6128
| CreativeProtagon

Ελευθερία, ομόφυλος γάμος και Ανώτατο Δικαστήριο

Χαρίδημος Κ. Τσούκας Χαρίδημος Κ. Τσούκας 29 Ιανουαρίου 2024, 20:02

Ελευθερία, ομόφυλος γάμος και Ανώτατο Δικαστήριο

Χαρίδημος Κ. Τσούκας Χαρίδημος Κ. Τσούκας 29 Ιανουαρίου 2024, 20:02

Το 2015, το αμερικανικό Ανώτατο Δικαστήριο (Supreme Court), εκδικάζοντας την υπόθεση Obergefell et al vs. Hodges et al (εδώ), αποφάσισε, με πλειοψηφία 5-4, ότι το θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα να παντρεύεται κανείς έναν άνθρωπο της αρεσκείας του το έχουν και τα ομόφυλα ζευγάρια. Το εγγυώνται, αποφάνθηκε το Δικαστήριο, η Ρήτρα Δίκαιης Διαδικασίας και η Ρήτρα Ισης Προστασίας της 14ης Τροποποίησης του Συντάγματος.

Ηταν μια απόφαση μείζονος σημασίας για τα πολιτικά δικαιώματα στις ΗΠΑ (εδώ). Ολες οι Πολιτείες των ΗΠΑ είναι πλέον υποχρεωμένες να τελούν και να αναγνωρίζουν ομόφυλους γάμους. Οπως και στην Ελλάδα, και σε άλλες χώρες, η νομική κατοχύρωση του ομόφυλου γάμου ήταν επίμαχο θέμα στην Αμερική – ένας θεσμός με διαχρονική αξία άλλαζε, παραδοσιακά πρότυπα τροποποιούνταν. Ο αντιρρητικός λόγος εκφράστηκε στιβαρά από τη μειοψηφία του Δικαστηρίου. Η αλλαγή όμως επήλθε.

Η σημασία της ιστορικής απόφασης του Supreme Court δεν έγκειται μόνον ως προς το μείζον αποτέλεσμά της, αλλά και ως προς τη διαδικασία θεμελίωσης του συλλογισμού που την υποτείνει. Να το πω διαφορετικά: αξίζει να τη διαβάσει κανείς για την ποιότητα της επιχειρηματολογίας της. Εκτός από το αναμενόμενο νομικό βάθος, η πλειοψηφία του Δικαστηρίου δείχνει αφηγηματική ευαισθησία, φιλοσοφική λεπτότητα και κοινωνιολογική οξυδέρκεια. Αναγνωρίζει τη σημασία κα την ιστορικότητα του θεσμού του γάμου (και την παραδοσιακότητα που τον συνοδεύει) και, συγχρόνως, την προσαρμοστικότητα του θεσμού στα εκάστοτε νέα δεδομένα.

Σταθερό σημείο αναφοράς είναι, φυσικά, το Αμερικανικό Σύνταγμα και οι θεμελιώδεις ελευθερίες και δικαιώματα που παρέχει στους πολίτες του, ιδιαίτερα με τη 14η Τροπολογία. Είναι αξιοπρόσεκτο ότι η επιχειρηματολογία ενσωματώνει ερμηνευτικά τη συντηρητική αντίληψη στη φιλελεύθερη οπτική γωνία. Αναγνωρίζει τη σημασία του γάμου ως θεσμού που συμβάλλει ουσιωδώς στην κοινωνική σταθερότητα, αναφέρεται στην ιστορία και τις παραδόσεις του Εθνους, και δεν παραβλέπει τις αξίες που παραδοσιακά περιέβαλλαν τον γάμο. Ταυτοχρόνως, με ανοιχτό ερμηνευτικό πνεύμα, τονίζει τις αλλαγές που επήλθαν στις αντιλήψεις αναφορικά με τη σεξουαλικότητα και την ανθρώπινη επιθυμία για στενή οικειότητα και αγάπη.

Οι Ανώτατοι Δικαστές της πλειοψηφίας δεν επιχειρηματολογούν ως «αφυπνισμένοι» ακτιβιστές αλλά ως ανοιχτόμυαλοι και συνετοί κριτές. Η πλειοψηφία του Δικαστηρίου αντιλαμβάνεται ότι η ανθρώπινη αυτοκατανόηση μεταβάλλεται εν χρόνω, γεγονός που επιφέρει, κατά την έκφραση του Κορνήλιου Καστοριάδη, την «αλλοίωση των θεσμών». Οπως αναφέρει το Δικαστήριο, τα όρια της ανθρώπινης ελευθερίας δεν είναι εκ των προτέρων γνωστά· κάθε γενιά τα θέτει εκ νέου, ανάλογα με την αυτοκατανόησή της και τις ανάγκες της. Να το πω απλά: όσο αλλάζουμε, τόσο πρέπει να προσαρμόζουμε τους κληρονομημένους θεσμούς.

Παραθέτω στη συνέχεια εκτενή αποσπάσματα από την απόφαση του Supreme Court. Για να διευκολύνω το ροή της ανάγνωσης, παρέλειψα βιβλιογραφικές αναφορές και λεπτομέρειες σε νομικά προηγούμενα. Προσπάθησα να αποφύγω στενά νομικά θέματα, χάριν της ευρύτερης συλλογιστικής. (Δεν είμαι, άλλωστε, νομικός). Μπορεί η γλώσσα δικαστικών αποφάσεων για πολιτικά δικαιώματα να είναι, βεβαίως, νομική, αλλά ο πυρήνας του προβληματισμού είναι, αναπόφευκτα, ευρύτερος  – φιλοσοφικός, κοινωνιολογικός, ανθρωπολογικός. Αυτός ο πυρήνας με ενδιαφέρει κυρίως εδώ. Οι υπότιτλοι και η αριθμοποίηση είναι δικές μου παρεμβάσεις για να καταστεί το κείμενο πιο ευανάγνωστο.      

Ατομική ελευθερία και γάμος

«Το Σύνταγμα υπόσχεται ελευθερία σε όλους όσοι βρίσκονται στην εμβέλειά του, μια ελευθερία που περιλαμβάνει ορισμένα συγκεκριμένα δικαιώματα που επιτρέπουν στα άτομα, εντός μιας νόμιμης σφαίρας, να ορίζουν και να εκφράζουν την ταυτότητά τους. Οι προσφεύγοντες σε αυτές τις υποθέσεις επιδιώκουν να βρουν αυτήν την ελευθερία με το να παντρευτούν κάποιον του ίδιου φύλου και να κριθούν νόμιμοι οι γάμοι τους με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις με τους γάμους μεταξύ ατόμων του αντίθετου φύλου […]

Πριν αναφερθούμε στις αρχές και τα προηγούμενα που διέπουν αυτές τις υποθέσεις, είναι σκόπιμο να σημειώσουμε την ιστορία του θέματος που βρίσκεται τώρα ενώπιον του Δικαστηρίου.

Από την αρχή μέχρι την πιο πρόσφατη σελίδα τους, τα χρονικά της ανθρώπινης ιστορίας αποκαλύπτουν την υπερβατική σημασία του γάμου. Η δια βίου ένωση ενός άνδρα και μιας γυναίκας πάντα υπόσχεται αρχοντιά και αξιοπρέπεια σε όλους, ανεξάρτητα από τη θέση τους στη ζωή. Ο γάμος είναι ιερός για όσους ζουν σύμφωνα με τις θρησκείες τους και προσφέρει μοναδική πραγμάτωση σε όσους βρίσκουν νόημα στην κοσμική σφαίρα. Η δυναμική του επιτρέπει σε δύο ανθρώπους να βρουν μια ζωή που δεν θα μπορούσαν να βρουν μόνοι τους, γιατί ένας γάμος γίνεται μεγαλύτερος από τα δύο μόνον άτομα. Προερχόμενος από τις πιο βασικές ανθρώπινες ανάγκες, ο γάμος είναι απαραίτητος για τις πιο βαθιές ελπίδες και φιλοδοξίες μας.

