Ακριβώς πριν από έναν αιώνα, σε ένα άρθρο στο περιοδικό Collier’s το 1924, ο πρωτοπόρος σκηνοθέτης Ντέιβιντ Γουόρκ Γκρίφιθ έκανε την ακόλουθη πρόβλεψη: «Το 2024, το πιο σημαντικό και μοναδικό πράγμα για το οποίο θα έχει βοηθήσει σε μεγάλο βαθμό ο κινηματογράφος, θα είναι η εξάλειψη κάθε ένοπλης σύγκρουσης από το πρόσωπο του πολιτισμένου κόσμου».
Συμπλήρωνε ότι με τη χρήση της παγκόσμιας γλώσσας των ταινιών, το αληθινό νόημα της αδελφοσύνης των ανθρώπων θα είχε εδραιωθεί σε όλη τη Γη. Αφήνοντας κατά μέρος την ειρωνεία ότι η ταινία-έπος του 1915 «Η Γέννηση Ενός Εθνους», που σκηνοθέτησε ο Γκρίφιθ, με θέμα την ιστορία της Κου Κλουξ Κλαν, έχει εμπνεύσει περισσότερη βία από κάθε άλλη, η προφητεία του για τη συνεισφορά του σινεμά στην παγκόσμια ειρήνη παραμένει ανεκπλήρωτη.
Ο κινηματογράφος μπορεί να έχει ακμάσει τα τελευταία 100 χρόνια, αλλά ο ρόλος του ως πρεσβευτή της διεθνούς ειρήνης παραμένει μια ουτοπία, όπως σημειώνει δημοσίευμα του Guardian. Η γλώσσα του μπορεί να έφερε κοντά ανθρώπους με διαφορετικές κουλτούρες και από όλον τον πλανήτη, αλλά έγινε και αντικείμενο αλληγορίας και προπαγάνδας υπέρ της στρατιωτικής δράσης, επίσης παγκοσμίως.
Αυτό αποδεικνύεται διαχρονικά, από την εποχή του κομμουνιστικού «Θωρηκτού Ποτέμκιν» και του ναζιστικού «Θριάμβου της Θέλησης» –και οι δύο αριστουργηματικές αλλά άκρως προπαγανδιστικές ταινίες– έως τις σύγχρονες παραγωγές της Ρωσίας για ενίσχυση του πολέμου στην Ουκρανία. Ειδικά η περυσινή ρωσική ταινία «Ο Μάρτυρας», με πρωταγωνιστή έναν ρώσο βιολιστή στο Κίεβο την παραμονή της εισβολής, ήταν καθαρή προπαγάνδα.
Ο Λένιν αποκαλούσε τον κινηματογράφο «η πιο σημαντική από όλες τις τέχνες». Ο Φραγκλίνος Ρούζβελτ είχε συνειδητοποιήσει τη δύναμη της κινούμενης εικόνας, και είχε αναθέσει στον κορυφαίο σκηνοθέτη του Χόλιγουντ Φρανκ Κάπρα να γυρίσει μικρού μήκους ταινίες υπό τον τίτλο «Γιατί Πολεμάμε», οι οποίες προβλήθηκαν σε στρατώνες αλλά και στις αίθουσες, ενθουσιάζοντας τους Αμερικανούς και οδηγώντας τους σε στρατολογικά γραφεία κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Αλλά και νωρίτερα, στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου, η βρετανική κυβέρνηση ίδρυσε την Επιτροπή Κινηματογράφου με στόχο να ενισχύσει την πολεμική προσπάθεια. Η πρώτη μεγάλη ταινία που παρήγαγε είχε τίτλο «Πώς Προετοιμάστηκε η Βρετανία» και ήταν ένα ντοκιμαντέρ για τη βρετανική πολεμική ετοιμότητα. Μετά την πρεμιέρα της στο Λονδίνο, μια εφημερίδα έγραψε: «Αυτή η ταινία σίγουρα θα κάνει τον λοχία του στρατολογικού γραφείου ευτυχισμένο».
