Τι σου είναι λοιπόν αυτός ο κόσμος. Να είσαι εφοπλιστής, πλοιοκτήτης, καραβοκύρης, εφοπλιστής, και να πας δολοφονημένος από έναν πιστό σου επιστάτη που ξάφνου μάνιασε. Να έχεις χρήμα με ουρά, δεξαμενόπλοια και γκαζάδικα, κότερα και κρις κραφτ, νησιά ιδιόκτητα και βίλες ζηλευτές και απροσπέλαστες, αλλά να τελευτήσεις τον βίο σου τόσο άδοξα σε ένα γραφειάκι μέσα σε μια λίμνη αίματος. Να έχεις τόσους ανθρώπους γύρω σου να πληρώνεις και να διατάζεις, αλλά την κρίσιμη στιγμή να μη βρεθεί ούτε ένας για να μπει ανάμεσα σε σένα και στον μανιακό που ήρθε «να ξεκαθαρίσει με τα αφεντικά».
Ειδήσεις σαν το μακελειό της Γλυφάδας, με τους τρεις δολοφονημένους και τον αυτόχειρα, ενεργοποιούν εντός μας ένα πιο εξεζητημένο είδος φιλοσοφικών αναζητήσεων από αυτές των συνηθισμένων εγκλημάτων. Στον αιματηρό πόλεμο των συμμοριών θα πούμε αηδιασμένοι «Σικάγο γίναμε», στην εκπόρνευση μιας ανήλικης από τη μάνα της θα αναφωνήσουμε «μα σε τι κόσμο ζούμε πια», αλλά στο ξεκλήρισμα μιας ολόκληρης εφοπλιστικής οικογένειας από τον αιγύπτιο υπηρέτη της, δι’ ασήμαντον αφορμήν, θα σηκώσουμε απλώς τα μάτια προς τον ουρανό γεμάτοι απορίες για την ανθρώπινη μοίρα.
Διότι, τελικά, μια πλούσια και παραγωγική ζωή δεν εξασφαλίζει έναν ήρεμο φυσιολογικό θάνατο. Είναι τρομερή η αίσθηση ότι από εκείνο το μοιραίο γραφείο, οι τρεις νεκροί πλοιοκτήτες και διευθύνοντες σύμβουλοι μπορούσαν να διατάζουν δέκα πετρελαιοφόρα να μπουν στο Σουέζ ή να κάνουν τον γύρο της Αφρικής, αλλά αδυνατούσαν να ελέγξουν ποιος θα περνούσε τη γυάλινη πορτίτσα προς τον διάδρομο και το ασανσέρ του υπογείου.
Και είναι ακόμα πιο τρομερό ότι οι Καρνέσηδες είχαν πλακωθεί μεταξύ τους οικογενειακώς για μια διαφορά 325 εκατ. δολαρίων, αλλά έχασαν τα πάντα για μια διαφορά με τον Αιγύπτιο που, αν μπορούσε να κοστολογηθεί, ίσως να μην ξεπερνούσε τα 5.000 ευρώ.
Τι μυστήριο πράγμα, τελικά, η ανθρώπινη μοίρα. Ειδικά εκείνη η μυθολογική Κλωθώ, που πάνω από την κούνια κάθε νεογέννητου κλώθει το νήμα της ζωής του, πώς την είδε τη συγκεκριμένη δουλειά; Τι διάβολο είχε κατά νου πριν από πολλά πολλά χρόνια, όταν στάθηκε πάνω από τις κούνιες της Μαρίας Καρνέση, του Αντώνη Βλασσάκη, του Ηλία Κουκουλάρη και του Αντέλ Ελ Μπουράυ; Πώς της ήρθε κι έβαλε τα τέσσερα τελείως διαφορετικά νήματα ζωής που έκλωθε να καταλήγουν σε έναν ματωμένο κόμπο;
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News