Δεδομένης της κεντρικής θέσης του γάμου στην ανθρώπινη κατάσταση δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι ο θεσμός υπάρχει εδώ και χιλιετίες και σε όλους τους πολιτισμούς. Από την αυγή της ιστορίας, ο γάμος έχει μεταμορφώσει τους ξένους σε συγγενείς, συνδέοντας οικογένειες και κοινωνίες μεταξύ τους. Ο Κομφούκιος δίδαξε ότι ο γάμος βρίσκεται στο θεμέλιο της διακυβέρνησης […] Αυτή η σοφία εκφράστηκε αιώνες αργότερα και μισό κόσμο μακριά από τον Κικέρωνα, ο οποίος έγραψε: «Ο πρώτος δεσμός της κοινωνίας είναι ο γάμος, ο επόμενος τα, παιδιά, και μετά η οικογένεια». […]. Υπάρχουν αναρίθμητες αναφορές στην ομορφιά του γάμου σε θρησκευτικά και φιλοσοφικά κείμενα που καλύπτουν αιώνες, πολιτισμούς και θρησκείες, καθώς και στην τέχνη και τη λογοτεχνία σε όλες τους τις μορφές. Είναι δίκαιο και απαραίτητο να πούμε ότι αυτές οι αναφορές βασίστηκαν στην κατανόηση ότι ο γάμος είναι μια ένωση μεταξύ δύο ατόμων του αντίθετου φύλου.

Αυτή η ιστορία είναι η απαρχή αυτών των υποθέσεων. Οσοι διαφωνούν λένε ότι πρέπει να είναι και το τέλος. Γι αυτούς, θα υποβάθμιζε έναν άχρονο θεσμό εάν η έννοια και το νόμιμο καθεστώς του γάμου επεκτείνονταν σε δύο άτομα του ίδιου φύλου. Ο γάμος, κατά την άποψή τους, είναι από τη φύση του μια διαφοροποιημένη ως προς το φύλο ένωση άνδρα και γυναίκας. Αυτή η άποψη ήταν εδώ και καιρό —και συνεχίζει να υποστηρίζεται— με καλή πίστη από λογικούς και ειλικρινείς ανθρώπους, εδώ και σε όλο τον κόσμο.

Οι προσφεύγοντες αναγνωρίζουν αυτήν την ιστορία, αλλά υποστηρίζουν ότι αυτές οι υποθέσεις δεν μπορούν να τελειώσουν εκεί. Αν είχαν την πρόθεσή τους να υποβαθμίσουν τη σεβαστή ιδέα και  πραγματικότητα του γάμου, οι ισχυρισμοί των προσφευγόντων θα ήταν διαφορετικής τάξεως. Αλλά ούτε αυτός είναι ο σκοπός τους, ούτε ο ισχυρισμός τους. Αντίθετα, είναι η διαρκής σημασία του γάμου αυτό που υποτείνει τους ισχυρισμούς των εναγόντων. Αυτό, λένε, είναι η κεντρική τους αντίληψη. Μακριά από το να επιδιώκουν την υποτίμηση του γάμου, οι προσφεύγοντες τον αναζητούν για τον εαυτό τους εξαιτίας του σεβασμού —και της ανάγκης τους— για τα προνόμια και τις ευθύνες του. Και η αμετάβλητη φύση των προνομίων και ευθυνών, τους υπαγορεύει ότι ο γάμος ομοφύλων είναι ο μόνος πραγματικός δρόμος τους προς αυτή τη βαθιά δέσμευση.

Τρεις ιστορίες ομόφυλων ζευγαριών

Η εξιστόρηση των συνθηκών τριών από αυτές τις υποθέσεις καταδεικνύει τον επείγοντα χαρακτήρα της υπόθεσης των εναγόντων από τη δική τους οπτική γωνία.

– Ο προσφεύγων James Obergefell, ενάγων στην υπόθεση του Οχάιο, συνάντησε τον John Arthur πριν από δύο δεκαετίες. Ερωτεύτηκαν και ξεκίνησαν μια κοινή ζωή, δημιουργώντας μια διαρκή, αφοσιωμένη σχέση. Το 2011, ωστόσο, ο Arthur διαγνώστηκε με αμυοτροφική πλευρική σκλήρυνση ή ALS. Αυτή η εξουθενωτική ασθένεια είναι εκφυλιστική, χωρίς γνωστή θεραπεία. Πριν από δύο χρόνια, ο Obergefell και ο Arthur αποφάσισαν να δεσμευτούν ο ένας στον άλλο, αποφασίζοντας να παντρευτούν πριν πεθάνει ο  Arthur. Για να εκπληρώσουν την αμοιβαία τους υπόσχεση, ταξίδεψαν από το Οχάιο στο Μέριλαντ, όπου ο γάμος ομοφύλων ήταν νόμιμος. Ήταν δύσκολο για τον Arthur να μετακινηθεί και έτσι το ζευγάρι παντρεύτηκε μέσα σε ένα ιατρικό αεροπλάνο μεταφοράς, καθώς παρέμενε στον αεροδιάδρομο στη Βαλτιμόρη. Τρεις μήνες αργότερα, ο Arthur πέθανε. Ο νόμος του Οχάιο δεν επιτρέπει στον Obergefell να αναφέρεται ως ο επιζών σύζυγος στο πιστοποιητικό θανάτου του Arthur. Σύμφωνα με το νόμο, πρέπει να παραμείνουν ξένοι ακόμα και στο θάνατο, έναν χωρισμό που επιβάλλεται από το κράτος, τον οποίο ο Obergefell θεωρεί «επιβλαβή για το υπόλοιπο του χρόνου». Άσκησε μήνυση για να εμφανιστεί ως ο επιζών σύζυγος στο πιστοποιητικό θανάτου του Arthur.

– Η April DeBoer και η Jayne Rowse είναι συνενάγοντες στην υπόθεση από το Μίσιγκαν. Γιόρτασαν μια τελετή δέσμευσης για να τιμήσουν τη μόνιμη σχέση τους το 2007. Και οι δύο εργάζονται ως νοσοκόμες, η DeBoer σε μια μονάδα νεογνών και η Rowse σε μια μονάδα έκτακτης ανάγκης. Το 2009, η DeBoer και η Rowse ήταν ανάδοχες και, στη συνέχεια, υιοθέτησαν ένα αγοράκι. Αργότερα, την ίδια χρονιά, υποδέχτηκαν έναν άλλο γιο στην οικογένειά τους. Το νέο μωρό, που γεννήθηκε πρόωρα και εγκαταλείφθηκε από τη βιολογική του μητέρα, χρειαζόταν 24ωρη φροντίδα. Την επόμενη χρονιά, ένα κοριτσάκι με ειδικές ανάγκες εντάχθηκε στην οικογένειά τους. Το Μίσιγκαν, ωστόσο, επιτρέπει μόνο σε παντρεμένα ζευγάρια αντίθετου φύλου ή μεμονωμένα άτομα να υιοθετούν, έτσι κάθε παιδί μπορεί να έχει μόνο μία γυναίκα ως νόμιμο γονέα. Σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, τα σχολεία και τα νοσοκομεία μπορούν να αντιμετωπίζουν τα τρία παιδιά σαν να είχαν μόνο έναν γονέα. Και αν συνέβαινε κάτι τραγικό, είτε στη DeBoer είτε στη Rowse, η άλλη δεν θα είχε κανένα νόμιμο δικαίωμα στα παιδιά που δεν της είχαν επιτραπεί να υιοθετήσει. Αυτό το ζευγάρι αναζητά ανακούφιση από τη συνεχιζόμενη αβεβαιότητα που δημιουργεί στη ζωή τους η ανύπαντρη κατάσταση.