Πιο πρόσφατα, οι ΗΠΑ βασίστηκαν σε δημοφιλείς ταινίες για να ενισχύσουν αριθμητικά τις ένοπλες δυνάμεις τους. Οταν το «Top Gun» βγήκε στις αίθουσες, το 1986, η στρατολόγηση στις ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 500% – τραπέζια στρατολόγησης ήταν τοποθετημένα ακόμη και έξω από πολλές κινηματογραφικές αίθουσες, έτοιμα να προσελκύσουν τους εντυπωσιασμένους θεατές, που βρίσκονταν ακόμα υπό την επήρεια των εναέριων ελιγμών του Τομ Κρουζ.
Αλλά ο κινηματογράφος δεν έχει χρησιμοποιηθεί ως μέσο κινητοποίησης και προπαγάνδας μόνο από τα δυο αντίπαλα μπλοκ του Ψυχρού Πολέμου. Οι ταινίες ήταν ένα σημαντικό εργαλείο του αντιαποικιακού αγώνα σε όλη την Αφρική και στη Νότια Αμερική. Κάποιες επικεντρώθηκαν στον οικονομικό και συναισθηματικό αντίκτυπο της αποικιοκρατίας, άλλες αποτελούσαν εκκλήσεις για δράση.
Ο αγώνας ενάντια στην αποικιοκρατία παρουσιάστηκε περίφημα στην ταινία του Τζίλο Ποντεκόρβο «Η Μάχη του Αλγερίου», το 1966, που απεικονίζει τη βίαιη αλγερινή αντίσταση στη γαλλική αποικιακή κυριαρχία. Οι βίαιες ενέργειες που περιέχει η ταινία χρησιμοποιήθηκαν για την ανάπτυξη εκπαιδευτικών εγχειριδίων από τους Μαύρους Πάνθηρες στις ΗΠΑ και τον IRA στη Βόρεια Ιρλανδία. Οπως ήταν φυσικό, η προβολή της απαγορεύτηκε στη Γαλλία.
Υπάρχουν, βέβαια, και ταινίες που προωθούν τον ιδεαλισμό της συνεργασίας και της ειρήνης. Χαρακτηριστικότερη όλων είναι «Ο Μεγάλος Δικτάτωρ» του Τσάρλι Τσάπλιν, που διακωμωδεί τον Αδόλφο Χίτλερ και ταυτόχρονα προτρέπει για κατανόηση και ειρήνη. Επίσης, πέρα από τα προπαγανδιστικά του ντοκιμαντέρ, ο Φρανκ Κάπρα υπέγραψε δυο άκρως ιδεαλιστικές ταινίες, που προωθούσαν την αγνή αποτελεσματικότητα της πολιτικής: «Meet John Doe» και «Mr. Smith Goes to Washington».
Δυστυχώς, ο κόσμος σήμερα απέχει πολύ από τις προβλέψεις του 1924, όταν ο πλανήτης προσπαθούσε να συνέλθει από τις καταστροφικές συνέπειες του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και να αντιμετωπίσει το μέλλον με πασιφιστική αισιοδοξία. Σήμερα χιλιάδες άνθρωποι εξακολουθούν να πεθαίνουν σε ένοπλες συγκρούσεις σε όλον τον κόσμο. Και ο κινηματογράφος εξακολουθεί να χρησιμοποιείται στην υπηρεσία καταπιεστών και κατακτητών.
Μια ταινία δεν θα αλλάξει ποτέ τη γνώμη ενός δεσποτικού ηγέτη, αλλά μπορεί να εμπνεύσει τον λαό μιας χώρας να αντισταθεί. Αραγε, τα τελευταία 100 χρόνια θα ήταν περισσότερο ή λιγότερο βίαια χωρίς την εφεύρεση του κινηματογράφου; Ουδείς γνωρίζει. Το μόνο σίγουρο είναι ότι απέχουμε πολύ από την εξάλειψη των διεθνών συγκρούσεων.
Θα είμαστε πιο κοντά στην προφητεία του Γκρίφιθ μέσα στα επόμενα 100 χρόνια; Χλωμό, θα πουν οι πιο ρεαλιστές. Από την άλλη, υπάρχει πάντα το μελλοντολογικό όραμα της τηλεοπτικής σειράς επιστημονικής φαντασίας «Star Trek», σύμφωνα με την οποία ο 21ος αιώνας θα φέρει την απαρχή του τέλους όλων των πολέμων εντός των εθνικών συνόρων της ανθρωπότητας, με στόχο το «τελευταίο σύνορο»: το Διάστημα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News