαφορετικό από όλες τις άλλες ποικιλίες ρυζιού στον κόσμο».
Ο Φραντσέσκο Αβάντζι, υδρολόγος στο ερευνητικό ίδρυμα του Διεθνούς Κέντρου Περιβαλλοντικής Παρακολούθησης (Cima), εξηγεί ότι η ξηρασία του 2022 στον Πάδο προκλήθηκε κυρίως από τις υψηλές θερμοκρασίες και τις χαμηλές χιονοπτώσεις στις Αλπεις. Σχεδόν τα δύο τρίτα του συνόλου του νερού, που ρέει στον Πάδο καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους προέρχεται από το λιώσιμο του χιονιού των Αλπεων.
«Το χιόνι συνήθως λιώνει πολύ αργά μεταξύ Απριλίου και Ιουνίου και αυτό του επιτρέπει να διεισδύει πολύ αποτελεσματικά στο έδαφος», λέει ο Αβάντζι στον Guardian και προσθέτει: «Χάρη σε αυτή την αργή απελευθέρωση χιονιού, οι αγρότες ρυζιού γνωρίζουν ότι οι ροές των ποταμών θα είναι σταθερά υψηλές μεταξύ Μαΐου και Ιουλίου».
Ωστόσο, το 2022, οι υδάτινες πηγές από το χιόνι των Αλπεων μειώθηκαν κατά περίπου 60% από τον μέσο όρο της προηγούμενης δεκαετίας. «Ο χειμώνας 2021-2022 ήταν ο χειρότερος, αλλά και το 2023 ήταν παρόμοιο», λέει ο Αβάντζι, ενώ σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Cima, τον Φεβρουάριο οι υδάτινοι πόροι του χιονιού μειώθηκαν κατά 63%, πράγμα καθόλου ρόδινο.
Τα τελευταία χρόνια, ένας αυξανόμενος αριθμός καλλιεργητών ρυζιού στη βόρεια Ιταλία υιοθέτησαν την «ξηρή σπορά» ρυζιού, μια τεχνική που χρησιμοποιεί λιγότερο νερό άρδευσης και εργατικό δυναμικό, αλλά συμβάλλει επίσης σε όλο και πιο ξηρό έδαφος, σύμφωνα με ορισμένους ειδικούς. «Το νερό που χρησιμοποιούταν για να πλημμυρίσει τους ορυζώνες δεν πήγαινε χαμένο», λέει ο Λαζάνια, «Διαπερνούσε το χώμα και πήγαινε πίσω στο ποτάμι».
Και το όνομα αυτού Νέος Προμηθέας
Ερευνητής για περισσότερα από 40 χρόνια, ο Φίλιπ Χαξάρι και η ομάδα του εργάζονται τώρα για την ανάπτυξη νέων ποικιλιών ρυζιού, που απαιτούν λιγότερο νερό και είναι πιο ανθεκτικές στις κλιματικές αλλαγές. «Η ξηρασία του 2022 ήταν αποκαρδιωτική, δεν είχα δει ποτέ τόσα πολλά φυτά να πεθαίνουν σε τόσο μεγάλους αριθμούς. Αλλά παρείχε μια βασική ευκαιρία για έρευνα», λέει ο Χαξάρι.
Τα γεγονότα επέτρεψαν στους επιστήμονες να δοκιμάσουν το Nuovo Prometeo, μια νέα ποικιλία ρυζιού ανθεκτική στην ξηρασία, που κυκλοφορεί τώρα στην αγορά.
Το Nuovo Prometeo δεν είναι κατάλληλο για το μαγείρεμα του ριζότο, αλλά ο Χαξάρι λέει ότι η ομάδα του στοχεύει να αναπτύξει νέες ποικιλίες που θα ανταποκρίνονται στο παραδοσιακό πιάτο. Ωστόσο, ο Φεράρις είναι δύσπιστος. Δεν πιστεύει ότι μικροπαραγωγοί ρυζιού όπως αυτός, που επικεντρώνονται σε ένα προϊόν υψηλής ποιότητας, θα ωφεληθούν από αυτές τις νέες ποικιλίες. «Αν θέλουμε να αποκτήσουμε πελάτες, πρέπει να επικεντρωθούμε σε προϊόντα υψηλής ποιότητας», λέει.
Η κατανάλωση νερού προκαλεί επίσης ανησυχία. Το 2022, η φάρμα ρυζιού του Φεράρις υπέστη μείωση νερού κατά 90%. «Μιλάμε για ρύζι. Χρειάζεσαι έτσι κι αλλιώς νερό για να το μεγαλώσεις», λέει ο Φεράρις.
Πιθανότατα, η πρόσφατη ξηρασία επιδεινώθηκε από αστοχίες υποδομών. Ερευνα του Εθνικού Ινστιτούτου Στατιστικής της Ιταλίας, Istat, διαπίστωσε ότι, λόγω δομικών διαρροών, το 2020 τα υδραγωγεία της χώρας έχασαν το 42% του νερού που μετέφεραν. Οι ειδικοί στον τομέα του κλίματος και της γεωργίας λένε ότι για τον μετριασμό των επιπτώσεων των μελλοντικών ξηρασιών είναι ζωτικής σημασίας να δημιουργηθούν νέα συστήματα αποθήκευσης νερού και να γίνουν βήματα για τη βελτιστοποίηση του υπάρχοντος δικτύου τροφοδοσίας.
«Αν εφαρμόσουμε στρατηγικές μετριασμού και προσαρμογής, μπορούμε να αποφύγουμε μια καταστροφή», λέει η Γκαλβάνιο. «Ως επιστήμονες, έχουμε πει πραγματικά όλα όσα έχουμε να πούμε. Αυτό που λείπει τώρα είναι οι οικονομικές επενδύσεις και η πολιτική βούληση για την εφαρμογή αυτών των στρατηγικών».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News