– Ο έφεδρος λοχίας του στρατού Ijpe DeKoe και ο σύντροφός του Thomas Kostura, συνενάγοντες στην υπόθεση του Τενεσί, ερωτεύτηκαν. Το 2011, ο DeKoe έλαβε εντολές να αναπτυχθεί στο Αφγανιστάν. Πριν φύγουν, παντρεύτηκε με τον Kostura στη Νέα Υόρκη. Μια εβδομάδα αργότερα, ο DeKoe ξεκίνησε την ανάπτυξή του στο Αφγανιστάν, η οποία διήρκεσε σχεδόν ένα χρόνο. Όταν επέστρεψε, οι δυο τους εγκαταστάθηκαν στο Τενεσί, όπου ο DeKoe εργάζεται με πλήρες ωράριο για την Εφεδρεία του Στρατού. Ο έγγαμος χαρακτήρας της σχέσης τους αφαιρείται από αυτούς κάθε φορά που μένουν στο Τενεσί […] Ο DeKoe, ο οποίος υπηρέτησε το Έθνος για να διατηρήσει αυτό την ελευθερία που προστατεύει το Σύνταγμα, πρέπει να υπομείνει ένα σημαντικό βάρος.

Οι υποθέσεις ενώπιον του Δικαστηρίου αφορούν και άλλους προσφεύγοντες, ο καθένας με τις δικές του εμπειρίες. Οι ιστορίες τους αποκαλύπτουν ότι δεν επιδιώκουν να μειώσουν το γάμο, αλλά μάλλον να ζήσουν τη ζωή τους ή να τιμήσουν τη μνήμη των συζύγων τους, μαζί με τον δεσμό τους.

Ο θεσμός του γάμου: συνέχεια και αλλαγή

Η αρχαία προέλευση του γάμου επιβεβαιώνει την κεντρική του θέση, αλλά δεν έχει μείνει απομονωμένος από τις εξελίξεις στο δίκαιο και την κοινωνία. Η ιστορία του γάμου είναι μια ιστορία συνέχειας και αλλαγής. Αυτός ο θεσμός –ακόμη και αν περιορίζεται σε σχέσεις αντίθετου φύλου– έχει εξελιχθεί με την πάροδο του χρόνου.

Για παράδειγμα, ο γάμος θεωρούνταν κάποτε ως διευθέτηση από τους γονείς του ζευγαριού, η οποία βασιζόταν σε πολιτικές, θρησκευτικές και οικονομικές έγνοιες. Αλλά από την εποχή της ίδρυσης του Εθνους ήταν κατανοητό ότι ήταν μια εθελοντική σύμβαση μεταξύ ενός άνδρα και μιας γυναίκας […] Καθώς άλλαζε ο ρόλος και η θέση των γυναικών, ο θεσμός εξελίχθηκε περαιτέρω. Σύμφωνα με το αιωνόβιο δόγμα της κάλυψης, ένας παντρεμένος άνδρας και μια γυναίκα αντιμετωπίζονταν από το Κράτος ως ενιαία ανδροκρατούμενη νομική οντότητα.[…]. Καθώς οι γυναίκες απέκτησαν νομικά, πολιτικά και δικαιώματα ιδιοκτησίας, και καθώς η κοινωνία άρχισε να κατανοεί ότι οι γυναίκες έχουν τη δική τους ίση αξιοπρέπεια, ο νόμος της κάλυψης εγκαταλείφθηκε […] Αυτές και άλλες εξελίξεις στον θεσμό του γάμου, τους περασμένους αιώνες, δεν ήταν απλές επιφανειακές αλλαγές. Αντίθετα, επέφεραν βαθιές μεταμορφώσεις στη δομή του, επηρεάζοντας πτυχές του γάμου που θεωρούνταν από πολλούς ως βασικές […]

Αυτές οι νέες αντιλήψεις ενίσχυσαν, δεν αποδυνάμωσαν, τον θεσμό του γάμου. Πράγματι, οι αλλαγές στις αντιλήψεις περί γάμου είναι χαρακτηριστικό ενός Έθνους, στο οποίο νέες διαστάσεις ελευθερίας γίνονται εμφανείς στις νέες γενιές, συχνά μέσα από οπτικές γωνίες που ξεκινούν από εκκλήσεις ή διαμαρτυρίες και, στη συνέχεια, εξετάζονται στην πολιτική σφαίρα και τη δικαιοδοτική διαδικασία.

Αυτή η δυναμική μπορεί να φανεί στις εμπειρίες του Εθνους με τα δικαιώματα των γκέι και των λεσβιών. Μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα, η ομόφυλη στενή οικειότητα είχε καταδικαστεί προ πολλού ως ανήθικη από το ίδιο το κράτος στα περισσότερα δυτικά έθνη, μια πεποίθηση που συχνά ενσωματώνεται στο ποινικό δίκαιο. Για το λόγο αυτό, μεταξύ άλλων, πολλά άτομα δεν θεώρησαν ότι οι ομοφυλόφιλοι έχουν αξιοπρέπεια στη δική τους ξεχωριστή ταυτότητα. Μια ειλικρινής  δήλωση από ομόφυλα ζευγάρια για το τι είχαν στην καρδιά τους έπρεπε να μείνει ανείπωτη. Ακόμη και όταν την περίοδο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η ανθρωπιά και η ακεραιότητα των ομοφυλόφιλων ατόμων συνειδητοποιήθηκαν περισσότερο, το επιχείρημα ότι οι γκέι και οι λεσβίες είχαν δίκαιη αξίωση για αξιοπρέπεια ήταν σε σύγκρουση τόσο με το νόμο όσο και με τις ευρέως διαδεδομένες κοινωνικές συμβάσεις. Η ομόφυλη στενή οικειότητα παρέμεινε έγκλημα σε πολλές Πολιτείες [των ΗΠΑ]. Οι γκέι και οι λεσβίες είχαν απαγορευτεί από τις περισσότερες κρατικές θέσεις εργασίας, αποκλείστηκαν από τη στρατιωτική θητεία, αποκλείστηκαν από τους περί μετανάστευσης νόμους, στοχοποιήθηκαν από την αστυνομία και επιβαρύνονταν ως προς τα δικαιώματά τους να συνέρχονται […]

Για μεγάλο μέρος του 20ού αιώνα, επιπλέον, η ομοφυλοφιλία αντιμετωπίζονταν ως ασθένεια. Οταν η Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρεία δημοσίευσε το πρώτο Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών το 1952, η ομοφυλοφιλία ταξινομήθηκε ως ψυχική διαταραχή, μια θέση που τηρήθηκε μέχρι το 1973. […]. Μόνο τα πιο πρόσφατα χρόνια οι ψυχίατροι και άλλοι έχουν αναγνωρίσει ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός είναι ταυτόχρονα μια φυσιολογική έκφραση της ανθρώπινης σεξουαλικότητας και αμετάβλητος. […].

Στα τέλη του 20ού αιώνα, μετά από σημαντικές πολιτιστικές και πολιτικές εξελίξεις, τα ομόφυλα ζευγάρια άρχισαν να ζουν τη ζωή τους πιο ανοιχτά και δημόσια, και να δημιουργούν οικογένειες. Αυτή την εξέλιξη ακολούθησε μια αρκετά εκτενής συζήτηση του θέματος, τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, και από μια αλλαγή στη στάση του κοινού προς μεγαλύτερη ανοχή. Ως αποτέλεσμα, ερωτήματα σχετικά με τα δικαιώματα των γκέι και των λεσβιών έφτασαν σύντομα στα δικαστήρια, όπου το θέμα μπορούσε να συζητηθεί στον επίσημο λόγο του νόμου. […]

Μετά από χρόνια αντιδικιών, νομοθεσίας, δημοψηφισμάτων και των συναφών συζητήσεων που ενεπλάκησαν σε αυτές τις δημόσιες πράξεις, οι Πολιτείες είναι διχασμένες στο θέμα του γάμου μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου […]

Σύμφωνα με τη ρήτρα Δέουσας Διαδικασίας της Δέκατης Τέταρτης Τροποποίησης, καμία Πολιτεία δεν πρέπει να «στερεί από οποιοδήποτε πρόσωπο τη ζωή, την ελευθερία ή την περιουσία, χωρίς τη δέουσα διαδικασία του νόμου». Οι θεμελιώδεις ελευθερίες που προστατεύονται από αυτή τη ρήτρα περιλαμβάνουν τα περισσότερα από τα δικαιώματα που απαριθμούνται στη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων. […]. Επιπλέον, αυτές οι ελευθερίες επεκτείνονται σε ορισμένες προσωπικές επιλογές που είναι βασικές για την ατομική αξιοπρέπεια και αυτονομία, συμπεριλαμβανομένων των προσωπικών επιλογών που καθορίζουν την προσωπική ταυτότητα και πεποιθήσεις […]

Ο προσδιορισμός και η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων είναι ένα σταθερό μέρος του δικαιοδοτικού καθήκοντος της ερμηνείας του Συντάγματος. Αυτή η ευθύνη, ωστόσο, «δεν περιορίστηκε σε καμία φόρμουλα». […]. Αντίθετα, απαιτεί από τα δικαστήρια να ασκούν αιτιολογημένη κρίση στον προσδιορισμό συμφερόντων του ατόμου τόσο θεμελιωδών που το κράτος πρέπει να τα σέβεται. [Βλέπε ό.π.]. Αυτή η διαδικασία καθοδηγείται από πολλές από τις ίδιες σκέψεις που σχετίζονται με την ανάλυση άλλων συνταγματικών διατάξεων που θέτουν γενικές αρχές και όχι συγκεκριμένες απαιτήσεις. Η ιστορία και η παράδοση καθοδηγούν και πειθαρχούν αυτή την έρευνα, αλλά δεν θέτουν τα εξωτερικά της όρια […] Αυτή η μέθοδος σέβεται την ιστορία μας και μαθαίνει από αυτήν χωρίς να επιτρέπει μόνο στο παρελθόν να κυβερνά το παρόν.

Η φύση της αδικίας είναι ότι μπορεί να μην τη βλέπουμε πάντα στην εποχή μας. Οι γενιές που έγραψαν και επικύρωσαν τη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων και τη Δέκατη Τέταρτη Τροποποίηση δεν θεώρησαν ότι γνώριζαν την έκταση της ελευθερίας σε όλες τις διαστάσεις της, και έτσι εμπιστεύτηκαν στις μελλοντικές γενιές μια χάρτα που προστατεύει το δικαίωμα όλων των ατόμων να απολαμβάνουν την ελευθερία, καθώς μαθαίνουμε το νόημά της. Οταν μια νέα αντίληψη  αποκαλύπτει διαφωνία μεταξύ των κεντρικών προστασιών του Συντάγματος και μιας παραδεδομένης νομικής πρόνοιας, η αξίωση για ελευθερία πρέπει να αντιμετωπιστεί.

Εφαρμόζοντας αυτές τις καθιερωμένες αρχές, το Δικαστήριο έχει από καιρό θεωρήσει ότι το δικαίωμα του γάμου προστατεύεται από το Σύνταγμα. Στην υπόθεση Loving v. Virginia (1967), που ακύρωσε τις απαγορεύσεις στους διαφυλετικούς γάμους, το Δικαστήριο ομοφώνως έκρινε ότι ο γάμος είναι «ένα από τα ζωτικά προσωπικά δικαιώματα που είναι απαραίτητα για την ομαλή επιδίωξη της ευτυχίας από τους ελεύθερους ανθρώπους». Το Δικαστήριο επιβεβαίωσε αυτή την απόφαση στην υπόθεση Zablocki v. Redhail (1978), στην οποία αποφάσισε ότι το δικαίωμα στο γάμο επιβαρύνθηκε από έναν νόμο που απαγόρευε τον γάμο σε πατέρες που υστερούσαν στη διατροφή τους. Το Δικαστήριο εφάρμοσε και πάλι αυτήν την αρχή στην υπόθεση Turner v. Safley (1987), η οποία έκρινε ότι το δικαίωμα γάμου περιεκόπη από κανονισμούς που περιορίζουν το προνόμιο των φυλακισμένων να παντρεύονται. Με την πάροδο του χρόνου, και σε άλλα πλαίσια, το Δικαστήριο επανέλαβε ότι το δικαίωμα του γάμου είναι θεμελιώδες σύμφωνα με τη ρήτρα Δίκαιης Διαδικασίας […]

Ομόφυλα ζευγάρια και το δικαίωμα στον γάμο

Δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι οι υποθέσεις αυτού του Δικαστηρίου, που αναφέρονται στο δικαίωμα γάμου, θεώρησαν ότι μια σχέση περιλαμβάνει συντρόφους αντίθετου φύλου. Το Δικαστήριο, όπως και πολλοί θεσμοί, έχει κάνει παραδοχές, οι οποίες ορίζονται από τον κόσμο και τον χρόνο στον οποίο το Δικαστήριο ανήκει. Αυτό ήταν εμφανές στην υπόθεση Baker v. Nelson, το 1972, όπου με μία μόνο φράση, η συνοπτική απόφαση για τον αποκλεισμό των ομόφυλων ζευγαριών από τον γάμο δεν θεωρήθηκε ότι παρουσίαζε ουσιαστικό ομοσπονδιακό πρόβλημα. […]

Αυτή η ανάλυση επιβάλλει το συμπέρασμα ότι τα ομόφυλα ζευγάρια μπορούν να ασκήσουν το δικαίωμα του γάμου. Οι τέσσερις αρχές και οι παραδόσεις που θα συζητηθούν καταδεικνύουν ότι οι λόγοι για τους οποίους ο γάμος είναι θεμελιώδης βάσει του Συντάγματος ισχύουν με ίση ισχύ για τα ομόφυλα ζευγάρια.

Μια πρώτη αρχή των συναφών προηγούμενων αποφάσεων του Δικαστηρίου είναι ότι το δικαίωμα στην προσωπική επιλογή σχετικά με το γάμο είναι εγγενές στην έννοια της ατομικής αυτονομίας. Αυτή η διαρκής σύνδεση μεταξύ γάμου και ελευθερίας είναι ο λόγος για τον οποίο η υπόθεση Loving ακύρωσε τις απαγορεύσεις διαφυλετικών γάμων […] (η απόφαση για την υπόθεση Loving έλεγε ότι «το δικαίωμα στο γάμο είναι θεμελιώδους σημασίας για όλα τα άτομα»). Οπως οι επιλογές σχετικά με την αντισύλληψη, τις οικογενειακές σχέσεις, την τεκνοποίηση και την ανατροφή των παιδιών, τα οποία προστατεύονται από το Σύνταγμα, οι αποφάσεις σχετικά με τον γάμο είναι από τις πιο προσωπικές που μπορεί να λάβει ένα άτομο […].Πράγματι, το Δικαστήριο σημείωσε ότι θα ήταν αντιφατικό «να αναγνωρίσουμε το δικαίωμα της ιδιωτικής ζωής σε σχέση με άλλα θέματα της οικογενειακής ζωής και όχι σε σχέση με την απόφαση να εισέλθουμε στη σχέση που είναι το θεμέλιο της οικογένειας στην κοινωνία μας».

Οι επιλογές για τον γάμο διαμορφώνουν τη μοίρα ενός ατόμου. Όπως έχει εξηγήσει το Ανώτατο Δικαστήριο της Μασαχουσέτης, επειδή «εκπληρώνει τις επιθυμίες για ασφάλεια, ασφαλές καταφύγιο και σύνδεση [με άλλους ανθρώπους], οι οποίες εκφράζουν την κοινή μας ανθρωπιά, ο πολιτικός γάμος είναι ένας σεβαστός θεσμός και η απόφαση για το εάν και ποιον θα παντρευτεί κανείς συνιστά μια από τις σημαντικές πράξεις αυτοπροσδιορισμού της ζωής». […].

Η φύση του γάμου είναι ότι, μέσω του σταθερού δεσμού του, δύο άτομα μαζί μπορούν να βρουν άλλες ελευθερίες, όπως έκφραση, στενή οικειότητα και πνευματικότητα. Αυτό ισχύει για όλα τα άτομα, ανεξάρτητα από τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό. […]. Υπάρχει αξιοπρέπεια στον δεσμό μεταξύ δύο ανδρών ή δύο γυναικών που επιδιώκουν να παντρευτούν και στην αυτονομία τους να κάνουν τόσο βαθιές επιλογές. [Πρβλ. στην υπόθεση Loving: ««[Η] ελευθερία να παντρευτείς ή να μην παντρευτείς άτομο άλλης φυλής ανήκει στο άτομο και δεν μπορεί να παραβιαστεί από το κράτος»).

Μια δεύτερη αρχή στη νομολογία αυτού του Δικαστηρίου είναι ότι το δικαίωμα του γάμου είναι θεμελιώδες επειδή υποστηρίζει την ένωση δύο ατόμων με τρόπο που είναι ανόμοιος ως προς τη σημασία του για τα δεσμευμένα άτομα. Αυτό το σημείο ήταν κεντρικό στην υπόθεση Griswold v. Κονέκτικατ, η οποία όρισε ότι το Σύνταγμα προστατεύει το δικαίωμα των παντρεμένων ζευγαριών να χρησιμοποιούν αντισύλληψη. Υποδηλώνοντας ότι ο γάμος είναι ένα δικαίωμα «παλαιότερο από τη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων», η υπόθεση Griswold περιέγραψε τον γάμο ως εξής: «Ο γάμος είναι μια συνένωση προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο, με την ελπίδα ότι θα έχει διάρκεια και προσωπική οικειότητα στο βαθμό που είναι ιερή. Είναι μια ένωση που προωθεί έναν τρόπο ζωής, όχι σκοπούς ζωής· αρμονία στη ζωή, όχι  πολιτική πίστη· μια διμερή αφοσίωση, όχι εμπορικά ή κοινωνικά έργα. Ωστόσο, είναι μια ένωση για σκοπό τόσο ευγενή όσο είναι οι σκοποί που εμπλέκονται στις προηγούμενες αποφάσεις μας».

Και στην υπόθεση Turner, το Δικαστήριο αναγνώρισε και πάλι τη στενά προσωπική σχέση που προστατεύεται από αυτό το δικαίωμα, θεωρώντας ότι οι φυλακισμένοι δεν θα μπορούσαν να στερηθούν το δικαίωμα να παντρευτούν επειδή οι σχέσεις δέσμευσής τους ικανοποιούσαν τους βασικούς λόγους για τους οποίους ο γάμος είναι θεμελιώδες δικαίωμα. […] Το δικαίωμα στο γάμο, επομένως, δίνει αξιοπρέπεια στα ζευγάρια που «επιθυμούν να αυτοπροσδιοριστούν με τη δέσμευσή τους ο ένας στον άλλον» […]. Ο γάμος ανταποκρίνεται στον οικουμενικό φόβο ότι ένα μοναχικό άτομο μπορεί να ζητήσει να συνδεθεί με άλλους και να μην βρει κανέναν. Προσφέρει την ελπίδα της συντροφικότητας και της κατανόησης και της διαβεβαίωσης ότι όσο οι δύο εξακολουθούν να ζουν πάντα θα υπάρχει κάποιος που θα νοιάζεται για τον άλλον.

Οπως έκρινε αυτό το Δικαστήριο στην υπόθεση Lawrence, τα ομόφυλα ζευγάρια έχουν το ίδιο δικαίωμα με τα ζευγάρια αντίθετου φύλου να απολαμβάνουν προσωπικά οικεία συναναστροφή. Η υπόθεση Lawrence ακύρωσε νόμους που έκαναν την ομόφυλη οικειότητα εγκληματική πράξη. Και αναγνώρισε ότι «[όταν] η σεξουαλικότητα βρίσκει φανερή έκφραση σε προσωπικά οικεία συμπεριφορά με ένα άλλο άτομο, η συμπεριφορά μπορεί να είναι ένα στοιχείο σε έναν προσωπικό δεσμό που είναι πιο διαρκής». Αλλά ενώ η υπόθεση Lawrence επιβεβαίωσε μια διάσταση ελευθερίας που επιτρέπει στα άτομα να συμμετέχουν σε προσωπικά οικεία συναναστροφή χωρίς ποινική ευθύνη, δεν συνεπάγεται ότι η ελευθερία σταματά εκεί. Η απόρριψη του παράνομου μπορεί να είναι ένα βήμα προς τα εμπρός, αλλά δεν επιτυγχάνει την πλήρη υπόσχεση της ελευθερίας.

Μια τρίτη βάση για την προστασία του δικαιώματος του γάμου είναι ότι το προστατεύει τα παιδιά και τις οικογένειες και επομένως αντλεί νόημα από τα συναφή δικαιώματα της ανατροφής, της τεκνοποίησης και της εκπαίδευσης. […] Το Δικαστήριο έχει αναγνωρίσει αυτές τις διασυνδέσεις περιγράφοντας τα ποικίλα δικαιώματα ως ένα ενιαίο σύνολο: «[Το] δικαίωμα να «παντρεύεσαι, να ιδρύεις σπίτι και να μεγαλώνεις παιδιά» αποτελεί κεντρικό μέρος της ελευθερίας που προστατεύεται από το Ρήτρα Δέουσας Διαδικασίας» […]

Σύμφωνα με τους νόμους πολλών Πολιτειών, ορισμένες από τις προστασίες του γάμου για τα παιδιά και τις οικογένειες είναι υλικές. Αλλά ο γάμος προσφέρει επίσης πιο ουσιαστικά οφέλη. Δίνοντας αναγνώριση και νομική δομή στη σχέση των γονιών τους, ο γάμος επιτρέπει στα παιδιά «να κατανοήσουν την ακεραιότητα και την εγγύτητα της οικογένειάς τους και το πόσο αυτή συνάδει με άλλες οικογένειες στην κοινότητά τους και στην καθημερινή τους ζωή» […]. Ο γάμος προσφέρει επίσης τη μονιμότητα και τη σταθερότητα που είναι σημαντικές για τα καλύτερα συμφέροντα των παιδιών. […]

Οπως συμφωνούν όλα τα μέρη, πολλά ομόφυλα ζευγάρια παρέχουν σπίτια αγάπης και φροντίδας στα παιδιά τους, είτε βιολογικά είτε υιοθετημένα. Και εκατοντάδες χιλιάδες παιδιά μεγαλώνουν προς το παρόν από τέτοια ζευγάρια. Οι περισσότερες Πολιτείες έχουν επιτρέψει σε γκέι και λεσβίες να υιοθετούν, είτε ως άτομα είτε ως ζευγάρια, και πολλά υιοθετημένα και ανάδοχα παιδιά έχουν γονείς του ίδιου φύλου […]. Αυτό παρέχει ισχυρή επιβεβαίωση από τον ίδιο τον νόμο ότι οι γκέι και οι λεσβίες μπορούν να δημιουργήσουν στοργικές, υποστηρικτικές οικογένειες.

Επομένως, ο αποκλεισμός των ομόφυλων ζευγαριών από το γάμο έρχεται σε σύγκρουση με μια κεντρική προϋπόθεση του δικαιώματος του γάμου. Χωρίς την αναγνώριση, τη σταθερότητα και την προβλεψιμότητα που προσφέρει ο γάμος, τα παιδιά τους υποφέρουν από το στίγμα να γνωρίζουν ότι οι οικογένειές τους είναι κατά κάποιο τρόπο κατώτερες. Υποφέρουν επίσης από το σημαντικό υλικό κόστος της ανατροφής τους από ανύπαντρους γονείς, υποβιβαζόμενοι, χωρίς δική τους ευθύνη, σε μια πιο δύσκολη και αβέβαιη οικογενειακή ζωή. Οι υπό κρίσιν νόμοι περί γάμου βλάπτουν και ταπεινώνουν τα παιδιά των ομόφυλων ζευγαριών […]

Αυτό δεν σημαίνει ότι το δικαίωμα του γάμου είναι λιγότερο σημαντικό για όσους δεν έχουν ή δεν μπορούν να κάνουν παιδιά. Η ικανότητα, η επιθυμία ή η υπόσχεση τεκνοποίησης δεν αποτελεί (και δεν αποτέλεσε) προϋπόθεση για έναν έγκυρο γάμο σε καμία Πολιτεία. Υπό το φως του προηγούμενου που προστατεύει το δικαίωμα ενός παντρεμένου ζευγαριού να μην τεκνοποιήσει, δεν μπορεί να λεχθεί ότι το Δικαστήριο ή οι Πολιτείες έχουν εξαρτήσει το δικαίωμα γάμου από την ικανότητα ή τη δέσμευση για τεκνοποίηση. Το συνταγματικό δικαίωμα γάμου έχει πολλές πτυχές, εκ των οποίων η τεκνοποίηση είναι μόνο μία.

Τέταρτον και τέλος, οι υποθέσεις αυτού του Δικαστηρίου και οι παραδόσεις του Έθνους καθιστούν σαφές ότι ο γάμος είναι ο θεμέλιος λίθος της κοινωνικής μας τάξης. Ο Alexis de Tocqueville αναγνώρισε αυτή την αλήθεια στα ταξίδια του στις Ηνωμένες Πολιτείες πριν από σχεδόν δύο αιώνες: «Σίγουρα δεν υπάρχει χώρα στον κόσμο όπου ο δεσμός του γάμου είναι τόσο σεβαστός όσο στην Αμερική. . . Όταν ο Αμερικανός αποσύρεται από την αναταραχή της δημόσιας ζωής στους κόλπους της οικογένειάς του, βρίσκει σε αυτήν την εικόνα της τάξης και της ειρήνης. . . . Στη συνέχεια, μεταφέρει [αυτή την εικόνα] μαζί του στις δημόσιες υποθέσεις». (Democracy in America, σ. 309, μετάφραση: H. Reeve, rev. ed. 1990).

Στην υπόθεση Maynard v. Hill (1888), το Δικαστήριο απηχούσε τον de Tocqueville, εξηγώντας ότι ο γάμος είναι «το θεμέλιο της οικογένειας και της κοινωνίας, χωρίς το οποίο δεν θα υπήρχε ούτε πολιτισμός ούτε πρόοδος». Ο γάμος, είπε το Δικαστήριο στην υπόθεση Maynard ήταν από καιρό «ένας σπουδαίος δημόσιος θεσμός, που δίνει χαρακτήρα σε ολόκληρη την πολιτική μας κοινότητα». Αυτή η αντίληψη έχει επαναληφθεί ακόμη και όταν ο θεσμός του γάμου έχει εξελιχθεί ουσιωδώς με την πάροδο του χρόνου, υπερκεράζοντας κανόνες αναφορικά με τη γονική συναίνεση, το φύλο και τη φυλή που κάποτε θεωρούνταν από πολλούς απαραίτητους. […]. Ο γάμος παραμένει δομικό στοιχείο της εθνικής μας κοινότητας.

Για αυτόν τον λόγο, όπως ένα ζευγάρι ορκίζεται να υποστηρίξει ο ένας τον άλλον, έτσι και η κοινωνία δεσμεύεται να υποστηρίξει το ζευγάρι, προσφέροντας συμβολική αναγνώριση και υλικά οφέλη για την προστασία και την καλλιέργεια της ένωσής τους. Πράγματι, ενώ οι Πολιτείες είναι γενικά ελεύθερες να διαφοροποιούν τα οφέλη που παρέχουν σε όλα τα παντρεμένα ζευγάρια, σε όλη την ιστορία μας κατέστησαν το γάμο βάση για έναν διευρυνόμενο κατάλογο κρατικών δικαιωμάτων, παροχών και ευθυνών. […]

Δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ ζευγαριών του ίδιου και αντίθετου φύλου σε σχέση με αυτήν την αρχή. Ωστόσο, λόγω του αποκλεισμού τους από αυτό το θεσμό [του γάμου], τα ομόφυλα ζευγάρια στερούνται το σύνολο των παροχών που οι Πολιτείες έχουν συνδέσει με το γάμο. Αυτή η βλάβη έχει ως αποτέλεσμα περισσότερο από απλά υλικά βάρη. Τα ομόφυλα ζευγάρια παραδίδονται σε αστάθεια, την οποία πολλά ζευγάρια αντίθετου φύλου θα θεωρούσαν ανυπόφορη στη ζωή τους. Καθώς το ίδιο το κράτος κάνει το γάμο ακόμη πιο πολύτιμο λόγω της σημασίας που του αποδίδει, ο αποκλεισμός από αυτό το καθεστώς έχει ως αποτέλεσμα να διδάσκεται ότι οι γκέι και οι λεσβίες δεν είναι ίσοι σε σημαντικά θέματα. Εξευτελίζει τους γκέι και τις λεσβίες για να τους αποκλείει το κράτος από έναν κεντρικό θεσμό της κοινωνίας του Εθνους. Τα ομόφυλα ζευγάρια, επίσης, μπορούν να επιδιώκουν τους υπερβατικούς σκοπούς του γάμου και να αναζητούν την πραγμάτωση με την υψηλότερη σημασία της.

Ο περιορισμός του γάμου σε ζευγάρια αντίθετου φύλου μπορεί επί μακρόν να φαινόταν φυσικός και δίκαιος, αλλά η ασυνέπειά του με την κεντρική έννοια του θεμελιώδους δικαιώματος του γάμου είναι πλέον έκδηλη. Με αυτή τη γνώση πρέπει να επέλθει η αναγνώριση ότι οι νόμοι που αποκλείουν τα ομόφυλα ζευγάρια από το δικαίωμα γάμου επιβάλλουν στίγμα και πληγές του είδους που απαγορεύονται από τη βασική μας χάρτα.

Το δικαίωμα στο γάμο είναι θεμελιώδες θέμα ιστορίας και παράδοσης, αλλά τα δικαιώματα δεν προέρχονται από αρχαίες πηγές μόνον. Προέρχονται, επίσης, από μια καλύτερα ενημερωμένη κατανόηση του πώς οι συνταγματικές επιταγές ορίζουν μια ελευθερία που παραμένει επείγουσα στη δική μας εποχή. Πολλοί που θεωρούν ότι ο γάμος ομοφυλόφιλων είναι λάθος καταλήγουν σε αυτό το συμπέρασμα με βάση αξιοπρεπείς και αξιόπιστες θρησκευτικές ή φιλοσοφικές αρχές, και ούτε αυτοί ούτε οι πεποιθήσεις τους υποτιμούνται εδώ. Αλλά όταν αυτή η ειλικρινής, προσωπική αντίθεση καθίσταται θεσμοθετημένος νόμος και δημόσια πολιτική, οι απαραίτητες συνέπειες είναι να δώσει το ίδιο το Κράτος την επίσημη έγκρισή του σε έναν αποκλεισμό που υποτιμά ή στιγματίζει εκείνους των οποίων την ελευθερία αρνείται. Σύμφωνα με το Σύνταγμα, τα ομόφυλα ζευγάρια επιζητούν στο γάμο την ίδια νομική μεταχείριση με τα ετερόφυλα ζευγάρια, και θα υποτιμούσε τις επιλογές τους και θα μείωνε την προσωπικότητά τους να τους αρνηθεί αυτό το δικαίωμα.

Η 14η Τροπολογία και ο ομόφυλος γάμος

Το δικαίωμα των ομόφυλων ζευγαριών να παντρεύονται που αποτελεί μέρος της ελευθερίας που υπόσχεται η Δέκατη Τέταρτη Τροποποίηση πηγάζει επίσης από την εγγύηση της ισότιμης προστασίας του νόμου με αυτήν την Τροπολογία. Η ρήτρα Δέουσας Διαδικασίας και η ρήτρα Ισης Προστασίας συνδέονται σε βάθος, αν και θέτουν ανεξάρτητες αρχές.

Οι υποθέσεις του Δικαστηρίου που αφορούν το δικαίωμα γάμου αντικατοπτρίζουν αυτή τη δυναμική. Στην υπόθεση Loving, το Δικαστήριο ακύρωσε μια απαγόρευση διαφυλετικού γάμου βάσει τόσο της ρήτρας Ισης Προστασίας όσο και της ρήτρας Δίκαιης Διαδικασίας. Το Δικαστήριο πρώτα κήρυξε την απαγόρευση άκυρη λόγω της άνισης μεταχείρισης των διαφυλετικών ζευγαριών. Δήλωσε: «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο περιορισμός της ελευθερίας του γάμου αποκλειστικά λόγω φυλετικών ταξινομήσεων παραβιάζει το κεντρικό νόημα της Ρήτρας Ίσης Προστασίας» […].

Συνδέοντας την υπόθεση αυτή με τη ρήτρα Ισης Προστασίας, το Δικαστήριο προχώρησε στο να κρίνει ότι η απαγόρευση προσβάλλει τις κεντρικές αρχές της ελευθερίας: «Η άρνηση αυτής της θεμελιώδους ελευθερίας για τόσο αβάσιμους λόγους, όπως οι φυλετικές ταξινομήσεις που ενσωματώνονται σε αυτούς τους νόμους, ταξινομήσεις τόσο άμεσα ανατρεπτικές της αρχής της ισότητας που βρίσκεται στο επίκεντρο της Δέκατης Τέταρτης Τροποποίησης, σίγουρα στερεί την ελευθερία από όλους τους πολίτες του Κράτους χωρίς τη νομική διαδικασία». […]. Οι λόγοι για τους οποίους ο γάμος είναι θεμελιώδες δικαίωμα έγιναν πιο σαφείς και επιτακτικοί από την πλήρη επίγνωση και κατανόηση της βλάβης που προέκυψε από νόμους που απαγορεύουν τις διαφυλετικές ενώσεις. […]

Στην υπόθεση Lawrence, το Δικαστήριο αναγνώρισε την αλληλοσυνδεόμενη φύση αυτών των συνταγματικών εγγυήσεων στο πλαίσιο της νομικής μεταχείρισης των γκέι και των λεσβιών […]. Η υπόθεση Lawrence βασίστηκε στις αρχές της ελευθερίας και της ισότητας για να ορίσει και να προστατεύσει τα δικαιώματα των γκέι και λεσβιών, θεωρώντας ότι το κράτος «δεν μπορεί να υποτιμήσει την ύπαρξή τους ή να ελέγξει το πεπρωμένο τους καθιστώντας την ιδιωτική σεξουαλική συμπεριφορά τους έγκλημα» […].

Αυτή η δυναμική ισχύει και για τους ομόφυλους γάμους. Είναι πλέον σαφές ότι οι αμφισβητούμενοι νόμοι επιβαρύνουν την ελευθερία των ομόφυλων ζευγαριών και πρέπει περαιτέρω να αναγνωριστεί ότι περικόπτουν κεντρικές αρχές ισότητας. Εδώ, οι νόμοι για τον γάμο που επιβάλλονται από τους κρατικούς αξιωματούχους είναι στην ουσία άνισοι: τα ομόφυλα ζευγάρια στερούνται όλα τα οφέλη που παρέχονται στα ζευγάρια αντίθετου φύλου και απαγορεύεται να ασκήσουν ένα θεμελιώδες δικαίωμα. Ειδικά με φόντο μια μακρά ιστορία αποδοκιμασίας των σχέσεων τους, αυτή η άρνηση στα ομόφυλα ζευγάρια του δικαιώματος να παντρευτούν είναι σοβαρή και συνεχής βλάβη. Η επιβολή αυτής της αναπηρίας σε γκέι και λεσβίες υπηρετεί την ασέβεια και την υποταγή τους. Και η ρήτρα Ισης Προστασίας, όπως και η ρήτρα Δίκαιης Διαδικασίας, απαγορεύει αυτήν την αδικαιολόγητη παραβίαση του θεμελιώδους δικαιώματος του γάμου […]

Αυτές οι σκέψεις οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το δικαίωμα γάμου είναι θεμελιώδες δικαίωμα που είναι εγγενές στην ελευθερία του ατόμου, και σύμφωνα με τις ρήτρες Δίκαιης Διαδικασίας και Iσης Προστασίας της Δέκατης Τέταρτης Τροποποίησης, τα ομόφυλα ζευγάρια δεν μπορούν να στερηθούν αυτού του δικαιώματος και αυτής της ελευθερίας. Το Δικαστήριο κρίνει πλέον ότι τα ομόφυλα ζευγάρια μπορούν να ασκήσουν το θεμελιώδες δικαίωμα του γάμου. […]

Η δυναμική του συνταγματικού μας συστήματος είναι ότι τα άτομα δεν χρειάζεται να περιμένουν νομοθετική ρύθμιση προτού διεκδικήσουν ένα θεμελιώδες δικαίωμα. Τα δικαστήρια του Eθνους είναι ανοιχτά σε άτομα με βλάβη που προσφεύγουν σε αυτά για να δικαιώσουν το δικό τους άμεσο, προσωπικό μερίδιο στη βασική μας χάρτα. Eνα άτομο μπορεί να επικαλεστεί το δικαίωμα συνταγματικής προστασίας όταν θίγεται, ακόμη και αν το ευρύτερο κοινό διαφωνεί και ακόμη και αν ο νομοθέτης αρνηθεί να ενεργήσει.

Η ιδέα του Συντάγματος «ήταν να αποσύρει ορισμένα θέματα από τις περιπέτειες της πολιτικής αντιπαράθεσης, να τα θέσει πέρα από την εμβέλεια των πλειοψηφιών και των αξιωματούχων και να θεσπίσει νομικές αρχές που θα εφαρμόζονταν από τα δικαστήρια» […]. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο «τα θεμελιώδη δικαιώματα δεν μπορούν να υποβληθούν σε ψηφοφορία· δεν εξαρτώνται από το αποτέλεσμα των εκλογών» […] Δεν έχει σημασία αν οι υποστηρικτές του γάμου ομοφύλων απολαμβάνουν ή στερούνται δυναμικής στη δημοκρατική διαδικασία. Το ζήτημα ενώπιον του Δικαστηρίου εδώ είναι το νομικό ερώτημα εάν το Σύνταγμα προστατεύει το δικαίωμα των ομόφυλων ζευγαριών να παντρεύονται.

Δεν είναι η πρώτη φορά που ζητείται από το Δικαστήριο να υιοθετήσει μια προσεκτική προσέγγιση για την αναγνώριση και την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Στην υπόθεση Bowers, ισχνή πλειοψηφία υποστήριξε την ποινικοποίηση της ομόφυλης προσωπικής οικειότητας […] Αυτή η προσέγγιση θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μια προσεκτική υποστήριξη της δημοκρατικής διαδικασίας, η οποία μόλις είχε αρχίσει να εξετάζει τα δικαιώματα των γκέι και των λεσβιών. Ωστόσο, στην πραγματικότητα, η υπόθεση Bowers υποστήριξε την κρατική δράση που αρνήθηκε στους γκέι και τις λεσβίες ένα θεμελιώδες δικαίωμα και τους προκάλεσε πόνο και ταπείνωση. […]. Αυτός είναι ο λόγος που η υπόθεση Lawrence υποστήριξε ότι η απόφαση στην υπόθεση Bowers δεν ήταν σωστή όταν αποφασίστηκε […]. Παρόλο που η υπόθεση Bowers ανατράπηκε τελικά από την υπόθεση Lawrence, άνδρες και γυναίκες υπέστησαν βλάβη στο μεσοδιάστημα, και τα ουσιαστικά αποτελέσματα αυτής τη βλάβης αναμφίβολα παρέμειναν πολύ μετά την ακύρωση της απόφασης στην υπόθεση Bowers. Οι πληγές στην αξιοπρέπεια δεν μπορούν πάντα να επουλωθούν με το μολύβι.

Μια απόφαση κατά των ομόφυλων ζευγαριών θα είχε το ίδιο αποτέλεσμα – και, όπως στην υπόθεση Bowers, θα ήταν αδικαιολόγητη σύμφωνα με τη Δέκατη Τέταρτη Τροποποίηση. Οι ιστορίες των προσφευγόντων ξεκαθαρίζουν τον επείγοντα χαρακτήρα του ζητήματος που παρουσιάζουν στο Δικαστήριο. Ο James Obergefell ρωτά τώρα αν το Οχάιο μπορεί να διαγράψει τον γάμο του με τον John Arthur για πάντα. Η April DeBoer και η Jayne Rowse ρωτούν τώρα εάν το Μίσιγκαν μπορεί να συνεχίσει να τους αρνείται τη βεβαιότητα και τη σταθερότητα που όλες οι μητέρες επιθυμούν να προστατεύσουν τα παιδιά τους· και για αυτές και για α παιδιά τους τα παιδικά χρόνια θα περάσουν πολύ σύντομα. Ο Ijpe DeKoe και ο Thomas Kostura ρωτούν τώρα εάν το Τενεσί μπορεί να αρνηθεί σε αυτόν που υπηρέτησε το Έθνος τη βασική αξιοπρέπεια της αναγνώρισης του γάμου του στη Νέα Υόρκη. Εχοντας παρουσιασθεί κανονικά ενώπιόν του οι υποθέσεις αυτές, το Δικαστήριο έχει καθήκον να εξετάσει αυτούς τους ισχυρισμούς και να απαντήσει σε αυτά τα ερωτήματα […].

Οι διαφωνούντες κρατικοί αξιωματούχοι υποστηρίζουν επίσης ότι το να επιτραπεί ο γάμος μεταξύ ομόφυλων ζευγαριών θα βλάψει τον γάμο ως θεσμό, οδηγώντας σε λιγότερους ετερόφυλους γάμους. Αυτό μπορεί να συμβεί, υποστηρίζουν, επειδή η χορήγηση άδειας για γάμους ομοφυλόφιλων διακόπτει τη σύνδεση μεταξύ φυσικής αναπαραγωγής και γάμου. Αυτό το επιχείρημα, ωστόσο, βασίζεται σε μια αντι-διαισθητική άποψη των διαδικασιών λήψης αποφάσεων των ετερόφυλων ζευγαριών σχετικά με το γάμο και τη γονεϊκότητα. Οι αποφάσεις για το αν θα παντρευτούν και αν θα μεγαλώσουν τα παιδιά βασίζονται σε πολλές προσωπικές, ρομαντικές και πρακτικές σκέψεις. Δεν είναι ρεαλιστικό να συμπεράνουμε ότι ένα ετερόφυλο ζευγάρι θα επέλεγε να μην παντρευτεί απλώς και μόνο επειδή μπορεί να το κάνουν τα ζευγάρια του ίδιου φύλου.

Αναφέρεται στην υπόθεση Kitchen v. Herbert (2014): «Είναι εντελώς παράλογο να πιστεύουμε ότι η κρατική αναγνώριση της αγάπης και της δέσμευσης μεταξύ ομόφυλων ζευγαριών θα αλλάξει τις πιο οικείες και προσωπικές αποφάσεις των ετερόφυλων ζευγαριών». Οι διαφωνούντες κρατικοί αξιωματούχοι δεν έχουν θεμελιώσει το συμπέρασμα ότι ο επιτρεπόμενη γάμος ομοφυλόφιλων θα προκαλέσει τα επιζήμια αποτελέσματα που περιγράφουν. Πράγματι, σε σχέση με αυτόν τον ισχυρισμό για τον αποκλεισμό των ομόφυλων ζευγαριών από το δικαίωμα γάμου, είναι σκόπιμο να παρατηρηθεί ότι οι περιπτώσεις αυτές αφορούν μόνο στα δικαιώματα δύο συναινούντων ενηλίκων των οποίων οι γάμοι δεν θα ενέχουν κίνδυνο βλάβης για τους ίδιους ή τρίτα μέρη.

Τέλος, πρέπει να τονιστεί ότι οι θρησκείες, και όσοι τηρούν τα θρησκευτικά δόγματα, μπορούν να συνεχίσουν να υποστηρίζουν με απόλυτη, ειλικρινή πεποίθηση ότι, με θεϊκές επιταγές, ο γάμος ομοφύλων δεν πρέπει να επικροτείται. Η Πρώτη Τροποποίηση διασφαλίζει ότι οι θρησκευτικές οργανώσεις και τα άτομα τυγχάνουν της κατάλληλης προστασίας, στην επιδίωξή τους να διδάσκουν τις αρχές που είναι τόσο ικανοποιητικές και τόσο κεντρικές για τη ζωή και την πίστη τους, καθώς και για τις δικές τους βαθιές φιλοδοξίες να συνεχίσουν την οικογενειακή δομή που από επι μακρόν σέβονται. Το ίδιο συμβαίνει και με όσους αντιτίθενται στον γάμο ομοφύλων για άλλους λόγους. Με τη σειρά τους, εκείνοι που πιστεύουν ότι το να επιτρέπεται ο γάμος ομοφύλων είναι σωστό ή ουσιώδες, είτε ως θέμα θρησκευτικής πίστης είτε ως θέμα κοσμικής πεποίθησης, μπορούν να εμπλακούν με όσους διαφωνούν με την άποψή τους σε μια ανοιχτή και διερευνητική συζήτηση. Το Σύνταγμα, ωστόσο, δεν επιτρέπει στο κράτος να απαγορεύει στα ζευγάρια του ίδιου φύλου να παντρεύονται με τους ίδιους όρους που ισχύουν για τα ζευγάρια του αντίθετου φύλου».

Επιμύθιο

Τέτοιες δικαστικές αποφάσεις μας θυμίζουν γιατί η Αμερική ήταν και παραμένει ο φάρος πάνω στο λόφο – η εμβληματική χώρα της νεωτερικότητας, στην οποία τι σημαίνει ελευθερία, δικαιώματα, και ισοπολιτεία είναι διαρκώς αντικείμενο αναστοχασμού. Αν ο πυρήνας της φιλελεύθερης πολιτείας είναι η προστασία της ανθρώπινης ελευθερίας και αξιοπρέπειας, διαρκές συλλογικό καθήκον μας είναι να ορίζουμε αυτές τις θεμελιώδεις αξίες στα εκάστοτε συμφραζόμενα – η ανα-θεώρηση είναι εγγενής διαδικασία. Το γεγονός, τέλος, ότι το Supreme Court έχει πάρει και συντηρητικές αποφάσεις (π.χ. αίροντας τη συνταγματική προστασία των αμβλώσεων) είναι μια υπενθύμιση ότι στη δημοκρατία κανείς δεν έχει αυτονόητα το πάνω χέρι – κάθε τομή συνιστά ένα διακύβευμα. Έτσι πορεύονται συντεταγμένα οι φιλελεύθερες κοινωνίες – όχι «με φωτιά και με μαχαίρι» αλλά με λόγο, αντίλογο και πειθώ.


* O Χαρίδημος Κ. Τσούκας είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και ερευνητής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Warwick (www.htsoukas.com)

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...